«Ἐκκλησιαστικές προτροπές» Α΄ μέρος
Δημοσιεύθηκε 13.11.2025
Πολλοὶ ἀπό τούς πιστούς τῆς Ἐκκλησίας μας ἐκλαμβάνουν τὴν προσέλευσή τους στὶς ῾Ιερὲς ᾿Ακολουθίες ὡς τυπικὴ ὑποχρέωση καὶ ὄχι ὡς συμμετοχὴ στὴν σύναξη τῶν πιστῶν καὶ τὴν φανέρωση τῆς ᾿Εκκλησίας, ὡς μέθεξη στὴν θεία ζωὴ ἀπὸ τὴν ὁποία καθαρίζονται, ἁγιάζονται, φωτίζονται, καὶ δοξάζονται μαζὶ μὲ τὸν Κύριο ᾿Ιησοῦ Χριστό.
῎Αλλοι πάλι ὑποτάσσουν τὶς ῾Ιερὲς ᾿Ακολουθίες καὶ τὰ ῾Ιερὰ Μυστήρια τῆς ᾿Εκκλησίας στὶς ἀπαιτήσεις γήινων καὶ ματαίων ἐπιδιώξεων ποὺ ὁ Θεὸς βδελύσσεται καὶ ἀποστρέφεται. Μία ἄλλη μερίδα πιστῶν ἔχει ἀναπτύξει μιὰ ἐθελοθρησκεία μὲ δικούς της τύπους καὶ μορφές, στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὁ ἀποστολικὸς λόγος·
«Αὐτές οἱ ἀπαγορεύσεις ἀναφέρονται σέ πράγματα πού εἶναι καταδικασμένα νά φθαροῦν μετά τή χρήση τους· πρόκειται γιά κανόνες πού στηρίζονται σέ ἀνθρώπινες διατάξεις καί διδασκαλίες. Βέβαια, αὐτές οἱ διατάξεις ἔχουν μία ἐξωτερική ἐμφάνιση σοφίας, πού ἐκδηλώνεται σάν θρησκεία στηριγμένη στό ἀνθρώπινο θέλημα, σάν ψευτοταπεινοφροσύνη καί περιφρόνηση τοῦ σώματος. Δέν ἔχουν ὅμως καμία ἀξία καί τό μόνο πού κάνουν εἶναι νά ἱκανοποιοῦν τό ἁμαρτωλό φρόνημα» (Κολοσσαεῖς β´ 22-23).
Εἶναι ἐπιβεβλημένη γιὰ θεολογικούς-σωτηριολογικοὺς λόγους ἡ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς ᾿Εκκλησίας καὶ ἡ συνειδητοποίηση ὅτι κάθε πιστὸς μετέχει στὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς του. ῾Υποχρέωση τῶν Ποιμένων εἶναι νὰ κατανοήσουν τὴν ἀξία τῆς κατηχήσεως στὴ λατρεία καὶ τὶς ὠφέλειες ποὺ πηγάζουν ἀπὸ τὴν οὐσιαστικὴ συμμετοχὴ τῶν πιστῶν σ᾿ αὐτή.
Χρέος ὅλων εἶναι ἡ ἀξιοποίηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς καὶ ἡ ἐπίγνωση τῆς Θεοφάνειας καὶ τῆς Χριστοφάνειας μέσα στὰ λειτουργικὰ δρώμενα. Στὴ λατρεία ἀποκαλύπτεται ὁ ᾿Ενσαρκωμένος λόγος τοῦ Θεοῦ. Τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιώνονται ὡς ἕνα διαρκὲς παρόν. ῾Ο Χριστὸς διδάσκει, θαυματουργεῖ, σταυρώνεται, ἀνίσταται καὶ δοξάζεται γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου. ῎Ετσι πραγματώνεται ὁ σκοπός, γιὰ τὸν ὁποῖο ὑπάρχει ἡ λειτουργικὴ ζωή, ὅπως τὸν ὁρίζει ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὅταν λέγει «Χριστῷ συνταφῆναί με δεῖ Χριστῷ συναναστῆναί με, συγκληρονόμον Αὐτῷ γενέσθαι» (Λόγος εἰς τὸ Πάσχα).
