Σάββατο, 23 Νοεμβρίου 2024

 Ἡ σημασία τῆς σαρκώσεως

τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

Χαρμόσυνα θά ἠχήσουν καί φέτος οἱ καμπάνες τῶν Ἱερῶν Ναῶν, γιά νά ἀναγγείλουν στόν κόσμο τή γέννησή τοῦ Θεανθρώπου : «Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί πού ἐγεννήθη ὁ Χριστός...)· «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῶ καί ἐπί γῆς εἰρήνη...» θά ψάλουν οἱ Χριστιανοί στούς Ἱερούς Ναούς.

          Ἀναρωτιέται ὅμως κανείς κατά πόσο οἱ ἄνθρωποι κατάλαβαν τή σημασία τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ καί ἀναλογίζεται μήπως ἡ ἄγνοια τῆς σημασίας τοῦ θείου μυστηρίου εἶναι ἴσως ἡ κυριότερη αἰτία, γιά τήν ὁποία, ἐνῶ ἑκατομμύρια ἄνθρωποι προσφέρουν τή «λατρεία τῶν χειλέων» (Ἡσαΐου κθ΄, 13) στόν γεννημένο Σωτήρα τοῦ κόσμου, ὁ σκοπός τῆς ἐνανθρωπίσεώς Του ἐξακολουθεῖ νά παραμένει ἀπραγματοποίητος.  Ἀλήθεια, ἄν γιά τόν ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς δέν ἦταν εὔκολο νά σκεφτεῖ πάνω στό γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, γιά τόν ἐπιφανειακό πού συνεχῶς κινεῖται, μεταβάλλεται καί ζεῖ σέ σύγχυση σύγχρονο ἄνθρωπο τό θέμα αὐτό ἔγινε πιό δύσκολο στή σκέψη. Ποιό νόημα ἄραγε νά ἔχει αὐτή ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ του Θεοῦ;

Ἡ σωστή ἀπάντηση σ’ αὐτό τό ἐρώτημα δέ μπορεῖ νά δοθεῖ στό ὑπόβαθρο τῆς ἑλληνιστικῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας πού γνώριζε τό μύθο τῆς ἐμφανίσεως διαφόρων θεοτήτων μέ μορφή ἀνθρώπου. Ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ γίνεται κατανοητή μόνο στό ὑπόβαθρο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐκεῖ ὁ Θεός δημιουργεῖ τόν ἄνθρωπο σύμφωνα μέ τή δική Του «εἰκόνα» (Γενέσεως α΄, 26) καί βάζει στήν ἀνθρωπότητα μεγάλους καί ψηλούς στόχους. Μέ παραστατικότητα καί πλαστικότητα διηγεῖται ἡ Γραφή πώς ὁ ἄνθρωπος ξέπεσε (Γενέσεως γ΄, 1 καί ἑξῆς) ἀπό ἐκεῖ ὅπου τόν ἔταξε ὁ Θεός καί στή συνέχεια τήν ἔκπτωση τῆς ἀνθρωπότητας στό ἔγκλημα, τή διαίρεση, τή μαγεία καί τή δεισιδαιμονία, μέ ἕνα λόγο σ’ ὅλα τά κακά. Γιατί τό κύριο θέμα τῆς Γραφῆς εἶναι νά μᾶς διηγηθεῖ τό ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ γιά τήν «εἰκόνα» Του, τόν ἄνθρωπο, καί μετά τήν πτώση του, καθώς καί γιά τήν ἀνάμειξη τοῦ Θεοῦ στήν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων ὥστε νά μή ματαιωθεῖ τό ἀρχικό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή δημιουργία μίας ἀνθρωπότητας, πού μέσα στήν πολλαπλότητα τῶν προσώπων θά παρουσίαζε στήν οὐσία τήν ἑνότητα καί ἀγάπη τῶν προσώπων τῆς Ἅγιας Τριάδος: «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί κάθ’ ὁμοίωσιν» (Γενέσεως α΄, 27).

Εἶναι πραγματικά κάτι τό συγκλονιστικό αὐτή ἡ προσπάθεια τοῦ Θεοῦ νά δημιουργήσει μέ τόν Ἀβραάμ καί τούς Πατριάρχες, τόν Μωυσῆ καί τούς Προφῆτες ἕνα νέο λαό, μία νέα δημιουργία, πού θά ὁδηγοῦσε τόν κόσμο στόν ἀληθινό του προορισμό. Πάντοτε ὅμως ὅ,τιδήποτε καί ἄν πράττει ὁ Θεός, ἀπαιτεῖται ἡ ἐλεύθερη συνεργασία τοῦ ἀνθρώπου, τῆς «εἰκόνος», καί πάντοτε σ’ αὐτό τό σημεῖο ὁ ἀγώνας τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ ἀποτυγχάνει. Ἡ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἡ Θεία Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ ἀποτελεῖ τό ἀποκορύφωμα αὐτῆς τῆς ἱστορίας τῆς Θείας Οἰκονομίας, τῆς ἱστορίας δηλ. τῶν προσπαθειῶν τοῦ Θεοῦ μέσα στήν ἱστορία νά δημιουργήσει ἀληθινή ἐπαφή μέ τόν ἄνθρωπο, κοινωνία καί μία νέα ἀνθρωπότητα. Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου χωρίς τήν προϊστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί χωρίς τήν κατοπινή ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὡς τῆς νέας ἀνθρωπότητας, εἶναι καθαυτή χωρίς νόημα

