Δευτέρα, 29 Απριλίου 2024

Τό σύγχρονο λειτουργικό κήρυγμα

ὡς μέσο παιδαγωγίας εἰς Χριστόν

            Λειτουργικό κήρυγμα σημαίνει κυρίως καί κατά πρῶτο λόγο τό κήρυγμα πού ἐκφωνεῖται καί γίνεται κατά τήν διάρκεια πού τελεῖται ἡ θεία Εὐχαριστία πού καλεῖται καί θεία Λειτουργία στούς Ἱερούς Ναούς μας καί κατ’ ἐπέκταση τό κήρυγμα πού γίνεται σέ ὅλες τίς ἱερές Ἀκολουθίες μέ ἀφορμή ἐκκλησιαστικά γεγονότα καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ λετουργικοῦ χρόνου (ἐπετειακές ἑορτές, πανηγύρεις, ἀγρυπνίες κ.λπ.).

            Ὀφείλουμε ἀπό τήν ἀρχή νά ἐπισημάνουμε ὅτι ὁ λόγος αὐτός δέν εἶναι λόγος ἀργός, ξηρός, ὅπως συχνά ἔχει χαρακτηρισθεῖ «ξύλινος» πού ὁ Κύριος συνέστησε στούς μαθητές Του νά ἀποφεύγουν, ὅταν ἀναφέρονται καί συνομιλοῦν μέ τούς συνανθρώπους τους, ἀλλά καί ὅταν κηρύτττουν πρός τούς πιστούς, λέγοντας :

            «Λγω δ μν τι πν ῥῆμα ργν ἐὰν λαλσωσιν ο νθρωποι, ποδσουσι περ ατο λγον ν μρ κρσεως» (Ματθ. ιβ΄ 36), δηλαδή δέν εἶναι λόγος περιττός καί ἀνώφελος.

            Ὁ λόγος αὐτός δέν εἶναι λόγος ἀνθρώπινος, κτιστός καί ἐγκόσμιος πού νά ἐπιδέχεται ἀλλαγές, τροποποιήσεις,  ἐκσυγχρονισμούς, «μεταλλάξεις» ἤ καί ἀπορρίψεις καί μή ἀποδοχή τῶν παραδεδομένων ἀπό τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας καί τούς πνευματοφόρους ἁγίους Πατέρες μας.

            Τήν ταυτότητα τοῦ ζωντανοῦ, θεοφόρου καί θεοπνεύστου αὐτοῦ λόγου προσδιορίζει ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν μακάριος Παῦλος, ὁ κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, λέγοντας :

            «Γνωρζω δ μν, δελφο, τ εαγγλιον τ εαγγελισθν π' μο τι οκ στι κατ νθρωπο.  Οδ γρ γ παρ νθρπου παρλαβον ατ, οτε διδχθην, λλ δι' ποκαλψεως ησο Χριστο» (Πρός Γαλάτες α΄ 11-12).

            Δηλαδή : «Πρέπει νά ξέρετε, δελφοί μου, πώς τό εαγγέλιο πού σς κήρυξα δέν προέρχεται πό νθρωπο. Γιατί κι γώ οτε τό παρέλαβα οτε τό διδάχτηκα πό νθρωπο, λλά μου τό ποκάλυψε ησος Χριστός»

            Συνεπῶς αὐτά πού κηρύττουν οἱ κήρυκες τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου μας σέ ὅλες τίς εὐκαιρίες καί τίς δυνατότητες πού τούς δίδονται νά κηρύττουν δέν τά ἐπινόησαν οὔτε τά ἐξήγγειλαν ἄνθρωποι. Δέν εἶναι ἀνθρώπινα ἐφευρήματα καί ἐπινοήματα. Μέ μία τέτοια προσέγγιση καί προοπτική ὁ λόγος – κήρυγμα θά ἀπέβαινε φτωχός καί λειψός μπροστά στά θεία καί μεγάλα γεγονότα πού καλεῖται νά κατανοήσει καί ἐν συνεχεία νά περιγράψει. Μία ἀνθρώπινη κατανόηση καί ἐκφορά του δέν θά τοῦ ἔδιδε ποτέ καί σέ καμία συνθήκη τό κῦρος καί τήν αὐθεντικότητα πού λαμβάνει ὁ λειτουργικός λόγος, ὅταν ἐκφωνεῖται. Ἐντός τῆς Ἐκκλησίας μας ἕνας τέτοιος λόγος θά ἀπέβαινε ἄκαρπος γιά τούς ἀκούοντες πιστούς. Θά ἔπεφτε στή γῆ ὡς βαρίδι γιατί θά προερχόταν ἀπό τήν γῆ, ὡς γήϊνο κατασκεύασμα.      

            Ἀπό τήν ἄλλη ὁ λειτουργικός λόγος, ὁ λόγος Θεοῦ εἶναι λόγος μέ αἰώνιο κῦρος καί θεία αὐθεντία, λόγος γιά τήν «ὄντως» Ζωή καί τήν Ἀλήθεια. Ὁ Θεός ὁμιλεῖ στόν λαό Του, ὅταν ἐκεῖνος τό ἔχει ἀνάγκη γιά νά ἀκούσει καί νά ἐνστερνισθεῖ τά θεῖα λόγια. Μέ τά λόγια αὐτά θά ξεδιψάσει ἀπό τήν πνευματική «ἀνομβρία» πού χαρακτήριζε καί χαρακτηρίζει τήν ἐποχή μας. 

            Ὁ λαός ἀκούει τόν Πατέρα Του, τόν Κύριο τῆς ζωῆς του πού τόν παιδαγωγεῖ, τόν νουθετεῖ καί τόν συμβουλεύει ὀρθά καί δίκαια ὥστε ἀπό ἄνθρωπο τῆς γῆς καί «ἐγκόσμιο» νά τόν ἀνεβάσει σέ μέτοχο τῆς δόξας Του καί πολίτη τῆς Βασιλείας Του. Ἔτσι ὁ λόγος ἀποβαίνει «λειτουργικός» ὡς ἕνα ὄργανο, ὡς μέσο καί «κλειδί» δηλαδή πού λειτουργεῖ καί ἐνισχύει τόν πιστό στήν ὀρθή κατανόηση τῶν θείων γεγονότων καί πραγμάτων. Σίγουρα ὅμως εἶναι καί Λειτουργικός ἐφόσον ὑποστασιοποιεῖται καί λαμβάνει τό χαρακτῆρα του καί τελεσφορεῖ ἐντός τοῦ λειτουργικοῦ γεγονότος πού εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία καί ἡ θείας Λειτουργία, ὅπως προαναφέραμε. Ἔτσι ἑστιάζει στήν στοχοθεσία του, στόν σκοπό του  καί στήν ρεαλιστική λειτουργικότητά του.  

            Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἤ καλλίτερα ὁ λόγος περί τοῦ Θεοῦ ἕνεκα τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου νά ἐννοήσει τό βάθος καί τό πλάτος καί τό ὕψος του χρειάζεται νά ἑρμηνευθεῖ. Δηλαδή νά κατανοηθεῖ καί ἐν συνεχείᾳ νά προσφερθεῖ στούς πιστούς ὡς καθάριο νερό πού θά τούς λυτρώσει.

            Μέ τόν τρόπο αὐτό μπορεῖ νά προσεγγίσει κανείς τό νόημα καί τό περιεχόμενο τῶν λόγων τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πρός τήν «γυν κ τς Σαμαρεας» πού συνάντησε στό πηγάδι καί τῆς εἶπε λόγους μέ σημασία καί περιεχόμενο συμβολικό, ὅμως καί μέ τήν καθαρή καί ξάστερη ἀλήθεια γιά τόν λόγο Του καί τό κήρυγμά Του πού θά ἀκολουθοῦσε :

            «Πς πνων κ το δατος τοτου διψσει πλιν·  ς δ' ν πίῃ κ το δατος ο γ δσω ατ, ο μ διψσει ες τν αἰῶνα, λλ τ δωρ δσω ατ, γενσεται ν ατ πηγ δατος λλομνου ες ζων αἰώνιον » (Ἰωάννου δ΄14)

            Δηλαδή : « ποιος πίνει π’ ατό τό νερό θά διψάσει πάλι· ὅποιος μως πιε πό τό νερό πού θά το δώσω γώ δέ θά διψάσει ποτέ, λλά τό νερό πού θά το δώσω θά γίνει μέσα το μία πηγή πού θ’ ναβλύζει νερό ζως αώνιας » 

            Ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τόν Θεό ὡς δημιουργηθέν κτίσμα πού εἶναι κτιστό. Ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο καί μέ τούς πνευματοφόρους ἁγίους τους καί τό θεῖο κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας μας ἑρμηνεύει τά περί τοῦ Θεοῦ. Ἐπικίνδυνοι ἑρμηνευτικοί ἀκροβατισμοί στό διάβα τῆς δυσχιλιετοῦς παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας μας ἐν τῷ κόσμῳ σχετικά μέ τήν δυνατότητα, πού νόμιζαν ὅτι εἶχαν, γιά τήν πλήρη κατανόηση καί στήν συνέχεια γιά τήν πλήρη ἑρμηνεία τῶν θείων πραγμάτων, ὁδήγησαν μέλη της καί πιστούς σέ αἱρέσεις καί σχίσματα. Ἀπομώνοσαν καί αὐτονόμησαν τόν θεῖο λόγο καί στήν συνέχεια κατέθεσαν αὐθαίρετα καί ἀναξιόπιστα τά συμπεράσματά τους. Οὐσιαστικά τόν παραχάραξαν καί τόν περιχαράκωσαν, ὁδηγώντας τον σέ ἀχρησία.  Ἀπό τήν κακή καί ἄνευ θεολογικῶν προϋποθέσεων ἑρμηνεία καί ἐξήγηση τῶν Γραφῶν ταλαιπωρήθηκαν χιλιάδες πιστοί τῆς Ἐκκλησίας μας καί πολλοί αἱρεσιάρχες ἔχασαν τόν Παράδεισο καί τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.  

            Ἡ Ἐκκλησία μας πάντα ἑρμήνευσε καί θεολόγησε μέσα σέ ὅρια καί μέ τίς προϋποθέσεις καί τούς ὅρους τῆς ὀρθῆς καί στέρεης βάσης τῆς πίστεώς μας. Ὁ λόγος τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι τό αἰώνιο, ἀταλάτευντο, ἀπαραχάρακτο καί σταθερό σημεῖο ἀναφορᾶς τοῦ πιστοῦ πού θά τολμήσει νά ἐκφέρει τόν θεῖο λειτουργικό λόγο στούς πιστούς. Καί μιλοῦμε γιά τόλμημα διότι τόλμημα εἶναι γιά ἐκεῖνον πού ἀποφασίζει νά διαβάσει, νά κατανοήσει καί νά ἑρμηνεύσει τόν θεῖο λόγο. Πολύ δέ περισσότερο νά γράψει τήν σκέψη του ὥστε νά μείνει αὐτή αἰώνιο σημεῖο ἀναφορᾶς γιά τούς ἑπομένους ἀναγνῶστες πιστούς, πού ἐπιθυμοῦν νά προσεγγίσουν τά θεία κείμενα. Αὐτό πού θά χαρακτηρίζει πάντα τήν θεολογική σκέψη πού καταγράφηκε στά κείμενα Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἡ συνέχεια στήν παραδεδομένη πίστη μας καί ἡ συνέπεια στήν ἴδια πίστη τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Συνεχίζουν καί σήμερα πνευματοφόροι Πατέρες, συνήθως ἀθόρυβα, νά τολμοῦν κατά τόν τρόπο πού περιγράψαμε καί προαναφέραμε.

            Ὅμως τρεῖς θεωροῦνται οἱ γίγαντες τῆς κακίας κατά τούς ἀσκητές πατέρες πού πολεμοῦν τήν γνώση τοῦ Θεοῦ ἡ λήθη, ἡ ἄγνοια καί ἡ ραθυμία.

            Ἡ λήθη ἀναιρεῖ τό παρελθόν μας καί ἀφήνει τό μέλλον ἀβέβαιο.

            Συνήθως οἱ πιστοί ξεχνοῦν τίς εὐεργεσίες καί τίς ὑποσχέσεις τοῦ Θεοῦ πρός αὐτούς καί τούς οἰκείους τους.

            Ἡ ἄγνοια ἀποπροσανατολίζει τόν ἄνθρωπο στό παρόν καί τόν κάνει νά ἀδιαφορεῖ γιά τό μέλλον .

            Πολλοί ἀπό τούς πιστούς δέν γνωρίζουν τά τῆς πίστεως καί τίς βασικές ἀλήθειές της.  

            Τέλος ἡ ραθυμία μᾶς κάνει ὀκνηρούς καί ἀδιάφορους καί γιά τό παρελθόν καί στό παρόν καί γιά τό μέλλον.

