Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024

Τό γραφεῖο τῆς Ἀντιπροσωπείας

τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Βρυξέλλες

            Ἀπό τῆς ἐντάξεως τῆς Ἑλλάδος στήν Εὐρωπαϊκή Οίκονομική Κοινόητητα ὅμως διεπιστώθη ἡ ἀνάγκη συστάσεως Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἐγκαταστάσεως καί λειτουργίας τοῦ ἀπαραιτήτου Γραφείου στίς Βρυξέλλες γιά τήν διεκπεραίωση τῶν σχετικῶν ὑποθέσεων καί τήν διευκόλυνση τῆς ἐπικοινωνίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τά Ὄργανα τῶν Θεσμῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως. Ἐπειδή ὅμως τά Εὐρωπαϊκά Κράτη εὑρίσκονται ὑπό τήν πνευματική δικαιοδοσία τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἔπρεπε νά ζητηθεῖ ἡ ἄδειά Του.

Τό θέμα συζητήθηκε ἐπανειλημμένως στίς Διμερεῖς Συζητήσεις μεταξύ Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

  1. 19 Μαρτίου 1991 στήν Ἀθήνα.
  2. 20 Φεβρουαρίου 1995 στήν Κωσταντινούπολη.
  3. Ἀπό 29.11 ἕως 2.12.1995 στήν Κωσταντινούπολη.
  4. Ἀπό 13.6. ἕως 17.6.1998 στήν Κωσταντινούπολη.
  5. Ἀπό 9 ἕως 11.9.1998 στήν Ἀθήνα.

Ἡ ἵδρυση Γραφείου σχέσεων καί ἐπικοινωνίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τήν Εὐρωπαϊκή Οἰκονομική Κοινότητα ἀρχικῶς καί τήν ἐν συνεχείᾳ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση ἀπησχόλησε ζωηρῶς τήν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἀναζήτησε ἐπισταμένως τρόπους γιά νά προωθήσει τήν διαδικασία γιά τήν θεσμοθετημένη αὐτόνομη παρουσία Της στήν Εὐρώπη.

Γιά τό σκοπό αὐτό συγκρότησε Εἰδικές Ἐπιτροπές καί τό Γραφεῖο Σχέσεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μετά τῆς Εὐρωπαϊκῆς Οἰκονομικῆς Κοινότητας.

Βεβαίως ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶχε δραστηριοποιηθεῖ στόν χῶρο τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης πρό τῆς ἱδρύσεως τῆς Εὐρωπαϊκῆς Οἰκονομικῆς Κοινότητος καί τῆς ἐντάξεως τῆς Χώρας μας σ’ αὐτή.

Ἐπισημαίνεται, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος διά τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν Σχέσεων συμμετεῖχε δραστηρίως καί ἐντόνως στήν Οἰκουμενική Ἐπιτροπή γιά τήν Ἐκκλησία καί τήν Κοινωνία στήν Δυτική Εὐρώπη καί στό Συμβούλιο Εὐρωπαϊκῶν Ἐκκλησιῶν «Conference of European Churches» (C.E.C.)

Ἐπειδή ὅμως στούς ἀναφερθέντες Ὀργανισμούς πού συμμετεῖχε ἡ Ἐκκλησία μας κυριαρχοῦσαν οἱ Προτεστάντες ἐπιδιώχθηκε ἡ αὐτόνομη παρουσία Της καί δραστηριότητά Της, στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση ὥστε νά μή ἀναγκάζεται νά προωθεῖ τά αἰτήματά Της μέσῳ τῶν Προτεσταντῶν.

* * * * *

α΄. Τοιουτοτρόπως τό θέμα ἐθίγη ἐμμέσως ἀτύπως στίς Διμερεῖς Συνομιλίες μεταξύ Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου τό 1990 στήν Κωνσταντινούπολη τεθέν ἀπό τόν Κορίνθου Παντελεήμονα, στίς ὁποῖες ὁ ἐπικεφαλής τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐξέφρασε τίς ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος περί τῆς ἐνεργοῦ παρουσίας Της στό Εὐρωπαϊκό γίγνεσθαι.

* * * * *

β΄. Στίς Διμερεῖς Συνομιλίες τοῦ ἔτους 19.3.1991 ἀνaζητήθηκαν τρόποι γιά κοινή στάση τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἔναντι τῆς Εὐρωπαϊκῆς Οἰκονομικῆς Κοινότητας δεδομένου, ὅτι ἡ Χώρα μας εἶναι μέλος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Οἰκονομικῆς Κοινότητας ἀπό τοῦ ἔτους 1980 τό δέ Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἔχει ἱκανό ποίμνιο στίς Χῶρες τῆς Εὐρώπης.   

 * * * * *

γ΄. Καθ’ ὅν χρόνον διεξήγατο ἡ μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἐπικοινωνία καί συνεννόηση γιά τό θέμα τό Οἰκ. Πατριαρχεῖο ἔσπευσε μονομερῶς νά προλάβει τήν σύσταση τοῦ Γραφείου Του τό 1994, πού ὀνομάσθηκε «Γραφεῖον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας παρά τῇ Εὐρωπαϊκῇ  Ἑνώσει» διά τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Βελγίου, πού ἀναγνωρίσθηκε ἀπό τήν Κυβέρνηση τοῦ Βελγίου.

