«Ὁ σταυρός σου Κύριε ζωὴ καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου»
«Ὁ σταυρός σου Κύριε ζωὴ καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου» ψάλλει ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας δοξάζουσα τὸν Σταυρωθέντα Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Στὴ συνέχεια παρατίθενται τρία κείμενα γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσουν νὰ κατανοήσουμε τὸ μυστήριο τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Οἱ Εὐαγγελιστὲς ἀναφέρουν, ὅτι μετὰ τὴν ἔκδοσι τῆς ἀποφάσεως μὲ τὴν ὁποία καταδικάσθηκε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς στὴ θανατικὴ ποινὴ τῆς σταυρώσεως, οἱ στρατιῶτες ποὺ ἐκτελοῦσαν τὴν ἀπόφασι αὐτή «ἐξερχόμενοι εὗρον ἄνθρωπον Κυρηναῖον ὀνόματι Σίμωνα· τοῦτον ἠγγάρευσαν ἵνα ἄρῃ τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» (Ματθαίου κζ ́ 32, Μάρκου ιε ́ 21, Λουκᾶ κγ ́ 26.
Φαίνεται λοιπόν, ὅτι ὁ Κύριός μας ἀδυνατοῦσε νὰ σηκώσει τὸν σταυρό Του. Αὐτὸ ὀφειλόταν ἀσφαλῶς τόσο στὴν ἐξάντλησι ποὺ εἶχε ὑποστεῖ ἀπὸ τὰ πολλὰ βασανιστήρια καὶ τὴν ὁλονύκτια ταλαιπωρία τῆς ἀνακρίσεώς Του, ὅσο καὶ στὸ βάρος τοῦ σταυροῦ. Σημειώνεται ὅτι ὁ Κύριος μας διήνυσε τὴν ἀπόστασι, ποὺ διανύεται σήμερα σὲ 15 ́, ἀπὸ τὸ Πραιτώριο ὡς τὸν Γολγοθᾶ σὲ τρεῖς ὥρες. Ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἦταν βαρὺς ἐπειδὴ ἦταν:
α) Σταυρὸς ὀδύνης
Κατὰ τὴν ἀποστολικὴ μαρτυρία «Αὐτὸς τὰς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καὶ τὰς νόσους ἐβάστασεν» (Mατθαίου η ́ 17). Στὸ σταυρό Του εἶχαν φορτωθεῖ ὅλες οἱ ἀσθένειές μας, ἡ κάθε εἶδους κακοπάθεια καὶ ταλαιπωρία μας, οἱ διωγμοί, οἱ ἐξορίες, ἡ προσφυγιά, ἡ παντοειδὴς ἐκμετάλλευσις, ὅλα τὰ πάθη τῶν ἀνθρώπων. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς προτρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας: «Ὀφείλομεν δὲ ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν, καὶ μὴ ἑαυτοῖς ἀρέσκειν» (Πρὸς Ρωμαίους ιε ́, 1, βλ. καί Πρὸς Ρωμαίους ιε ́ 7). Ὅταν προσλαμβάνουμε, δεχόμενοι τὰ προβλήματα τῶν ἄλλων σὰν νὰ εἶναι δικά μας προβλήματα, τότε δοξάζουμε τὸν Θεό, ὅπως καὶ ὁ Κύριός μας ἐδόξασε τὸν Θεὸ Πατέρα βαστάζοντας τὶς ἁμαρτίες μας.
β) Σταυρὸς ἀδικίας
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἦταν δίκαιος, δὲν παρέβη τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὶς ἐτήρησε μὲ ἀκρίβεια καὶ ζῆλο. Τιμωρήθηκε μὲ θάνατο ἄδικα «ἀδίκῳ δίκῃ τοῦ ∆ικαίου κατακριθέντος» κατὰ τὴν ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας μας (∆οξαστικό τῶν ἑσπερίων στιχηρῶν τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ). Ὅτι ὁ Κύριος ἐνῶ δὲν ἔπραξε κάτι παράνομο γιὰ νὰ τιμωρηθεῖ, ἀλλὰ ἦταν ἀθῶος καὶ δίκαιος, καὶ παρά ταῦτα τιμωρήθηκε ἄδικα, μαρτυροῦν:
Οἱ Ἀπόστολοι
Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ὡς υἱὸς τῆς βροντῆς, ἐκήρυξε μεγαλόφωνα στὸ εὐαγγέλιό του, ὅτι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἦτο «πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰωάννου α ́, 14). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξυμνεῖ τὸ ἠθικὸ μεγαλεῖο τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ θυσίασε τὴν ζωή Του γιὰ μᾶς «Τοιοῦτος γὰρ ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς, ὅσιος, ἄκακος, ἀμίαντος, κεχωρισμένος ἀπὸ τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ὑψηλότερος τῶν οὐρανῶν γενόμενος» (Πρὸς Ἑβραίους ζ΄, 26). Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἐπίσης βεβαιώνει, ὅτι ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστὸς «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν» (Α ́ Πέτρου β ́ 22).
