Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΑ ΖΩΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
Δανιήλ
Ὑπάρχει μιά περίοδος τῆς ζωῆς τῆς Παναγίας γιά τήν ὁποία θά θέλαμε νά εἴχαμε πολύ περισσότερες πληροφορίες ἀπό ἐκεῖνες πού ἔχουμε. Ἡ περίοδος αὐτή εἶναι ἐκείνη πού ἀντιστοιχεῖ στά τρία ἔτης τῆς δημοσίας ζωῆς τοῦ Σωτῆρος ἤ καλύτερα ἐκείνη πού ἀρχίζει ἀπό τό θαῦμα στήν Κανᾶ τῆς Γαλιλαίας καί τελειώνει στό δρᾶμα τοῦ Γολγοθᾶ. Τι ἔκανε ὅλη αὐτή τήν περίοδο ἡ Παναγία; Τά Εὐαγγέλια δέν μᾶς ἀναφέρουν παρά ἐλάχιστα. Ἀλλά κι ἀπό αὐτά τά ἐλάχιστα μποροῦμε νά συμπεράνουμε γιά τά ὑπόλοιπα.
Ἀπὸ τὴν προσεκτικὴ µελέτη τῶν Εὐαγγελίων διαπιστώνουμε ὅτι ἡ Παναγία δὲν εὑρισκόταν συνήθως στὴν ἀκολουθία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κατὰ τὸν δηµόσιο βίο Του. ᾽Αναμϕιβόλως ἔπρεπε νὰ εἶχε ἐγκαταλείψει τὴ Ναζαρὲτ γιὰ νὰ εὑρίσκεται κοντά Του, ὅπου ἐπήγαινε ᾿Εκεῖνος, ἀλλὰ θεωρεῖται πιὸ βέβαιο ὅτι δὲν Τὸν ἀκολουθοῦσε σὲ ὅλες τὶς περιοδεῖες Του.
Κατ’ ἐπανάληψη τὸ Εὐαγγέλιο μᾶς ἀναφέρει ὅτι ἀφοσιωμένες γυναῖκες ἀκολουθοῦσαν τὸν Ἰησοῦ Χριστό καὶ τοὺς ἀποστόλους Του καὶ ὅτι τοὺς ὑπηρετοῦσαν πιστὰ καὶ μὲ ἀφοσίωση : «Καὶ ὅτε ἦν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ἠκολούθουν αὐτῷ καὶ διηκόνουν αὐτῷ» (Μάρκου ιε΄, 49).
Δὲν μποροῦμε πράγματι νὰ ἐννοήσουμε ὅτι αὐτοὶ -ὁ Ἰησοῦς Χριστός καὶ οἱ µαθητές Του - θὰ μποροῦσαν νὰ περάσουν τρία χρόνα χωρὶς κάποιος νὰ τοὺς βοηθήσει, εἴτε γιὰ τὸ φαγητό τους, εἴτε γιὰ τὰ ροῦχα τους, εἴτε γιὰ τὶς ἀπαραίτητες ὑλικές ἀνάγκες τους.
Τὸ ὄνομα ὅμως τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας, μητρὸς τοῦ Ἰησοῦ, δὲν ἀναφέρεται ξεχωριστὰ καὶ μὲ σαφήνεια ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς συγγραφεῖς. Ἔνδειξη ὅτι δὲν συμμετεῖχε ἡ Παναγία στὸν ὅμιλο τῶν ἀφοσιωμένων γυναικῶν, ποὺ ἀπετέλεσε τὸ πρῶτον ἔμβρυον τῆς χριστιανικῆς δράσεως.
Γιατί ἡ Παναγία δὲν συμμετεῖχε σ᾿ αὐτὸ τὸν ὅμιλο; ᾿Αναμϕιβόλως γιατὶ ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός ἔτσι ἤθελε, ἔτσι εἶχε καθορίσει.
Οἱ ἑρμηνευτὲς εὑρίσκουν πολλὲς ἐξηγήσεις στὴ θέληση αὐτὴ τοῦ Ἰησοῦ Χιρστοῦ. Ἡ κυριωτέρα εἶναι ὅτι ὁ θεῖος Διδάσκαλος δὲν ἤθελε νὰ ἀφήσει τοὺς ἀκροατές του νὰ ἐνδιαφέρωνται γιὰ τοὺς φυσικοὺς συγγενικούς δεσμούς Του, ὥστε οἱ δεσμοὶ αὐτοὶ νὰ γίνωνται ἐμπόδιο στὴ θεϊκή ἀποστολή Του. Τοῦτο ἐξάγεται ἀπὸ δυὸ ἀπαντήσεις ποὺ ἔδωσε ξεχωριστὰ σὲ δυὸ περιπτώσεις.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός κατὰ τὸ δημόσιο βίο Του ἐνεργοῦσε περισσότερο ὡς Θεὸς παρὰ ὡς ἄνθρωπος. Ὁ σκοπός Του καὶ τά ἔργα Του στὸ δηµόσιο βίο Του ἀπαιτοῦσαν ἡ Παναγία νὰ εἶχε κάπως παραμερισθεῖ, γιατὶ ὁ ᾿Ιησοῦς ἔχει ἀποστολὴ νὰ ἀναζητήσει καὶ νὰ σώσει τοὺς ἁμαρτωλούς. Στὰ δύο περιστατικά τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ γίνεται μνεία τοῦ ὀνόματος τῆς Παναγίας, Αὐτὴ πάντοτε ἐπαινεῖται καὶ τιμᾶται ὄχι γιατὶ εἶναι μητέρα τοῦ Ἰησοῦ Χριτοῦ, ἀλλὰ γιατὶ ἀνταποκρίθηκε στὴν κλήση της, ἔμεινε πιστὴ στὸν Θεὸ καὶ καλλιέργησε τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ.