* * * * *

δ΄. Περαιτέρω τό Οἰκ. Πατριαρχεῖο συνέταξε Ἐσωτερικό Κανονισμό (Καταστατικό) κατά τόν ὁποῖο τό Οἰκ. Πατριαρχεῖο ἐκπροσωπεῖ ἐνώπιον τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως σύνολη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία,  ὅπως ἀπό ἕνα Γραφεῖο ἐκπροσωπεῖται ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, οἱ Ἀγγλικανοί, οἱ Λουθηρανοί, κ.λπ. Κατά τόν Ἐσωτερικό Κανονισμό (Καταστατικό) στό Γραφεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση ἐκπροσωποῦνται ὡς μέλη οἱ Ἱερές Μητροπόλεις τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου στήν Εὐρώπη, στήν Κρήτη, στά Δωδεκάνησα. Σ’ αὐτό προβλέπεται νά ἐνταχθοῦν ὡς Γραμματεῖες τοῦ Γραφείου καί Ἀντιπροσωπεῖες τῶν Ἐκκλησιῶν τῶν Χωρῶν-Μελῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης ἐξισούμεναι μέ τίς Μητροπόλεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Εὐρώπη ὡς π.χ. 1 ψῆφο ἔχει κατά τόν Κανονισμό ἡ Ἱερά Μητρόπολη Σουηδίας, 1 ψῆφο καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος μέ τίς Μητροπόλεις Της.

* * * * *

ε΄. Ἐπειδή τό σχῆμα αὐτό δέν ἦτο δυνατό νά γίνει ἀποδεκτό ἀπό τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὅπως ἀποδείχθηκε κι’ ἀπό τίς ἄλλες Αὐτοκέφαλες Ἐκκλησίες γιά εὐνοήτους λόγους, ὡς ἦτο ἀναμενόμενο, τό θέμα ἀπησχόλησε Κοινή Σύσκεψη Ἐπιτροπῶν τῶν δύο Ἐκκλησιῶν πού συνεδρίασε στήν Κωνσταντινούπολη τήν 20.2.1995.

Τήν Ἐπιτροπή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπετέλεσαν οἱ Μητροπολῖτες Ἀττικῆς Παντελεήμων, Θηβῶν καί Λεβαδείας Ἱερώνυμος, Κερκύρας, Παξῶν καί Διαποντίων Νήσων Τιμόθεος, ὁ καθηγητής Βλάσιος Φειδᾶς καί ὁ Ἀρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Σαββᾶτος, Γραμματεύς (Συνοδικό ἔγγραφο ὑπ’ ἀριθμούς 436/107/9.2.1995).

Στή Σύσκεψη συμφωνήθηκε νά συνταχθεῖ ἐκ νέου ἀπό τό Οἰκ. Πατριαρχεῖο Ἐσωτερικός Κανονισμός (Καταστατικό) λειτουργίας τοῦ Γραφείου τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, λαμβάνοντας ὑπ’ ὄψιν τῆς ἀπόψεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά σταλεῖ στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος γιά μελέτη καί διατύπωση παρατηρήσεων καί ἀκολούθως νά γίνει συνάντηση τῆς Ἐπιτροπῆς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τήν ἀντίστοιχη τοῦ Οἰκ. Παριαρχείου πρός τελική συμφωνία ἐπί τοῦ θέματος τοῦ Γραφείου στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση.

* * * * *

στ΄. Στίς Διμερεῖς Συνομιλίες τῶν δύο Ἐκκλησιῶν στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό 9.11.1995-2.12.1995 ἐτέθη τό θέμα ὡς ἑξῆς:

Τά μέλη τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Διμερεῖς ἄσκησαν ἔντονη κριτική στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο γιά τήν μονομερῆ αὐτή ἐνέργειά Του, ἔχοντες καί τό δεδομένο ὅτι ἀπό τό Φεβρουάριο μέχρι τό Δεκέμβριο δέν εἶχε σταλεῖ τό τροποποιημένο κείμενο τοῦ Κανονισμοῦ.

Οἱ Ἀντιπρόσωποί Του ὑπεστήριξαν, ὅτι ἐνήργησαν καθ’ ὑπόδειξη τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως.  

Ἐπειδή ἡ Εὐρωπαϊκή Ἕνωση σκόπευε νά ἀναγνωρίσει ἕνα Γραφεῖο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅπως ἕνα Γραφεῖο διέθετε ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, οἱ Ἀγγλικανοί, οἱ Λουθηρανοί, κ.λπ. Αὐτό ἐπιδιώχθηκε ἀπό τό Οἰκ. Πατριαρχεῖο νά εἶναι ἰδικό Του ἕνεκα καί τοῦ ἱστορικοῦ ἡγετικοῦ Του ρόλου ἔναντι τῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν.

Ἡ Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς  Ἑλλάδος ὑπεστήριξε, ὅτι πολλοί καί σημαντικοί λόγοι δέν ἱκανοποιοῦν αὐτή τήν μορφή παρουσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς  Ἑλλάδος στούς Εὐρωπαϊκούς Θεσμούς, ἀναπτύσσοντας σθεναρῶς τά ἐπιχειρήματα τῆς Ἐκλησίας μας, τά ὁποῖα δέν ἦτο εὔκολο νά ἀνατραποῦν.