Στοὺς παράγονες ποὺ συμβάλλουν στὴ διαμόρφωση τῆς λειτουργικῆς ἀγωγῆς, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ᾿Ενορία, περιλαμβάνονται ἡ οἰκογένεια καὶ τὸ σχολεῖο, ποὺ ὡστόσο δὲν ἀποτελεῖ αὐτονόητα θετικὰ στοιχεῖα στὴν καλλιέργεια τῆς λειτουργικῆς ἀγωγῆς, ἀλλὰ ὁ ρόλος τους ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴν βούλησή τους γιὰ μιὰ συνειδητὴ ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Οἱ ῾Ιεροὶ Ναοὶ εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν χῶροι τῆς λειτουργικῆς ἀγωγῆς τῶν πιστῶν. Στὴ νέα γενιὰ πρέπει νὰ δοθοῦν εὐκαιρίες, οὕτως ὥστε νὰ ἔλθει σὲ ἐπίγνωση τοῦ τί γίνεται καὶ πῶς πρέπει ὁ πιστὸς νὰ συμμετέχει στὰ τελούμενα. Στὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ συμβάλλει καταλυτικὰ ἡ οἰκογένεια, ἡ ὁποία μπορεῖ νὰ καλλιεργήσει τὰ λειτουργικὰ βιώματα. ῾Η λειτουργικὴ ἀγωγὴ εἶναι βίωμα ποὺ ἀρχίζει μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς κοινῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας. Κρίνεται ἀπαραίτητη ἡ συνεργασία τῶν Ποιμένων τῆς ᾿Εκκλησίας μὲ τὶς ἁρμόδιες ἐκπαιδευτικὲς ἀρχές, ὥστε στὰ πλαίσια τῆς ἀμοιβαίας ἐμπιστοσύνης καὶ συνεργασίας νὰ δημιουργηθοῦν οἱ κατάλληλες συνθῆκες καὶ προϋποθέσεις, γιὰ νὰ ξαναβρεῖ ἡ λειτουργικὴ ἀγωγὴ τὴν θέση της στὸ σύγχρονο σχολεῖο.
Μὲ βάση τὴν πατερικὴ καὶ λειτουργική μας παράδοση ἀποδεικνύεται ὅτι διαχρονικὸ μέλημα τῆς ᾿Εκκλησίας ἦταν ἡ βαπτισματικὴ ἀγωγὴ τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ ἡ ἐκπαίδευσή του γύρω ἀπὸ τὸ βαθύτερο νόημα τῶν τελουμένων κατὰ τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καὶ ἡ μυσταγωγία του στὸ ἕνα καὶ μοναδικὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ. Τὸ περιεχόμενο τῆς βαπτισματικῆς ἀγωγῆς συνίσταται κυρίως στὴν καλλιέργεια λειτουργικοῦ καὶ ἐκκλησιαστικοῦ ἤθους στὰ μέλη της, στὴν ἀνάλυση καὶ ἐμπέδωση τῶν θεολογικῶν ἀληθειῶν τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ μυστηρίου τῆς καινῆς γεννήσεως καὶ ἀναπλάσεως, τῆς συνταφῆς καὶ συναναστάσεως μὲ τὸν Χριστό, τοῦ φωτισμοῦ καὶ ἁγιασμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, τῆς νέας πορείας του μέσα στὴν ἐν Χριστῷ ἀνακαινισμένη ἀνθρωπότητα ποὺ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία.
Στὴν ἐκκοσμικευμένη κοινωνία μας, ὅπου ἡ λειτουργικὴ κρίση εἶναι ἐμφανὴς καὶ ἡ κατανόηση τῶν συμβόλων καὶ τῶν τελουμένων κατὰ τὸ Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος εἶναι καθόλου ἱκανοποιητική, ἀναδεικνύεται ἡ ἱερατικὴ διακονία τῆς λειτουργικῆς ἀγωγῆς τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Οἱ ὑπεύθυνοι αὐτοῦ τοῦ ἔργου ἱερεῖς, στηριγμένοι στὴν παράδοση ὀφείλουν νὰ ἀναδείξουν στὸ σύγχρονο κόσμο (ἀναδόχους, οἰκογένεια, ἐνορία) τὴ σπουδαιότητα τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος ὡς θεμελίου τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς καὶ τῆς ἐν Χριστῷ καταξιώσεώς μας.
Τὸ ἴδιο τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση της, ἄγει τοὺς πιστοὺς στὸν Πατέρα, δι᾿ Υἱοῦ, ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι. Στὴν Καινὴ Διαθήκη ὅμως, ὑπάρχουν καὶ περιπτώσεις ἐπιδείξεως ἀντί - εὐχαριστιακοῦ ἤθους σὲ ἄμεσες ἢ ἔμμεσες εὐχαριστιακὲς συνάφειες (᾿Ιούδας, Πέτρος, Κυριακὰ Δεῖπνα στὴν Κόρινθο κλπ.).