ΙΙ
Κατὰ πρῶτον στὴν πόλη Καπερναοὺμ ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἐκείνη τὴν ἡμέρα δίδασκε µέσα σὲ ἕνα σπίτι. Γύρω Του εὑρίσκονταν οἱ ᾿Απόστολοι καὶ πολὺ πλῆθος. Σὲ μιὰ στιγµή καταφθάνει ἡ Παρθένος Μαρία συνοδευοµένη ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς της, Μαρία τοῦ Κλεόπα καὶ τὰ παιδιά της.
Παρευθὺς ἡ πληροφορία φθάνει στὸν ᾿Ιησοῦ ὅτι ἡ Μητέρα Του εἶναι ἐκεῖ καὶ ζητεῖ νὰ τὸν δεῖ. Κάποιος ἀπὸ τοὺς παρόντας εἰδοποιεῖ τὸν Ἰησοῦ Χριστό : «Ἡ µήτηρ σου καὶ οἱ ἀδελφοί σου ἑστήκασιν ἔξω ἰδεῖν σε θέλοντες» (Λουκᾶ η΄, 20).
Ἄς σηµειώσωμε κατὰ πρῶτο τὴν ἔκφραση «καὶ οἱ ἀδελφοί σου», πού τὸ ἱερὸ κείµενο χρησιμοποιεῖ ἐδῶ ὅπως καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις καὶ ποὺ θὰ ἄφηνε ἴσως νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι ἡ Παναγία εἶχε καὶ ἄλλα παιδιὰ ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ. Ὄχι. Εἶναι βέβαιο καὶ δόγµα τῆς πίστεώς µας ὅτι ἡ Παναγία ἦταν παρθένος πρὸ τοῦ τόκου καὶ μετὰ τὸν τόκον. Ὑπῆρξε ἀειπάρθενος. Στὴ βιβλική ὅμως γλώσσα ἡ λέξη «ἀδελφοὶ» ἔχει ἄλλη ἔννοια ἀπὸ τὴ δική µας, τὴ σηµερινή. Σημαίνει στενὰ συγγενικά πρόσωπα. Στὴν περίπτωσή µας οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Ἰησοῦ εἶναι παιδιὰ τῆς Μαρίας τοῦ Κλεόπα, ἑπομένως ἐξαδέλφια τοῦ Ἰησοῦ.
Στὸ ἄκουσμα τῆς ἀγγελίας ποὺ ἔκαναν στὸν Ἰησοῦ Χριστό: «Ἡ µήτηρ σου καὶ οἱ ἀδελφοί σου ἑστήκασιν ἔξω», ὁ θεῖος Διδάσκαλος ἀπάντησε: «Τίς ἔστι µήτηρ; καὶ τίνες εἰσὶν οἱ ἀδελφοί µου;» (Ματθαίου ιβ΄, 48). Βαθειὰ σιωπὴ ἐπηκολούθησε. Τότε ὁ Ἰησοῦς Χριστός περιφέροντας τὸ βλέμµα Του σὲ ὅλους τοὺς παρευρισκοµένους ἀκροατές του καὶ ἐκτείνοντας τὸ χέρι πρὸς αὐτοὺς δήλωσε ἐπιβλητικὰ καὶ καθαρά: «Μήτηρ µου καὶ ἀδελφοί µου οὗτοί εἰσιν οἱ τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ ἀκούοντες καὶ ποιοῦντες αὐτὸν» (Λουκᾶ η΄, 21).
Τί σηµαίνει αὐτὴ ἡ ἀπάντηση; Ὁ θεῖος Διδάσκαλος θέλησε ἐδῶ νὰ ἐνημερώσει τὴν ἀνωτερότητα τῶν ὑπερφυσικῶν αἰσθημάτων συγκρινόµενα μὲ τὰ καλύτερα καὶ εὐγενέστερα γήϊνα αἰσθήματα. Καὶ θέλησε συνάµα νὰ μᾶς διδάξει τὴν ἀπόσπαση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπινους δεσμούς, ὅταν πρόκειται νὰ ὑπηρετήσουμε τὸν Θεό. Τὸ ἴδιο µάθηµα μᾶς τὸ ἔδωσε καὶ σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν στὸν ναὸ τῆς Ἱερουσαλήμ, ὅταν ἀπάντησε στὴ Μητέρα Του καὶ στὸν ᾽Ιωσὴφ ὅτι ἔπρεπε νὰ τὸν ἀναζητοῦν στὸ σπίτι τοῦ Πατέρα του «Οὐκ ἤδειτε ὅτι ἐν τοῖς τοῦ Πατρός µου δεῖ εἶναι µε;» (Λουκᾶ β΄, 49). Πρῶτα ὁ Θεὸς καὶ ἔπειτα οἱ ἄνθρωποι.
