Ὁ πνευματικός οἶκος.
Ὁ πιστός πού ἐπιθυμεῖ νά ζεῖ σύμφωνα μέ τό θεῖο θέλημα καί τίς εὐαγγελικές ἐπιταγές καί τίς σωτήριες γιά τόν ἄνθρωπος ἐντολές τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὀφείλει νά ἀγωνίζεται γιά τήν ἀπόκτηση ἀρετῶν μέ προοπτική τήν σωτηρία του, πού θά τοῦ δοθεῖ ὡς δῶρο ἀπό τόν Θεό καί Πατέρα μας.
Γιά νά οἰκοδομηθεῖ ὅμως ὁ οἶκος τῶν ἀρετῶν ἀπαιτεῖται νά καταλυθεῖ ὁ οἶκος τοῦ σώματος πού ἐξουσιάζεται ἀπό τήν ἁμαρτία. Γι’ αὐτό ὁ ἀπόστολος Παῦλος: προτρέπει τούς πιστούς: «Γι’ αὐτό, λοιπόν, δέ χάνουμε τό θάρρος μας. Μπορεῖ ἐξωτερικά νά βαδίζουμε στό θάνατο, ἐσωτερικά ὅμως, ἡμέρα μέ τήν ἡμέρα, ἡ ζωή μας ἀνανεώνεται» (Β΄ Πρός Κορινθίους δ΄ 16).
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος διδάσκει ὅτι: «Ὅταν δέ τό θνητό φρόνημά μας καταποθεῖ καί κυριευθεῖ ἀπό τήν προθυμία μας, τότε λοιπόν μέ κάθε χαρά καί σπουδή καί πόθο καί φλόγα ἀποκτοῦμαι τίς ἀρετές». (Λόγος Α΄ τῆς Κλίμακος: Περί ἀποταγῆς § κθ΄) .
Πόλεμος καί μάχη παντοτεινή εὑρίσκεται μεταξύ τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος· καί ὅσο τό ἕνα νικᾶ, τόσο τό ἄλλο ὑποχωρεῖ. Ἑπομένως ὅποιος θέλει νά οἰκοδομήσει τόν οἶκο τῆς ψυχῆς, πρέπει νά νικήσει προηγουμένως τίς ἐπιθυμίες καί τά πάθη τοῦ σώματος καί νά τά ὑποτάξει στήν ψυχή. Γιά τοῦτο προτρέπει ὁ Παῦλος: «Γιατί οἱ ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες εἶναι ἀντίθετες μέ τό Πνεῦμα, καί φυσικά τό Πνεῦμα ἀντίθετο μέ τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες. Αὐτά τά δύο ἀντιμάχονται τό ἕνα τό ἄλλο, καί γι’ αὐτό ἄλλωστε δέν κάνετε αὐτά πού θά θέλατε νά κάνετε» (Πρός Γαλάτες ε΄ 17).
Ὁ πνευματικός οἶκος τῆς ψυχῆς οἰκοδομεῖται μέ διάκριση καί σοφία καθώς εἶναι γραμμένο: «Μέ τήν ἀληθινή σοφία, μέ τήν εὐλάβεια καί τόν φόβο δηλαδή τοῦ Θεοῦ, θεμελιώνεται καί κτίζεται ἕνα σπίτι· μέ τήν σύνεσι δέ ἀνορθώνεται καί προοδεύει ἡ οἰκογένεια» (Παροιμιῶν κδ΄ 3).
Οἱ πιστοί πρέπει νά ἀποφεύγουν κάθε ἔλλειψη καί ὑπερβολή, πού ἀμφότερες εἶναι κακίες, καί νά εὑρίσκεται πάντοτε στό μέσο, πού εὑρίσκεται ἡ ἀρετή.
Γι’ αὐτό ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ἑρμηνεύοντας τό χωρίο «ὁδῷ βασιλικῇ πορευσόμεθα » (βλ. Ἀριθμῶν κα΄ 22) διδάσκει: «Αὐτός ὁ λόγος ἐκφράζει μιά ἀλήθεια, ἐπειδή προσδιορίζει ὅτι οἱ ἀρετές εὑρίσκονται στή μέση. Γιατί εἶναι φυσικό κάθε κακία νά διαπράττεται ἤ μέ τήν ἔλλειψη ἤ μέ τήν ὑπέρβαση τῆς ἀρετῆς» (Λόγος εἰς τόν βίον τοῦ Μωϋσέως P.G. 44, στ.420)
Στόν οἶκο τῆς ψυχῆς οἰκοδόμος καί φύλακας εἶναι ὁ Κύριος
Οἱ πιστοί πού οἰκοδομοῦν τήν πόλη τῆς ψυχῆς τους, δέν πρέπει νά παραλείπουν νά ἐπικαλοῦνται τόν ὄντως Οἰκοδόμο, ὥστε Αὐτός νά τήν οἰκοδομήσει, Αὐτός νά τήν φυλάξει ἄσειστη μέχρι τέλους κατά τόν γραφικό λόγο: «Ἐάν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος δέν φυλάξει μία πόλη, μάταια ἀγρύπνησαν οἱ φρουροί της» (Ψαλμοῦ ρκστ΄(ρκζ΄) 126,1).
