Ἑορτή τῆς ἀποτομῆς τῆς τιμίας κεφαλῆς
τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου (29 Αὐγούστου)
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
Δανιήλ
Ὁ Συναξαριστής τοῦ Μηναίου μέ τήν εὐκαιρία τῆς θλιβερῆς ἀνάµνησης τῆς ἀποτομῆς τῆς κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου ἀναφέρει τά ἑξῆς (σέ δική μας ἐλεύθερη ὁ ἀπόδοση): Ὁ Ἰωάννης εἶναι αὐτός γιά τόν ὁποῖο ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός εἶπε ὅτι εἶναι ὁ μεγαλύτερος προφήτης ἀπό ὅσους γέννησαν γυναῖκες· «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν προφήτης Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ οὐδείς ἐστιν» (Λουκᾶ ζ΄, 28). Εἶναι αὐτός ποὺ σκίρτησε ἀπό τήν κοιλιά ἀκόμη τῆς μητέρας του (Λουκᾶ α΄, 41 καί 44) καὶ καὶ κήρυξε τὸ Χριστό στοὺς ἀνθρωπους πάνω στή γῆ καὶ στούς νεκρούς στόν Ἅδη. Εἶναι ὁ γιός τοῦ Ζαχαρία καὶ τῆς Ἑλισάβετ πού γεννήθηκε ὕστερα ἀπό ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία µετέφερε στόν πατέρα ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ (βλ. Σ/βρίου 23 καὶ Ἰουνίου 24). Εἶναι αὐτός πού ἀποκεφαλίστηκε σήµερα ἀπό τὸν Ἡρώδη, ἐπειδή ἀσκοῦσε σ᾿ αὐτόν ἔλεγχο γιά τὴν παράνομη πράξη τῆς µοιχείας του µε την Ἠρωδιάδα. Ὁ Ἰωάννης φοροῦσε τό ἔνδυμα τῆς ἁγιοσύνης ἀπὸ τήν κοιλιά ἀκόμη τής μητέρας του, ἐγκολπώθηκε τήν ἁγνότητα, ἀσπάστηκε τή σωφροσύνη, ἄσκησε τή νηστεία καί τήν ἐγκράτεια, ἀπέφυγε κάθε ἐπικοινωνία µέ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔκαμε κατοικητήριό του τήν ἔρημο. Ἐκεῖ ζοῦσε µέ τά ἄγρια θηρία, σκεπασµένος µέ ἔνδυμα ἀπὸ τρίχες καμήλου, ζωσμένος μέ δερμάτινη ζώνη καί βρίσκοντας τήν τροφή του ἕτοιμη, ὅπως τά πτηνά. Μελετοῦσε διαρκῶς στό νοῦ του τό νόμο τοῦ Θεοῦ καί μπροστά στήν τήρηση τοῦ θείου νόµου ὅλα τά ἄλλα τά θεωροῦσε δεύτερα καὶ κατώτερα. Ὁ Ἰωάννης εἶναι αὐτός πού ξεπέρασε τά ὅρια τῆς ἀνθρώπινης φύσης καί Βάπτισε τὸν καθαρό καὶ ἀμόλυντο Χριστό πού μέ τή θεία του Γέννηση ξεπέρασε τούς νόμους τῆς φύσης.