Στὴ μιὰ καὶ στὴν ἄλλη περίπτωση τὰ λόγια τοῦ ᾿Ιησοῦ δὲν ἐγκλείουν καμιὰ ἐπίπληξη γιὰ τὴ Μητέρα Του, ἀλλὰ ἀντιθέτως λεπτὸ ἔπαινο σὲ αὐστηρὴ µορφή. Κι αὐτὸ γιατὶ κανεὶς ἄλλος δὲν συμµόρφωσε τὴ διαγωγή Του πρὸς τὴ θεϊκὴ θέληση, ὅπως ἡ Παναγία,
Δέν συνέλαβε τὸν θεῖο Λόγο στὰ καθαρά σπλάγχνα της διακηρύττοντας, ὅτι εἶναι δούλη Κυρίου καὶ ἂς γίνη κατὰ τὸ θέληµά Του; (Λουκᾶ α΄, 38).
ΙΙΙ
Τό δεύτερο περιστατικὸ κατὰ τὸ δημόσιο βίο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸ ὁποῖο γίνεται σαφῶς μνεία τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας ἀναφέρεται σὲ ἕνα συμβὰν ποὺ προξένησε ὁ θαυμασμὸς μιᾶς γυναίκας τοῦ λαοῦ ἀκούοντας τὰ ὑπέροχα λόγια τοῦ θείου Διδασκάλου.
Ξαφνικὰ μιά γυναίκα ἀπὸ τὸ πλῆθος φώναξε: «Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας» (Λουκᾶ ια΄, 27). Ἡ γυναίκα αὐτὴ ἀνήμπορος νὰ κρατήσει τὸν ἐνθουσιασµό της ἀπὸ τὸ μεγαλεῖο τῶν λόγων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ μὲ ποιητικὴ ἔξαρση καὶ φαντασία φώναξε συγκινηµένη: «Μακαρία ἡ κοιλία, ποὺ σὲ βάστασε, καὶ οἱ μαστοὶ τοὺς ὁποίους ἐθήλασες». Δηλαδὴ µακαρία ἡ μητέρα, ποὺ σὲ γέννησε καὶ σὲ ἔθρεψε. Ἐμπρὸς σὲ τέτοια ἐπαινετικὴ καὶ ἐκστατικὴ ἔκφραση τι ἔκανε ὁ Ἰησοῦς;
Βέβαια δὲν ἀρνεῖται τὴν ἀλήθεια τῶν ἐπαινετικῶν λόγων, ποὺ Τὸν ἀφοροῦν, τόσον ᾿Εκεῖνον ὅσο καὶ τὴ Μητέρα Του. Ἡ Μητέρα Του δὲν εἶπε κάποτε κατὰ θεϊκὴ ἔμπνευση ὅτι θὰ τὴν θεωρήσουν µακαρία ὅλες οἱ γενεές: «Ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί µε πᾶσαι αἱ γενεαί»; (Λουκᾶ α΄, 48)
Ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός θέλησε ἀκόμα μιὰ φορὰ νὰ ἐπωφεληθεῖ τῆς εὐκαιρίας γιὰ νὰ ἐξυψώσει τοὺς ἀκροατάς Του ἐπάνω ἀπὸ τὶς γήϊνες σκέψεις. Γι’ αὐτὸ προσθέτει «Μενοῦν γε µακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκᾶ ια΄, 28). ᾿Αληθινή, µακαρία εἶναι ἡ μητέρα µου, ἀλλὰ μὴ λησμονεῖτε ὅτι µακάριοι πρωτίστως εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἀκούουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσουν αὐτόν (Λουκᾶ ια΄, 28). Ἔτσι κι αὐτὴ ποὺ μὲ γέννησε καὶ θήλασε, ἔγινε ἄξια τῆς τιμῆς αὐτῆς, γιατὶ φύλαξε πάντα τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ἔκανε καὶ πάλι ἐμμέσως τὸν ἔπαινον τῆς Μητέρας Του, γιατὶ τὴν ἀνεκήρυττε µακαρία γιὰ δυὸ λόγους: Καὶ γιατὶ ἔφερε στὸν κόσµο τὸν Λόγο καὶ γιατί, καλύτερα ἀπὸ κάθε ἄλλο πλάσμα δέχθηκε καὶ φύλαξε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Ἐκκλησία ἀκόμη παρέλαβε τὸ ἱερὸ αὐτὸ κείµενο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ σὲ κάθε σχεδὸν ἑορτὴ τῆς Παναγίας τὸ ἐπαναλαμβάνει στὶς ᾽Ακολουθίες καὶ μᾶς προσκαλεῖ νὰ τὸ µελετήσωμε.