Μέ τή Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ ὅ,τι χώριζε τό Θεό ἀπό τόν ἄνθρωπο γεφυρώνεται μέ μία μυστηριώδη πράξη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ καί γεννιέται «ἐκ νέου» ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, (Πρός Κολοσσαεῖς γ΄, 10) ὁ ἀληθινός ἄνθρωπος, ἀπ’ αὐτόν ὡς γενάρχη μία νέα ἀνθρωπότητα.

Στήν Καινή Διαθήκη ἔχουμε πολλές ἐκφράσεις αὐτοῦ τοῦ μυστηρίου. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος βλέπει τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὡς τό μέσο, μέ τό ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν κατάσταση τῆς «δουλείας» γίνονται «υἱοί» τοῦ Θεοῦ· βλέπει τήν ἀνθρωπότητα αἰχμάλωτη, κάτω ἀπό τήν ἐξουσία σκοτεινῶν δυνάμεων. Καί ὅπως ἰσχύει στό νόμο τοῦ πολέμου, ὁ Yἱός τοῦ Θεοῦ μπαίνει στόν κόσμο τῆς δικιᾶς μας δουλείας καί ἐξαγοράζει τούς αἰχμαλώτους, γιά νά τούς ἐπαναφέρει ἀπό τήν κατάσταση τῆς δουλείας στό πατρικό σπίτι καί στήν κατάσταση τῆς «υἱοθεσίας».  Ἀφότου γεννήθηκε, ὁ Ἰησοῦς οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά ὀνομάζουν τό Θεό «Πατέρα» καί νά τόν νοιώθουν πραγματικά ὡς «πατέρα». «Ὅτε δέ ἦλθεν τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τόν υἱόν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπό νόμον, ἵνα τούς ὑπό νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τήν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν. Ὅτι δέ ἐστέ υἱοί, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεός τό πνεῦμα τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ εἰς τάς καρδίας ἠμῶν κρᾶζον, Ἀββᾶ ὁ πατήρ. Ὥστε οὐκέτι εἶ δοῦλος ἀλλά υἱός· εἰ δέ υἱός, καί κλήρονόμος» (Πρός Γαλάτας δ΄, 4-7).

Οἱ Εὐαγγελιστές Ματθαῖος καί Λουκᾶς συνδέουν τή Γέννηση τοῦ Ἰησοῦ μέ τό παρελθόν καί τό μέλλον τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ματθαῖος πού γράφει τό Εὐαγγέλιό του γιά Χριστιανούς κυρίως ἀπό τούς Ἑβραίους, σημειώνει ὅτι στό Χριστό καταλήγει ἡ Ἱστορία τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ (Ἀβραάμ, Δαυίδ, μετοικεσία Βαβυλῶνος) καί ἀπ’ αὐτοῦ ἀρχίζει μία ἐντελῶς νέα περίοδος. Διηγεῖται ὅμως τήν ἱστορία τῆς Γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ, ἔτσι ὥστε νά φαίνεται καθαρά ὅτι, ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός δίνει νόημα στό παρελθόν καί στό μέλλον τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα κομμάτι ἀπό τήν ἱστορική ἁλυσίδα. Γεννιέται ἐκ τῆς Μαρίας καί ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Ἡ ἱστορία δέν μπορεῖ νά αὐτολυτρωθεῖ. Ἡ λύτρωση γίνεται μέσα της ἀλλ’ ὄχι μέ τίς δικές της δυνάμεις. Ἔπειτα ὁ Εὐαγγελιστής

μέ ὅσα διηγεῖται γιά τήν ὀργή τοῦ Ἡρώδη καί γιά τήν ἐξορία τοῦ Θείου Βρέφους προδιαγράφει τή σύγκρουση μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ κόσμου, μεταξύ της ἀληθινῆς ἀνθρωπότητας καί τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους. Μέ δύο λόγια : ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος παρουσιάζει τή γέννηση τοῦ Θεανθρώπου ὡς τό πλήρωμα τῆς προηγουμένης ἱστορίας τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, καί τή βασιλεία τοῦ Θείου βρέφους ὡς τήν ἐλπίδα τοῦ μέλ-

λοντος, παρά τό γεγονός ὅτι ἡ βασιλεία αὐτή θά συναντήσει σθεναρή ἀντίσταση μέσα στόν κόσμο.

Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς πού γράφει τό Εὐαγγέλιό του γιά τόν κράτιστο Θεόφιλο, ἀπό τή σκοπιά τῆς Γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου βλέπει τήν παγκόσμια ἱστορία, στό πρόσωπο δέ τοῦ γεννηθέντος δέν βλέπει μόνον τό βασιλέα, τήν ἀποκατάσταση δηλ. τῆς κυριαρχίας τοῦ Θεοῦ πάνω στόν ἀποστάτη ἄνθρωπο, ἀλλά καί τόν ἱερέα, τό μεσίτη μίας κοινωνίας μεταξύ τοῦ ἀδύνατου καί ἀσθενοῦς ἀνθρώπου, καί τοῦ πανάγαθου καί παντοδύναμου Θεοῦ.

Τέλος ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης περιγράφει στόν πρόλογο τοῦ Εὐαγγελίου του τή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ ὡς τήν ἐνσάρκωση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι ὀνομάζει ἡ Παλαιά Διαθήκη «λόγον» τοῦ Θεοῦ, «σοφία», «νόμο», «πνεῦμα» καί «δόξα» τοῦ Θεοῦ - ὅλοι οἱ τρόποι διά τῶν ὁποίων ὁ Θεός ἀποκάλυψε τόν ἑαυτό Του καί τό θέλημά Του στούς ἀνθρώπους- ἐνσαρκώνεται στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Ὅ,τι οἱ Ἕλληνες ὀνόμασαν «Λόγον», ὅ,τι δηλ. ἐκφράζεται ὡς κοσμική καί κοινωνική τάξη καί ἀνθρώπινη λογική, ἐνσαρκώθηκε στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ γέννηση δηλ. τοῦ Χριστοῦ καθιστᾶ ἱστορική πραγματικότητα στήν πληρότητά της, ὅ,τι ὁ Θεός ἀποκάλυψε ἀπό τόν ἑαυτό Του εἴτε στήν Παλαιά Διαθήκη εἴτε στόν Ἑλληνικό κόσμο. Καί ἐδῶ ὅπως στόν Παῦλο, ὡς σκοπός τῆς ἐνσαρκώσεως θεωρεῖται ἡ σύνδεση τῆς ἀνθρωπότητας μέ τό Θεό Πατέρα σέ μία οἰκογένεια: «Εἰς τά ἴδια ἦλθεν, καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον. Ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τό ὄνομα αὐτοῦ, οἱ οὐκ ἐξ αἱμάτων οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός οὐδέ ἐκ θελήματος ἀνδρός, ἄλλ’ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν» (Ἰωάννου α΄, 11-13). Μέ ἄλλα λόγια ἡ γέννηση ἤ ἐνσάρκωση τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καθιστᾶ δυνατή τή δημιουργία μίας νέας ἀνθρωπότητας, πού τό κύριο χαρακτηριστικό της δέν εἶναι ἡ βιολογική ἄλλ’ ἡ πνευματική ἐκ Θεοῦ συγγένεια.

Ἡ Γέννηση τοῦ Θεανθρώπου σημαίνει ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά γίνουμε ἐμεῖς υἱοί τοῦ Θεοῦ κατά χάρη. Σημαίνει ὅτι καταστράφηκε κάθε τί πού χώριζε τήν πλήρη κοινωνία τοῦ ἀνθρώπινου καί τοῦ Θείου κόσμου. Ἡ ἐνσάρκωση δίνει νόημα στό παρελθόν καί τή μόνη ἐλπίδα γιά τό μέλλον τοῦ ἀνθρώπου.

Ὅταν γιορτάζουμε τή γέννηση τοῦ Θεανθρώπου, εἶναι σάν νά γιορτάζουμε τή δική μας ἀναγέννηση σέ μία νέα γῆ. Γιατί ὁ Θεός πού στή ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἔγινε ἄνθρωπος, προσλαμβάνει ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή μας, ἀτομική καί κοινωνική, καί καθαγιάζει ὄχι μόνο τόν καθένα ἀπό μᾶς χωριστά ἀλλά καί τίς σχέσεις μας μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους καί τήν ἀνθρωπότητα στό σύνολό της. Ὅταν οἱ καμπάνες τῶν Ἱερῶν Ναῶν, πού καλοῦν τούς Χριστιανούς στή λειτουργία τῶν Χριστουγέννων, γεννοῦν μέσα τους τέτοια βιώματα, τότε μόνο οἱ Χριστιανοί μετέχουν στό μυστήριο τῆς ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ του Θεοῦ καί τιμοῦν κατά τόν πρέποντα τρόπο τή μεγάλη γιορτή τῆς χριστιανωσύνης.

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images