Κυριακή Τελώνου καί Φαρισαίου
Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025
«Καί ἐκ πάντων μέ ἐρρύσατο ὁ Κύριος»
(Ψαλμός λ΄, 16)
Ποιός ἀπό σᾶς, ἀγαπητοί ἀδελφοί, ἀγνοεῖ τάχα τί σημαίνει τό ὄνομα πού πῆρε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ σάν ἦρθε στόν κόσμο καί ἔγινε ἄνθρωπος; Τό γλυκύτατο αὐτό ὄνομα, το ὄνομα Ἰησοῦς, δέ σημαίνει τίποτε ἄλλο παρά Σωτήρας. Καί τήν ἀλήθεια αὐτή, πώς ὁ Χριστός δηλαδή εἶναι ἡ μοναδική σωτηρία, τήν θυμίζει σήμερα ἡ ἀποστολική περικοπή.
Πραγματικά, ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά τίποτε ἄλλο στόν κόσμο, παρά γι' αὐτό πού σημαίνει τό ὄνομα Του: γιά νά σώσει τόν κόσμο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν αἰώνιο θάνατο. Θυμηθεῖτε καί μιά ἄλλη φράση τῆς Ἁγίας Γραφῆς, πού τονίζει πώς ἀποκλειστική ἐπιδίωξη τοῦ Χριστοῦ εἶναι μονάχα ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Βρίσκεται στό κατά Ἰωάννην ἅγιο Εὐαγγέλιο καί ἔλεγε τά ἑξῆς: «δέν ἔστειλε ὁ Θεός τόν Υἱό Του στόν κόσμο γιά νά κρίνει καί νά καταδικάσει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος μέσω αὐτοῦ».
Σωτήρας, λοιπόν, πάνω ἀπ' ὅλα. Σωτήρας καί μονάχα Σωτήρας εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός γιά ὅλα τά πλάσματά Του, ἀπό τότε πού ἔζησε σάν ὅμοιος μέ ἐμᾶς πάνω στή γῆ ὥς σήμερα. Καί Σωτήρας, μονάχα Σωτήρας θά μείνει ὥς τήν συντέλεια τῶν αἰώνων, ὥς τήν φοβερά ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας Του. Ὁπότε θά παρουσιαστεῖ ἐπιτέλους ὡς κριτής τῆς οἰκουμένης. Ὥς τήν ἡμέρα, ὅμως, ἐκείνη, τίποτε ἄλλο δέν ἐπιζητεῖ, τίποτε ἄλλο δέν τόν ἀπασχολεῖ, τίποτε ἄλλο δέ φανερώνει καί δέν κρύβει ἡ συμπεριφορά του ἀπέναντι στόν ἄνθρωπο παρά αὐτό: πώς νά τόν σώσει, πώς νά τόν ἀποτραβήξει ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά τόν εἰσάγει στήν αἰώνια ζωή, πώς νά τόν ἀποσπάσει ἀπό τή λάσπη καί νά τοῦ δώσει τόν οὐρανό, πώς νά τόν ἁρπάξει ἀπό τόν διάβολο καί νά τόν πάρει στή δική του ἀγκαλιά.
Μέσα στήν τρικυμία τῶν παθῶν καί τῶν θλίψεων, ὅπου ὑποφέρει καί κινδυνεύει ὁ χριστιανός, νά ὁ ἀμετακίνητος βράχος τῆς ἐλπίδας, ἡ ρητή βεβαίωση, πού τό ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Θεοῦ παρέχει: ὁ Χριστός εἶναι παρών γιά νά μᾶς σώσει, τίποτε ἄλλο δέ ζητᾶ παρά νά μᾶς σώσει. Ἀπό αὐτόν τόν βράχο ἄς πιαστοῦμε, λοιπόν, γιά νά μήν καταποντιστοῦμε στήν ἄβυσσο τῆς ἀπογνώσεως.
Ὅταν βλέπουμε πόσο καθυστερημένοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ εἴμαστε· πόσο λίγο Τόν μιμούμαστε· πόσο εὔκολα μᾶς λυγίζουν τά φόβητρα καί τά θέλγητρα τοῦ κόσμου τούτου. Πόσο ἄσκοπα παιρνοῦν ἡ μία μέ τήν ἄλλη οἱ μέρες μας χωρίς νά μπαίνουμε πραγματικά στό δρόμο τοῦ θείου θελήματος. Ἔρχονται στιγμές πού ἡ ἀπόγνωση πλακώνει τήν ψυχή μας, ψαλιδίζει τίς ἐλπίδες μας καί μᾶς σπρώχνει στήν ὁριστική λιποταξία.
Ὁ ἴδιος ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ φαίνεται σέ ὁρισμένες περιπτώσεις πώς ὁδηγεῖ σέ αὐτήν τήν ἀπόγνωση, γιατί ἡ λάμψη του φωταγωγεῖ τήν ἀπελπιστική κατάστασή μας ὡς χριστιανῶν καί δείχνει πόσο φοβερά καί ὑψηλά εἶναι αὐτά πού ζητᾶ νά κάνουμε ὁ Θεός. Ἀλλά πρίν ἀπό τά βάραθρα τῆς ἀπογνώσεως, ὁ Κύριος ὑψώνει γύρω μας τεῖχος προστατευτικό, τήν πληροφορία, τήν διαβεβαίωση, πώς εἶναι ὁ μοναδικός Σωτήρας μας.
