ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
Ο ΑΝΙΔΙΟΤΕΛΗΣ ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
Δανιήλ
«᾿Ιησοῦν τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ, …ὃς διῆλθεν εὐεργετῶν καὶ ἰώμενος πάντας τοὺς καταδυναστευομένους ὑπὸ τοῦ διαβόλου» (Πράξεων ι΄, 38).
Ὁ Λυτρωτὴς ἡμῶν Χριστός, τὸ παιδὶ τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ συγχρόνως καὶ παιδὶ τοῦ λαοῦ, γεννημένος καὶ μεγαλωμένος μέσα σὲ ταπεινὲς καὶ φτωχικὲς συνθῆκες τῆς ζωῆς, γνώρισε ἀπὸ κοντὰ τὸν λαό, ἐξετίμησε τὶς μεγάλες ἀρετὲς τῆς ἁπλῆς καὶ ἀψιμυθίωτης ψυχῆς του καὶ γι’ αὐτὸ τὸν συμπάθησε τὸν συμπόνεσε καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν λύτρωσή του ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ τὸν μάστιζαν. ᾿Αφ᾽ ἑνὸς μὲν δεινὰ σωματικά : πολύμορφες ἀρρώστειες, στερήσεις καὶ κακουχίες· ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ δεινὰ ψυχικά: πολύμορφες παθήσεις ψυχικὲς ζευγαρωμένες μὲ ἀποβιταμίνωση καὶ ἀτροφία πνευματική.
Κι ἔτσι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς, σὰν πατέρας στοργικός, μερίμνησε γιὰ ὅλα τὰ ἀρρωστήματα καὶ τὰ δεινοπαθήµατα τοῦ καταφρονημένου, καὶ παραμελημένου λαοῦ. Καὶ τὸν μὲν πνευματικὸν ὑποσιτισμὸ τοῦ λαοῦ ἀντιμετώπισε ὁ Κύριος μὲ τὴ πνευματικὴ τροφή τῆς διδασκαλίας Του, τὶς δὲ σωματικὲς καὶ ψυχικὲς ἀρρώστιες θεράπευσε μὲ τὴν παντοδυναμία τῆς θεϊκῆς Του φύσεως. «Καὶ περιῆγεν ὁ ᾿Ιησοῦς διδάσκων.... καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον ἐν τῷ λαῷ» (Ματθαίου δ΄, 23)
Οὔτε στεῖρα περιέργεια, οὔτε ἀλαζονικὴ περιφρόνησι, οὔτε ἄνανδρος φόβος, ἀλλ᾽ οὔτε καὶ ποταπὴ κολακεία παρακινοῦσαν τὸν Ἰησοῦν Χριστόν νὰ ἐνδιαφερθῆ γιὰ τὸν λαόν. Ὁ Κύριος μακρὰν ἀπὸ κάθε δηµοκοπία καὶ συμφεροντολογία καὶ ἰδιοτελή ἐκμετάλλευση τῶν ἀνθρωπίνων ἀδυναμιῶν, µόνον ἀπὸ ἰδεολογικὴ ἀντίληψη καὶ ἁγνὴ διάθεση συμπάθησε τὸν λαὸ καὶ τὸν συμπόνεσε, ἐφόσον τὸν ἔβλεπε κουρασμένο καὶ ταλαιπωρημένο, ἀγνοημένο καὶ παραμελημένο σὰν κοπάδι προβάτων χωρὶς βοσκό (Ματθαίου ι΄, 36).
Καὶ τὸ ἄδολον ἐνδιαφέρον τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὸν λαὸ μαρτυροῦν οἱ ἀνύστακτες φροντίδες Του ὄχι µόνο γιὰ τὶς πνευματικὲς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς σωματικὲς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ, καὶ γιὰ τὴν συντήρηση τῆς ὑλικῆς του ζωῆς. Ζῶ σηµαίνει ἀντιπαλεύω μὲ τὴν πεῖνα καὶ τὴν δίψα, μὲ τὸ κρύο καὶ τὴν ζέστη, μὲ τὴν ἐξάντληση καὶ τὴν φθορά. Ἡ διατήρηση λοιπὸν τῆς σωματικῆς ζωῆς εἶναι μιὰ νίκη κατὰ τῆς φθορᾶς ποὺ ἐξασφαλίζεται μὲ μιὰ συνεχὴ καὶ ἐπίμονη καὶ κουραστικὴ προσπάθεια.
