Δοξολογία - Ὑποδοχή-Ὕψωση
Μέ τρεῖς τρόπους μᾶς ἐπισημαίνει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας μέ τήν ὑμνολογία της γιά τήν μεγάλη Δεσποτική ἑορτή νά ἑορτάσουμε τήν γέννηση τοῦ Θεανθρώπου καί Λυτρωτοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
«Χριστός γεννᾶται δοξάσατε. Χριστός ἐξ οὐρανοῦ ἀπαντήσατε. Χριστός ἐπί γῆς ὑψώθητε»
«Χριστός γεννᾶται δοξάσατε».
Στίς πανηγύρεις τῆς Ἐκκλησίας μας δοξολογοῦμε τόν Θεό γιά τά θαυμαστά καί μεγαλειώδη ἔργα πού πραγματοποίησε γιά μᾶς. Ἡ Ἐκκλησία σήμερα ὑπενθυμίζει, πανυγηρικά ὅτι «ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν» (Πρός Γαλάτας δ΄, 5).
Δηλαδή : «Ὅταν ὅμως ἔφτασε ἡ ὥρα πού εἶχε καθορίσει ὁ Θεός, ἀπέστειλε τόν Υἱό του. Γεννήθηκε ἀπό μία γυναίκα καί ὑποτάχτηκε στό νόμο, γιά νά ἐξαγοράσει τούς ὑπόδουλους στό νόμο τῆς ἁμαρτίας, γιά νά γίνουμε παιδιά τοῦ Θεοῦ».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στό χωρίο αὐτό ἀναφέρεται στήν αἰτία τῆς χαρᾶς πού εἶναι οἱ δύο σκοποί τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ α΄. «ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ» καί β΄. «ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν».
Ὁ κατά φύσιν Μονογενής Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός ἐνηνθρώπησε, ταπεινώθηκε καί ἔγινε ἄνθρωπος ὁμοιοπαθής μέ ἐμᾶς γιά νά μᾶς καταστήσει υἱούς τοῦ Θεοῦ κατά χάριν : «ἐπτώχευσεν πλούσιος ὤν, ἵνα ὑμεῖς τῇ ἐκείνου πτωχείᾳ πλουτήσωμεν» (Πρός Κορινθίους Β΄, η΄, 9), Μέ τήν ἑκούσια ταπείνωσή Του μᾶς ἀπελευθευθέρωσε ἀπό τήν τυραννία τοῦ νόμου θανάτου καί τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ἦλθε γιά νά ἄρη τίς συνέπειες τῆς παρακοῆς μας ἐκ τῆς παραβάσεως τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ, πρώτα τῆς ἠθικῆς, ἀφοῦ διά τῆς παραβάσεως τοῦ ἑνός κατεστάθημεν οἱ πάντες ἁμαρτωλοί καί ἐν συνεχείᾳ τῆς ὀντολογικῆς, ἀφοῦ οἱ πάντες ἠχρεώθησαν καί ἐξέπεσαν τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Ὑψηγορεῖ ὁ κορυφαῖος θεολόγος, ἀπόστολος Παῦλος στήν Πρός Ρωμαίους ἐπιστολή του αὐτή τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ἀντιπαραβάλλοντας τόν Ἰησοῦν Χριστόν πρός τόν Ἀδάμ. (Πρός Ρωμαίους ε΄, 12-19).
Ἡ Γραφή, διακηρύσσει, ὅτι τό δύδκολο ἔργο τῆς σωτηρίας μας ἐπετεύχθη ἀποκλειστικῶς ἀπό τόν Θεό ἐξ ἀγάπης καί φιλανθρωπίας ὅπως προφητικά ἀναγγέλει ὁ Ἡσαΐας: «ἐγένετο αὐτοῖς εἰς σωτηρίαν ἐκ πάσης θλίψεως οὐ πρέσβυς οὐδὲ ἄγγελος, ἀλλ' αὐτὸς κύριος ἔσωσεν αὐτοὺς διὰ τὸ ἀγαπᾶν αὐτοὺς καὶ φείδεσθαι αὐτῶν αὐτὸς ἐλυτρώσατο αὐτοὺς καὶ ἀνέλαβεν αὐτοὺς καὶ ὕψωσεν αὐτοὺς πάσας τὰς ἡμέρας τοῦ αἰῶνος» (Ἡσαΐου ξγ΄, 8-9).
Δηλαδή : «Καί ἐπιτεύχθηκε γιά τούς ἀνθρώπους σωτηρία ἀπό κάθε θλίψη˙ δέν ἦταν ὅμως οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος, ἀλλά ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος πού τούς ἔσωσε ἐπειδή τούς ἀγαποῦσε καί ἐνδιαφερόταν γι΄ αὐτούς καθώς τούς λύτρωσε, τούς ἀνέλαβε καί τούς ὕψωσε ὅλες τίς ἡμέρες τοῦ αἰώνα».
Ἐμβαθύνοντας οἱ Πατέρες καί θεοφόροι Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας στήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ διατυπώνουν τούς ἑξῆς δύο λόγους,
α΄. ἡ σωτηρία μας, ἡ ἀπελευθέρωσή μας, δηλαδή ἀπό τούς νόμους τῆς φθορᾶς πού εἶναι δυσβάστακτη συνέπεια τῶν ἁμαρτιῶν μας ἦταν ἀδύνατη νά γίνει ἀπό ἄνθρωπο, ἐφόσον οὐδείς ἀναμάρτητος. Πῶς ἦταν ἑπομένως δυνατό νά νικήσει ὁ ἄνθρωπος τήν δύναμη τῆς ἁμαρτίας καί νά ἀποελευθερωθεῖ ἀπό αὐτή ἐφ’ ὅσον ἦταν ὑποτεταγμένος σ’αὐτή; Ὁ Θεός πάλι ὡς ἀναμάρτητος δέν ὑποχρεοῦτο νά ἁγωνισθεῖ. Δέν τόν ἀφεῶρα
β΄. ἡ περιπέτεια τοῦ ἀνθρώπου πολλῷ δέ μᾶλλον πού ὁ ἄνθρωπος ἦταν παραβάτης τῶν ἐντολῶν Του, ἄν καί ἦταν ἀνώτερος τῶν νοημάτων τῆς φθορᾶς, ὡστόσο ὅμως ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά ἐλευθερώσει τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τούς νόμους αὐτούς.
