M A Ρ Τ Υ Ρ Ι Α
τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
γιά τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟ
τήν δεκατετραετή ἐπέτειο τῆς κοιμήσεως του
28-1-2008 – 28-1-2022
Συμπληρώνονται σήμερα 14 ἔτη (28.01.2008-28.01.2022) ἀπό τῆς κοιμήσεως τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυροῦ Χριστοδούλου. Ἡ ἐπέτειος ἀνανεώνει τήν καταληφθεῖσα μαρτυρία γιά τό χρόνο τῆς ἐπί γῆς παρουσίας τοῦ πεπνυμένου Πρωθιεράρχου καί τῆς ἐν γένει διακονίας αὐτοῦ στήν Ἐκκλησία.
Στόν μακαριστό ἐφαρμόζεται ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου: « Ὁ νικῶν, ποιήσω αὐτὸν στύλον ἐν τῷ ναῷ τοῦ Θεοῦ µου, καὶ ἔξω οὐ μὴ ἐξέλθη ἔτι, καὶ ἐπιγράψω ἐπ αὐτῷ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου, καὶ τὸ ὄνομα τῆς πόλεως τοῦ Θεοῦ µου, τῆς καινῆς Ἱερουσαλὴμ, ἥτις καταβαίνει ἐξ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ µου, καὶ τὸ ὄνομά µου τὸ καινόν» (Ἀποκαλύψεως γ΄, 12)
«Τό νικητή, θά τόν κάνω σάν ἀμετακίνητο στύλο στό ναό τοῦ Θεοῦ μου, θά γράψω πάνω του τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου καί τό ὄνομα τῆς πόλης τοῦ Θεοῦ μου, τῆς νέας Ἱερουσαλήμ, πού κατεβαίνει ἀπό τόν οὐρανό, ἀπό τό Θεό μου, θά γράψω ἀκόμα πάνω του τό καινούργιο ὄνομά μου»
Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ζωγραφίζει στὸ μυστηριῶδες βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως ὅλους τοὺς νικηφόρους καὶ δεδοξασµένους ἥρωες τῆς ἀρετῆς. Κάθε ἕνα ἀπό αὐτούς ὁ ᾽Αμνὸς τοῦ Θεοῦ τὸν ὀνομάζει στύλο ὑψηλό, ἀκλόνητο, σταθερὸ στὴν ᾿Εκκλησία του. Σέ κάθε ἕνα ἐπιγράφει τρία ὀνόματα μέ σύντοµη καὶ ὑψηλὴ ἐπιγραφή.
Πρῶτο, τὸ φοβερὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο φανερώνει τὴν πρὸς τὸν Θεὸν ἐγκάρδιο πίστη.
Δεύτερο, τὸ ὄνομα τῆς νέας Ἱερουσαλὴμ, τὸ ὁποῖο σηµαίνει τὴν πρὸς τὴν ᾿Εκκλησία τῶν πιστῶν θερμουργὸ ἀγάπη:
Καὶ τρίτον, τὸ νέο ὄνομα τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, τὸ ὁποῖο ὑποδηλώνει τήν, εἴτε διὰ θλίψεων, εἴτε καὶ δι’ αἵματος ἀκολουθία στὰ ἴχνη τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, µέχρι τέλους τῆς ζωῆς.
Ταῦτα τὰ ὀνόματα χαρακτηρίζουν τοὺς καλλινίκους ἀθλητές τῆς Ἁγίας μας ᾿Εκκλησίας καὶ αὐτά νά θεωρήσετε, νοερῶς ἐπιγεγραμμένα στὸν ἀοίδιμο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κυρό Χριστόδουλο.
Τὰ δύο μὲν τὰ πρῶτα ὀνόματα χαρακτήρισαν καί σημάδεψαν τό ἔνδοξο στάδιο τῆς ζωῆς τοῦ μακαριστοῦ, τὸ δὲ τρίτο, τόν εὐκλεέστατο θάνατο του. «Ἐν γενεᾷ αὐτοῦ ἐδοξάσθη,… καὶ ἡ δόξα αὐτοῦ οὐκ ἐξαλειφθήσεται» (Σοφία Σειράχ, μδ΄, 7, 13)
«Ὅλοι αὐτοί ἀπό τούς συγχρόνους τους τιμήθηκαν …καί τό καλό ὄνομά τους δέν θά ἐξαληφθεῖ»
α΄. «Τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ».
Ὅλη ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ τοῦ ἀνθρώπου θεμελιώνεται κυρίως στὴν πρὸς τόν Θεό ἐγκάρδιο πίστη. Πᾶσα ἡ τιμή, λέγει ὁ θεῖος ᾿Απόστολος Πέτρος.