            Ἡ ραθυμία καί ἡ ἀδιαφορία χαρακτηρίζει τόν πνευματικά ἀνώριμο ἄνθρωπο καί ἐκεῖνον πού ἐπιζητεῖ τίς «ἀναίμακτες» λύσεις.

            Καί οἱ τρεῖς αὐτοί γίγαντες ὅσο ἐμεῖς ἀδιαφοροῦμε αὐτοί γιγαντώνονται περισσότερο καί γίνονται «θεριά» μέ πολλά πρόσωπα καί πανοῦργες ἐκφάνσεις καί μορφές. Ἔχουμε καί σήμερα πάμπολα παραδείγματα νά ἀναφέρουμε γιά τά ἀποτελέσματα καί τά γεννήματα τῶν τριῶν αὐτῶν γιγάντων.

            Ὁ βιώσας τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί τόν λειτουργικό χρόνο καί χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας δέν ὁδηγεῖται σέ αὐταπάτες καί διαστρεβλώσεις σχετικά μέ τήν ἑρμηνεία, τήν προσέγγιση καί ἐκφορά τοῦ ὑγιειοῦς θεολογικοῦ λόγου. Πατᾶ γερά καί ἀκλόνητα στά θεμέλια τῆς πίστεως καί μέ ὁδηγό τό Ἅγιο Πνεῦμα πρῶτα βιώνει καί ἐν συνεχείᾳ ἐκφέρει τήν θεολογική πνευματοφόρα καί Ζωηφόρα ἑρμηνεία καί προσέγγιση. Δέν διεκδικεῖ τά ἀλάνθαστο. Τό πνευματικό του πάλαισμα καρποφορεῖ γιατί ἐκεῖ πού θά πέσει σάν σπόρος θά φυτρώσει καί θά γίνει δένδρο καί καρπούς γιάτόν ἴδιο καί τούς συνανθρώπους του. Ἀξίζει καί δέν πρέπει νά μᾶς διαφεύγει ὅτι μόνο ὁ Θεός ἑρμηνεύει αὐθεντικά τά θεία λόγια. Ἄλλως ὁδηγούμαστε σέ ἀπομώνοση καί σέ αὐθαίρετη ἑρμηνεία «κατά κόσμον».  

            Ἡ αὐθεντική ἑρμηνεία τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ γίνεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἑρμήνευσε μέ αὐθεντικότητα, πληρότητα καί καθολικότητα, μέ θεία σοφία τόν Νόμο πού δόθηκε ἀπό τον Θεό στόν Μωϋσῆ πάνω στό ὄρος Σινᾶ, ὅπως διαβάζουμε στήν ἐπί τοῦ Ὄρους ὁμιλία Του (Ματθαίου ε΄, στ΄, ζ΄).

            Εἶπε χαρακτηστικά καί ἐπεσήμανε ρητά :

            «Μ νομσητε τι λθον καταλσαι τν νμον τος προφτας· οκ λθον καταλσαι λλ πληρσαι. μν γρ λγω μν, ως ν παρλθ ορανς κα γ, ἰῶτα ν μα κεραα ο μ παρλθ π το νμου ως ν πντα γνηται. ς ἐὰν ον λσ μαν τν ντολν τοτων τν λαχστων κα διδξ οτως τος νθρπους, λχιστος κληθσεται ν τ βασιλείᾳ τν ορανν· ς δ' ν ποισ κα διδξ, οτος μγας κληθσεται ν τ βασιλείᾳ τν ορανν. λγω γρ μν τι ἐὰν μ περισσεσ δικαιοσνη μν πλεον τν γραμματων κα Φαρισαων, ο μ εσλθητε ες τν βασιλεαν τν ορανν » (Κατά Ματθαῖον ε΄ 17-20)

            Δηλαδή : «Μή νομίσετε πώς ρθα γιά νά καταργήσω τό νόμο τούς προφτες. Δέν ρθα γιά νά τά καταργήσω, λλά γιά νά τά πραγματοποιήσω. Σᾶς βεβαιώνω πώς σο πάρχει κόσμος, ως τή συντέλειά του, δέ θά πάψει νά σχύει οτε να γιώτα μία ξεία πό τό νόμο. Ὅποιος, λοιπόν, καταργήσει κόμα καί μία πό τίς πιό μικρές ντολές ατο του νόμου καί διδάξει τσι τούς λλους, θά θεωρηθε λάχιστος στή βασιλεία το Θεο. ν ποιος τίς τηρήσει λες καί διδάξει τσι καί τούς λλους, ατός θά θεωρηθε μεγάλος στή βασιλεία το Θεο. Γι’ ατό νά χετε πόψη σς τι, ν εσέβειά σας δέν ξεπεράσει τήν εσέβεια τν γραμματέων καί τν Φαρισαίων, δέ θά μπετε στή βασιλεία το Θεο »

           

            Ὁ Κύριος ἐπίσης ὑποσχέθηκε στούς Μαθητές Του πρίν ἀναληφθεῖ καί  ἐπιστρέψει στούς οὐρανούς θά τούς ἀποστείλει τό ἅγιο Πνεῦμα γιά νά τούς ὁδηγήσει στήν ἀλήθεια νά κατανοήσουν δηλαδή τό βάθος, τό πλάτος, συνάμα καί τό ὕψος τῆς θείας διδασκαλίας Του.

            «ταν δ λθ κενος, τ Πνεμα τς ληθεας, δηγσει μς ες πσαν τν λθειαν· ο γρ λαλσει φ' αυτο, λλ' σα ν κοσει λαλσει, κα τ ρχμενα ναγγελε μν» (Ἰωάννου ιστ΄ 13).

            Δηλαδή : «Ὅταν μως θά ρθει κενος, τό Πνεμα τς λήθειας, θά σς δηγήσει σέ λη τήν λήθεια. Γιατί δέ θά μιλήσει πό μόνος του, λλά θά πε σα θ’ κούσει, καί θά σς ναγγείλει ατά πού μέλλουν νά συμβον ».

            Στούς ἁγίους Ἀποστόλους καί ἐν συνεχείᾳ μέσω τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἔδωσε τό ἅγιο Πνεῦμα καί ἀποκάλυψε  τίς αἰώνιες, θεῖες καί αὐθεντικές ἀλήθειές Του, ὅπως διακηρύττει ὁ ἀπόστολος Παῦλος :

            «μν δ Θες πεκλυψε δι το Πνεματος ατο· τ γρ Πνεμα πντα ρευν, κα τ βθη το Θεο » (Πρός Κορινθίους Α΄  β΄ 10)

            Δηλαδή : «Σ’ μς μως τά φανέρωσε Θεός μέ τό γιο Πνεμα. Γιατί τό Πνεμα ξετάζει τά πάντα, κόμη καί τά πιό βαθιά κρυμμένα σχέδια το Θεο».

