Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου 2024

 Φόβος τοῦ Θεοῦ

ὁδός σωτηρίας διά τῆς πίστεως

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

 

   Ἡ Παλαιά Διαθήκη χαρακτηρίζεται συχνά ὡς νόμος τοῦ φόβου καί ἡ Καινή Διαθήκη ὡς νόμος τῆς ἀγάπης. Χαρακτηρισμός κατά προσέγγιση, πού παραλείπει πολλές ἀποχρώσεις. Ὁ φόβος ἀποτελεῖ στήν Παλαιά Διαθήκη  μιά σημαντική ἀξία, καί ὁ νόμος τῆς ἀγάπης ἔχει σ᾿ αὐτόν τίς ρίζες του. ᾿Εξάλλου ὁ φόβος, ὡς βάση κάθε γνήσιας θρησκευτικῆς στάσεως, δέν καταργεῖται ἀπὸ τὸ νέο νόμο τῆς ἀγάπης. Φόβος λοιπόν καί ἀγάπη συμπίπτουν στίς δύο Διαθῆκες πραγματικά, μολονότι διαφορετικά. Εἶναι βασική ἡ διάκριση µεταξύ τοῦ θρησκευτικοῦ φόβου καί τοῦ φόβου πού μπορεῖ νά νιώσει κάθε ἄνθρωπος μπροστά στίς φυσικές θεομηνίες ἤ στίς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ (Ἱερεμίου στ΄, 25· 20, 10). Μόνο ὁ πρῶτος ἔχει θέση στή βιβλική ἀποκάλυψη.

 

Ι. ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΦΟΒΟ ΣΤΟ ΦΟΒΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μπροστά σέ φαινόμενα μεγαλειώδη, ἀσυνήθιστα, τρομακτικά, ὁ ἄνθρωπος νιώθει αὐθόρμητα τήν αἴσθηση μιᾶς παρουσίας πού τόν ξεπερνάει καί πού µπροστά της βυθίζεται μέσα στή μικρότητά του. Αἴσθηση διφορούμενη, ὅπου τὸ ἱερό ἐμφανίζεται μέ τήν ὄψη τοῦ τρομεροῦ, χωρίς ν᾿ ἀποκαλύπτει ἀκόμα τή βαθύτερη φύση του. Στήν Παλαιά Διαθήκη, τό συναίσθημα αὐτό ἐξισορροπεῖται ἀπό τή γνήσια γνώση τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, πού ἐκδηλώνει τό φοβερό μεγαλεῖο του μέσα ἀπό τά σημεῖα μέ τά ὁποῖα εἶναι γεμάτη ἡ κτίση του. Ὁ φόβος τοῦ Ἰσραήλ μπροστά στή θεοφάνεια τοῦ Σινᾶ (Ἐξόδου κ΄, 18 ἑξ.) ἔχει κατὰ πρῶτο λόγο ὡς αἰτία τό μεγαλεῖο τοῦ μοναδικοῦ Θεοῦ, ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ φόβος τοῦ Μωυσῆ μπροστά στή φλεγόμενη Βάτο (Ἐξόδου γ΄, 6) καί ὁ φόβος τοῦ Ἰακώβ μετά τό νυχτερινό του ὅραμα (Γενέσεως ιη΄, 17).

Ὡστόσο, ὅταν ὁ φόβος γεννιέται ἀπό κοσμικά φαινόμενα, πού φέρνουν στή μνήμη τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ (καταιγίδα, σεισμός), ἀναμειγνύεται μ᾽ αὐτόν ἕνας τρόμος ὄχι καί τόσο καθαρῆς προελεύσεως. Ὁ τρόμος αὐτός ἀνήκει στή συνηθισμένη ὑπόθεση τῆς Ἡμέρας τοῦ Κυρίου (Ἡσαΐου β΄, 10. 19· βλ. Σοφία Σολομῶντος ε’, 2). Εἶναι ἐπίσης ὁ τρόμος πού ἔνιωσαν οἱ φύλακες τοῦ μνήματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τό πρωί τῆς Ἀναστάσεώς Του (Ματθαίου   κη΄, 4).