«Πᾶσα ἡ τιμὴ τοῖς πιστεύουσι» (Α΄ Πέτρου β΄, 7). Τοῦτο τὸ δῶρο τὸ ὑψηλότατο καὶ θειότατο ἐμπιστεύει ὁ Θεὸς σέ ὅλα τὰ πολύδοξα σκεύη τῆς ἁγίας Αὐτοῦ ἐκλογῆς.
Καὶ τοῦτο ἐξ ἀρχῆς ἐφάνη καὶ στὴν γέννηση, καὶ στὴν ἀνατροφή, καὶ στὴν πρόοδο τοῦ πανευκλεοῦς Ἀρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Ἐκ γονέων θεοσεβεστάτων, καὶ μαζί μέ τό μητρικό γάλα ἐτράφηκε καὶ μέ τὸ νέκταρ τῶν δογμάτων τῆς ᾿Ορθοδοξίας καί τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἔδειξε ἐξ ἀπαλῶν ὀνύχων ὅλα τὰ προτερήματα, ὅσα χαρακτηρίζουν τὸν γενναῖο τῆς πίστεως στρατιώτη. Ὅλος καιόµενος ὑπὸ τοῦ ἔρωτος τῆς σοφίας-γνώσεως, πού εἶναι καλὴ λάτρης καὶ σύμμαχος τῆς ἁμωμήτου πίστεως, καὶ τοῦ λογικοῦ ἀνθρώπου χειραγωγὸς του πρὸς τὸν Θεό,
Ἀνέκραζε ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος, ὡς ἄλλος Σολομών, πρὸς τὸν Ὕψιστον τῶν φώτων Πατέρα “Δός µοι τὴν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν, καὶ µή µέ ἀποδοκιµάσης ἐκ παίδων Σου” (Σοφία Σολομῶντος θ΄, 4)
Καί ἀφοῦ στήριξε τήν καρδιά του στὴν πέτρα τοῦ θείου φόβου, πού εἶναι ἡ θεμελιώδης ἀρχή πάσης σοφίας (Παροιμιῶν α΄, 7) , ἔδραμε στὰ σχολεῖα, σπουδάζοντας νὰ κερδίσει τὸ θησαυρὸ τῆς γνώσεως τῶν θείων καὶ ἀνθρωπίνων πραγμάτων, τῶν ὁποίων πλάσθηκε παρὰ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος θεωρός. Ἡ µεγάλη εὐφυΐα τοῦ νοῦ του, καὶ ὀξύτητά του καὶ ἡ μνήμη, καθώς καὶ ἡ κρίση του ἦταν μερικά ἀπό τά προτερήµατα του, ὡς πρὸς τὴν σωφροσύνη, τήν µετριότητα καὶ τήν χρηστότητα, χαρίσματα μέ τά ὁποῖα ἔγινε καλὸ τῆς παιδείας παράδειγµα καὶ στοὺς πεπαιδευµένους καὶ στοὺς ἀπαιδεύτους. ᾽Αληθινά, «ἡ γνῶσις φυσιοῖ», κατὰ τὸν θεῖο ᾿Απόστολο. Βρίσκονται πολλοὶ ἄνθρωποι στὸν κόσμο, πού ὅσον κερδίζουν ἀπὸ µέρους τῆς µαθήσεως καὶ τῶν πολλῶν γνώσεων, ἄλλο τόσον χάνουν ἀπὸ µέρους τῆς µετριοφροσύνης. ᾽Αλλ᾽ ὁ μακαριστός, ὅσο προχωροῦσε στὴ σοφία, τόσο γνώριζε τὴν οὐδαμινότητα τοῦ ἀνθρώπου, καί ἄλλο τόσο ἐταπεινοῦτο, μπροστά στὴν ἀένναη πηγὴ τῆς οὐράνιας σοφίας, τῆς ὁποίας ἔφερε τὰ κάλλιστα γνωρίσματα. «Ἡ ἄνωθεν σοφία, λέγει ὁ θεῖος ᾿Ιάκωβος πρῶτον μὲν ἁγνὴ ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστή ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος» (Ἰακώβου γ΄, 17).
Ὅλοι ἐθαύμαζαν τά προτερήματα τῆς κοσµιωτάτης αὐτοῦ νεότητος. Συναναστρεφόταν πάντοτε μέ τούς ἐργάτες τῆς σοφίας, τῆς πίστεως καί τῆς ἀρετῆς. Ὁμοίαζε μέ τό ἄστρο τῆς αὐγῆς, καί διέτρεχε παρακολουθώντας τὸν ἥλιον τῆς θείας σοφίας καὶ προπορευόµενο ἔμπροσθεν τῆς ἡμέρας τῆς ἀρετῆς.
