Πώς νά ὑποδεχθῶ τόν Χριστό
τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
(Κυριακή τῶν Βαΐων-24 Ἀπριλίου 2016)
«Πρὸ ἕξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα ἦλθεν
ὁ Ἰησοῦς εἰς Βηθανίαν»
(Ἰωάννου 12, 1 κ.ἕξ.)
Πρίν ἀπό ἕξη ἡμέρες γιά τό Πάσχα ὁ Ἰησοῦς συνοδευόμενος ἀπό τούς Ἀποστόλους Του ἀνέβηκε στή Βηθανία, ὅπου βρισκόταν ὁ φίλος Του Λάζαρος μαζί μέ τίς δύο ἀδελφές του Μάρθα καί Μαρία. Ἐκεῖ Τοῦ παρέθεσαν μεγάλο δεῖπνο. Ἡ Μάρθα δέν ἔπαυε νά Τόν περιποιεῖται. Ἡ Μαρία Τοῦ ἔδειξε διαφορετικά τήν ἀγάπη της καί τήν εὐγνωμοσύνη της. Πῆρε ἕνα λίτρο γνήσιο καί πολύτιμο μύρο καί μέ αὐτό τοῦ ἄλειψε τά πόδια καί τά σκούπισε μέ τά μαλλιά της. Ὅλο τό σπίτι μοσχοβόλησε.
Βλέποντας αὐτό ὁ φιλάργυρος Ἰούδας ἄρχισε νά μεμψιμοιρεῖ λέγοντας: «Γιατί τέτοια σπατάλη; Δέ θἄταν καλύτερα νά πουληθεῖ τό μύρο γιά τριάντα δηνάρια καί νά βοηθηθοῦν οἱ πτωχοί;»[1]. Αὐτά ὅμως τά ἔλεγε ἀπό συμφέρον, γιατί κρατοῦσε τό ταμεῖο καί δέν ἦταν ἐν τάξει. Ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπαντᾶ: «Ἄφησέ την. Τό εἶχε φυλάξει γιά τήν ἡμέρα τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου. Τούς φτωχούς τούς ἔχετε πάντα μαζί σας, ἔμενα ὅμως δέ θά μέ ἔχετε»[2].
Τήν ἄλλη ἡμέρα ὁ Ἰησοῦς ξεκίνησε γιά τήν Ἰερουσαλήμ. Μόλις ὁ ὄχλος, πού ἦταν ἐκεῖ γιά τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα, ἔμαθε ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς, ἔτρεξε πρός προϋπάντησή Του μέ κλαδιά ἐλιᾶς καί φοινίκων, καί τόν ὑποδέχθηκε κράζοντας: «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου»[3]. Δόξα σέ κεῖνον, πού ἔρχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ὁ Ἰησοῦς καθισμένος σέ ἕνα γαϊδουράκι εἰσῆλθε στήν ἱερά Πόλη.
Αὐτή εἶναι ἡ θριαμβευτική εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ στήν Ἱερουσαλήμ. Εἴσοδος πρωτάκουστη καί συμβολική. Συμβολίζει τήν εἴσοδο τοῦ Ἰησοῦ σέ κάθε ψυχή. Κατά τήν εἴσοδό Του τόν ὑποδέχθηκαν ἡ Μάρθα καί ἡ Μαρία ἀδελφές τοῦ Λαζάρου, καί τά πλήθη τῆς Ἱερουσαλήμ. Δυό ξεχωριστές κατηγορίες. Δυό ξεχωριστά σύμβολα, πού μᾶς διδάσκουν πώς πρέπει κι ἐμεῖς νά ὑποδεχθοῦμε τόν Ἰησοῦ. Μελετώντας τή διαγωγή τῆς Μαρίας καί τή συμπεριφορά τοῦ ὄχλου καταλήγουμε ὅτι πρέπει νά τόν ὑποδεχθοῦμε:
α) Μέ ἀνυπολόγιστη ἀγάπη καί β) Μέ ἀνυπόκριτο ἐνθουσιασμό. Καί αὐτά τά δύο σημεῖα θά εἶναι τό θέμα τῆς μελέτης μας πού ἀκολουθεῖ.
- Μέ ἀνυπολόγιστη ἀγάπη, γιατί ὁ Ἰησοῦς, ὅπως καί γιά τήν Μαρία εἶναι καί γιά μᾶς ὁ μεγαλύτερος εὐεργέτης μας. Ἐκτός πού ἔδωσε τά μέσα Του γιά τή σωτηρία μας, ἐκτός πού μᾶς εὐεργέτησε μέ τήν ὑπέροχη νομοθεσία Του, ἐκτός πού ὑπῆρξε τό τελειότερό μας ὑπόδειγμα ζωῆς, εἶναι καί ὁ μεγαλύτερος εὐεργέτης τῆς ψυχῆς μας, γιατί μᾶς συγχώρεσε ὅλα τά σφάλματά μας.