            Ἀξιοπρόσεκτοι εἶναι καί οἱ λόγοι του μέ τούς ὁποίους περιβάλλει μέ τό θεῖο κῦρος τήν διακονία τῶν κυρήκων τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πού δέχονται τήν θεία ἀποκάλυψη γιά νά ἑρμηνεύσουν τήν διδασκαλία τοῦ Κυρίου. Αὐτό τό ἔργο δέν ἐπιτελεῖται ἀπό τόν καθένα μέ δική του ἔμπνευση καί συλλογιστική:

            «Ἡμες δ ο τ πνεμα το κσμου λβομεν, λλ τ Πνεμα τ κ το Θεο, να εδμεν τ π το Θεο χαρισθντα μν. κα λαλομεν οκ ν διδακτος νθρωπνης σοφας λγοις, λλ' ν διδακτος Πνεματος γου, πνευματικος πνευματικ συγκρνοντες. ψυχικς δ νθρωπος ο δχεται τ το Πνεματος το Θεο· μωρα γρ ατ στι, κα ο δναται γνναι, τι πνευματικς νακρνεται. δ πνευματικς νακρνει μν πντα, ατς δ π' οδενς νακρνεται. τς γρ γνω νον Κυρου, ς συμβιβσει ατν; μες δ νον Χριστο χομεν » (Πρός Κορινθίους Α΄ β΄ 12-16)

            Δηλαδή : «Κι μες δέν λάβαμε τό πνεμα το κόσμου, λλά τό Πνεμα πού στέλνει Θεός, γιά νά μπορομε νά μάθουμε σα τοίμασε Θεός γιά χάρη μας. Γι’ ατά μιλάω, κι χι μέ λόγια πού διδάσκει νθρώπινη σοφία, λλά μέ λόγια πού διδάσκει τό διο τό Πνεμα, ρμηνεύοντας σ’ ατούς πού χουν τό Πνεμα ατά τά πνευματικά πράγματα. Ὅποιος μως δέν χει τό Πνεμα, δέν παραδέχεται τά δρα πού φανερώνει τό Πνεμα το Θεο, φο γιά κενον λα ατά εναι μωρία· καί δέν μπορε νά τά καταλάβει, γιατί ατά τά πράγματα κατανοονται μόνο μέ τή βοήθεια το Πνεύματος. Ἀντίθετα, νθρωπος πού χει τό Πνεμα λα τά καταλαβαίνει· ατόν μως κανείς πό κείνους πού δέν χουν τό Πνεμα δέν εναι σέ θέση νά τόν καταλάβει. Γιατί, καθώς λέει Γραφή, τίς σκέψεις το Κυρίου ποιός κατάλαβε γιά νά το γίνει σύμβουλος; μες μως ο πνευματικοί χουμε τό νο καί τίς σκέψεις το Χριστο».

            Μέ αὐτά τά δεδομένα τό λειτουργικό κήρυγμα περιλαμβάνει τόν αὐθεντικό λόγο τοῦ Θεοῦ καί τήν αὐθεντική ἐξήγηση, ἑρμηνεία ἤ ἐμβάθυνση ἀπό τόν ἔχοντα τόν φωτισμό τοῦ ἁγίου Πνεύματος πού τοῦ ἀποκαλύπτει τήν ἀληθινή σημασία του γιά τούς πιστούς. Ὁ σκοπός του μέ τόν τρόπο αὐτό ὁλοκληρώνεται, τελεσφορεῖ καί μετουσιώνεται σέ καρποφόρο. Τώρα μπορεῖ ὁ πιστός νά νιώσει σίγουρος καί βέβαιος γιά τήν ἑρμηνεία καί τήν αὐθεντικότητα της. Ὁ πιστός αἰσθάνεται σίγουρος καί ἀσφαλής κινούμενο μέσα στήν ἀποδοχή τοῦ λόγου αὐτοῦ. Μπορεῖ καί ὁ ἴδιος νά προσεγγίσει τά κείμενα καί τά ἐκκλησιαστικά γεγονότα πιό ἄνετα χωρίς τό ἄγχος τῆς πιθανότητας τῆς διαστρέβλωσης καί παρερμηνείας.

            Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἑρμηνεύοντας ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τό κείμενο τοῦ βιβλίου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τοῦ Ἑκκλησιαστή ἀναφέρει γιά τούς λόγους, τούς ἀληθινούς, (ἀληθεῖς) ὅπως τούς ὀνομάζει πού σκοπό ἔχουν τό «ψυχωφελές» καί «χρήσιμον» τῶν ἀνθρώπων. Αὐτοί οἱ λόγοι ὀνομάζονται, ὅπως ἀναφέρει «ἔγκοποι», εἶναι ἀποτέλεσμα ἱδρώτων, μόχθων, πόνων καί πολύ κόπου. Ἀλήθεια, ὅπως λέει, ὁ κόπος δέν εἶναι μόνο σωματικός, ἀλλά πρώτιστα καί πάνω ἀπό ὅλα πνευματικός. Προαπαιτεῖ τήν ἄκρα ταπείνωσή μας, τήν ὑπακοή μας καί τήν πληθώρα ὅλων τῶν ἀρετῶν γιά νά μήν μείνει τό «ρῆμα» ὁ λόγος δηλαδή ἁπλῶς λόγος καί φωνή, ἀλλά «ἐν τοῖς ἔργοις ἀρετήν εἰς διδασκαλίαν τοῦ βίου». Νά γίνει δηλαδή διδασκαλία γιά τούς πιστούς τῆς Ἐκκλησίας μας καί τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Νά ἀποτελέσει δηλαδή μία προσφορά σάν διακονία ἀγάπης πού θά μπορεῖ νά προσφέρει ὁ διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας μας. Νά γίνει μέ ἄλλα λόγια μία πνευματική «ἐλεημοσύνη» πρός τούς ἔχοντες ἀνάγκη καί λύτρωση ἀπό τήν ἁμαρτία.

