Π ρ ω τ ο χ ρ ο ν ι ά
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
Δ α ν ι ή λ
«Ὁ καιροὺς καὶ χρόνους
ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσίᾳ θέμενος»
(Ἀπολυτίκιον τῆς ’Ινδίκτου)
Ἀπὸ ὅλα τὰ πλάσματα μόνο ὁ ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι πλασμένος κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, ἔχει συναίσθηση τοῦ χρόνου. Μόνο αὐτὸς μπορεῖ νά ἐνθυµηθεῖ τὸ παρελθὸν καὶ νὰ λυπηθεῖ γιὰ ὅ,τι κληρονόμησε ἀπ’ αὐτὸ ἢ συνειδητὰ ἐπισώρευσε στὸ παρόν του. Μόνο ὁ ἄνθρωπος εἶναι σὲ θέση νά τοποθετήσει τὸ μέλλον στὸ παρόν, κάνοντας μὲ τὴ φαντασία του πραγματικότητα ἐκεῖνο, ποὺ θὰ ἀκολουθήσει αὔριο. Κανένα ἄλλο πλάσμα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ: «ὑπέφερα ἐξαιτίας ἐκείνου τοῦ κακοῦ καὶ θὰ ὑποφέρω ἀκόμα». Μόνο ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, ὁ προικισμένος μὲ διάνοια, θέληση, κρίση καὶ µνήµη ἔχει πλήρη ἰδέα καὶ συναίσθηση τοῦ χρόνου.
Γι’ αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος καὶ ἰδιαίτερα ὁ χριστιανὸς ὀφείλει στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου νὰ συλλογίζεται, νὰ μελετᾶ, νὰ συγκρίνει, καὶ τὸ παρελθὸν νὰ τοῦ γίνεται μάθημα γιὰ τὸ μέλλον.
Βρισκόμαστε στὴν ἐναλλαγὴ τοῦ χρόνου. Πρὶν ἀπὸ λίγες ὧρες ἕνας χρόνος ἔδυσε καὶ ἕνας νέος χρόνος ἀνέτειλε. Ὁ Θεός, ὁ χορηγὸς τῆς ζωῆς, μᾶς ἀξίωσε νά ζήσουμε καὶ νὰ δοῦμε τή διαδοχή αὐτοῦ τοῦ χρόνου.
Χθὲς ἀκούσαμε τὰ παιδιὰ ποὺ τραγούδησαν: «Πάει ὁ παληὸς ὁ χρόνος» καὶ σήμερα ἀκούσαμε τούς κανονιοβολισμοὺς καὶ τὶς κωδωνοκρουσίες ποὺ μᾶς ἀνήγγειλαν τὴν ἀνατολὴ τοῦ Νέου Ἔτους.
Ποιὸ εἶναι τώρα τὸ καθῆκον μας καὶ ποιὰ ἡ ὑποχρέωσή μας στὴν αὐγὴ τοῦ Νέου Ἔτους; Νά μελετήσουμε α΄.) τὴν ἀξία τοῦ χρόνου καὶ β΄.) ποιὰ θα πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση μας στὸ νέο χρόνο ποὺ ἀνατέλλει.
- Ἡ ἀξία τοῦ χρόνου
Ὁ καιρὸς εἶναι γιὰ μᾶς τούς χριστιανούς πνευματικό χρυσάφι, ἀνεκτίμητο δῶρο. Ὁ χρόνος ἀγοράζεται μὲ ζωή, μὲ ἐμπειρίες καλὲς καὶ κακὲς. Μὲ αὐτὸν κερδίζουμε τὴν αἰωνιότητα. Ὁ Θεὸς μᾶς τὸν δίδει γιὰ νὰ ἐργασθοῦμε γιὰ τὸ καλό, γιὰ τὴν δόξα Του. Ὁ χρόνος, οἱ ὧρες, οἱ στιγμὲς δὲν μᾶς ἀνήκουν, εἶναι τὸ τάλαντο ποὺ μᾶς ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεός. Ὀφείλουμε νὰ τὸ πολλαπλασιάσουμε καὶ σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ἡμέρας νά εἴμαστε σὲ θέση σὲ ὅποιο μᾶς ρωτᾶ τὶ κάνουμε, ν᾿ ἀπαντήσουμε, ὅτι ἐκτελοῦμε τὸ καθῆκον μας, γιατὶ ὅπως κάθε ψῆγμα χρυσοῦ εἶναι πολύτιμο, ἔτσι καὶ κάθε λεπτὸ τοῦ χρόνου ἔχει τὴν ἀξία του.