Ἐκ τῆς ἐπ’ αὐτοῦ γενομένης διεξοδικῆς συζητήσεως καί κριτικῆς συνεφωνήθησαν τά ἑξῆς:

  • • Στό Γραφεῖο αὐτό θά συστεγάζονται οἱ Ἀντιπροσωπεῖες – Γραμματεῖες τῶν Ὀρθόδοξων Ἐκκλησιῶν, μεταξύ αὐτῶν καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
  • • Οἱ Ἀντιπροσωπεῖες – Γραμματεῖες θά συνεργάζονται ἰσοτίμως καί θά ἀνταλλάσσουν πληροφορίες καί ἀπόψεις.
  • • Ἀπό τούς Ἀντιπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας μας διά μακρῶν τονίσθηκε ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἐπιθυμεῖ τήν συνεργασία στήν Εὐρώπη μέ τίς ἄλλες Ἀντιπροσωπεῖες τῶν Ἐκκλησιῶν ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, πρέπει ὅμως πάσῃ θυσίᾳ νά ἀποφευχθοῦν στό μέλλον μονομερεῖς ἐνέργειες, πού μόνον προβλήματα θά δημιουργοῦν.
  • • Ἐκ τῆς γενομένης συζητήσεως διεπιστώθη ἐπίσης, ὅτι ἡ θέση τοῦ Γραφείου αὐτοῦ ἔναντι μέν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως θά εἶναι ἄτυπος, ἐφ’ ὅσον ἑκάστη Ἐκκλησία διατηρεῖ τό δικαίωμά Της γιά αὐτόνομη παρουσία καί σχέση Της μέ τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση ἔναντι δέ τῆς Βελγικῆς Κυβερνήσεως θά ἔχει νομική ὑπόσταση, ἐφ’ ὅσον ἤδη κατόπιν αἰτήσεως τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Βελγίου εἶχε ἐκδοθεῖ Διάταγμα πού ἀναγνωρίζει τό Γραφεῖο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
  • • Ὡς πρός τήν οἰκονομική ἐπιβάρυνση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐκ τῆς λειτουργίας τοῦ Γραφείου αὐτή, ὡς ἐτονίσθη ἀπό τόν Σεβ. Ἐφέσου, θά καθοριζόταν ἐπί ἀναλογικῆς βάσεως ἐν σχέσει μέ τήν ἔκταση τοῦ Γραφείου, καί τόν ἀριθμό τῶν μετεχουσῶν Ἐκκλησιῶν, στίς ὁποῖες θά συνυπολογίζωνται καί οἱ Ἱερές Μητροπόλεις τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, πού ὑφίστανται στά Κράτη-Μέλη τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως.
  • • Τέλος, συμφωνήθηκε, ὅτι ἀναγνωρίζεται μέν ἡ Κανονική δικαιοδοσία τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου στήν Εὐρώπη, ἐφ’ ὅσον σέ χῶρο τῆς κανονικῆς Του δικαιοδοσίας ἑδρεύει τό Γραφεῖο στίς Βρυξέλλες. Αὐτονόητος δέ θεωρεῖται ἡ ἰσότιμος συνεργασία ὅλων τῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν καθώς καί ἡ δυνατότητα νά ἐνεργοῦν αὐτονόμως γιά προβλήματα καί συμφέροντα πού ἀφοροῦν κάθε μία ξεχωριστά ἀπ’ Αὐτές.

* * * * *

ζ΄. Τελικῶς, τό τροποποιημένο Σχέδιο τοῦ Ἐσωτερικοῦ Κανονισμοῦ (Καταστατικοῦ) ἀπεστάλη ἀπό τό Οἰκ. Πατριαρχεῖο μετά ὀκτάμηνο  μέ τό ὑπ’ ἀριθμόν 1100/21.8.1996. Μελετήθηκε ἀπό τό Γραφεῖο Σχέσεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μετά τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως πού ὑπέβαλε τίς ἐπ’ αὐτοῦ παρατηρήσεις του στή Διαρκῆ Ἱερά Σύνοδο. Πλήν ὅμως ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος ἀπεφάσισε στήν Συνεδρία τῆς 9.1.97 νά μελετηθεῖ ὁ Ἐσωτερικός Κανονισμός ἕνεκα τῆς σοβαρότητος τοῦ θέματος σέ κοινή συνεδρία τοῦ Συνοδικοῦ Γραφείου γιά τίς Σχέσεις μέ τήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωση καί τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν Σχέσεων ἐν ὄψει μάλιστα ἐπικείμενης πρός τό τέλος τοῦ  ἔτους 1997 ἀφίξεως στήν Ἀθήνα Πατριαρχικῆς Ἀντιπροσωπείας γιά Συνομιλίες. Ἡ Κοινή Συνεδρία τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί τοῦ Γραφείου γιά τάς Σχέσεις μέ τήν Εὐρωπαϊκή  Ἕνωση ἔγινε τήν 13η Μαρτίου 1997. Ἐπεξεργάσθηκε τό Σχέδιο Κανονισμοῦ λειτουργίας τοῦ Γραφείου, ἐπέφερε τίς ἀναγκαῖες τροπολογίες καί τίς ὑπέβαλε στήν Ἱερά Σύνοδο, ἡ ὁποία καί τίς ἐνέκρινε στήν Συνεδρία τῆς 8.5.97. Τό τροποποιημένο Σχέδιο μέ τίς παρατηρήσεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπεστάλη στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο μέ τό ὑπ’ ἀριθμούς πρωτοκόλλου 2774 καί διεκπαιρεώσεως 582/16.5.1997.

* * * * *

 

η΄. Στίς Διμερεῖς Συνομιλίες μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν

στήν Κωνσταντινούπολη 13-17 Ἰουνίου 1998

ἀπεφασίσθη ἡ ἵδρυση τῶν Γραφείων

α) Τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα

β) Τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Βρυξέλλες.