Τὸν βασικὸ δὲ αὐτὸν νόµο τῆς ζωῆς καὶ ἀπὸ ἀνθρώπινη πεῖρα τὸν γνώριζε καλὰ ὁ Κύριος, ἐφόσον ἕως τὸ τριακοστὸ ἔτος τῆς ἐδῶ ζωῆς Του µόχθησε καὶ ᾿Εκεῖνος στὸ ἐργαστῆρι τοῦ τέκτονος Ἰωσὴφ στὴν Ναζαρέτ. Ἡ καρδιά Του λοιπὸν ξεχείλιζε ἀπὸ συμπάθεια πρὸς τὸν λαό, ποὺ μοχθεῖ καὶ τσακίζεται γιὰ τὸν ἄρτο τὸν ἐπιούσιο καὶ γι αὐτὸ στὴν ἔρημο κατ᾽ ἐπανάληψη διέθρεψε τὸν πεινασμένο καὶ κουρασμένο λαό. ᾿Αλλ᾽ «ὅπου τὸ πτῶμα ἐκεῖ καὶ οἱ ἀετοί», καὶ οἱ ἀρρώστειες σὰν προχειρότερο στόχο ἔχουν συνήθως τὸ ὑποσιτιζόμενο καὶ ἐξαντλημένο σῶμα τοῦ ταλαιπώρου λαοῦ.
Γι’ αὐτὸ λοιπὸν καὶ ὁ Χριστὸς-Λυτρωτής, ποὺ τόσο βαθειὰ συµπόνεσε τὸν λαὸ στὶς ταλαιπωρίες καὶ κακουχίες του, πολεμοῦσε ἀνένδοτα τὴν λερναίαν Ὕδρα τῶν λαϊκῶν ἀσθενειῶν, προθυµότατα θεραπεύων κάθε νόσο καὶ κάθε κακοπάθεια τοῦ λαοῦ.
᾿Αλλὰ καὶ γιὰ τὶς πνευματικὲς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ πατρικὰ προνόησε ὁ Χριστός, ἀφοῦ πλουσιοπάροχα καὶ ἀκούραστα διέτρεφε τὸν λαὸ μὲ τὸ θεσπέσιο «μάνα» τῆς διδασκαλίας Του. Γενικῶς δέ, καλοκάγαθα ἄνοιγε στὸν λαὸ τὴν στοργική Του ἀγκαλιὰ καὶ τὸν καλοῦσε, λέγοντας: «Δεῦτε πρός µε πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν» (Ματθαίου ια΄, 28).
* * * * *
Καὶ τότε καὶ τώρα καὶ πάντοτε προσκαλοῦνται στοργικὰ νὰ πλησιάσουν τὸν Χριστὸν ὅσοι ἔχουν ἀποκάμει σωματικὰ καὶ ψυχυκὰ στὸν τραχὺν ἀγῶνα τῆς ζωῆς καὶ ὅσοι ἀγωνιστὲς τῆς ἁμαρτίας ἔχουν νικηθῆ ἀπ᾿ αὐτὴν καὶ σκλαβωθῇ.
Ὁ Χριστὸς- Λυτρωτὴς ὑπόσχεται νὰ δώση στοὺς μὲν πρώτους ξεκούραση καὶ ἐνίσχυση, στοὺς ἄλλους δὲ συγχώρηση καὶ λύτρωση. Καὶ τὸ μαρτύριο τῆς ἀπολυτρώσεώς μας τὸ βλέπετε ἐκεῖ ψηλὰ στόν Σταυρό αἰώνια. ᾿Αδιάψευστο, ἀκατάλυτο.
Μὲ τὴν αἱματηρὴ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ ὁ Χριστὸς κατήργησε ὄχι µόνο τὸν φραγµό, ποὺ χώριζε τὸν ἐναγῆ ἄνθρωπο ἀπ᾿ τὸν Πάναγνο Θεόν, ἀλλὰ καὶ τὰ διαφράγµατα ποὺ χώριζαν τοὺς ὁμαίμονας ἀνθρώπους (Πράξεων ιζ΄, 26) σὲ πατρικίους καὶ πληβείους, σ’ ἐλευθέρους καὶ δούλους, σ᾽ εὐγενεῖς καὶ ἀγενεῖς. Γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ «οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος καὶ ἐλεύθερος» (Πρός Κολοσσαεῖς γ΄, 11). Κατὰ τὴν Χριστιανικὴ ἀντίληψη καὶ ὁ ἀφανέστερος καὶ ἀμαθέστερος καὶ πενέστερος ἄνθρωπος ἔχει σταθερὴ ἀξία ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ὄχι μόνον τοῦ χάρισε τὴν φυσικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ τὸν συμπεριέλαβε στὸ πλαίσιο τῆς πνευματικῆς ἀπολυτρώσεως.