Πόσες φορές δυστυχῶς δέν προσβάλαμε τή θεία μεγαλειότητά Του; Πόσες φορές δέν περιφρονήσαμε τό νόμο Του; Πόσες φορές δέν ἀμελήσαμε νά ἐκπληρώσουμε τίς ὑποχρεώσεις μας; Κι ὅμως κάθε φορά πού ἀποφασίσαμε νά πᾶμε κοντά Του καί νά πέσουμε στά πόδια Του, ζητώντας ταπεινά συγγνώμη στό μυστήριο τῆς Μετάνοιας, φάνηκε πρόθυμος νά μᾶς δεχθεῖ στή φιλία Του καί νά μᾶς συγχωρέσει. Τόσο πού φαίνεται σάν ἡ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας νά ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικά ἀπό μᾶς κι ὄχι ἀπό Ἐκεῖνο. Ἄν ἐμεῖς παρουσιάσουμε ὅλες τίς διαθέσεις γιά μία εἰλικρινῆ, ταπεινή, ἀποφασιστική Μετάνοια ὁ Κύριος εἶναι πάντα ἕτοιμος καί πρόθυμος νά μᾶς συγχωρέσει κι ἐμεῖς εἴμαστε ἀπόλυτα βέβαιοι ὅτι τό βάρος τῶν ἁμαρτιῶν μας ἔχει ἀφαιρεθεῖ. Εἴμαστε τελείως συγχωρημένοι.
Ποιά πρέπει λοιπόν νά εἶναι ἡ ἐκδήλωση τῆς ἀγάπης μας γιά ἕνα τέτοιο φιλεύσπλαχνο καί ἀνεξίκακο Κύριο; Πῶς νά ἀποδείξουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας; Μέ μία τέλεια ἀγάπη. Μία ἀγάπη ὁλοκληρωτική, σταθερή, γενναιόδωρη, ἀποφασιστική, εἰλικρινῆ καί πρό πάντων ἀνιδιοτελῆ, δηλαδή νά μή βάζουμε περιορισμούς, νά μή ἀποβλέπουμε σέ ἀμοιβές, νά μή κάνουμε παζαρεύματα. Ἡ ἀγάπη μας νά εἶναι ὁλοκληρωτική ἔκφραση τῶν αἰσθημάτων τῆς καρδιᾶς μας, νά εἶναι ζωντανή, πρόθυμη, ἀφοσιωμένη.
Ἀγαποῦμε τόν Θεό, ἄς κάνουμε κάτι τό ἰδιαίτερο γιά νά ἀποδείξουμε τήν ἀγάπη μας. Ἄς στερηθοῦμε κάτι ἀπό τήν τροφή μας γιά νά τό δώσουμε σέ ἕνα φτωχό. Ἄς περιορίσουμε τά προσωπικά μας ἔξοδα γιά νά συνδράμουμε ἕνα δεινοπαθῆ. Ἄς ξυπνήσουμε μισοβδόμαδα λίγο πιό πρωί γιά νά πᾶμε στήν Ἐκκλησία. Ἄς πᾶμε νά ἐπισκεφθοῦμε ἕνα φτωχό ἄρρωστο. Ἄς καθίσουμε μ’ ἕνα μικρό παιδί γιά νά τοῦ μάθουμε τά πρῶτα στοιχεῖα τῆς Κατηχήσεως. Ἔτσι θά ἀποδείξουμε τήν ἀγαπή μας καί θά εὐχαριστήσουμε Ἐκεῖνο, πού εἶπε: «Σᾶς βεβαιώνω πώς ἀφοῦ τά κάνατε αὐτά γιά ἕναν ἀπό τούς ἄσημους ἀδερφούς μου, τά κάνατε γιά μένα»[4].
Μέ αὐτές τίς μηδαμινές πράξεις θά ἀποδείξουμε τήν ἀγάπη μας. Ἡ λεπτότητα τῶν αἰσθημάτων τῆς καρδιᾶς φανερώνεται καί στίς ἀσήμαντες πράξεις. Γιά τόν Θεό ὅ,τι καί νά κάνουμε ἀσήμαντο θά εἶναι. Ἀλλά, ἀφοῦ δέν μποροῦμε νά κάνουμε σπουδαῖες πράξεις, ἄς μήν ἀποφύγουμε τίς μικρές, πού μποροῦν νά γίνουν μεγάλες, ὅταν γίνωνται μέ μεγάλη ἀγάπη.