Ὁ ἅγιος Παῦλος συμβούλευε τοὺς πρώτους χριστιανούς: «ὡς καιρὸν ἔχομεν ἐργαζόμεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς πάντας μάλιστα δὲ πρὸς τοὺς οἰκείους τῆς πίστεως» (Γαλάτας στ΄, 10). Μποροῦμε νὰ ἀντιληφθοῦμε πόσο πολύτιμο ἀγαθὸ εἶναι ὁ χρόνος, ὅταν θυμηθοῦμε αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ἕνας σοφός: «Καµιὰ ἀπώλεια δὲν εἶναι πιὸ μεγάλη ἀπὸ τὴν ἀπώλεια τοῦ χρόνου».
Ἄν οἱ ἅγιοι πού βρίσκονται στὸν οὐρανὸ μποροῦσαν νά λυπηθοῦν γιά κάτι, θὰ ἦταν αὐτὸ, ὅτι δὲν χρησιμοποίησαν καλὰ ὅλο τὸ χρόνο τους γιὰ νὰ ἐκτελέσουν μεγαλύτερα ἔργα ἀγάπης.
Τὴν ἀξία τοῦ καιροῦ, λέγουν οἱ πνευματικοί, θά τὴν αἰσθανθοῦμε στὶς τελευταῖες στιγμὲς τῆς ζωῆς μας, ὅταν θὰ ἐπιθυμοῦμε νὰ ἔχουμε ἀκόμη λίγες ὧρες ζωῆς γιὰ νὰ προετοιμαστοῦμε καλύτερα γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Τότε ὅμως θὰ εἶναι ἀργά. Ὅ,τι κερδίσαµε, ἐκεῖνο θά ἔχουμε. Ἡ κρίση θὰ γίνει σύμφωνα μὲ ὅ,τι θὰ παρουσιάσουμε.
Ἐκεῖνο ποὺ πρέπει νὰ κάνει μεγαλύτερη ἐντύπωση σὲ ὅποιο μελετᾶ τὴν ἀξία τοῦ καιροῦ εἶναι ὅτι ὁ καιρὸς δὲν ξαναβρίσκεται, δὲν ἐπιστρέφει πίσω. Ἡ σπατάλη τοῦ πλούτου ἐπανορθώνεται, τῆς ὑγείας σπανίως, τοῦ χρόνου ὅμως ποτέ. Ὅταν κανεὶς χάσει μιὰ εὐκαιρία, τὴν χάνει γιὰ πάντα. Ἡ νέα ποὺ θὰ τοῦ δοθεῖ εἶναι καινούργια. Σὲ ἕνα ἡλιακὸ ρολόϊ τῆς Ὀξφόρδης ἦταν γραμμένα τὰ λόγια: «Οἱ ὧρες παρέρχονται καὶ θὰ δώσουμε λόγο».
Θὰ δώσουμε λόγο, γιατὶ ὁ χρόνος µᾶς δόθηκε γιά νά ἐξαγοράσουµε τήν αἰώνια εὐτυχία τοῦ Παραδείσου μὲ τὰ καλά μας ἔργα. Μιὰ στιγμὴ ἐξαγοράζει μιά αἰωνιότητα (Πρός Ἐφεσίους ε΄, 16· Πρός Γαλάτας δ΄, 5).
- Ποιά ἡ στάση μας στὸ νέο χρόνο ποὺ ἀνατέλλει
Γεμάτοι αἰσιοδοξία καὶ θάρρος γιὰ τὴ ζωή, μὲ τελεία ὑποταγὴ στὸ ἅγιο θέληµα τοῦ Θεοῦ ἄς ἀντικρύσουμε τὸν καινούργιο χρόνο. ᾿Απὸ τώρα ἂς δεχθοῦμε ὅ,τι κι ἂν μᾶς στείλει ὁ Θεὸς καὶ ἂς ποῦμε: «Γενηθήτω τὸ θέλημά Σου». Μιὰ πρέπει νά εἶναι ἡ ἀπόφασή µας, νά γίνουμε «δορυφόροι τοῦ Χριστοῦ». Ἐμεῖς, ποὺ ἐπιθυμοῦμε νὰ ζοῦμε τὴ ζωή μας χριστιανικά, παίρνουμε τὴν ἀπόφαση, νά ζήσουμε ὅλο τὸ Νέο Ἔτος κοντὰ στὸν Χριστό, στὴ χάρη Του, πιστοὶ στὶς ὑποχρεώσεις μας καὶ στὰ καθήκοντά μας.