Ἡ σύζυγος τοῦ Ρωμαίου Ἐπιτρόπου στὴν Ἰουδαία Πιλάτου ἡ ὁποία διεμήνυσε στὸν Πιλᾶτο ποὺ δίκαζε τὸν Κύριό μ ας Ἰησοῦ Χριστό: «Μηδὲν σοὶ καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ’ ὄναρ δι’ αὐτόν» (Mατθαίου κζ ́, 19). Ὁ εὐγνώμων ληστὴς ποὺ ἐπετίμησε τὸν βλάσφημο ληστή, ποὺ εἰρωνευόταν τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστὸ λέγοντάς του : «Οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅ τι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε» (Λουκᾶ κγ ́ 40 -41).
γ) Γεμᾶτος φθόνο
Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ἀν αφέρει, ὅτι ὁ Πιλᾶτος ἐπειδή «ᾔδει γὰρ ὅτι διὰ φθόνον παρέδωκαν αὐτὸν» (Ματθαίου κζ ́ 18) προσπάθησε νὰ ἀθωώσει τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλὰ ματαίως. Βεβαιώνει καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος, ὅτι ὁ Πιλᾶτος «ἐγίνωσκε γὰρ ὅτι διὰ φθόνον παραδεδώκεισαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς» (Μάρκου ιε΄, 10). Οἱ Ἰουδαῖοι κινούμενοι ἀπὸ τυφλὴ ἐμπάθεια καὶ ἀσίγαστο μῖσος κατὰ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀνέτρεψαν τήν προσπάθεια τοῦ Πιλάτου καὶ ἀνέλαβαν τὴν εὐθύνη τῆς ἄδικης καταδίκης μὲ μεγάλη προθυμία καταδικασμένοι αὐτοκατάκριτοι. «Ὁ φθόνος οὐκ οἶδε προτιμᾶν τὸ συμφέρον» συμπεραίνει ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας.
δ) Βρώμικος ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες μας
Στὴν ἐποχὴ ποὺ ἔζησε ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἐπικρατοῦσε ἡ ἀντίληψι τῆς Παλαιᾶς ∆ιαθήκης γιὰ ὅσους καταδικάζονταν σὲ θάνατο μὲ σταύρωσι, ὅτι ἦταν καταραμένοι (∆ευτερονομίου κα ́ 22(23). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑψηγορεῖ, ὅτι ὁ Θεὸς Πατέρας «τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Πρός Κορινθίους Β ́ ε ́ 21). Ὁ ἴδιος Ἀπόστολος ἐξηγεῖ τὸ μεγαλεῖο τῆς ἁγάπης τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔπεμψε τὸν υἱό Του τὸν Μονογενῆ καὶ Ἀγαπητὸ νὰ κατακριθεῖ ὡς ἁμαρτωλὸς ἐνῶ δὲν ἦταν ἁμαρτωλός, καὶ νὰ τιμωρηθεῖ γιὰ μᾶς (Πρὸς Ρωμαίους η΄, 3 καί Πρὸς Γαλάτας γ ́, 13). Ὁ προφήτης Ἡσαΐας ἀναφέρει, ὅτι τὸ μαρτύριο καὶ ὁ θάνατος τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἦταν συνέπεια τῶν ἁμαρτιῶν μας. «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται» (Ἡσαΐου ν ́, 4-12). Ὁ Κύριός μας δέχθηκε νὰ ὑποστεῖ τὸν ἐξευτελισμό Του καὶ τὸ μαρτύριο τῆς θυσίας Του στὸ σταυρὸ ἀπὸ ἀγάπη γιὰ μᾶς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος προτρέπει τοὺς πιστοὺς νὰ ἀγωνίζονται χωρὶς νὰ ντρέπονται, ὅπως ἀγωνίσθηκε ὁ Κύριος κατὰ τῆς ἁμαρτίας ποὺ γεννᾶ τὴν φθορά, τὸν θάνατο, τὴν αἰώνια ντροπὴ ἔχοντας ὡς πρότυπό τους τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό (Πρὸς Ἑβραίους ιβ ́ 2). Ὁ θεηγόρος ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει, ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ντράπηκε νὰ σηκώσει τὸ σταυρὸ «αἰσχύνης καταφρονήσας» (Πρὸς Ἑβραίους ιβ΄, 2). Μὲ τὴν θυσία Του ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς ἀπάλλαξε ἀπὸ τὶς συνέπειες τῶν παραβάσεων τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ τιμωρήθηκε ὁ Ἴδιος ὡς παραβάτης τους ἐνῶ δὲν ἦταν (βλ. Πρὸς Γαλάτας γ΄, 13). Μόνο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἶχε αὐτὴ τὴν δύναμι νὰ καταφρονήσει τὴν ντροπὴ ἑνὸς ἐξευτελιστικοῦ θανάτου γιὰ νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν αἰώνια ντροπή μας γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας.
