«θαρσεῖται ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον»
Μέ χαρά καί εὐφροσύνη οἱ πιστοί ἑορτάζουμε λαμπρῶς τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τήν νίκη Του, ὁ Ὁποῖος κατά τόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη «ἐξῆλθε νικῶν καὶ ἵνα νικήσῃ» (Ἀποκαλύψεως στ´ 2).
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἔγινε ὁ ἀπόλυτος νικητής στό πάθος στό πάθος Του. Ἐπέτρεψε στούς ἐχθρούς Του νά Τόν ταπεινώσουν καί νά Τόν ἐξευτελίσουν μέ κάθε τρόπο καί μέσο, κι Ἐκεῖνος ἔμεινε ἀπαθής, ἀτάραχος, ὡς βέβαιος γιά τήν νίκη Του. Δέχθηκε νά πιεῖ τό πικρό ποτήρι τοῦ Πάθους καί νά βυθισθεῖ μέσα στόν πόνο ὑπακούοντας στό θέλημα τοῦ Οὐρανίου Πατέρα. Νίκησε μέ τήν καρτερία Του, μέ τήν σιωπή Του, μέ τήν ἀνεξι κακία Του, τήν σοφή ταπείνωσή Του. Ὑπέμεινε ἑκούσια, καρτερικά καί ἀγόγγυστα τό μεγάλο μαρτύριο τοῦ Πάθους Του, ἄν καί δέν ἔπρεπε νά ὑποστεῖ τέτοιο μαρτυρικό καί ἀτιμωτικό θάνατο, ἐπειδή ἦταν ἀναμάρτητος καί δίκαιος πρός ὅλους.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος διακηρύττει, ὅτι γι᾽ αὐτή τήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωσή Του ὁ Θεός Τόν ὑπερύψωσε καί Τόν δόξασε (Πρός Φιλιππησίους β´ 89.), ἀναφέροντας : «ταπεινώθηκε θεληματικά ὑπακούοντας μέχρι θανάτου, καί μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ. Γι’ αὐτό καί ὁ Θεός τόν ἀνέβασε πολύ ψηλά καί Τοῦ χάρισε τό ὄνομα πού εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα τά ὀνόματα»
Ἔτσι ἡ ἑκούσια ὑπακοή μας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὑπομονή μας στίς προσωπικές δοκιμασίες τῆς ζωῆς «χωρὶς γογγυσμῶν καὶ διαλογισμῶν» (Πρός Φιλιππησίους β´ 14) μετατρέπεται σέ προσωπικές περιφανεῖς νίκες, ἀφοῦ μᾶς καθιστοῦν ἀμέμπτους καί ἀκεραίους, τέκνα Θεοῦ ἄμωμα (Πρός Φιλιππησίους β´ 1415) : «Ὅλα νά τά κάνετε χωρίς γογγυσμούς, κι ἐπιφυλάξεις, γιά νά γίνετε ἄψογοι καί ὁλοκληρωμένοι, παιδιά τοῦ Θεοῦ ἁγνά, ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους κακούς καί διεφθαρμένους. Ἀνάμεσά τους νά λάμπετε σάν ἀστέρια στόν κόσμο, μένοντας σταθεροί στό εὐαγγέλιο πού δίνει ζωή»
Ὁ Κύριός μας ὡς Νικητής τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου θυσιάστηκε καί πέθανε ἐλεύθερος ἀπό τήν ἁμαρτία, ἐπειδή ἦταν ἀναμάρτητος, γι᾽ αὐτό παρέμεινε καί ἐν «νεκροῖς ἐλεύθερος» (Ψαλμοῦ ΠΖ´ (ΠΗ´) 87, 5). Ὁ θάνατος εἶναι συνέπεια τῆς ἁμαρτίας καί τῆς παρακοῆς στό θέλημα τοῦ πανάγαθου Θεοῦ μας κατά τό ἀποστολικό «τὰ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος» (Πρός Ρωμαίους στ´ 23) δηλαδή : «Γιατί ὁ μισθός πού δίνει ἡ ἁμαρτία εἶναι ὁ θάνατος, ἐνῶ τό δῶρο πού χαρίζει ὁ Θεός εἶναι ἡ αἰώνια ζωή, τήν ὁποία ἔφερε ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριός μας»
Ἡ Ἀνάσταση, βιώνεται ὡς προσωπική νίκη τοῦ κάθε πιστοῦ στήν κακία καί στά ἐξευτελιστικά πάθη τῆς ἁμαρτίας, πού ἐλευθερομένος ἀπό τά ὑπαρξιακά δεσμά τοῦ πεπτωκότος μετέχει στήν καινή ζωή.