Ἐνῶ τό θέμα εἶχε ἐξελιχθεῖ σ’ αὐτή τήν μορφή στίς Διμερεῖς Συνομιλίες μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἐπανεξετάσθηκε στίς Διμερεῖς Συνομιλίες πού διεξήχθησαν στήν Κωνσταντινούπολη μέ τήν εὐκαιρία τῆς Εἰρηνικῆς Ἐπισκέψεως τοῦ ἐκλεγέντος Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Χριστοδούλου 13-17 Ἰουνίου 1998. Ἡ ἵδρυση τοῦ Γραφείου τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως στίς Βρυξέλλες συνεδέθη μέ τήν ἵδρυση τοῦ Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα μέ ἀμοιβαιότητα, ὅπως ἀναφέρεται στό  ἐκδοθέν Ἀνακοινωθέν ἀπό τούς Ἀρχιγραμματεῖς τῶν δύο Ἐκκλησιῶν τό βράδυ τῆς 15ης Ἰουνίου:

«Μεταξύ 13ης καί 17ης Ἰουνίου 1998 ἐπραγματοποιήθη ἡ Εἰρηνική, μετά τήν ἄνοδον αὐτοῦ στόν Θρόνον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος, ἐπίσημος ἐπίσκεψις τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου κ.κ. Χριστοδούλου πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον.

            Ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς εὐλογημένης ταύτης ἐπισκέψεως διεξήχθησαν καί ἐπίσημοι συνομιλίαι ἐπί διμεροῦς καί διορθοδόξου ἐνδιαφέροντος ζητημάτων. Μεταξύ αὐτῶν περιλαμβάνονται:

α) ...............................................................................................................................

β) Ἡ ἵδρυσις Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ ΙΙατριαρχείου ἐν Ἀθήναις πρός ἔτι περαιτέρω σύσφιγξιν καί προώθησιν τῶν μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν ἀδελφικῶν σχέσεων, παρακολούθησιν δέ καί προαγωγήν τῶν ἀνακυπτόντων καί ἀπασχολούντων τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν ζητημάτων·

γ) Ἡ παρουοἱα τῆς Ἁγιώτατης Ἐκκληοἱας τῆς Ἑλλάδος στήνΕὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει δι’ αὐτοτελοῦς Ἀντιπροσωπείας, συνεργαζομένης μετά τῆς ἀντιστοίχου Ἀντιπροσωπείας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου παρά τῷ ἐν Βρυξέλλαις Γραφεῖο τῆς «Ἐπιτροπῆς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στήνΕὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει».

Αἱ ἐπί μέρους λεπτομέριαι ἐπί τῶν κατ’ ἀρχήν ὡς ἄνω ἀποφασισθέντων καθορισθήσονται ἐν τῷ πλαισίῳ συγκροτηθησομένης Ἐπιτροπῆς ἐξ ἀντιπροσώπων τῶν δύο Ἐκκλησιῶν.

δ).................................................................................................................................

ε) .................................................................................................................................»

Ἡ συμφωνία μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν

καταγράφεται στό  ἐν συνεχείᾳ παρατιθέμενο Πρακτικό

«ΠΡΑΚΤΙΚΟΝ

ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΕΠΙ ΤΩΝ ΣΥΖΗΤΗΘΕΝΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΟΝ ΕΠΙΣΚΕΨΙΝ

ΕΙΣ ΤΟ ΟἰΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ

ΤΟΥ ΜΑΚ. ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

κ.κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

Ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς ἐπισήμου ἐπισκέψεως πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Χριστοδούλου, διεξήχθησαν διμερεῖς συνομιλίαι ἀπό τήν συμπροεδρείαν τῆς Α.Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, καί τῆς αὐτοῦ Μακαριότητος, καί τῇ συμμετοχῇ ἀπό πλευρᾶς μέν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως τῶν Σεβ. Μητροπολιτῶν Γέροντος Ἐφέσου κ. Χρυσοστόμου, Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Ἰωακείμ, Πέργης κ. Εὐαγγέλου, Ἡλιουπόλεως καί Θείρων κ. Ἀθαναοἱου, Περγάμου κ. Ἰωάννου καί Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνος, γραμματεύοντος τοῦ Πανοσιολ. Ὑπογραμματέως κ. Ἐλπιδοφόρου· ἀπό πλευρᾶς δέ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῶν Σεβ. Μητροπολιτῶν Κορίνθου κ. Παντελεήμονος, Πατρῶν κ. Νικοδήμου, Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως κ. Διονυσίου, Σερρῶν καί Νιγρίτης κ. Μαξίμου καί Κίτρους κ. Ἀγαθονίκου, τοῦ Πανοσιολ. Ἀρχιγραμματέως τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Ἀρχιμ. κ. Δανιήλ Πουρτσουκλῆ, τοῦ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. κ. Ἰγνατίου Γεωργακοπούλου, ἐκπροσώπου Τύπου τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος, καί Αἰδεσιμολ. Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου κ. Θωμᾶ Συνοδινοῦ, Πρωτοσυγκελλεύοντος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, γραμματεύοντος τοῦ Αἰδεσιμολ. Πρωτοπρεβυτέρου κ. Στεφάνου Ἀβραμίδου, γραμματέως τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν Σχέσεων.

Αἱ συνομιλίαι διεξήχθησαν ἐν πνεύματι εἰλικρινείας, ἀδελφικῆς ἀγάπης καί ἀλληλοκατανοήσεως, ἐπί τῷ τέλει τῆς ἐπί μᾶλλον καί μᾶλλον ἐνισχύσεως καί συσφίγξεως τῶν ἀδελφικῶν μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν σχέσεων.

Κατά τάς συνομιλίας ταύτας ἐτέθησαν τά ἀκόλουθα θέματα:

Α΄. Ἡ ἵδρυσις τοῦ Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Ἀθήναις.