ε) Τὸν ἐβάστασε μόνος
Τὸ βράδυ τοῦ ἀποχαιρετισμοῦ ὁ Κύριός μας προφήτευσε λέγοντας στοὺς μαθητές Του, ὅτι σὲ λίγο «ἐμὲ μόνον ἀφῆτε· καὶ οὐκ εἰμὶ μόνος, ὅτι ὁ πατὴρ μετ’ ἐμοῦ ἐστι» (Ἰωάννου ιστ΄, 32). Ἤδη στὸν προφήτη Ἡσαΐα ἀναγγέλεται, ὅτι μόνος Του ὁ Σωτῆρας μας ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν σωτηρία μας: «Ἐκ τῶν ἐθνῶν οὐκ ἐστιν ἀνὴρ μετ’ ἐμοῦ» (Ἡσαΐου ξγ΄, 3) καί «Ἐρρύσατο αὐτοὺς ὁ βραχίων μου» (Ἡσαΐου ξγ ́, 5). Ἔτσι, παρηγορεῖ ὅλους μας, ὅταν μόνοι μας σηκώνουμε τοὺς πολλοὺς σταυροὺς τῶν δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς μας. Ὅπως, ὅμως, Ἐκεῖνος ἔτσι καὶ ἐμεῖς δὲν εἴμαστε μόνοι στὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς μας. Ἂν ὅλοι μᾶς ἐγκαταλείψουν ὁ Θεὸς Πατέρας μας δὲν θὰ μᾶς ἐγκαταλείψει κατὰ τὴν ὑπόσχεσί Του στὸν λαό Του: «Ἀνδρίζου καὶ ἴσχυε, μὴ φοβοῦ μηδὲ δειλιάσῃς μηδὲ πτοηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν, ὅτι Κύριος ὁ Θεός σου ὁ προπορευόμενος μεθ’ ὑμῶν ἐν ὑμῖν, οὔτε μή σε ἀνῇ, οὔτε μή σε ἐγκαταλίπῃ. … Ἀνδρίζου καὶ ἴσχυε, σὺ γὰρ εἰσελεύσῃ πρὸ προσώπου τοῦ λαοῦ τούτου εἰς τὴν γῆν, ἣν ὥμοσε Κύριος τοῖς πατράσιν ὑμῶν δοῦναι αὐτοῖς, καὶ σὺ κατακληρονομήσεις αὐτὴν αὐτοῖς. Καὶ Κύριος ὁ συμπορευόμενος μετὰ σοῦ οὐκ ἀνήσει σε, οὐδὲ μή σε ἐγκαταλίπῃ. Μὴ φοβοῦ μηδὲ δειλιᾶ» (∆ευτερονομίου λα ́ 6-8. Πρβλ. Πρὸς Ἑβραίους ιγ ́, 5). Ἐμεῖς οἱ πιστοὶ δὲν πρέπει νὰ σταυρώνουμε τοὺς ἀδελφούς μας μὲ ἐνέργειες ἤ λόγους μας ποὺ γίνονται σταυρὸς ὀδύνης, φθόνου, λάσπης, ἀδικίας, μοναξιᾶς γι’ αὐτούς.