Οἱ ποθοῦντες τοῦ θείου Πάσχα μετασχεῖν
Ὁ εὔσπλαγχνος Θεός μας, ὁ οἰκτίρμων καί ἐλεήμων, ὁ μακρόθυμος καί πολυέλεος καί ἀληθινός (βλ. Ἐξόδου λδ΄, 6) δέν ἐγκαταλείπει τόν λαό Του στήν ταλαιπωρία καί τήν καταπίεση. Ἐνεργεῖ γιά νά τόν ἀπαλλάξει, κατά τήν διαβεβαίωσή Του «οὐ μή σε ἀνῶ οὐδ' οὐ μή σε ἐγκαταλίπω» (Πρός Ἑβραίους ιγ΄, 5· Δευτερονομίου λα΄, 6,8).
Αὐτός ὁ Θεός προέτρεψε στήν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τόν Μωϋσῆ νά ἀπευθυνθεῖ στό Φαραώ γιά νά τοῦ ἀνακοινώσει τό θέλημά Του (βλ. Ἐξόδου ε΄, 1-3). Ἐπίσης ὁ Ἴδιος Θεός προέτρεψε τόν Μωϋσῆ νά ἀνακοινώσει στούς Ἰσραηλῖτες τήν ἀπόφασή Του νά τούς ἐλευθερώσει καί νά τούς κάμει λαό Του (βλ. Ἐξόδου στ΄, 2-8). Στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ ἀντιστάθηκε ὁ Φαραώ. Τήν ἀντίστασή του ἔκαμψε ὁ Θεός μέ θαυμαστές ἐπεμβάσεις (βλ. τίς 10 πληγές, βλ Ἐξόδου ζ΄-ια΄)
Ἡ ἔξοδος πραγματοποιήθηκε τή νύκτα τῆς 14ης τοῦ μηνός Νισάν πού ἦταν ὁ πρῶτος μήνας τοῦ ἔτους ἀφοῦ προηγήθηκε τό δεῖπνο τῆς Ἐξόδου κατά τίς ὁδηγίες τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι συστάθηκε ἡ ἑορτή τοῦ Πάσχα πού ἐγκαινιάζει τήν καινή ζωή, τήν ζωή τῆς ἐλευθερίας ἀπό τή δουλεία τῶν Αἰγυπτίων γιά τούς Ἰσραηλῖτες καί τῆς ἐλευθερίας ἀπό τήν δουλεία τῶν παθῶν τῆς ἁμαρτίας γιά τούς Χριστιανούς, «ἵνα ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Πρός Ρωμαίους στ΄, 4)
Ἡ σύναψη τῆς Διαθήκης.
Ἀπό τόν Ἀδάμ μέχρι τό Σινᾶ δέν εἶχε δοθεῖ ἀπευθείας κανένας νόμος ἀπό τόν Θεό στούς ἀνθρώπους. Στό Σινᾶ δόθηκε ἡ Μωσαϊκή Διαθήκη (Ἐξόδου ιθ΄, 5· κ΄, 1· λα΄, 18).
Ἡ Μωσαϊκή Διαθήκη στό Σινᾶ δόθηκε στόν Ἰσραήλ κατ’ ἀρχή καί μετά ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό πρός ὅλα τά ἔθνη, τούς ἄλλους λαούς, τούς Χριστιανούς. Ἦταν μία Διαθήκη µέ ὅρους· ἀπαιτοῦσε τήν ὑπακοή τοῦ ἀνθρώπου καί τήν πιστή τήρηση ὅλων τῶν διατάξεων. Ἡ Διαθήκη ἦταν ἀδύνατο νά ἐφαρμοστεῖ, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναµίας, ὅπως ὁμολογεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφοντας «ὁ νόμος ὅμως ξέρουμε ἦταν ἀδύνατο νά ἐφαρμοσθεῖ λόγῳ τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας πέραν τούτου ἡ παράβασις τοῦ νόμου καθιστοῦσε τόν ἄνθρωπο ἔνοχο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Πρός Γαλάτες γ΄, 19-22· Πρός Ρωμαίους γ΄, 19· η΄, 3α).