Αὐτά δείχνουν τήν σοφία, τήν ἀγάπη, τήν δικαιοσύνη καί τήν φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ, ὅτι τό συντριβέν ἀπό τόν διάβολο δημιούργημά Του δέν τό ἐγκατέλειψε, ἀλλά τό ἀνακαίνισε καί τό ἀποκατέστησε.
* * * * *
«Χριστός ἐξ οὐρανῶν ἀπαντήσατε».
Ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός κατῆλθε ἐξ οὐρανοῦ ἀποδεικνύει πόθεν ἐκ τῆς ἁμαρτίας ἐξεπέσαμεν καί ὅτι , ἐνῶ οἱ Χριστιανοί ζοῦμε ἐντός τοῦ κόσμου, ὀφείλουμε νά μήν ἀνήκουμε στόν κόσμο, ὅπως Ἐκεῖνος : «ὑμεῖς ἐκ τῶν κάτω ἐστέ, ἐγὼ ἐκ τῶν ἄνω εἰμί· ὑμεῖς ἐκ τοῦ κόσμου τούτου ἐστέ, ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰωάννου η΄, 23).
Δηλαδή : «Ἐσεῖς κατάγεστε ἀπό δῶ κάτω, ἐνῶ ἐγώ κατάγομαι ἀπό πάνω· ἐσεῖς προέρχεστε ἀπό αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο, ἐνῶ ἐγώ δέν προέρχομαι ἀπό τόν κόσμο αὐτόν».
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος σημειώνει τήν ἐσχατολογική προοπτική τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, ὅτι:
«Οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Πρός Ἑβραίους ιγ΄, 14)
Δηλαδή : «Γιατί δέν ἔχουμε ἐδῶ μόνιμη πολιτεία, ἀλλά λαχταροῦμε τή μελλοντική»
Ἄν καί οἱ Ἰουδαῖοι ἀνέμεναν τόν Μεσσία καί προετοιμάσθηκαν ἀπό τούς Προφῆτες γιά τήν ἔλευσί Του, ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης διαπιστώνει ὅτι ὁ Χριστός «εἰς τά ἴδια ἦλθεν καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρἐλαβον» (Ἰωάννου α΄, 11). Ὅταν, δηλαδή, ἦλθε οἱ Ἰουδαῖοι δέν Τόν ἀποδέχθηκαν, Τόν ἀπέρριψαν καί Τόν θανάτωσαν ὡς κακοῦργον.
Ἡ ἀπόρριψη ὅμως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῆς πίστεως στό πρόσωπό Του, στήν διαδαχή Του καί στό ἔργο Του δέν εἶναι ἄνευ συνεπειῶν, ὅπως ἐπεσήμανε ὁ Κύριός μας στούς Ἰουδαίους «ἰδού ἀφίεται ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος» (Ματθαίου κγ΄, 38). Ὁ Θεός ὅταν περιφρονεῖται καί ἀπορρίπτεται ἐγκαταλείπει τόν ἄνθρωπο.
Ὅσοι ἐγκατελείπουν καί ἀρνοῦνται τόν Θεό ζοῦν ἀπελπισμένοι καί θά ἀπορριφθοῦν στά αἰώνια ἀπορρίμματα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Θά ἀποκλεισθοῦν ἀπό τήν κονωνία μαζί Του καί τήν συμμετοχή στά αἰώνια ἀγαθά. Ὁ Θεός Πατέρας ὅμως «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καί εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α΄ Πρός Τιμόθεον β΄, 4). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει στούς Ἰουδαίους πού ἀρνήθηκαν τόν Μεσσία παρά τίς σωτήριες ἐπεμβάσεις τοῦ Θεοῦ ὅτι τελικῶς θά ἀποκλεισθοῦν ἕνεκα τῆς ἀπιστίας τους (Πρός Ἑβραίους δ΄, 1-11).
Ὁ Δημιουργός Θεός καί Πατέρας δέν ἐπιθυμεῖ οὐδενός τόν ἀποκλεισμό, μᾶς ἐδημιούργησε γιά νά ζήσουμε αἰώνια σέ κοινωνία μαζί Του ἀπολαμβάνοντας κάθε ἀγαθό τῆς βασιλείας Του.
* * * * *
«Χριστός ἐπί γῆς ὑψώθητε»
Ὑψώθητε, κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, σημαίνει γιά τούς Χριστιανούς πού ζοῦν μέ τό ἦθος τῆς ἀναστάσεως, ὅτι ὁ προσανατολισμός τους καί ἐνδιαφέροντά τους εἶναι στόν οὐρανό καί στά πνευματικά (Πρός Κολσσαεῖς γ΄, 1-4).
Ὅλα αὐτά μᾶς δείχνουν καί μᾶς ὑποχεώνουν νά ἀποξενωθοῦμε ἀπό τά ἐπίγεια, τά ποταπά, τά μελαγχολικά καί τά πρόσκαιρα. Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός ἀνανεώνει τήν ζωή μας παρά τήν ἐξωτερική φθορά (Πρός Κορινθίους δ΄, 16-18)