Ἀντίθετα, ὁ φόβος ἀπό σεβασμό πού ἐκφράζεται μέ τή λατρεία εἶναι ἡ φυσική ἀντίδραση τῶν πιστῶν μπροστά στίς θεῖες ἐμφανίσεις: ὁ φόβος τοῦ Γεδεών (Κριτῶν στ΄, 22 ἑξ.), τοῦ Ἡσαΐα (Ἡσαΐου στ΄, 5), ἤ ἐκείνων πού ἔβλεπαν τά θαύματα τοῦ Ἰησοῦ (Μάρκου  στ΄, 51 πρλ· Λουκᾶ ε΄, 9-11· ζ΄,16) καί τῶν Ἀποστόλων (Πράξεων β΄, 43).

Ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἐμπεριέχει συνεπῶς ποικίλα στοιχεῖα πού συμβάλλουν, τό καθένα μέ τόν τρόπο του, στή χειραγωγία τοῦ ἀνθρώπου πρός μιά βαθύτερη πίστη.

 

ΙΙ. ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΟ ΘΕΟ

Στήν αὐθεντική ζωή τῆς πίστεως, ὁ φόβος ἐξισορροπεῖται ἐξάλλου χάρη σέ ἕνα ἀντίθετο συναίσθημα: τήν ἐμπιστοσύνη στό Θεό. Ἀκόμη κι ὅταν ἐμφανίζεται στούς ἀνθρώπους, ὁ Θεός δέ θέλει νά τούς τρομοκρατεῖ. Τούς καθησυχάζει: «Μὴ φοβοῦ!» (Κριτῶν στ΄,23· Δανιήλ ι΄, 12· βλ. Λουκᾶ  α΄, 13.30),  φράση πού ἐπανέλαβε ὁ Χριστός περπατώντας πάνω στη θάλασσα (Μάρκου  στ΄, 50). Ὁ Θεός δέν εἶναι ἕνας δυνάστης περήφανος γιά τήν ἐξουσία του. Περιβάλλει τούς ἀνθρώπους μέ μιά πρόνοια πατρική πού ἐπαγρυπνεῖ γιά τίς ἀνάγκες τους. «Μὴ φοβοῦ!» λέει στούς Πατριάρχες κοινοποιώντας τους τίς ἐπαγγελίες (Γενέσεως ιε΄, 1· κστ΄, 24). Ἡ ἴδια ἔκφραση συνοδεύει καί τίς ἐσχατολογικές ἐπαγγελίες στό λαό πού ὑποφέρει (Ἡσαΐου μα΄, 10.13 ἑξ· μγ΄, 1.5· μδ΄, 2) καί τίς ἐπαγγελίες τοῦ Ἰησοῦ στό «μικρὸ ποίμνιο» πού δέχεται ἀπό τόν Πατέρα τή Βασιλεία (Λουκᾶ  ιβ΄, 32:  Ματθαίου στ΄, 25-34). Με παρόμοιες ἐκφράσεις ὁ Θεός τονώνει τούς Προφῆτες τήν ὥρα πού τούς ἐμπιστεύεται τή σκληρή ἀποστολή τους: θά προσκρούσουν στούς ἀνθρώπους, ἀλλά δέν πρέπει νά τούς φοβηθοῦν (Ἱερεμίου α΄, 8· Ἰεζεκιήλ β΄, 6· γ΄, 9- βλ. Δ΄ Βασιλειῶν α΄, 15.