Βέβαια, προσπαθώντας νά ἐκδηλώσουμε μέ αὐτό τόν τρόπο τήν ἀγάπη μας στόν Θεό, θά ἔχουμε — ὅπως ἡ Μαρία, ν’ ἀκούσουμε πολλές ἐπικρίσεις, ὅτι ἔτσι βλάπτουμε τήν ὑγεία μας, ὅτι ἀδικοῦμε τούς συγγενεῖς μας, ὅτι εἴμαστε ὑπερβολικοί, ὅτι σπαταλοῦμε ἄδικα τόν καιρό μας καί ἄλλα πολλά. Αὐτά ὅμως δέν πρέπει νά μᾶς τρομάζουν, γιατί ὅταν ἀγαποῦμε τόν Θεό ἀγαποῦμε καί τόν ἑαυτό μας καί τόν πλησίον μας.
- Μέ ἀνυπόκριτο ἐνθουσιασμό, γιατί ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ὑπέρτατος, ὁ αἰώνιος καί ὁ παγκόσμιος βασιλιάς.
α΄. Ὁ ὑ π έ ρ τ α τ ο ς β α σ ι λ ι ά ς. Κανένας ἐπίγειος βασιλιάς δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μαζί Του. Κανένας δέν εἶναι ἀνώτερός Του. Κάθε ἐπίγεια ἐξουσία ἔχει βαθμούς. Ἐξαρτᾶται ἀπό μία ἄλλη, ὅπως συμβαίνει γιά τήν πνευματική, τήν κοινωνική, τήν οἰκογενειακή ἐξουσία. Μόνον ἡ ἐξουσία, πού ἔχει ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἀνώτερη ὅλων. «Ὁ Θεός μου ἔδωσε (διεκήρυξε ὁ Ἴδιος) ὅλη τήν ἐξουσία στόν οὐρανό καί στή γῆ»[5], γιατί «Γιατί ὁ Κύριος, ὁ Θεός σας, αὐτός εἶναι ὁ Θεός τῶν Θεῶν καί Κύριος τῶν κυρίων, ὁ μεγάλος Θεός, ὁ ἰσχυρός καί φοβερός»[6].
β΄. Α ἰ ώ ν ι ο ς. Οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς καί οἱ ἄλλοι κυρίαρχοι ἔχουν ἄρχη καί τέλος στήν ἐξουσία τους. Ἔρχονται καί παρέρχονται. Ἡ ἐξουσία τους εἶναι πρόσκαιρη. Ἄλλοι παραιτοῦνται μόνοι ἀπό τήν ἐξουσία καί ἄλλοι ἀνατρέπονται ἀπό τούς ἀντιπάλους τους. Μόνος ὁ Ἰησοῦς δέν μπορεῖ νά παραιτηθεῖ τῆς ἐξουσίας Του, οὔτε νά ἐκθρονισθεῖ. Μόνος αὐτός κατά τήν ἔκφραση ἕνος νεομάρτυρος «δέν ἀποθνήσκει». Ἡ βασιλεία Του δέν ἔχει τέλος. «Καί ἡ βασιλεία αὐτοῦ δέν θά ἔχει τέλος»[7] βεβαίωσε ὁ ἀρχάγγελος τήν Παρθένο. «Οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος» ὁμολογοῦμε ἀκόμη στό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Αἰώνια λοιπόν καί ἀκατάλυπτη θά εἶναι ἡ βασιλεία Του. Εἴκοσι αἰῶνες πέρασαν καί ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ μένει ἀκλόνητη, παρ’ ὅ,τι τόσες φορές ἐξεστράτευσαν ἐνάντιόν της τύπος, θέατρο, λογοτεχνία, κριτική, πάθη ἀνθρώπινα «Θά βασιλεύσω, παρά τήν θέληση τῶν ἐχθρῶν μου»[8], ἀπεκάλυψε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος σέ μία ἐκλεκτή ψυχή.
γ΄. Π α γ κ ό σ μ ι ο ς. Ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ ἐπεκτείνεται σέ ὅλο τόν ἄνθρωπο. Ἐπεκτείνεται στή διάνοια τοῦ ἀνθρώπου, ζητώντας τή συγκατάθεσή του στίς ἀλήθειες, πού ἦλθε νά κηρύξει. Στήν καρδιά του ζητώντας τήν ἀγάπη σ’ ἀντάλλαγμα τῆς δικῆς του ἀγάπης. Στή θέληση του ζητώντας τοῦ ὑπακοή στίς ἔντολές Του. Στίς αἰσθήσεις του, πού εἶναι ὄργανα στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.