Κάθε ὥρα ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Θεὸς εἶναι κέρδος γιὰ μᾶς. Πρέπει νὰ ξέρουμε νὰ τὴν ἐκμεταλλευθοῦμε γιὰ τὴν πρόσκαιρη ζωή, ἀλλά προπαντὸς γιὰ τὴν αἰωνιότητα. «Πιστεύσατε με» ἔλεγε ὁ Γλάδστων, ὅτι ἡ οἰκονομία τοῦ χρόνου θὰ σᾶς ἀποδώσει μεγάλα κέρδη, ποὺ θὰ ξεπεράσουν ὅ,τι θὰ μπορούσατε νὰ ὀνειρευθεῖτε, ἐνῶ ἀντίθετα ἡ σπατάλη τοῦ χρόνου θὰ σᾶς μειώση πνευματικὰ καὶ ἠθικὰ περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι μπορεῖτε νά φαντασθεῖτε. Ἡ κάθε ὥρα καὶ ἡ κάθε στιγμὴ ποὺ μᾶς δίνει ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀκατέργαστη ὕλη, μὲ τὴν ὁποία μποροῦμε νὰ φτιάξουμε τὸ μέλλον µας, ὅπως τὸ θέλουμε».
Μὲ αὐτὲς τὶς ἀρχές, μὲ τέτοιες βάσεις ἀρχίζοντας τὸν καινούργιο χρόνο εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι θὰ τὸν περάσουμε καλὰ καὶ εὐτυχισμένα, γιατὶ ἡ εὐτυχία μας συνίσταται στὴν ἕνωσή μας μὲ τὸν Θεό, καὶ στὴν πιστὴ ἐκτέλεση τοῦ καθήκοντός μας.
«Ἐπιτρέψατέ μου, ἔλεγε ἕνας γηραιὸς ἱεράρχης στοὺς πιστοὺς τῆς ᾿Αρχιεπισκοπῆς του, νὰ σᾶς κάνω μιὰ ἐκμυστήρευση. Ὅπως ὅλος ὁ κόσμος, χάρηκα κι ὑπέφερα στὴ ζωή μου, ἀλλὰ ποτὲ δὲν ἥμουν δυστυχισμένος. Στὸν πόλεμο καὶ στὴν εἰρήνη, στὴν ἄνεση καὶ στὴ στενοχώρια, στὶς ἐπιτυχίες καὶ στὶς δοκιμασίες, διατήρησα πάντα στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μου τὴν ἠρεμία, τὴν γαλήνη, τὴν ἀνάπαυση. Κι ἐπειδὴ θὰ ἤθελα ὅλοι νὰ εἶσθε εὐτυχισμένοι, ἀφοῦ μᾶς συνδέουν τόσοι δεσμοὶ καὶ σᾶς εἶμαι τόσο ὑποχρεωμένος, ἐπιθυμῶ νὰ σᾶς πῶ τὸ μυστικὸ τῆς ψυχικῆς μου ἠρεμίας: Αὐτὸ ὑπῆρξε, ἡ ὁλοκληρωτικὴ καὶ μὲ πίστη ἀφιέρωση τοῦ ἑαυτοῦ μου στὴν καλωσύνη τοῦ Θεοῦ».
Στὴν αὐγὴ τοῦ Νέου Ἔτους, ἄς ἀποφασίσουμε:
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει τὸ μῖσος, ἄς θέσουμε τὴν ἀγάπη.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ προσβολή καὶ ἡ ἐκδίκηση, ἄς θέσουμε τὴ συγγνώμη.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ ἔριδα καὶ ἡ ἀπομάκρυνση, ἄς θέσουμε τὴν ἕνωση.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ πλάνη, ἄς θέσουμε τὴν ἀλήθεια.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ ἀμφιβολία, ἄς θέσουμε τὴν ἐμπιστοσύνη.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει ἡ ἀπελπισία, ἄς θέσουμε τὴν ἐλπίδα.
Ἐκεῖ ὅπου ὑπάρχει τὸ σκότος, ἄς θέσουμε τὸ φῶς.
Καλή καί εὐλογημένη Χρονιά.