Ἔτσι ἡ πίστη στό Θεό εἶναι ἡ πηγή μιᾶς βεβαιότητας πού διώχνει ἀκόμα καί τόν ἁπλό ἀνθρώπινο φόβο. Ὅταν ὁ Ἰσραήλ στόν πόλεμο πρέπει ν᾽ ἀντιμετωπίσει τόν ἐχθρό, τό μήνυμα τοῦ Θεοῦ εἶναι πάλι: «Μὴ φοβοῦ!» (Ἀριθμῶν κα΄, 34: Δευτερονομίου γ΄, 2· ζ΄,18· κ΄, 1· Ἰησοῦς τοῦ Ναυή η΄, 1). Στήν πιό μεγάλη στιγμή τοῦ κινδύνου, ὁ Ἡσαΐας ἐπαναλαμβἀνει τό ἴδιο στόν Ἄχαζ (Ἡσαΐου ζ΄,4) καί στόν ᾽Εζεκία (Ἡσαΐου λζ΄, 6). Στούς ᾿Αποστόλους, πού τούς περιμένει ὁ διωγμός, ὁ Ἰησοῦς ξαναλέει νά μή φοβοῦνται ἀκόμα κι ἐκείνους πού θανατώνουν τό σῶμα ( Ματθαίου   ι΄, 26-31 πρλ). Ἕνα μάθημα πού ἐπαναλαμβάνεται τόσο συχνά καταλήγει νά γίνει στοιχεῖο ζωῆς. Στηριγμένοι στήν ἐμπιστοσύνη τους στό Θεό, οἱ ἀληθινοί πιστοί διώχνουν κάθε φόβο ἀπό τήν καρδιά τους (Ψαλμοῦ κβ΄, 4· κστ΄, 1· Ϟ, 5-Ι3).

 

ΙΙΙ. Ο ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΦΟΒΟΣ

Ὑπάρχει ὡστόσο μιά ὄψη τοῦ Θεοῦ πού μπορεῖ νά ἐμπνεύσει στούς ἀνθρώπους ἕνα σωτήριο φόβο. Στήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται ὡς κριτής, καί ἡ ἀνακήρυξη τοῦ σιναϊτικοῦ νόμου συνοδεύεται ἀπό μιά ἀπειλή κυρώσεων (Ἐξόδου κ΄, 5 ἑξ· κγ΄, 21). Στήν πορεία τῆς ἱστορίας, οἱ ἀποτυχίες τοῦ Ἰσραήλ παρουσιάζονται ἀπό τούς Προφῆτες ὡς σημεῖα προνοιακά πού ἐκφράζουν τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ : σοβαρός λόγος γιά νά τρέμουν μπροστά του ! Μ’ αὐτή τήν ἔννοια  ὁ θεῖος νόμος ἀσφαλῶς ἐμφανίζεται ὡς νόμος φόβου. Μέ τόν ἴδιο τρόπο, ὑπενθυμίζοντας τήν ἀπειλή τῶν θείων τιμωριῶν,  ὁ Ψαλμός β΄ καλεῖ τά ξένα ἔθνη νά ὑποταχθοῦν στό Χριστό τοῦ Κυρίου (Ψαλμοῦ β΄, 11 ἑξ.)

Αὐτή ἡ πλευρά τῆς διδασκαλίας δέ θά ἔπρεπε νά ὑποτιμηθεῖ, γιατί καί ἡ ἴδια ἡ Καινή Διαθήκη δίνει μιά σημαντική θέση στήν ὀργή καί στήν κρίση τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά μπροστά σ᾽ αὐτή τή φοβερή προοπτική, πρέπει νά τρέμουν μόνο οἱ ἁμαρτωλοί, πού ἔχουν σκληρυνθῆ στό κακό (Ἰακώβου ε΄, 1· Ἀποκαλύψεως στ΄, 15 ἑξ.). Γιά τούς ἄλλους, πού ἀναγνωρίζουν βέβαια τή βαθιά ἁμαρτωλότητά τους (βλ. Λουκᾶ  ε΄, 8), ἀλλά ἔχουν ἐμπιστοσύνη στή χάρη τοῦ Θεοῦ πού δικαιώνει (Πρός Ρωμαίους γ΄, 23 ἐξ.), ἡ Καινή Διαθήκη ἐγκαινιάζει μιά καινούρια στάση: ὄχι πιά τὸ φόβο τοῦ δούλου, ἀλλά τὸ πνεῦμα τῶν υἱοθετημένων τέκνων τοῦ Θεοῦ (Πρός Ρωμαίους η΄, 15), μιά διάθεση ἐσωτερικῆς ἀγάπης πού διώχνει τό φόβο, γιατί ὁ φόβος προϋποθέτει τιμωρία «ἡ ἀγάπη ἔξω βάλλει τόν φόβον » (Α΄ Ἰωάννου δ΄, 18) καί ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ δέ φοβᾶται πιά τήν τιμωρία, ἀκόμα κι ἂν ἡ καρδιά του ἔφθανε στό σημεῖο νά τόν καταδικάσει (Α΄ Ἰωάννου γ΄, 20 ἑξ.). Μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια, ἡ Καινή Διαθήκη εἶναι ἕνας νόμος ἀγάπης. Ἀλλά καί στήν ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὑπῆρχαν ἤδη ἂνθρωποι πού ζοῦσαν κάτω ἀπό τό νόμο τῆς ἀγάπης, ὅπως ὑπάρχουν ἀκόμα καί σήμερα ἄνθρωποι πού δέν ἔχουν ξεπεράσει τό νόµο τοῦ φόβου.