Ἐπεκτείνεται στήν κοινωνία, πού εἶναι ἔργο Του. Ἀπό τόν Ἰησοῦ ἀντλοῦν οἱ ἄρχοντες τήν ἐξουσία. Κάθε ἐξουσία «ἄνωθέν ἐστι». Τίποτε τό σατανικώτερο ἀπό τοῦ νά θελήσει κανείς νά σβήσει τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς νόμους, τίς κυβερνήσεις, τά ἔθνη.
«Σ’ ἐσένα ἀνήκει, Κύριε καί Θεέ μας, ἡ δοξολογία, ὁ αἶνος καί ἡ δύναμη, γιατί ἐσύ δημιούργησες τά πάντα· τό θέλημά σου τούς ἔδωσε τή δύναμη καί τή ζωή» καί «Τό Ἀρνίο πού θυσιάστηκε εἶναι ἄξιο νά λάβει δύναμη, πλοῦτο καί σοφία, ἰσχύ, τιμή, δόξα κι εὐλογία στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων»[9].
Τόν Ἰησοῦ λοιπόν ὀφείλουμε μέ ἐνθουσιασμό κι ἀγάπη νά ζητοῦμε νά ὑποδεχθοῦμε στήν καρδιά μας, γιατί ὄχι μόνο εἶναι εὐεργέτης μας καί λυτρωτής μας, ἀλλά κι ὁ ἀπόλυτος Κύριός μας καί πανίσχυρος βασιλιάς μας.
Παρ’ ὅ,τι ὅμως εἴμαστε σκουλίκια καί σκόνη μπροστά Του, κάποια συγγένεια μᾶς συνδέει μαζί Του. Ὁ Θεός εἶναι πνεῦμα, καί ἡ ψυχή μας εἶναι πνεῦμα. Ἡ πνευματική αὐτή συγγένεια κάνει τήν ψυχή νά ζητάει ἀκατάπαυστα νά ἑνωθεῖ μέ τόν Πλάστη της.
Τό ρυάκι συγγενεύει μέ τή θάλασσα, γι’ αὐτό κατευθύνεται σ’ αὐτή. Ἡ ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας διαρκῶς ἐξατμίζεται καί ἀπό τήν ἐξάτμηση γίνεται τό σύννεφο καί ἀπό τό σύννεφο ἡ βροχή. Τό νερό δέν μπορεῖ νά ζήσει χωρισμένο ἀπό τή θάλασσα. Ὀρμᾶ πρός αὐτή. Ἄν βάλλουμε ἕνα φράγμα, παίρνει ἄλλο δρόμο ἤ ξεπερνᾶ τό φράγμα γιά νά φθάσει στή θάλασσα. Ἔτσι καί ἡ ψυχή μας ζητᾶ τό Θεό.
Τά πάθη μας, ἡ κακία τῶν ἄνθρωπων ζητοῦν πολλές φορές νά βάλλουν φράγμα στήν ψυχή μας καί νά τήν ἐμποδίσουν νά βρεῖ τόν Ἰησοῦ. Ὀφείλουμε ὅμως νά ὑπερπηδήσουμε καί ὅλες αὐτές τίς δυσκολίες καί νά ζητήσουμε τήν προϋπάντηση τοῦ Ἰησοῦ. Σάν τό λαό τῆς Ἱερουσαλήμ νά τόν ὑποδεχθοῦμε μέ τά καρδιόβγαλτα «ὡσαννά».
Ὡσαννά, λοιπόν, σέ ἐκεῖνο, πού μᾶς ἄνοιξε τόν Παράδεισο, χύνοντας τό αἷμα Του γιά τή σωτηρία μας. Ὡσαννά σέ ἐκεῖνον, πού μᾶς συγχώρησε ὅλες τίς ἁμαρτίες μας. Ὡσαννά σέ ἐκεῖνον, πού μᾶς ἔστειλε τίς σωτήριες ἐμπνεύσεις γιά ν’ ἀκολουθήσουμε τό νόμο Του καί νά φυλάξουμε τίς ἐντολές Του. Ὡσαννά σέ ἐκεῖνον, πού μᾶς στερέωσε μέ τή χάρι Του στίς ἀποφάσεις μας. Ὡσαννά σέ ἐκεῖνον, πού ἄν καί ἄπειρος καί παντοδύναμος Θεός καταδέχεται καί ζητεῖ τή φιλία μας καί τήν ἀγάπη μας. Ὅ,τι καί νά ποῦμε γιά νά δοξολογήσουμε τόν Κύριο, τά λόγια σβήνουν στά χείλη, ἀνίκανα νά ἐκφράσουν τά αἰσθήματα τῆς καρδιᾶς μας.