γ´. Νικητής τῶν ἀντιθέων δυνάμεων Ὅσοι συνεργάσθηκαν καί ἐπέτυχαν νά καταδικασθεῖ σέ θάνατο ὁ ἀναμάρτητος καί μόνος δίκαιος Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἐπεδίωκαν νά ἀποδειχθοῦν ἰσχυρότεροι τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ, τοῦ φωτός, ἀλλά μέ τήν Ἀνάσταση Του διαψεύσθηκαν. Αὐτή ἡ νίκη βιώνεται συνεχῶς στήν ζωή μας καί μᾶς ἐμπνέει νά μήν ὑποταχθοῦμε στίς ἀνόσιες καί ἀντίθεες δυνάμεις τοῦ κόσμου πού θέλουν νά μᾶς ἐπι βληθοῦν καί νά κυριαρχήσουν πάνω μας. Ὁ Κύριός μας ἐνθαρρύνει τούς μαθητές Του προτρέποντάς τους νά ἔχουν θάρρος καί νά Τόν ἐμπιστεύονται λέγοντας «θαρσεῖται ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰωάννου ιστ´ 33.).
Χαρεῖτε καί εὐφρανθεῖτε γιά τήν νίκη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί βιώσατέ την ὡς προσωπική νίκη στήν ζωή σας.
Ἡ νίκη τῆς ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ παρατείνεται καί σήμερα στό ὑλικό καί ἐγκόσμιο σῶμα τῶν μαθητῶν Του πού συγκροτοῦν τό πελώριο καί πολυμελές ζωντανό καί ἱστορικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν μία ἁγία ἀποστολική καί καθολική Ἐκκλησία μας, πού ἐμπνέεται καί κατευθύνεται στό χωροχρόνο ἀπό τό Πνεῦμα Ἐκείνου.
Στήν Ἐκκλησία ἐπαναλαμβάνεται μυστικά καί διά τῶν τελουμένων ἁγίων Μυστηρίων ἡ ζωή Ἐκείνου κάθε ἡμέρα καί κάθε νύκτα ὡς λόγος καί πράξη. Σέ κάθε θεία Λειτουργία γεννιέται, βαπτίζεται, διδάσκει, θεραπεύει, βασανίζεται, δικάζεται ἀπό τούς ἀδίκους καί προκατειλημένους δικαστές. Καταδικάζεται σέ σταύρωση, ἀποθνήσκει. Ἐνταφιάζεται. Ἀλλά ἀνίσταται γιά νά διακηρύξει στά πέρατα τοῦ σύμπαντος κόσμου καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων: «Μοῦ δόθηκε κάθε ἐξουσία στόν οὐρανό καί στή γῆ» (Ματθαίου κη΄ 18). Κι ἐμεῖς τά μέλη αὐτοῦ τοῦ ἐνδόξου Θεοῦ ὁμολογοῦμε «Σύ εἶ ὁ Θεός ἡμῶν ἐκτός Σοῦ ἄλλον οὐκ οἴδαμεν τό ὄνομά Σου ὀνομάζομεν. Δέν ὑψώνουμε τά χέρια μας καί τήν φωνή μας ἱκετευτικά σ’ ἄλλο Θεό. «Τόν σταυρόν Σου προσκυνοῦμε Δέσποτα καί τήν Ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν ὑμνοῦμε καί δοξάζουμε»