 

ΙV. ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

Τελικά, ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ μπορεῖ νά ἐννοηθεῖ ἀρκετά πλατιά καί ἀρκετά βαθιά ὥστε νά ταυτιστεῖ ἁπλῶς μέ τή θρησκεία. Ἤδη τό Δευτερονόμιο τόν συνδέει χαρακτηριστικά μέ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν του, μέ τή διακονία του ( Δευτερονομίου στ΄, 2.5.13), ἐνῶ τό Ἡσαΐου β΄, 11,2 τόν βλέπει ὡς ἕναν ἀπό τούς καρπούς τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. Βρίσκεται, λένε οἱ σοφοί, στήν ἀρχή τῆς σοφίας (Παροιμιῶν α΄, 7· Ψαλμοῦ ρι΄, 10), καί ἡ Σοφία Σειράχ τοῦ ἀφιερώνει ἕναν ὕμνο πού τόν ἐξισώνει πρακτικά μέ τήν εὐσέβεια (Σοφία Σειράχ α΄,11-20).

Μ' αὐτή τήν ἔννοια ἀξίζει τό μακαρισμό μέ τόν ὁποῖον τόν κοσμοῦν πολλοί Ψαλμοί (Ψαλμοῦ ρια΄, 1· ρκζ΄, 1), γιατί «τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἰς γενεὰς γενεῶν τοῖς φοβουμένοις αὐτὸν» (Λουκᾶ  α΄, 50· βλ. Ψαλμοῦ ρα΄, 17).Ὁ καιρός τῆς Κρίσεως, πού θά κάνει τούς ἁμαρτωλούς νά τρέμουν ἀπό φόβο, θά εἶναι ἐπίσης ὁ καιρός κατά τόν ὁποῖον ὁ Θεός θά δώσει «τὸν μισθόν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά» του (Ἀποκαλύψεως ιβ΄, 18).

Στήν Καινή Διαθήκη, ἡ λέξη φόβος διατηρεῖ μερικές φορές μιά ἀπόχρωση πού ἐκφράζει σεβασμό. Σ᾿ αὐτήν ἡ προοπτική τοῦ Θεοῦ-Κριτῆ δέν ἀπουσιάζει ὁλότελα (Β΄ Πρός Κορινθίους ζ΄, 1· Πρός Ἐφεσίους ε΄, 2Ι· Πρός Κολοσσαεῖς γ΄, 22), ἰδίως ὅταν πρόκειται γιά ἀνθρώπους πού δέ φοβοῦνται τό Θεό (Λουκᾶ  ιη΄, 2.4· κγ΄, 40). Ἔτσι ἡ Καινή Διαθήκη ἐννοεῖ τό φόβο, κυρίως μ᾽ αὐτή τή βαθιά ἔννοια πού τόν καθιστᾶ μιά οὐσιαστική ἀρετή: «οὐκ ἔστι προσωπολήπτης ὁ Θεός, ἀλλ᾽ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ὁ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι» (Πράξεων ι΄, 34 ἑξ.).

Ὁ φόβος, μ᾿ αὐτή τήν ἔννοια, εἶναι ὁ δρόμος τῆς σωτηρίας διά τῆς πίστεως.

 

                                                           

           

 

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images