            Τό «Οκ π' ρτ μν ζσεται νθρωπος, λλ' π παντ ῥήματι κπορευομν δι στματος Θεο» (Ματθαίου δ΄4) πού εἶπε ὁ Χριστός στόν Διάβολο κατά τόν πρῶτο πειρασμό του προσεγγίζεται καί ἑρμηνεύται στά παραπάνω πλαίσια. Ὁ πιστός σίγουρα ἔχει ἀνάγκη τήν βιολογική ἐπιβίωση καί τήν διαιώνιση τοῦ εἴδους τους. Ὅμως τήν συντήρησή του καί τήν ὑπόστασή του τήν λαμβάνει ἐκ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ κατά τό ἀναφερόμενο στό χωρίου τοῦ κατά Ματθαῖον «ρήματι». Καί προσέξτε δέν ἀναφέρει ἕνα ὅποιοδήποτε λόγο, ἀόριστο καί τοῦ ὁποιουδήποτε ἀλλά τό «ρήματι» τόν λόγο δηλαδή πού ἐκπορεύεται ἀπό τό στόμα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πολύ σημαντική καί σοβαρή ἡ ὑπόθεση τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου γιά νά ἀφήνεται στήν τύχη της καί στόν καθένα πού καμιά φορά τήν καπηλεύεται. Ὁ Χριστός μας εἶναι καί γνωρίζεται καί φανερώνεται ὡς Σωτήρας καί Λυτρωτής καί ὁ λόγος Του δέν θά μποροῦσε νά εἶναι παρά ἀπόλυταμ σταθερά καί σίγουρα σωτήριος, λυτρωτικός καί παρεκτικός σ’ ὅποιον τόν ἐνστερνίζεται κάι τόν ἐγκολπώνεται τῆς ὑποσχεμένης Βασιλείας Του.  

            Ἐπίσης, ἡ διδασκαλία αὐτή πρῶτα βιώνεται, ὅπως ὁ γεωργός πρῶτος δοκιμάζει καί γεύεται τούς καρπός τοῦ χωραφιοῦ του καί μετά δίδει καί νά δοκιμάσουν καί ἄλλοι. Πρῶτα οἱ τά θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά γεύονται τά θεία καί βιώνουν τήν κατορθουμένην ἀρετή καί μετά μεταλαμπαδεύουν καί παρέχουν ὅ, τι γεύθηκαν καί βίωσαν καί στούς ἄλλους.

            Βλέπουμε λοιπόν ἀπό τήν σύντομη αὐτή ἀναφορά στόν Ἅγιο Γρηγόριο, ὅτι τό νά μιλᾶ κανείς δέν εἶναι οὔτε εὔκολο, οὔτε ἄμοιρο τοῦ κόπου καί τοῦ πόνου. Πολύ δέ περισσότερο γεμίζει μέ εὐθύνη καί ἱερό χρέος καί σεβασμό τόν βιοῦντα καί ἐν συνεχείᾳ ὁμιλοῦντα περί τῶν Θείων πραγμάτων.

            Καί συμπληρώνει ὅτι ἐπειδή τό θεῖο εἶναι ἄπειρο, ἀτελεύτητο, ἄχρονο καί ἄκτιστο ὁ λόγος μας ἔχει πόνο καί κόπο. Ἐμεῖς γιά τήν «θεωρίαν τῶν ἀοράτων» τῶν θείων δηλαδή πραγμάτων δέν εἴμαστε ἱκανοί νά τήν παραστήσουμε ἐπακριβῶς, διότι εἴμαστε πεπερασμένοι καί κτιστοί. Ἄλλωστε χιλιάδες πράγματα στήν γῆ ἁπλῶς τά γνωρίζουμε πρόχειρα χωρίς νά μποροῦμε νά τά ὁρίσουμε καί νά τά γνωρίσουμε πλήρως. Πόσο μᾶλλον τόν Θεό καί τά περί Αὐτοῦ. Τό «ἀσθενές» τῆς λογικῆς φύσεώς μας δέν μᾶς τό ἐπιτρέπει. Ἀποτέλεσμα ὅλων τῶν προηγουμένων εἶναι ὅτι μέσα στήν Ἑκκλησία μας σεβόμεθα τόν κόπο καί τόν μόχθο ὅλων τῶν Πατέρων μας πού προσπάθησαν νά ἑρμηνεύσουν τόν θεῖο λόγο. Ἀσκήθηκαν μέ λίγα λόγια, μέ ἀγρυπνίες, νηστεῖες, προσευχή καί σέ κάθε λογῆς ἀρετές (ταπείνωση, ὑπακοή κλπ.) ὥστε ἐμεῖς ὡς μαθητές τους νά λαμβάνουμε τό καρπό τους καί μέ τήν σειρά μας νά τόν παραδίδουμε στούς ἑπομένους. Αὐτό θά πρέπει νά θεωρεῖται σεβασμός πού εἶναι κάτι διαφορετικό ἀπό τό ἠθικό του περιεχόμενο καί σημασία πού συχνά ἀκοῦμε. Αὐτή  ἡ ἀταλάντευτη συνέχεια καί ἀκλόνητη συνέπεια στήν Ἐκκλησίας μας, δηλαδή αὐτό πού δημιουργεῖ τήν Παράδοση. Καί ὅποιος εὑρίσκεται μέσα στήν Παράδοση ἔχει διασφαλίσει τόν δρόμο πρός τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.        

* * * * * *

α-Ὁ σκοπός τοῦ λειτουργικοῦ κηρύγματος

            Τό περιεχόμενο καί ὁ σκοπός τοῦ κηρύγματος στήν θεία Λειτουργία καθορίσθηκε ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο μέ τούς λόγους Του:

            «πεφνη γρ χρις το Θεο σωτριος πσιν νθρποις,  παιδεουσα μς να ρνησμενοι τν σβειαν κα τς κοσμικς πιθυμας σωφρνως κα δικαως κα εσεβς ζσωμεν ν τ νν αἰῶνι, προσδεχμενοι τν μακαραν λπδα κα πιφνειαν τς δξης το μεγλου Θεο κα σωτρος μν ησο Χριστο » (Πρός Τίτον β΄ 11-13)

            Δηλαδή : «Γιατί ὁ Θεός φανέρωσε τή χάρη του, γιά νά σώσει ὅλους τούς ἀν­θρώπους. Αὐτή μᾶς καθοδηγεῖ νά ἀρνηθοῦμε τήν ἀσέβεια καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες καί νά ζήσουμε μέ σωφροσύνη, μέ δικαιοσύνη καί μέ εὐσέβεια στόν παρόντα αἰῶνα, περιμένοντας τή μακαριότητα πού ἐλπίζουμε, δηλαδή τήν ἐμφάνιση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί σωτήρα μας, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ»

            Σύμφωνα μ’ αὐτούς τούς ἐκκλησιαστικούς λόγους τό λειτουργικό κήρυγμα μᾶς παιδαγωγεῖ, μᾶς ἐκπαιδεύει, μᾶς καθοδηγεῖ πρός τρεῖς κατευθύνσεις

            α΄.  στό νά ἀρνηθοῦμε τήν ἀσέβεια καί τίς ἐπιθυμίες τοῦ μάταιου καί ἁμαρτωλοῦ κόσμου καί νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπ’ αὐτόν

            β΄. στό νά ζήσουμε στή ζωή αὐτή μέ ἐγκράτεια στόν ἑαυτό μας, μέ δικαιοσύνη πρός τούς γύρω μας ἀνθρώπους καί μέ εὐσέβεια πρός τόν Θεό.