Β΄ . Ἡ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει

Ἐπί τῶν ὡς ἄνω θεμάτων συνεφωνήθησαν τά ἑξῆς:

Α΄ Ἐπί τοῦ πρώτου θέματος:

α) Ἱδρύεται Γραφεῖον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Ἀθήναις πρός προαγωγήν καί σύσφιγξιν τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν καί καλυτέραν παρακολούθησιν καί προώθησιν τῶν ἑκάστοτε ζητημάτων αὐτοῦ.

β) Ἡ ἵδρυσις του Γραφείου δέν ὑποκαθιστᾷ τήν ἄμεσον ἐπίσημον ἐπικοινωνίαν καί ἀλληλογραφίαν μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν.

γ) Τό Γραφεῖον ἀποφεύγει πᾶσαν ἀνάμιξιν εἰς τά ἐσωτερικά τῆς Ἐκκληοἱας τῆς Ἑλλάδος.

δ) Τό θέμα τῆς τηρουμένης τάξεως ἐκπροσωπήσεως ἔχει ρυθμισθῇ κατά τάς διμερεῖς συνομιλίας ἐν Φαναρίῳ τόν Δεκέμβριον τοῦ 1995.

Β΄ Ἐπί τοῦ δευτέρου θέματος: 

α) Παρά ταῖς Ὑπηρεσίαις τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως ἐν Βρυξέλλαις λειτουργεῖ «Ἐπιτροπή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Αὕτη ἀποτελεῖ τήν ἑνιαίαν ἔκφρασιν τῆς Ὀρθοδοξίας ἐν τῷ χώρῳ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως.

β) Ἡ Ἐπιτροπή αὕτη συγκροτεῖται ἐκ τῶν αὐτοτελῶν Ἀντιπροσωπειῶν ἐν τῇ Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει τῶν Αὐτοκεφάλων καί Αὐτονόμων Ὀρθοδόξων  Ἐκκλησιῶν τῶν Χωρῶν-μελῶν.

γ) Οἱ προϊστάμενοι τῶν Ἀντιπροσωπειῶν τῶν συμμετεχουσῶν Ἐκκλησιῶν συγκροτοῦν τό «Συντονιστικόν Ὄργανον», τό ὁποῖον λειτουργεῖ ἀπό τήν προεδρείαν τοῦ ἐκπροσώπου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.

δ) Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δεσμεύονται ὅπως συνεργάζονται -ἀνεξαρτήτως τῆς συστεγάσεως αὐτῶν ἡ μή-πρός παροχήν τῆς ἀκριβοῦς ἑνιαίας μαρτυρίας τῆς ὀρθοδόξου διδασκαλίας, παραδόσεως, πνευματικότητος καί ζωῆς πρός τήν Εὐρωπαϊκήν Ἕνωσιν ἐπί τῶν γενικοτέρου χαρακτῆρος θεμάτων. Ἐπί δέ τῶν ἐπί μέρους ἡ εἰδικῶν θεμάτων ἑκατέρα τῶν Ἐκκλησιῶν ἐνεργεῖ ἐπί τῇ βάσει τῆς θεμελιώδους ἀρχῆς τῆς ἐλευθερίας εἰς τάς κινήσεις καί τούς σχεδιασμούς αὐτῆς.

ε) Τοῦτο δύναται νά ἰσχύσῃ καί διά πᾶσαν ἄλλην Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν κράτους-μέλους τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως.

στ) Τά ἐπί μέρους τῆς ὡς ἄνω συνεργασίας προβλέπονται ἀπό κοινῶς ἀποδεκτοῦ γενησομένου Κανονισμοῦ.

Γ΄. Τά οὑτωσί κατ’ ἀρχήν συμφωνηθέντα τυγχάνουσιν ἐπ’ ἀναφορᾷ (ad referendum) πρός τάς Ἱεράς Συνόδους τῶν δύο Ἐκκλησιῶν

Δ. Αἱ καθιερωμέναι διμερεῖς συνομιλίαι συνεχίζονται

Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 15ῃ Ἰουνίου 1998.

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς                                                      Ὁ Ἀρχιγραμματεύων

τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας                      τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου

τῆς Ἑλλάδος                                                          τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου

†Ἀρχιμ. Δανιήλ Πουρτσουκλῆς                       †Ὁ Φιλαδελφείας Μελίτων»

* * * * *

 

θ΄.Ἡ μεταξύ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου

καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

διεξαχθεῖσα Ἀλληλογραφία

μετά τήν ἵδρυση τῶν Γραφείων στήν Ἀθήνα καί στίς Βρυξέλλες

Κατά τίς Συνομιλίες, πού ἔγιναν στήν Κωνσταντινούπολη μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐπίσημου Ἐπισκέψεως τῆς Α.Μ. τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος Χριστοδούλου, ἀποφασίσθηκε, νά συνέλθουν οἱ δύο Ἀντιπροσωπεῖες, ἐντός τριμήνου τό ἀργότερο, γιά νά καθορίσουν τίς λεπτομέρειες τῆς λειτουργίας τῶν δύο Γραφείων: τοῦ μέν τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Βρυξέλλες παρά τῇ Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει, τοῦ δέ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχειου στήν Ἀθήνα.