Ἡ Πρόνοια τοῦ Ὑψίστου, τῆς ὁποίας ὁ δάκτυλος ὁδηγεῖ καθένα μας στὸν δρόµο τῆς σωτηρίας του, ἀνάγει καὶ τὸν Χριστόδουλο στὸ ἔργο, ὅπου τὸν προώρισε νὰ δοξασθεῖ λαμπρότερα. Ἀγκαλίζεται τὴν ἀνώτατη ὑπέρκοσμη φιλοσοφία, ἐνδύεται τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα, χειροτονεῖται διάκονος, προχειρίζεται ἱερεύς, καὶ προβιβάζεται στήν Μητρόπολι τῆς Δημητριάδος, ὡς Ἐπίσκοπος, νὰ διακονήσει δημοσίως ὅποιον ἐγκαρδίως ἀγαποῦσε τόν Θεό. Ὡς ἄλλος Σαμουήλ, ἀφιερωμένος ἐκ βρέφους εἰς τὸν Θεόν, ἐνθουσιαζόταν νὰ εὐαρεστεῖ τὸν Θεό. Διδάσκει, συμβουλεύει, ἐλέγχει, παρακαλεῖ, γίνεται τά πάντα στὸ λογικὸ αὐτοῦ ποίμνιο, ὥστε νὰ ἐκπληρώσει πρεπόντως τοῦ ὑψηλοῦ διακονήματός του τὰ καθήκοντα.
Ὑπέμεινε πολλλά ὑπὲρ τῆς Πίστεως ὑπὸ τῶν ἀγρίων τῆς πίστεως ἐχθρῶν καί κήρυξε πανταχοῦ μετά ζήλου εὐσεβείας.
Καί ἡ ζέση τῆς καρδιᾶς του τετρωμένη ἀπό τό βέλος τοῦ θείου πόθου ἀνυψωνόταν στήν θεωρία τῶν μυστηρίων τῆς πίστεως καί οἱ ἔνδοξες ἀρετές του πού τόν κοσμοῦσαν ἐδοξάζονταν στὴν διόρθωση τῶν σφαλμάτων πού κατέγραφε κατά τήν εὐάρεστη διακονία του.
Ἔχοντας εὐαισθησία τῆς συνειδήσεως, ὁδηγήθηκε στήν γνήσια πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν πλησίον ἄκριτη ἀγάπη του.
Κατεῖχε ἀρετή, ἄνευ ὄγκου, χωρὶς ὑποκρίσεως, χωρὶς ἐπιτήδευση ἐπεκτεινομένη πρὸς τὰ ἔμπροσθεν, ἐφ᾽ ὅσον αἰσθάνεται τὴν ἀσθένεια τῆς ἀνθρωπίνης καρδίας, μέ ἀποτέλεσμα νά γίνεται φιλανθρωποτέρα.
Ἡ ποιµαντορία του στόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο θά ἐκλάμψει φανερώτατα σέ ὅλους καὶ τὸ ὄνομα τῆς νέας Ἱερουσαλήμ, τὸ ὁποῖο ἐπέγραψεν στὴν ἱερή του καρδία ὁ ᾽Αμνὸς τοῦ θεοῦ.
β΄. «Καί ἐπιγράψω ἐπ’ αὐτῷ τὸ ὄνομα τῆς πόλεως τοῦ Θεοῦ, τῆς καινῆς Ἱερουσαλήμ» (Ἀποκαλύψεως γ΄, 12).
Φέροντας στὸ στῆθος αὐτοῦ ἐγγεγραμμένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ τῆς ἁγίας αὐτοῦ πόλεως, εἰσερχόταν στὰ ἄδυτα, καὶ ἐξέρχοταν σέ πνευματικὴ θεραπεία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Κατά τό ὑψηλό του λειτούργημα ἀπό τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ Θρόνου ὑπῆρξε πνεῦμα πυρῶδες καὶ φωτεινὸ, πού ἐμψύχωνε μέ θέρμη τούς πιστούς τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ἐμπνέονταν καί ἕλκονταν ἀπό τήν ἰσχυρή καί ἀστήρευτη ὁρμή τοῦ πνεύματός του.
Ὁ τρισόλβιος αὐτός Προθιεράρχης ὁδηγούµενος ὑπὸ τοῦ πνεύματος καί τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἐπιτυχῶς ἄλλοτε μὲν ἀνέβαινε στὴν θεωρία τῶν ἐπουρανίων καὶ ὑπερφυῶν μυστηρίων, ἄλλοτε δὲ πάλι κατέβαινε στήν πρακτική εὐσέβεια τῶν ἀγαθοεργιῶν πρός ὅλους. Ἐπαγρυπνοῦσε καί ἔτρεχε, σχεδόν ἵπτατο πρὸς ὅλες τίς προκύπτουσες ἀνάγκες.