Τίποτα δέν εἶναι πιό πιθανόν, πιό βέβαιο ἀπό τό ὅτι θά σωθοῦμε, γιατί αὐτό μονάχα θέλει, γι' αὐτό μονάχα ἐργάζεται, γι' αὐτό μονάχα ὑπάρχει ὁ Θεός. Ἡ σωτηρία μας εἶναι ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀγάπης Υου, ὁ στόχος τῆς δυνάμεώς Του.
Εἴμαστε ἔνοχοι, ἀλλά ὄχι κάτω ἀπό τά μάτια ἑνός Κριτοῦ. Εἴμαστε ἔνοχοι, κάτω ἀπό τά μάτια ἑνός στοργικοῦ πατέρα, πού, καθώς λέγει ἕνας ἀρχαῖος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, «συγχωρεῖ γρηγορότερα ἀπό ὅτι μιά μητέρα θά τραβοῦσε τό παιδί της μέσα ἀπό τή φωτιά», γιατί εἶναι ἀμνησίκακος, γεμᾶτος ἀπεριόριστο ἔλεος, ἕτοιμος πάντα νά σώσει.
Εἶναι πραγματικά παράξενο, ἀδελφοί, πώς κατορθώνουμε νά μένουμε μέ τόσο λίγο θάρρος, νά μή ἀνάβει σάν πυρκαγιά στήν καρδιά μας ὁ πόθος τῆς ἁγιότητος, ὅταν ὁ παντοδύναμος Θεός δέν ἐπιδιώκει τίποτε ἄλλο παρά πώς νά μᾶς κάνει ὁλότελα δικούς Του.
Δέν ἐξετάζει σέ τί τοῦ φταίξαμε ὥς τώρα. Ὅλα τά ἀνομήματα, πού διαπράξαμε, σέ μιά στιγμή παύουν νά ὑπάρχουν, εἶναι ἀκριβῶς σάν νά μήν ἔγιναν ποτέ. Ἀρκεῖ νά μετανοήσουμε καί μέ συντριβή νά ἐπικαλεστοῦμε τό θεῖο ἔλεός Του. Ἀνυπόμονη εἶναι ἡ θεία ἀγάπη νά μᾶς ἀγκαλιάσει, νά μᾶς κρατήσει μέσα της γιά πάντα. Πώς κατορθώνουμε, λοιπόν, νά μένουμε διστακτικοί καί ἀναποφάσιστοι;
Ἄς πνεύσει στίς ψυχές μας ἡ αὔρα αὐτῆς τῆς πληροφορίας, αὐτῆς τῆς διαβεβαιώσεως: ὁ Χριστός εἶναι ὁ Σωτήρας μας. Κατέβηκε στή γῆ, φόρεσε τόν πηλό τῆς ἀνθρώπινης σάρκας, σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε, γιά νά μήν μπορέσει ὁ διάβολος νά κρατήσει αἰχμάλωτο τό ἀνθρώπινο γένος, γιά νά ξανανοιχτοῦν οἱ πύλες τοῦ παραδείσου, γιά νά εἶναι τό εὐκολότερο πράγμα στόν καθένα μας Ἡ σωτηρία.
Ὅλα τά εἴδη τῆς ἁμαρτίας μπορεῖ νά τά ἔχει κάνει ἕνας ἄνθρωπος καί στό τέλος νά σωθεῖ. Μονάχα ἕνα εἶδος ἁμαρτίας ἀποκλείει τήν σωτηρία: ἡ ἀπόγνωση. Αὐτή εἶναι ἡ ἄσπαστη θηλειά τοῦ διαβόλου.
Ἄς διώξουμε, λοιπόν, κάθε λογισμό ἀμφιβολίας καί ἄς πιαστοῦμε ἀπό τόν βράχο τῆς θείας ὑποσχέσεως, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Σωτήρας. Σωτήρας γιά ὅλους, χωρίς ἐξαίρεση. Σωτήρας, πού δίνει τή σωτηρία ζητώντας γιά πληρωμή ἕνα νόμισμα, πού πρέπει, καί εἶναι φυσικό νά διαθέτουμε ὅλοι μας. Το νόμισμα αὐτό εἶναι ἡ ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας.
Δέν ἔχουμε παρά νά τό βγάλουμε καί νά τό δώσουμε στόν θεῖο λυτρωτή μας. Πώς θά τό βγάλουμε; Λέγοντας στόν Κύριο τό «ἰλάσθητί μοι τοῦ Τελώνου, τό «ἐλέησόν με» τοῦ Δαυΐδ. Καί πώς θά τοῦ τό δώσουμε; Ἀποφασίζοντας νά ζήσουμε ἀπό δῶ καί πέρα σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.