Ὅμως πρίν συνέλθουν γιά συνομιλίες οἱ δύο Ἀντιπροσωπεῖες διεξήχθη ἡ ἑξῆς ἀλληλογραφία μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου:

  1. Τήν 13η Ἰουλίου ἐ.ἔ. ἀπεστάλη τό ὑπ’ ἀριθμούς 2993/914 Συνοδικό Γράμμα πρός τόν Οἰκ. Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο πληροφοροῦν Αὐτόν, ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας μας ὁμοφώνως ἀποδέχθηκε ὅσα ἀποφασίσθηκαν στό Φανάρι περί ἱδρύσεως καί λειτουργίας τοῦ Γραφείου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Βρυξέλλες καί ὅτι ὡς ἀντιπρόσωπο Αὐτῆς καί Διευθυντή τοῦ Γραφείου διόρισε τόν Πρωτοπρεσβύτερο Νικόλαο Σαββόπουλο.
  1. Στήν συνεχεία τήν 4η Αὐγούστου ἐ.ἔ. ἀπεστάλη καί δεύτερο Συνόδικο Γράμμα, τό ὑπ’ ἀριθμούς 3400/1098, πρός τόν Οἰκ. Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο δι’ οὗ ἐγνωρίζετο Αὐτῷ, ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπεδέχθη τήν κατ’ ἀρχήν ἵδρυση Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἑλλάδα.
  1. Τήν 12η Αὐγούστου ἐ.ἔ. ἐλήφθη τό ὑπ’ ἀριθμούς 965 καί 966 καί ἀπό 10ης Αὐγούστου ἐ.ἔ. Πατριαρχικό Γράμμα, στό ὁποῖο ἐξεφράζετο ἡ ἔκπληξη καί ἀπορία τοῦ Οἰκ. Πατριάρχου καί τῆς περί Αὐτόν Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία μας, ὡς μή ὤφειλε, προχώρησε μέν εἰς τήν ἵδρυση τοῦ Γραφείου Της στίς Βρυξέλλες πρίν νά πραγματοποιηθοῦν οἱ ἀποφασισθεῖσες Συνομιλίες γιά νά ληφθοῦν οἱ δέουσες ἀποφάσεις, παραλείπουσα νά ἀναφερθεῖ στό ἕτερο σκέλος τῶν κατ’ ἀρχήν ἀποφασισθέντων, αὐτό τῆς ἱδρύσεως τοῦ Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα. Διό καί παρεκαλεῖτο ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος νά ζητήσει ἀπό τίς ὑπ’ Αὐτόν Ὑπηρεσίες νά ἀναστείλουν πᾶσα ἐνέργεια πρός ἵδρυση καί ὀργάνωση τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Βρυξέλλες “να τά πάντα εσχημόνως καί κατά τάξιν γένωνται, ς μπρέπει μῖν τος ρθοδόξοις καί μάλιστα μαίμοσιν δελφοῖς καί Ἐκκλησίαις”.

Τό Γράμμα τοῦτο κοινοποιήθηκε στό  Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τῆς Ἑλλάδος. Ὡς ἦτο φυσικό ἡ ἐνέργεια αὐτή, ἐβάρυνε ἔτι περισσότερο τήν ἤδη δύσθυμη ἀτμόσφαιρα, ἡ ὁποῖα εἶχε δημιουργηθεῖ κατά τίς Συνομιλίες στό Φανάρι λόγῳ τῆς ἀμετακινησίας τῶν μελῶν τῆς Ἀντιπροσωπείας τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου ἐκ τῶν θέσεων τους.

Προφανῶς τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο παρεξήγησε τήν πρώτη Συνοδική Ἀπόφαση τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό τήν ὁποία ἀπουσίαζε ἡ ἵδρυση τοῦ Γραφείου Του στήν Ἀθήνα ἐκλαμβάνοντάς την ὡς ἀθέτηση τῶν συμφωνηθέντων.

  1. Σέ ἀπάντηση τοῦ ὡς ἄνω Πατριαρχικοῦ Γράμματος ἀπεστάλη τήν 27η Αὐγούστου 1998 τό ὑπ’ ἀριθμ. 3531/1183 Συνοδικό Γράμμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τό ὁποῖο ἐκφραζόταν ἀφ’ ἑνός μέν ἡ βαθυτάτη λύπη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι τά δύο σκέλη τῶν ἀποφασισθέντων στό Φανάρι ἀνακοινώθηκαν μέ δύο χωριστά Συνοδικά Γράμματα καί οὐχί μέ ἕνα, ὡς διετείνετο ὅτι ἔδει νά γίνει ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης πού “συνείργησεν εἰς τόν παραπικρασμόν” τῆς Α.Θ.Π. καί τῆς περί Αὐτήν Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, ἀφ’ ἑτέρου δ’ ὅμως τονιζόταν, ὅτι “ναντιρρήτως δυνάμεθα ς Ατοκέφαλος κκλησία Κράτους-Μέλους τς Ερωπαϊκῆς νώσεως νά προβμεν εἰς τήν ἵδρυσιν καί λειτουργίαν ντιπροσωπείας ἐν Βρυξέλλαις, νευ τς γκρίσεως” τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος περιέστειλε τό αὐτονόητο τοῦτο δικαίωμά Της καί δέν πραγματοποίησε τοῦτο, ἐπειδή ἀκριβῶς “διαθέτομεν φίλτρον μπρέπον ρθοδόξοις καί μαίμοσιν δελφοῖς καί κκλησίαις, διά τοῦτο λθομεν πρός τόν Οκουμενικό Πατριάρχη ἐν πνεύματι συνεργασίας να συντονίσωμεν πό κοινοῦ τήν λην προσπάθειαν καί νισχύσωμεν τήν δη ναπτυχθεσαν πρωτοβουλίαν τοῦ Οκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Βρυξέλλαις”.