Ὁ Δεκάλογος κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο εἶχε σκοπό νά δείξει τήν ἁμαρτία καί νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο νά πιστέψει στόν Ἰησοῦ Χριστό «διὰ γὰρ νόμον ἐπίγνωσις τῆς ἁμαρτίας» (Πρός Ρωμαίους γ΄, 20) , ἀφοῦ «καί ὁ νόμος παιδαγωγός ἡμῶν γέγονε εἰς Χριστόν» (Πρός Γαλάτας γ΄, 24). Ὁ ἴδιος Ἀπόστολος προτρέπει ὅλου μας : «Καθαρίσωμεν ἑαυτούς ἀπό παντός μολυσμοῦ σαρκός καί πνεύματος ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Πρός Κορινθίους Β΄, ζ΄, 1).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος συγκρίνει τήν νέα πραγματικότητα πού προέκυψε ἀπό τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί κατ’ ἐπέκταση τῆς Ἀναστάσεώς Του:
«Δέν προσήλθατε στό ὅρος Σινά… Προσήλθατε στό Θεό, πού εἶναι κριτής τῶν πάντων, καί σέ πνεύματα ἀνθρώπων δίκαιων, πού ἔχουν φτάσει στήν τελείωση, καί στόν Ἰησοῦ, μεσίτη νέας διαθήκης, καί σέ αἷμα ἐξαγνισμοῦ, πού ὁ Θεός τό εἰσακούει καλύτερα ἀπό τό αἷμα τοῦ Ἄβελ. Προσέχετε νά μήν ἀρνηθεῖτε τή φωνή αὐτοῦ πού σᾶς μιλάει. Γιατί, ἄν ἐκεῖνοι δέν ξέφυγαν τήν τιμωρία, ὅταν ἀρνήθηκαν ν’ ἀκούσουν ἐκεῖνον πού τούς δίδαξε πάνω στή γῆ, πολύ περισσότερο δέ θά ξεφύγουμε ἐμεῖς, ἄν ἀπαρνηθοῦμε ἐκεῖνον πού εἶναι ἀπό τούς οὐρανούς» (Πρός Ἑβραίους ιβ΄, 18-25)
Ἐπίσης, ἐπισημαίνει τόν κίνδυνο νά ἀποκλεισθεῖ κάποιος ἄν δέν ἀνταποκριθεῖ στήν πρόσκληση τοῦ Θεοῦ νά εἰσέλθει καί νά κατοικήσει σ’ αὐτή τήν οὐράνια πατρίδα, στό θεῖο κάλεσμα πού ἕπεται ἀπό τήν Ἀνάστασή Του : «Ἡ ὑπόσχεση ὅτι θά μποῦμε στόν τόπο, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ἀνάπαυση, ἰσχύει ἀκόμη. Ἄς προσέξουμε, λοιπόν, μήπως κανείς ἀπό σᾶς βρεθεῖ ἀπ’ ἔξω … Ἐνῶ ἐμεῖς πού πιστέψαμε θά μποῦμε στόν τόπο τῆς ἀνάπαυσης … Ἐπειδή λοιπόν ἀπομένει ἀκόμα νά μποῦν μερικοί σ’ αὐτήν, κι ἀφοῦ ἐκεῖνοι πού ἄκουσαν τότε τή χαρμόσυνη εἴδηση δέν μπῆκαν ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας τους, γι’ αὐτό ὁ Θεός ὁρίζει πάλι κάποια μέρα πού τήν ὀνομάζει «σήμερα»…Γιατί αὐτός πού θά μπεῖ στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας θά ἀναπαυτεῖ κι ὁ ἴδιος ἀπό τά ἔργα του, ὅπως ἀκριβῶς κι ὁ Θεός ἀπό τά δικά του. Ἄς προσπαθήσουμε, λοιπόν, νά μποῦμε στόν τόπο τῆς ἀνάπαυσης, γιά νά μήν πέσει κανείς στό ἴδιο παράπτωμα τῆς ἀπιστίας» (Πρός Ἑβραίους δ΄, 1-11).
Ὅσοι πιστοί ὄντως ποθοῦν νά ζήσουν τό θεῖο Πάσχα, ὀφείλουν μετάνοια, συναίσθηση ἁμαρτωλότητος, σταθερή νέκρωση τῶν παθῶν τους καί στήριξη τοῦ ἀγῶνα τους μέ τήν βακτηρία τῆς θερμῆς πίστεως στό Θεό, ὅπως πολύ ὡραῖα ὑμνολογεῖ ἡ Ἐκκλησία μας τήν περίοδο αὐτῆς τῆς μετανοίας καί τῆς κατανύξεως
Οἱ ποθοῦντες τοῦ θείου Πάσχα μετασχεῖν, οὐκ ἀπ' Αἰγύπτου, ἀλλ' ἐκ Σιὼν ἀρχομένου, τὴν τῆς ἁμαρτίας ζύμην, ἐξάρωμεν τῇ μετανοίᾳ, περιζώσωμεν τὰς ὀσφύας ἡμῶν, τῇ νεκρώσει τῶν ἡδονῶν, καλλωπίσωμεν τοὺς πόδας, ὑποδήμασι κωλυτικοῖς, ἐκ πάσης ὁδοῦ πονηρᾶς, καὶ στηριχθῶμεν, τῇ βακτηρίᾳ τῆς πίστεως, μὴ ζηλώσωμεν τούς ἐχθρούς, τοῦ δεσποτικοῦ Σταυροῦ, θεοποιοῦντες τὴν γαστέρα, ἀλλ' ἀκολουθήσωμεν, τῷ διὰ νηστείας ἡμῖν, τὴν κατὰ τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι τῶν ψυχῶν ἡμῶν (Ἰδιόμελον Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Πέμπτης τῆς Α΄ Ἑβδομάδος τοῦ Τριωδίου)