Ἀπό τήν ἄλλη µεριά ὁ Ἡρώδης, ὁ τετράρχης τῆς Ἰουδαίας ἔλαβε ὡς γυκαίκα του τήν Ἡρωδιάδα, τή σύζυγο τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου. Τότε ὁ προφήτης Ἰωάννης παρακινηµένος ἀπό θεῖο ζῆλο καί ὁπλιαμένος µέ τά ὅπλα τῆς ἀλήθειας ἔλεγε πρὸς τόν τύραννο: «Οὐκ ἔξεστί σοι ἔχειν τήν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου» (Μάρκου στ’, 18). Γιά τό λόγο αὐτό ὁ Ἰωάννης ρίχτηκε σιδηροδέσµιος στή φυλακή ἀπὸ τὸν Ἡρώδη πού τὸν παρότρυνε πρός τοῦτο ἡ µανιακή καὶ παράνομη γυναίκα του, ἡ Ἡρωδιάδα. Καί ἐνῶ γιορτάζονταν τά γενέθλια τοῦ Ἡρώδη, τό ἄφθονο καὶ ἐρεθιστικό γιά τίς αἰσθήσεις του ποτό ἔσπρωξε στήν παραφροσύνη τόν οἰκοδεσπότη. Χόρεψε ἡ Σαλώμη, Ἡ κόρη τῆς παράνομης συντρόφου του, καί ὁρίστηκε ὡς θραβεῖο τοῦ ἄσεμνου χοροῦ της ὁ ἀποκεφαλισμός τοῦ Προφήτη. Ἀμέσως λοιπόν προσκοµίστηκε σέ πιάτο ἡ κεφαλή τοῦ Δικαίου καί ἐπιδόθηκε στήν ἀκόλαστη καί μοιχαλίδα γυναίκα, τήν Ἡρωδιάδα, ἐνῶ ἔσταζε ἀκόμα τό αἷμα καί ἐξακολουθοῦσε νά ἀσκεῖ τόν ἴδιο ἔλεγχο στό παράνομο ζεῦγος. Ὅλα αὐτά ἔγιναν στήν πόλη Σεβαστή, ἡ ὁποία ἀπέχει ἀπό τά Ἱεροσόλυμα μιᾶς ἡμέρας πορεία. Ἐκεῖ καὶ ὁ µετά τὸν Ἡρώδη τετράρχης ἔκτισε τά βασιλικά του ἀνάκτορα, ἔχει ἔγινε καὶ τὸ συμπόσιο πού στοίχισε τὸ θάνατο τοῦ Προφήτη. Ἐκεῖ ἐνταφιάστηκε σέ µέρος ἀπόκρυφο καὶ τὸ προφητικό καί ἅγιο σῶμα τοῦ Ἰωάννη μέ τή φροντίδα τῶν μαθητῶν του. Τὸ στυγερό ἔγκλημα τοῦ παράνομου ζεύγους ἀφηγοῦνται οἱ εὐαγγελιστές Μάρκος καὶ Ματθαῖος (βλ. Μάρκου στ’, 14-29 καὶ Ματθαίο ιδ’. 1-12).
᾽Απολυτίκιον. α) Ἦχος β΄.
Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων... (βλ. Ἰανουαρίου 7). (Μηναῖο).
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. α΄.
Ἡ τοῦ Προδρόμου ἔνδοξος ἀποτομὴ οἰκονομία γέγονέ τις θεϊκή, ἵνα καὶ τοῖς ἐν Ἅδῃ τοῦ Σωτῆρος κηρύξῃ τὴν ἔλευσιν. Θρηνείτω οὖν Ἡρωδιάς, ἄνομον φόνον αἰτήσασα· οὐ νόμον γὰρ τὸν τοῦ Θεοῦ, οὐ ζῶντα αἰῶνα ἠγάπησεν, ἀλλ’ ἐπίπλαστον πρόσκαιρον.
(Μηναῖο). Τό Κοντάκιο θεωρεῖται ποίημα Ῥωμανοῦ τοῦ µελωδοῦ.
Ἡ ἔνδοξη ἀποκοπή τῆς κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου ὑπῆρξε κατά κάποιο τρόπο ἔργο τῆς θείας οἰκονομίας, γιά νά ἀναγγείλει ὁ Ἰωάννης καί σ᾽ αὐτούς πού βρίσκονταν στόν Ἅδη τὸν ἐρχομό τοῦ Σωτήρα στόν κόσμο. Ἄς θρηνεῖ λοιπόν ἡ Ἡρωδιάδα πού ζήτησε παράνομο φόνο γιατί αὐτή δὲν ἀγάπησε τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ, δὲν ἀγάπησε τήν αἰώνια ζωή, ἀλλά τήν ψεύτικη (ἀπατηλή) καί πρόσκαιρη.