Διευκρινίζετο ὅτι οἱ ἀποφάσεις περί ἱδρύσεως ἀμφότερων τῶν Γραφείων εἶναι ἤδη συμφωνημένες καί συνυπογεγραμμένες καί ὅλες οἱ μέχρι τοῦδε ἐνέργειες τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἦσαν προκαταρκτικές καί τεχνικῆς φύσεως ἀποβλέπουσες στήν ἐξασφάλιση τῶν ὑλικοτεχνικῶν προϋποθέσεων πρός ἐγκατάσταση τῶν ἡμέτερων Ὑπηρεσιῶν στίς Βρυξέλλες καί τῆς ἀναγκαίας ἐγκρίσεως τῶν ἁρμόδιων Εὐρωπαϊκῶν Ἀρχῶν.

  1. Στίς 7 Σεπτεμβρίου 1998 λήφθηκε διά Fax τό ἄνευ ἀριθμοῦ πρωτοκόλλου καί ἀπό 5ης Σεπτεμβρίου 1998 Πατριαρχικό Γράμμα ἀναγγέλλον, ὅτι τό ἡμέτερον ὑπ’ ἀριθμόν 3400 Συνοδικό Γράμμα πού γνωστοποιοῦσε τήν ἔγκριση ἱδρύσεως Πατριαρχικοῦ Γραφείου στήν Ἀθήνα ἐλήφθη μόλις τήν 20ήν Αὐγούστου, δηλαδή μετά τήν ἀποστολή τοῦ ὑπ’ ἀριθμ. 965 καί 966 Γράμματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου. Σέ αὐτό ἐκφράζεται ἡ ἱκανοποίηση τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου διότι “τηρήθη καί τηρεται πλήρως παρ’ μφότερων τν μερν, τεθεσα κατά τάς ἐν Φαναρίῳ πισήμους συνομιλίας ρχή τῆς μοιβαιότητος ς πρός τήν δρυσιν τν δύο Γραφείων, καί τι ρθησαν αἱ περί τοῦ ντίθετου δοθεῖσαι ντυπώσεις διά τοῦ ἀπό 13ης ουλίου Συνοδικοῦ Γράμματος” καί ὅτι “στοιχοῦντες τήν ρχή τῆς μοιβαιότητος καί κατόπιν τς παρασχεθείσης σχετικς γκρίσεως ἀπό τῆς γιώτατης κκλησίας τς λλάδος, ς καί τς π’ ατῆς δρύσεως τοῦ ἐν Βρυξέλλαις Γραφείου Ατῆς,” γνωρίζει στόν Μακαριότατο Ἀρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, “τι γιωτάτη κκλησία Κωνσταντινουπόλεως δρύει καί γκαθίστησιν ἐν θήναις Γραφεῖον ντιπροσωπείας τοῦ Οκουμενικοῦ Πατριαρχείουκαί “τι θέλει γνωρίσει μῖν προσεχς περί προσεχῶς περί τοῦ ἀκριβοῦς χώρου τοῦ ἐν λόγῳ Γραφείου καί τοῦ μέλλοντος νά χη τήν εθύνην τῆς διευθύνσεως ατο καί τς ἐν λλάδι κπροσωπήσεως Αὐτοῦ”.

Διά τοῦ Γράμματος τούτου ἤρθη μέν ἡ παρeξήγηση εἰσήχθησαν ὅμως μονομερῶς δύο νέα στοιχεῖα: α) ὅτι τό Γραφεῖον δέν ἀναφέρεται ὡς ἀναγράφεται ἐν τῷ Πρακτικῶ Συμφωνίας τοῦ Φαναρίου δηλ., ὡς “Γραφεον τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου”, ἀλλά ς Γραφεον ντιπροσωπείας τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου” καί β) τι διευθυντής τοῦ Γραφείου ναφέρεται ς ἐν λλάδι κπρόσωπος τοῦ Οκουμενικοῦ Πατριάρχου”.

Κλείων τό Γράμμα ἡ Α.Θ.Π. καί αὖθις ἀναφέρεται στήν ἀρχή τῆς ἀμοιβαιότητος “Βέβαιοι ὄντες τι καί α μέλλουσαι να διεξαχθσιν ατόθι πό θ΄ ς ια΄ ρξαμένου μηνός συνομιλίαι θέλουσιν πιβεβαιώσει τάς ἐν πνεύματι μοιβαιότητος ληφθείσας ποφάσεις ατῶν περί τν ἐν Βρυξέλλαις καί θήναις Γραφείων τούτων”, προφανῶς προϊδεάζον περί τῆς ἄρχης ἐπί τῆς ὁποίας ἐπιθυμοῦσε τό Οἰκ. Πατριαρχεῖον νά συζητηθεῖ τό θέμα τῶν δύο Γραφείων.

* * * * *

ι΄. Στίς Διμερεῖς Συνομιλίες τῶν Ἀντιπροσωπειῶν ρυθμίσθηκαν οἱ λεπτομέρειες τῆς λειτουργίας τῶν Γραφείων

τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα

καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στίς Βρυξέλλες

9-11 Σεπτεμβρίου 1998.

Στήν ἑπόμενη φάση τῶν Διμερῶν Συνομιλιῶν μεταξύ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ρυθμίσθηκαν οἱ λεπτομέρειες τῆς λειτουργίας τῶν δύο Γραφείων

Στό Δελτίο Τύπου τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀναφέρεται ὅτι:

«Συνῆλθαν ἀπό 9-11 Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ., στό Συνοδικό Μέγαρο οἱ Ἀντιπροσωπεῖες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως καί τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκληοἱας τῆς Ἑλλάδος γιά διεξαγωγή διμερῶν συνομιλιῶν πάνω σέ θέματα πού ἀφοροῦν καί στίς δύο Ἐκκλησίες.