Ὁ πνευματικός οἶκος τῆς ψυχῆς οἰκοδομεῖται μέ τήν Χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν. Διδάσκει σχετικῶς ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος στά 154 πρακτικά καί θεολογικά κεφάλαια: “… ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος συντηρεῖται μέ τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν, ἐνῶ τά ἔργα τῶν ἐντολῶν καταβάλλονται σάν θεμέλια γιά τή δωρεά τοῦ Θεοῦ. Καί οὔτε ἡ χάρη τοῦ Πνεύματος παραμένει χωρίς τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν, οὔτε ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν χωρίς τήν χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι χρήσιμη καί ὠφέλιμη…καί ἐκεῖνος πού ἔβαλε τά θεμέλια τῆς ἐργασίας τῶν ἐντολῶν καί σήκωσε τοίχους ὑψηλῶν ἀρετῶν, ἄν δέν λάβει καί τή χάρη τοῦ Πνεύματος μέ θεωρία καί γνώση ψυχῆς, εἶναι ἀτελής καί ἄξιος νά τόν οἰκτείρουν οἱ τέλειοι. Αὐτός στερήθηκε τή χάρη ὁπωσδήποτε ἀπό δύο αἰτίες. Ἤ ἀμέλησε τή μετάνοια, ἤ, βλέποντας τό σύνολο τῶν ἀρετῶν, ἀποθαρρύνθηκε ἀπό τό ἄπειρο πλῆθος τους καί παρέλειψε κάποια ἀπό ἐκεῖνες πού ἐμεῖς τίς θεωροῦμε πολύ μικρές, εἶναι ὅμως ἀναγκαῖες γιά νά ὁλοκληρωθεῖ τό σπίτι τῶν ἀρετῶν. Γιατί χωρίς αὐτές δέν μπορεῖ νά στεγασθεῖ μέ τή χάρη τοῦ Πνεύματος” (“Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν” μεταφρασμένη τόμος Δ΄. Ἐκδόσεις: “Tό περιβόλι τῆς Παναγίας” σελ. 28-29). Τέλος ὁ πνευματικός οἶκος οἰκοδομεῖται μέ πολλούς κόπους, θλίψεις καί δάκρυα καί πόνους. Γι’ αὐτό αὐτός ὁ χρυσορρήμoνας Ἰωάννης (βλ. P.G. 55, στ. 361 Ὁμιλία εἰς τόν ρκε΄ (ρκστ΄) 125 Ψαλμόν) διδάσκει : Ὅπως οἱ γεωργοί σπέρνουν μέ κρύο, μέ βροχές, μέ ἀνέμους καί μέ ἄλλες κακοπάθειες τοῦ χειμώνα ἀποβλέποντες στήν μέλλουσα χαρά πού ἐλπίζουν νά ἀπολαύσουν ὅταν θερίσουν, ἔτσι καί οἱ χριστιανοί σπέρνουν στήν ζωή αὐτή μέ δάκρυα καί κόπους τά σπέρματα τῶν ἀρετῶν καί τῆς μετάνοιας. Στήν μέλλουσα ζωή ἔχουν νά ἀπολαύσουν χαρά καί ἀγαλλίαση.
Γιά τό πολύ σημαντικό θέμα αὐτό πού ἀφορᾶ στήν πορεία τοῦ πιστοῦ καί τόν πνευματικό του ἀγῶνα ὁ Μέγας Βασίλειος διδάσκει παραδειγματικά καί εὔστοχα σχολιάζοντας τόν ρκε΄ Ψαλμό, σχετικῶς: «Ἐκεῖνοι λοιπόν πού διαπέρασαν τίς ἡμέρες τοῦ παρόντα αἰώνα πού εὑρίσκεται ἤδη στό τέλος του καί κοντεύει νά δύσει, μέ τό νά θρηνοῦν τίς ἁμαρτίες τους, θά χαροῦν αὐτοί, ὅταν ἔλθει τό ἀληθινό ἐκεῖνο πρωΐ. Γιατί «Αὐτοί πού σπέρνουν μέ δάκρυ τώρα, μέ ἀγαλλίαση θά θερίσουν» δηλαδή στό μέλλον» (βλ. Ψαλμοῦ ρκε΄ (ρκστ΄)125,5) (P.G. 29, στ.316 Ὁμιλία εἰς τόν κθ΄ (29) Ψαλμόν).