            γ΄.  στό νά περιμένουμε μέ χαρά τήν φανέρωση τῆς δόξας τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

* * * * * *

β΄ Ἡ πνευματική γέννηση.

            Ὁ θεῖος ἀπόστολος Παῦλος ἀπευθυνόμενος στούς Κορινθίους πού πῆγε γιά νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Χριστοῦ, ἀλλά καί σ’ ὅλους ὅσοι ἀκούουν τό κήρυγμά του διαβάζοντας τίς ἐπιστολές του τονίζει, ὅτι μέ τό κήρυγμά του  γέννησε τά πνευματικά του παιδιά μέ τήν χάρη πού τοῦ ἔδωσε ἡ κοινωνία καί ἡ σχέση του μέ τόν Χριστό.

            «Ἐὰν γρ μυρους παιδαγωγος χητε ν Χριστ, λλ' ο πολλος πατρας· ν γρ Χριστ ησο δι το εαγγελου γ μς γννησα » (Πρός Κορινθίους δ΄ 15)

            Δηλαδή: «Γιατί κι ν κόμα χετε χιλιάδες δασκάλους στή ζωή σας μέ τό Χριστό, δέν χετε πολλούς πατέρες λλά μόνον να. Στή σωτήρια οκονομία το ησο Χριστο, γώ σάν πατέρας σς γέννησα μέ τό κήρυγμα το εαγγελίου »

            Συνεπῶς μέ τό κήρυγμα γεννιοῦνται τά πνευματικά παιδιά, τά παιδιά πού πιστεύουν στό Θεό πού ζοῦν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐφαρμόζοντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος ἔτσι γίνεται λόγος Ζωῆς, Ζωοηφόρος  καί παράγει ἀποτέλεσμα. Δέν εἶναι ὁ ἀργός λόγος πού εἴδαμε στήν ἀρχή καί ὁ ξύλινος λόγος πού ἀποβαίνει νεκρός καί φθοροποιός. Διδάσκαλοι ὑπάρχουν πολλοί, εἰδικώτερα στίς μέρες μας μέ τά πολλά μέσα ἐπικοινωνίας πού διαθέτουμε σίγουρα βρήκαν πολλοί τήν εὐκαιρία νά «διδάξουν». Ὅμως ἡ διδασκαλία δέν εἶναι ἔργο ὅποιουδήποτε διδασκάλου. Παρά μόνο ἐκείνου πού μπορεῖ νά κατορθώσει μέσω τῆς διδασκαλίας του τήν πνευματική γέννηση τοῦ πιστοῦ. Ἄλλως ἀποβαίνει μία ψεύτικη γέννηση πού γεννᾶ ἕνα κίβδηλο τερατούργημα. Αὐτό γίνεται χωρίς νά θέλω νά ἐπεκταθῶ περισσότερο, στίς ἡμέρες μας πού περισσότερο σήμερα ὅλοι ὁμιλοῦν καί λιγότερο, σχεδόν κανένας δέν ἀκούει. Ἡ προσφορά μεγάλη στόν Τύπο, στήν τηλεόραση, στό Διαδίκτυο, ἀλλά ποιός ἐγγυᾶται τήν πνευματική γέννησή μας ἐν Χριστῷ;    

            Σ’ αὐτή τήν πνευματική γέννηση ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος πού εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί κυρίως τῆς σταυρικῆς θυσίας Του, γράφοντας:

            «πρεπε γρ ατ, δι' ν τ πντα κα δι' ο τ πντα, πολλος υος ες δξαν γαγντα, τν ρχηγν τς σωτηρας ατν δι παθημτων τελεισαι» (Πρός Ἑβραίους β΄10)

            Δηλαδή « Θεός, λοιπόν, ρχή καί σκοπός τν πάντων, ν δήγησε πολλούς υούς στή δόξα, πρεπε νά δηγήσει τόν ατιο τς σωτηρίας τους στήν λοκλήρωση το ργου του μέ τό πάθος».

             Μέ τόν τρόπο αὐτό πνευματική γέννηση καί πράξη στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας γίνονται ἕνα. Τό ἀπολυτρωτικό ἔργο τοῦ Κυρίου μας καί ἡ Σταυρική Του θυσία εἶναι τό μεγαλύτερο καί πανανθρώπινο «κήρυγμα» γιά τήν Σωτηρία μας. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός μας δέν μιλοῦσε ἁπλῶς, ἀλλά μέ τό παράδειγμα, τήν ἅγια βιοτή του καί πάνω ἀπό ὅλα τήν θυσία Του κήρυξε τήν Ἀλήθεια πού ὁ Ἴδιος ἔφερε μέ τήν θεότητά Του. Μέτοχοι στήν λόγο του δέν σημαίνει ἁπλῶς νά ἀκοῦμε ἁπλῶς καί νά ἀποστηθίζουμε τόν θεῖο λόγο ἀλλά πρωτίστως νά ἐνστερνιζόμαστε τόν λόγο αὐτό καί νά τόν μεταπράττουμε σέ ἔργο καί ἐν Χριστῷ Ζωή πρός σωτηρία μας. Ἔτσι ὁ λόγος καί συνδέται μέ τόν Σωτῆρα μας, ὥστε νά γίνεται βέβαιος καί καρποφορεῖ ὥστε νά γίνεται λυσιτελής γιά τίς ἁμαρτίες μας καί τά πάθη μας  

* * * * * *

γ΄. Ἡ μόρφωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

            Αὐτή ἡ πνευματική παιδαγωγία, ἡ διαδικασία δηλαδή τῆς πνευματικῆς προόδου ἀναδεικνύει τούς υἱούς καί τίς θυγατέρες τοῦ Θεοῦ, χαρίζει δηλαδή στούς ἀνθρώπους τήν θεία υἱοθεσία. Αὐτό πρέπει νά γίνει καθημερινό μέλημά μας καί βίωμα.