Σχόλιο. Σχόλιο στό α΄ Ἀπολυτίκιο βλ. Ἰανουαρίου 7. Στό Κοντάκιο ὁ ἱερός ὑμνογράφος ἑρμηνεύοντας τὸ ἀπάνθρωπο καί ἄδικο ἔγκλημα τῆς ἀποτομῆς τῆς κεφαλῆς τοῦ μεγαλύτερου καί σεβασµιότερου ἀπό ὅλους τούς προφῆτες τό ἐντάσει κατά κάποιο τρόπο στό σχέδιο τῆς Πρόνοιας τοῦ Θεοῦ. Ἐπέτρεψε δηλαδή ὁ Θεός νά γίνει αὐτό τὸ φρικτό ἀνοσιούργημα, γιά νά μεταφέρει ὁ Προφήτης τό εὐχάριστο μήνυμα τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Μεσσία στόν κόσμο καὶ σ᾽ αὐτούς πού βρίσκονταν στόν Ἅδη. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε κήρυκας τῆς κοσμοσωτήριας ἔλευσης τοῦ Χριστοῦ τόσο γι’ αὐτοὺς πού βρίσκονταν στή ζωή ὅσο καί γιά τοὺς νεκρούς. Γιατὶ τό κήρυγμα τοῦ Θεανθρώπου γιά τήν ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου, τή σωτηρία του καὶ τήν ἀποκατάστασή του στήν ἀρχαία µακαριότητα δὲν ἀφοροῦσε µόνο στούς ζῶντες ἀλλά καί στούς νεκρούς καὶ ἀκριβῶς αὐτό τό παρήγορο μήνυμα μετέφερε στούς ἐνοίκους τοῦ σκοτεινοῦ Ἅδη ὁ φωτεινότατος Προφήτης, ὑπῆρξε πραγματικός πρόδροµος τῆς σωτήριας θείας χάρης καί τοῦ μηνύματος τῆς ἀναστάσεως τόσο γιά τούς ζωντανούς ὅσο καί γιά τοὺς µέχρι τότε ἀποβιώσαντες. Ἐκείνη πού δέν µπόρεσε νά συλλάβει τά μηνύματα τῶν καιρῶν καὶ νὰ ἐνστερνιστεῖ τὸ βροντόφωνο κήρυγμα τοῦ Προδρόμου γιά μετάνοια καί προετοιμασία πρὸς ὑποδοχή τοῦ Μεσσία καί τῆς σωτήριας διδασκαλίας του ἦταν ἡ Ἡρωδιάδα ἡ ὁποία δέσµια τοῦ παράνομου ἐρωτικοῦ πάθους της πρὸς τόν Ἡρώδη ἔφτασε στό σημεῖο νά ζητήσει «ἐπί πίνακι» τήν κεφαλή τοῦ Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου. Καὶ τοῦτο διότι ἡ Ἡρωδιάδα δέν ἐνδιαφερόταν γιά τὴν τήρηση τοῦ νόµου τοῦ Θεοῦ, δέν τήν ἐνδιέφερε ἡ αἰώνια ζωή· τυφλωμένη ἀπό τὸ παράνομο πάθος της ἔριξε ὃλο τό βάρος καὶ ὅλη της τήν ἀγάπη στήν ψεύτικη καί πρόσκαιϱη τούτη ζωή µέ ὅλα τά θλιθερά ἐπακόλουθά της. Γι’ αὐτό καὶ εἶναι κατά τὸν ἱερό ὑμνογράφο πραγματικά ἀξιοθρήνητη καί διαρκής καί αἰώνιος θά εἶναι ὁ θρῆνος της γιά τὸ ἔγκλημά της. Θά κλείσουμε τοῦτο τό σχόλιο μέ τὸ χαρακτηριστικό μήνυμα τῆς ἑορτῆς ποὺ δανειζόµαστε ἀπὸ τὸ Μικρό Συναξαριστή τοῦ μητροπολίτη Κοζάνης Διονυσίου (ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας): «Ἕνα ἀπὸ τά μεγαλύτερα ἐγκλήματα, µετά τή σταύρωση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶδε ὁ κόσμος, εἶναι ἡ ἀποτομή τῆς τιµίας χεφαλῆς τοῦ ἁγίου προφήτου προδρόµου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννου, ἀνάμνηση τοῦ ὁποίου τελεῖ σήµερα ἡ Εκκλησία. Καί τό ἔγκλημα εἶναι τόσο µεγαλύτερο, ὅσο ἁγιώτερος ἦταν ὁ Πρόδρομος ὅλων τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅσο ἁμαρτωλή καὶ βρώμικη ἡ αἰτία, γιά τήν ὁποία ὁ προφήτης ἀποκεφαλίστηκε. Μιά ἄσεμνη καὶ ἁμαρτωλή γυναίκα τόλμησε νά ζητήση τήν κεφαλή ἑνός ἁγίου καὶ ἕνας γυναικόδουλος καὶ ἀσελγής βασιλιάς δὲ φοθήθηκε νά διατάξη τήν ἐκτέλεση. Ἀλήθεια, μεγαλύτερο ἔγκλημα µετά τή σταύρωση δέν εἶδε ὁ κόσμος... Γι’ αὐτό, σάν καὶ στὴ Μεγάλη Παρασκευή ἔτσι καί σήµερα, Ἡ ᾿Εκκλησία ὁρίζει αὐστηρή νηστεία· γιὰ νά θρηνοῦν οἱ χριστιανοί γιά τέτοιες πράξεις, πού ντροπιάζουν τό ἀνθρώπινο γένος καί νά θυμοῦνται πώς µέσα στήν κραιπάλη καὶ τή µέθη τῶν ἀσώτων διαπράττονται τά μεγαλύτερα τῶν ἐγκλημάτων».