Μία παλαιά παράδοση ἀναφέρει ὅτι παντοῦ ἀπ’ ὅπου περνοῦσε τό θεῖο Βρέφος, πηγαίνοντας στήν Αἴγυπτο, ὅλα τά εἴδωλα κατακρημνίζονταν. Πρέπει τώρα ἡ παράδοση αὐτή νά ἐπαληθεύσει. Στόν ἐρχομό τοῦ Ἰησοῦ στήν καρδιά μας, πρέπει νά κρεμισθοῦν ὅλα τά εἴδωλα τῆς ὑπερηφάνειας, τῆς ἀκαθαρσίας, τοῦ μίσους καί ἡ ψυχή μας ἀνάλαφρη νά δοθεῖ στό Χριστό.
Σέ λίγες ἡμέρες θά προσέλθουμε στήν Πασχαλινή θεία Κοινωνία. Μέ ἰδιαίτερο καί μυστικό τρόπο ὁ Ἰησοῦς θά θελήσει νά μπεῖ στή στέγη τῆς ψυχῆς μας. Ποιά θά εἶναι ἡ ὑποδοχή, ποῦ θά προσφέρουμε στό μεγάλο Ἐπισκέπτη; Ποιά θά εἶναι ἡ πίστη μας, ἡ χαρά μας, ἡ ἀφοσίωσή μας καί ἡ ἀγάπη μας;
Ὅπως οἱ Ἰουδαῖοι ἔβγαζαν τά ροῦχα τους καί ἅπλωναν τά χαλιά τους καί τά κατάθεταν στό πέρασμα τοῦ Ἰησοῦ γιά νά Τόν προστατεύσουν ἀπό τή σκόνη καί τίς ἀκαθαρσίες, ἔτσι κι ἐμεῖς θά στολίσουμε τήν καρδιά μας μέ τίς ὡραιότερες ἀρετές, γιά νά φιλοξενήσουμε ἀντάξια τό μεγάλο μας Εὐεργέτη. Μέ τά κλαδιά ἐλιᾶς, σύμβολο εἰρήνης, καί τά κλαδιά φοινίκων, σύμβολο νίκης, θά ὑποδεχθοῦμε τόν Κύριο. Ἡ προσπάθειά μας καί ὁ ζῆλος μας νά προοδεύσουμε στήν ἀρετή θά εἶναι τά κλαδιά τῆς ἐλιᾶς καί ἡ αὐτοκυριαρχία μας στά πάθη καί στά ἐλαττώματα, θά εἶναι τά κλαδιά τῶν φοινίκων.
[1] «Εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μύρον πραθῆναι πολλοῦ καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς» Ματθαίου κστ΄ 8-9.
[2] «Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ' ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε» Ἰωάννου ιβ΄ 7-8
[3] Ἰωάννου ιβ΄, 13-14.
[4] «Ὅσα ἄν ποιήσητε ἑνί τούτων τῶν ἐλαχίστων ἐμοί ἐποιήσατε» Ματθαίου κε΄, 40.
[5] «Ἐδόθη μοί, διεκήρυξε ὁ Ἴδιος, πάσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθαίου κη΄, 18).
[6] «Οὗτος Θεός τῶν Θεῶν καί Κύριος τῶν Κυρίων ὁ Θεός ὁ μέγας καί ἰσχυρός καί φοβερός» (Δευτερονομίου ι΄, 17).
[7] «Καί τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος» Λουκᾶ α΄, 38,
[8] Πρβλ. Ψαλμοῦ ρθ΄ (ρι΄) 109, 2.
[9] «Ἄξιος εἶ, ὁ Κύριος καὶ Θεὸς ἡμῶν, λαβεῖν τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν καὶ τὴν δύναμιν, ὅτι σὺ ἔκτισας τὰ πάντα, καὶ διὰ τὸ θέλημά σου ἦσαν καὶ ἐκτίσθησαν» (Ἀποκαλύψεως δ΄, 11). «Τῷ καθημένῳ ἐπὶ τοῦ θρόνου καὶ τῷ ἀρνίῳ ἡ εὐλογία καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων» (Ἀποκαλύψεως ε΄, 12).