Στίς ἐκλογές τῶν Ἀρχιερέων ἕτοιμος νά προτείνει τὸν ἀξιώτερο στήν ποιμαντορία ψυχῶν ταυτόχρονα δέ ὑπερδραστήριος στήν κάλυψη ὑλικῶν ἀναγκῶν.
Ὑπερασπίστηκε σθεναρά καί οἰκονόμησε φρόνημα τά ζητήματα ἐτίθεντο καί ἀπέβλεπαν πρός τήν καταφρόνηση τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῶν πιστῶν της, καταβάλλοντας κόπους καί πολλούς ἱδρῶτες γιά νὰ διατηρήσει ἀκέραια τὰ προνόμια τῆς ᾿Ορθοδοξία μας καί τῆς Ἐκκλησίας μας, μή ὑποκύπτων στήν κοσμική δουλεία.
᾿Εξέδωσε πλῆθος ἀποφάσεων καί θεσπισμάτων ὡς Πρόεδρος τῆς Ἱερᾶς Συνόδους τῆς καθ’ Ἑλλάδα Ἐκκλησίας, πού ἀφοροῦσαν στόν κλῆρο, ἀλλά καί τήν κοσµιότητα καὶ τὴν εὐζωΐα τῶν Χριστιανῶν.
Ὑπῆρξε ἀκάματος καί ἄγρυπνος ἐργάτης πού μεγαλοπρεπῶς καί μέ ἐπιτυχία χειρίστηκε τίς ὀξείες ἀνάγκες, θεραπεύων τίς ποικίλες δύσκολες περιστάσεις,
Μέ περισσή πραότητα καί ἀπαράμιλλη πατρική ἀγάπη ὑπεδεχόταν ὅλους μέ ὑπομονή καί πρός παραμυθία, δείχνοντας ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τά προβλήματά τους. Μέ μεγάλη προθυμία καί φιλανθρωπία διασκόρπιζε τίς εὐεργεσίες του κατά τό «ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος» (Ψαλμός 80, (πβ΄,) 1)
Μέ ὅλα αὐτά ὁ κλεινός μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δοξάσθηκε στήν ἐγκόσμια βιοτή του δείχνοντας ἐγγεγραμμένο στήν καρδιά του τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί τό ὄνομα τῆς Ἱερουσαλήμ.
γ΄. Τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα
Μέ τήν ἐμπνευσμένη Ἀρχιερατεία του ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος ἀπέθανε ὑπέρ Χριστοῦ καί φανέρωσε καί τό τρίτο ὄνομα, τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα, τό προσκυνητό καί ὑπερύμνητο ὄνομα, Αὐτό τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού προγράφτηκε στήν καρδιά του ἐν μέσῳ θλίψεων ὥστε νά καταστεῖ ὁ δόξα αὐτοῦ ἀνεξάλειπτη κατά τό «ἡ δόξα αὐτοῦ οὐκ ἐξαλειφθήσεται» (Σοφία Σειράχ μδ΄, 13).
Ἐφρόντισε ἕως τίς τελευταῖες ὥρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς του ἀγωνιῶν, νά οἰκονομήσει τίς ἀνοικονόμητες καί φοβερές περιστάσεις τῆς Ἐκκλησίας μας καί τοῦ Ἔθνους μας, δίδοντας μαρτυρία ὑπέρ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Καί τώρα εὑρισκόμενος μπροστά στόν θρόνο τοῦ Ἀρνίου, ἐνδεδυμένος τήν λευκή στολή τῆς ἀθανασίας, βαστάζει τόν φοίνικα τῆς νίκης καί δοξολογεῖ τῆς δόξης τόν Κύριο.
Προσευχόμαστε ἡ μακαρία ψυχή του νά ἐπιβλέπει ἰλαρῶς πρός ὅλους μας καί νά ἐμπνέει τίς καρδιές μας, ὁδηγώντας μας στήν ὁμόνοια, στήν συμπάθεια καί στήν ἐν Χριστῷ ἀγάπη, καί ὡς εὐσεβής λατρευτής τοῦ Παναγίου Ὀνόματός Του, ὁ Κυριός μας νά τόν παραλάβει στήν αἰώνια βασιλεία Του.
Αἰωνία ἡ μνήμη του.
Χ ρ ι σ τ ο δ ο ύ λ ο υ
τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πᾶσης Ἑλλάδος
Αἰωνία ἡ μνήμη.
28.1.2022