Κάθαρση
τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ πιστοῦ ἀνθρώπου εἶναι νά ἑνωθεῖ μέ Τόν Θεό Πατέρα μέ τήν υἱοθεσία του ἀπ’ Αὐτόν.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑπενθυμίζει στούς πιστούς τήν ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ, ὅτι θά ἀναγνωρίζει ὡς υἱούς καί θυγατέρες Του ὅσους πιστεύουν στόν Υἱό Του τόν ἀγαπητό καί Μονογενῆ Του τόν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ὅλοι οἱ πιστοί δύνανται νά ἀπολαύσουν τήν δωρεά τῆς υἱοθεσίας τους ἀπό τόν ἐπουράνιο Θεό καί Πατέρα (Πρός Γαλάτας δ΄ 5-7 καί Πρός Ρωμαίους η΄ 15-17).
Υἱοθεσία σημαίνει, ὅτι ὅσα δικαιώματα ἔχει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὡς ὁ κατά τήν θεία φύση Του Υἱός τοῦ ἐπουρανίου Θεοῦ καί Πατέρα, τά ἴδια δικαιώματα ἀποκτοῦν καί τά υἱοθετημένα ἀπό τόν Θεό Πατέρα τέκνα Του πού εἶναι οἱ πιστοί σ’ Αὐτόν.
Αὐτή ἡ πράξη υἱοθεσίας τοῦ Θεοῦ Πατέρα ὀφείλεται στήν ἀγάπη Του καί τήν φιλανθρωπία Του πού ἐνῷ ζούσαμε ὡς ξένοι καί ἀλλότριοι (Πρός Ἐφεσίους γ΄11-13) αὐτῶν τῶν δωρεῶν καί ἐπαγγελιῶν Ἐκεῖνος μᾶς ἀξίωσε νά γίνουμε «κοινωνοί θείας φύσεως» (Β΄ Πέτρου α΄ 4) «συμπολῖτες τῶν ἁγίων καί οἰκεῖοι τοῦ Θεοῦ» (Πρός Ἐφεσίους β΄ 19).
Αὐτές ὅμως οἱ θεῖες δωρεές εἶναι ἀσύληπτες ἀπό τόν νοῦ τοῦ ἀνθρώπου καί ἐντελῶς ἀδύνατο νά διεκδικηθοῦν καί νά ἀποκτηθοῦν ἀπ’ αὐτόν. Παρέχονται δωρεάν ἀπό τόν Θεό Πατέρα. Δημιουργοῦν ὡστόσο ὁρισμένες ὑποχρεώσεις στούς ἀνθρώπους, ὅπως τήν ὑποχρέωση νά καθαρισθοῦν ἀπό τούς ρύπους τῆς ἁμαρτίας, ἐπειδή πρόκειται νά ἑνωθοῦν μέ τόν Θεό, ὁ Ὁποῖος ἑνώνεται μόνο μέ καθαρούς «Καθαρτέον, πρῶτον ἑαυτόν, εἴτα τῷ καθαρῷ προσομιλητέον» (Λόγος Κ΄, Περί δόγματος, ἤτοι περί θεολογίας, καί καταστάσεως ἐπισκόπων, ἤ κατά ἐπισκόπων, PG 35, 1069) τονίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
Τήν ἀνάγκη τῆς ἐσωτερικῆς καθάρσεως τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου ἐπεσήμανε καί ὁ Κύριος μας Ἰησοῦς Χριστός (Ματθαίου κγ΄ 25-26), διότι ἀπό τήν καρδιά βγαίνουν πονηρές σκέψεις, φόνοι, μοιχεῖες, πορνεῖες, κλοπές, ψευδομαρτυρίες. Ὅλα αὐτά κάνουν τόν ἄνθρωπο ἀκάθαρτο (Ματθαίου ιε΄ 19-20).
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισήμανε τήν αἰτία τῆς φοβερῆς αὐτῆς ἐκπτώσεως καί ἀλλοιώσεως τοῦ ἀνθρώπου ὅτι εἶναι ἡ ἄγνοια καί ἀπόρριψη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἐπειδή οἱ ἄνθρωποι ἀπέρριψαν τόν ἀληθινόν Θεό καί ἀναγνώρισαν τά εἴδωλα ὡς Θεό τους περιέπεσαν σέ ἀνάρμοστη συμπεριφορά, γέμισαν ἀπό κάθε λογῆς ἀδικία, πορνεία, πονηρία, πλεονεξία, κακία, φθόνο, φόνο, φιλονικία, ἀπάτη καί κακοήθεια, κακολογοῦν καί κατηγοροῦν ὁ ἕνας τόν ἄλλο, μισοῦν τόν Θεό, εἶναι κακοποιοί, ὑπερήφανοι, ἀλαζόνες, στρέφονται μόνο πῶς θά βλάψουν τούς ἄλλους, εἶναι ἀνυπάκοοι στούς γονεῖς τους, ἄνθρωποι χωρίς σύνεση, δέν κρατοῦν τόν λόγο τους δέν ἔχουν στοργή, διαλλακτικότητα καί ἔλεος ἐνῶ γνωρίζουν κατά τήν θεϊκή προειδοποίηση πῶς ὅσοι συμπεριφέρονται ἔτσι εἶναι καταδικασμένοι σέ αἰώνιο θάνατο ὄχι μόνο κάνουν ὅλα ὅσα ἀναφέρουμε ἀλλά καί ἐπιδοκιμάζουν ὅσους βλέπουν νά συμπεριφέρονται ἔτσι, τούς ἔξω ἀνθρώπους, τῆς καρδιᾶς (Πρός Ρωμαίους α΄ 28-32).
Ἡ εἰδωλολατρεία ὁδήγησε καί ὑποδούλωσε τόν ἄνθρωπο σέ κάθε εἴδους κακία.
Γι’ αὐτό μπροστά σ’ αὐτή τήν ἐπικίνδυνη κατάσταση οἱ ἀπόστολοι προτρέπουν τούς πιστούς να ἀνανήψουν, νά ἀπορρίψουν τήν ἁμαρτωλή συμπεριφορά (Πρός Ρωμαίους ιγ΄ 12 καί Πρός Ἐφεσίους δ΄ 22, 25)
«Καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» (Πρός Κορινθίους Β΄ ζ΄ 1).