            Τό ἔργο αὐτό γιά νά ἐπιτελεσθεῖ ἀπαιτεῖ ὑπηρέτες καί συνεργάτες τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ἀνθρώπους γιά νά διαπαιδαγωγήσουν τούς μαθητές τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί νά τούς φθάσουν στήν πνευματική ὡριμότητα, τελειότητα πού εἶναι νά ἀποκτήσουν τόν τέλειο χαρακτήρα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅπως ὑψηγορεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος

            «Μχρι καταντσωμεν ο πντες ες τν ντητα τς πστεως κα τς πιγνσεως το υο το Θεο, ες νδρα τλειον, ες μτρον λικας το πληρματος το Χριστο, να μηκτι μεν νπιοι» (Πρός Ἐφεσίους δ΄ 13-14)

            Δηλαδή : «Ἔτσι θά καταλήξουμε λοι στήν νότητα πού δίνει πίστη κι βαθιά γνώση το Υο το Θεο, θά γίνουμε ριμοι καί θά φτάσουμε στήν τελειότητα πού μέτρο τς εναι Χριστός. Δέ θά εμαστε πιά νήπια».

            Ἡ περιγραφόμενη νηπιάζουσα κατάσταση δηλώνει τήν ραθυμία πού προαναφέραμε καί τήν ἔλειψη γνώσεως τοῦ θείου λόγου. Ὁ ἀγώνας μας πρέπει νά ἔχει στόχο τήν πνευματική ὡριμότητά μας καί τό μέτρο αὐτῆς γίνεται ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός.

            Ὁ ἀγῶνας, ἡ ἀγωνία, ὁ κόπος αὐτῆς τῆς φροντίδας  τῶν ἐργατῶν στό γεώργιο ἤ τήν οἰκοδομή τοῦ Θεοῦ  (Πρός Κορινθίους Α΄ γ΄ 9) γιά τήν πνευματική πρόοδο καί προκοπή καί ὡρίμανση τῶν πιστῶν χαρακτηρίσθηκε πνευματικός τοκετός καί παρομοιάσθηκε ἀπο τόν ἀπόστολο Παῦλο μέ τούς πόνους καί τήν ἀγωνία τοῦ σωματικοῦ τοκετοῦ. Γράφει στούς Γαλάτες :

            «Τεκνα μου, ος πλιν δνω, χρις ο μορφωθ Χριστς ν μν!» (δ΄ 19)

            Δηλαδή : «Παιδιά μου, γιά σς πάλι περν τούς πόνους τς γέννας, σπου νά διαμορφωθε μέσα σς Χριστός».

            Ἔτσι περιγράφει τήν διαδικασία τῆς φορντίδας τῶν «γεωργῶν» ὁ θεῖος ἀπόστολος Παῦλος, μέ σαφής προϋποθέσεις ὅρους καί ὅρια πρός ἐπίτευξη τοῦ ποθουμένου πού εἶναι ἡ Σωτηρία ὅλων μας.

* * * * * *

δ΄ Τό λειτουργικό κήρυγμα

μέσο γιά τήν κατανόηση τοῦ μυστηρίου τῆς σαρκώσεως

            Ὁ μέγας θεολόγος ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει, ὅτι σκοπός ὅλης τῆς  παιδαγωγίας τοῦ Θεοῦ πού ἐκτείνεται στήν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν νά ὁδηγήσει στήν πίστη πρός τόν Ἰησοῦ Χριστό, οἱ ἄνθρωποι νά πιστέψουν στόν ἀληθινό καί ζωντανό Θεό καί στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό πού ἀπέστειλε στόν κόσμο:

            «Ἵνα γινσκωσιν σ τν μνον ληθινν Θεν κα ν πστειλας ησον Χριστν» (Ἰωάννου ιζ΄ 3)

            Δηλαδή : «Καί νά ποιά εναι αώνια ζωή: Νά ναγνωρίζουν ο νθρωποι σένα ς τό μόνο ληθινό Θεό, καθώς κι κενον πού στειλες, τόν ησο Χριστό »  

            Καί ὁ Ἰωάνννης ὁ Χρυσόστομος ἄριστα θά ἐμπνευστεῖ καί θά ἑρμηνεύσει ἐπί τοῦ χωρίου τοῦ τούτου ἀποστόλου Παύλου λέγοντας :

            «Γαλακτοτροφί προσέοικεν τς Παλαις Διαθήκης παιδαγωγία, στερε δ τροφ τς Καινς Διαθήκης φιλοσοφία· οδες δ πρν θρέψαι γάλακτι, πρς τν στερεν γει τροφήν » (PG 51, 284)

            Θεωρεῖ δηλαδή τήν παιδαγωγία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὡς «γαλακτοτροφία» πού ἁρμόζει στά νεογέννητα τέκνα ἐνῶ τήν πνευματική τροφή τῆς Καινῆς Διαθήκης τήν χαρακτηρίζει ὡς «στερεά τροφή» πού ἁρμόζει στούς μεγαλυτέρους καί πιό ὥριμους. Ἐπισημαίνει δέ ὅτι δέν εἶναι σωστό νά τραφεῖ κανείς μέ στερά τροφή ἐάν δέν λάβει πρώτα τήν πρώτη τροφή πού εἶναι τό γάλα. Βλέπουμε ἐπίσης ὅτι δέν ἀντιτίθεται ἡ πρώτη στήν δεύτερη τροφή ἀλλά ἡ μία συμπληρώνει τήν ἄλλη. Ἡ στερεά τροφή δέν ἀναιρεῖ οὔτε ἀπορρίπτει τήν πρώτη γαλακτοτροφία. Ἀπεναντίας εἶναι χρήσιμη καί ἐπιβελβημένη. Ἔτσι λοιπόν καί στήν σχέση τοῦ κηρύγματος τῆς Παλαιᾶς μέ τήν Καινή Διαθήκη δέν ἔχουμε ἀντίθεση καί πνευματική ἀντιπαλότητα καθώς καί ἀναιρέσεις, ἀλλά ὁμιλοῦμε καί ἀποδεικνύουμε μέ τόν ἀναφερόμενο σ’ αὐτές θεῖο λόγο τήν συνέχειά τους, τήν συνέπειά τους καί τήν ἀλληλοσυμπλήρωσή τους. Καί αὐτό διότι μία εἶναι ἡ πηγή τους καί ἕνας ὁ σκοπός τους. Πηγή τους ὁ Τριαδικός Θεός καί σκοπός τους νά φανερώσουν στούς πιστούς τόν δρόμο τῆς σωτηρίας καί τήν ὁδό τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