Τά θέματα τῆς ἡμερήσιας διατάξεως ἦταν τά ἑξῆς:

α) Ρύθμιση λεπτομερειῶν ἀναφορικά μέ τήν ἵδρυση καί λειτουργία τοῦ Γραφείου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει στίς Βρυξέλλες.

β) Ρύθμιση λεπτομερειῶν ἀναφορικά μέ τή λειτουργία Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ἀθήνα.

γ) ................................................................................................................................

δ) .................................................................................................................................

ε) .................................................................................................................................

στ) ...............................................................................................................................

ζ) .................................................................................................................................

η) .................................................................................................................................

»Οἱ διμερεῖς αὐτές συνομιλίες διεξάγονται ἀπό ἔτων (κάθε χρόνο) καί ἔχουν σκοπό τή σύσφιγξη τῶν σχέσεων μεταξύ τῶν δύο Ἐκκλησιῶν, τήν προαγωγή τῆς μεταξύ τους ἐπικοινωνίας καί τή συνεργαοἱα ἐπί κοινῶν θεμάτων δράσεως στόν Ὀρθόδοξο χῶρο».

Ἐπί τούτων, κατά τήν σειράν τῆς ἀναγραφῆς των ἐν τῇ Ἡμερηοἱᾳ Διατάξει, κατέληξαν στα ἀκόλουθα συμπεράσματα.

  1. Ἐπί τοῦ Θέματος «Ρύθμισις λεπτομερειῶν ἱδρύσεως καί λειτουργίας τῆς Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἁγιώτατης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος εἰς τήν Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει»:

α) Ἀναγνωρίζεται ἡ αὐτόνομος Παρουσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει ἐν Βελγίῳ.

β) Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δεσμεύονται νά συνεργάζωνται πρός παροχήν τῆς ἑνιαίας μαρτυρίας εἰς θέματα πίστεως, διδασκαλίας, παραδόσεως, πνευματικότητος καί ζωῆς ἐν τῇ  Εὐρωπαϊκῇ Ἑνώσει.

  1. Ἐπί τοῦ θέματος «Ρύθμισις λεπτομερειῶν ἱδρύσεως καί λειτουργίας τοῦ Γραφείου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν Ἀθήναις»:

α) Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἐκπροσωπεῖται ἐν Ἀθήναις διά τοῦ Γραφείου Αὐτοῦ, κατά τά ἐν Φαναρίῳ ἀπό κοινοῦ ἀποφασισθέντα (Συμφωνία 15ης Ἰουνίου 1998). (Παρατίθεται στά ἑπόμενα).

Ἐπί τοῦ θέματος τῆς παρουσίας ἐκπροσώπων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς διαφόρους ἐκδηλώσεις ἐν Ἑλλάδι. κατά τάς ὁποίας δημιουργοῦνται προβλήματα τάξεως, προβαδίσματος καί προσφωνήσεως τῶν ἐκπροσώπων, ἐγένετο ἀπό πάντων δεκτόν ὅτι προσφωνεῖται πρῶτος ὁ κυριάρχης Ἐπίσκοπος, στό ν τόπον τοῦ ὁποίου γίνεται ἡ ἐκδήλωσις, ἐφ ὅσον αὐτός παρίσταται καί ἀκολούθως οἱ ἐκπρόσωποι τῶν ἄλλων Πατριαρχείων καί Ἐκκλησιῶν. Εἰς περίπτωσιν δέ παρουσίας ἐκπροσώπων, προσφωνεῖται πρῶτος ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Πατριάρχου. Ἐπί τοῦ θέματος τῆς παρουσίας ἐκπροσώπων τοῦ Πατριάρχου, ἄνευ γνώσεως καί ἐνημερώσεως τῆς κατά τόπου Ἐκκλησιαστικῆς ἀρχῆς, προεβλήθη ἀπό τοῦ Σεβ. Περγάμου ἡ δικαιολογία, ὅτι τήν εὐθύνην τῆς διοργανώσεως τοῦ ὁρισμοῦ καί τῆς προσφωνήσεως τῶν ἐκπροσώπων ἔχουν οἱ διοργανωταί τῆς ἐκδηλώσεως, καί ὅτι τυχόν ἀτυχῆ περιστατικά δέν γίνονται ἐσκεμμένα καί ἀπό κακήν πρόθεσιν, ἀλλ’ ἐξαιτίας τοῦ ὅτι οἱ διοργανωταί ἀγνοοῦν τήν κανονικήν τάξιν καί τήν Ἐκκλησιαστικήν Ἐθιμοτυπίαν. (Ἀπόσπασμα ΕΚΘΕΣΕΩΣ, Ἀντιπροσωπείας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στήν Διμερή 29 Νοεμβρίου-2 Δεκεμβρίου 1995 εἰς Φανάριον).

β) Ὁ ἐπί κεφαλῆς αὐτοῦ ὀνομάζεται Διευθυντής τοῦ Γραφείου τούτου.

γ) Οὗτος εἶναι Ἐκπρόσωπος τοῦ Παναγιωτάτου Πατριάρχου ὁσάκις ὁρίζεται καί πρός τοῦτο. Τοῦτο σημαίνει ὅτι διά τάς περιπτώσεις ἐκτός τῶν ἁρμοδιοτήτων τοῦ Γραφείου, ὡς αὖται ἀπεφασίσθησαν ἐν Φαναρίῳ, ὁ Οἰκουμενικός ΙΙατριάρχης ὁρίζει τόν ἑαυτοῦ κατά περίπτωσιν ἐκπρόσωπον.

δ) Τά ὡς ἄνω σημεῖα (α, β, γ) ἀποφασίζονται ἐπ’ ἀναφορᾷ πρός τάς ἑκατέρωθεν Συνόδους.»

 

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images