* * * * *
Κατὰ τὴν χριστιανικὴ ἀντίληψη οἱ κοινωνικὲς καὶ ταξικὲς διακρίσεις-δημιουργήματα κατὰ συνθήκη ἐφημέρων ὀργανώσεων δὲν ἔχουν ἀντικειμενικὴ ἀξία στὴν πνευματικὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ὄχι µόνον στὴν ἐπουράνια ἀλλὰ καὶ στὴν ἐπίγεια.
Τὰ µέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ἀποτελοῦν ἕν σῶμα, ἕνα ὀργανισμό, ἕνα λαό περιούσιο. Καθώς δέ στό ἀνθρώπινο σῶμα δέν γίνονται ἐγωϊστικές διακρίσεις ἐντίμων καί ἀτίμων μελῶν, ἀλλά τά εὐφυέστερα καί ἰσχυρότερα ὄργανα ἐπαγρυπνοῦν καί προστατεύουν τά ἀσθενέστερα, ἔτσι καί στό σῶμα τῆς χριστιανικῆς κοινωνίας ὅσοι ἔχουν θέση πλεονεκτική: ἠθική, πνευματική, ὑλική, ἔχουν συγχρόνως καί καθῆκον ἱερό τά ὁποιαδήποτε πλεονεκτήματά των· σοφία καί πεῖρα καί δύναμη καί πλοῦτο νά τά διαθέτουν γιά τήν ἐνίσχυση καί ὠφέλεια τῶν μειονεκτούντων ὡς πρὸς τὴν κτήση καὶ τὴν ἀπόλαυση τῶν φυσικῶν καὶ ἐπικτήτων ἀγαθῶν τῆς παρούσης ζωῆς.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρὶν ἀπὸ 20 αἰῶνας ἐνομοθέτησε γιὰ μᾶς τοὺς Χριστιανοὺς τὸ «ὀφείλομεν ἡμεῖς οἱ δυνατοὶ τὰ ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν» (Πρός Ρωμαίους ιε΄, 1). Ὅσοι λοιπὸν δυνατοὶ καὶ πλούσιοι σὲ γνώσεις ἢ πεῖρα ἢ χρῆμα, σὲ πίστη καὶ ἐλπίδα καὶ ἀγάπη, συναισθανόμενοι τὴν ἀπαράγραπτη Χριστιανικὴ τους ὑποχρέωση τοῦ νὰ βαστάζουν τῶν ἀδυνάτων τὰ βάρη, ὡς καὶ τὴν ἀπέναντι τοῦ ἀδεκάστου Θεοῦ ἀναπόφευκτη λογοδοσία ποὺ θὰ δώση ὁ καθένας, ἄς ἐνδιαφερθοῦν μὲ φιλάδελφη διάθεση γιὰ τὶς πνευµατικὲς, ἠθικὲς καὶ ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ µας. Ἄς μή ξεχνᾶμε ὅτι ὅλοι εἴμεθα «σὰρξ ἐκ τῆς σαρκὸς καὶ ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν» (Γενέσεως β΄, 23) τοῦ λαοῦ. Ἄς μὴ ξεχνᾶμε πρὸ παντός, ὅτι ὁ ἄσαρκος Θεὸς ἐσαρκώθη ἑκὼν καὶ ἐταπεινώθη καὶ κατὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση Του πείνασε καὶ δίψασε, πόνεσε καὶ ἔκλαψε, σταυρώθηκε καὶ πέθανε γιὰ τὸν λαό. Στὸν ἀγαπημένο λοιπὸν καὶ εὐλογημένο ἀπὸ τὸν Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή µας λαὸ ἀξίζει καὶ ἐκ μέρους μας κάθε τιμὴ καὶ ἀγάπη καὶ θυσία.