            Ὅπως στήν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ συνέτεινε ἡ νομοθεσία τοῦ Σινᾶ κατά τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅτι «ὁ νόμος παιδαγωγός ἡμῶν γέγονε εἰς Χριστόν » (Πρός Γαλάτες γ΄ 24) ἔτσι καί τό λειτουργικό κήρυγμα ἔχει κέντρο τήν ἐπίγνωση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν κατανόηση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας οἰκονομίας, τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως «τ τ πλτος κα μκος κα βθος κα ψος » (Πρός Ἐφεσίους γ΄ 18) τῆς συγκαταβάσεως καί τοῦ ἐλέους τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

            Μιᾶς συγκαταβάσεως καί ἑνός ἐλέους πού προέρχεται ἀπό τήν ἄκτιστη θεία χάρη καί τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο.

            Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος θά παραλληλίσει τό θεῖο αὐτό κήρυγμα ὡς «σπέρμα» πού μένει αἰωνίως καί συνεχίζει τήν παρουσία του στόν χρόνο αἰώνια. Τό ἀποστολικό καί κατ’ ἐπέκταση τό λειτουργικό κήρυγμα ἀποβαίνει σωτήριο παραμένει στίς καρδιές τῶν πιστῶν αἰωνίως. Δέν εἶναι οὔτε πρόχειρο καί πρόσκαιρο ἀλλά οὔτε καί φθαρτό καί γήϊνο:  

            «Κα τ σπέρμα ατν ες τν αἰῶνα κατευθυνθήσεται. Σπέρμα τν γίων ποστόλων τ εαγγελικν κα σωτήριον κήρυγμα, περ ες τν αἰῶνα διαμένει» (PG 27, 432)

* * * * * *

ε΄. Ὁ Χριστολογικός χαρακτῆρας τοῦ λειτουργικοῦ λόγου.

            Ἔχοντες ὅλη αὐτή τήν γνώση καί τήν ἐμπειρία τῆς πίστεως ὁ πιστός ὀφείλει νά θυμᾶται τόν Ἰησοῦ Χριστό κατά τήν προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου στόν μαθητή του ἀπόστολο Τιμόθεο «Μνημνευε ησον Χριστν γηγερμνον κ νεκρν, κ σπρματος Δαυδ, κατ τ εαγγλιν μου» (Πρός Τιμόθεον Β΄ β΄ 8)

            Τό λειτουργικό κήρυγμα ὑπενθυμίζει στούς πιστούς τούς σταθμούς τοῦ μεγάλου μυστηρίου τῆς εὐσεβείας, ὅτι .

            « Ὁμολογουμνως μγα στ τ τς εσεβεας μυστριον·

Θες φανερθη ν σαρκ,

δικαιθη ν Πνεματι,

φθη γγλοις,

κηρχθη ν θνεσιν,

πιστεθη ν κσμ,

νελφθη ν δξ » (Πρός Τιμόθεον γ΄ 16).

            Δηλαδή : «Καί πως μολογομε, εναι μεγάλο τ μυστήριο τς πίστεως πο μς ποκαλύφθηκε: Θες φανερώθηκε ς νθρωπος, τ Πνεμα πέδειξε ποις ταν· φανερώθηκε στος γγέλους, κηρύχθηκε στ θνη, τν πίστεψε κόσμος, ναλήφθηκε μ δόξα ».

            Ὁ χαρακτῆρας τοῦ λειτουργικοῦ κηρύγματος εἶναι Χριστολογικός καί ἀναφέρεται στήν προΰπαρξη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, στίς προφητεῖες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης γι’ Αὐτόν. Τό λειτουργικό κήρυγμα ἀναφέρεται στήν ζωή Του, στήν τήν ἐποχή Του, στόν χαρακτῆρα Του, στά ἔργα Του, στά σημεῖα, τίς ἀποδείξεις δηλαδή τῆς καταγωγῆς Του καί τῆς δυνάμεώς Του, στήν διδασκαλία Του, στόν σταυρικό θάνατό Του, στήν ἀνάστασή Του, στήν ἀνάληψή Του, στήν δευτέρα παρουσία Του. Ἀκόμα καί στίς δωρεές Του πρός τούς μαθητές Του.

* * * * * *

            Συνεπῶς μέ τό λειτουργικό κήρυγμα οἱ πιστοί ὁδηγοῦνται βαθμηδόν στήν ἐπίγνωση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καί στήν κατανόηση τῶν ἀληθειῶν τῆς διδασκαλίας Του. Ἀπό ἐμᾶς ἐξαρτᾶται ἐάν αὐτό τό λειτουργικό κήρυγμα θά «λειτουργήσει» πρός σωτηρία ἤ πρός ἀπώλειά μας. Ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε τόσο ἐλεύθερους ὥστε καί τήν δυνατότητα μᾶς ἔδωσε νά Τόν ἀρνηθοῦμε. Ἐμεῖς ὀφείλουμε ἀπέναντι στήν αἰώνια ἀγάπη Του καί τό ἄπειρο ἐλεός Του νά δείξουμε τήν δική μας ἀγάπη πρώτα πρός Αὐτόν καί στήν συνέχεια στούς συνανθρώπους μας.

            Ἡ ἐπίγνωση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ δέν θά μείνει νεκρή καί ἡ κατανόηση τῶν ἀληθειῶν τῆ διδασκαλίας Του θά μᾶς ὁδηγήσει στήν μεγάλη καί ζεστή ἀγκαλιά Του. Τό σύγχρονο λειτουργικό κήρυγμα μέ τόν τρόπο αὐτό καθίσταται  μέσο παιδαγωγίας εἰς Χριστόν καί ἡ παιδαγωγία αὐτή ὅταν λειτουργήσει μέ τούς ὅρους καί τίς προϋποθέσεις πού ἀναπτύξαμε στήν Ἐκκλησία μας γίνεται « τς δικαιοσνης στφανος» (Πρός Τιμόθεον Β΄ δ΄ 8) τόν ὁποῖο εὔχομαι καί προσεύχομαι νά λάβουμε ὅλοι μας. Ἀμήν.

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images