«Ἰδού καινά ποιῶ τά πάντα» (Ἀποκαλύψεως 21, 5).
Τό ἀναμορφωτικό καί ἀνακαινιστικό ἔργο
τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ
τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Ἡ Σταύρωση καί ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι γιά τόν πιστό ἀλλά καί τόν ἄπιστο ἄνθρωπο τό μεθόριο συμβεβηκός μεταξύ τῶν ἀρχαίων (π.Χ.) καί τῶν νέων ἡμερῶν (μ.Χ.). Τόσο ἠθικά καί φυσικά ὅσο καί πνευματικά ἡ διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ πίστη σ’ Αὐτόν ἀναμόρφωσε καί ἀνακαίνισε τόν κόσμο. Ἡ πάλη ὑπῆρξε μακρά καί κοπιώδης, ἀλλά ἀπό τήν ὥρα πού ὁ Χριστός πέθανε καί ἀνέστη ἤχησε ὁ ἐπιθανάτιος κώδων κατά πάσης σατανικῆς τυραννίας καί πάσης μή ἀνεκτῆς βδελυγμίας. Ἀπό τῆς ὥρας ἐκείνης ἡ ἁγιότητα καί ἡ δικαιοσύνη ἀπέβησαν τό παγκόσμιο ἰδεῶδες πάντων ὅσοι ὀνομάζουν τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ὡς Κυρίου τους καί ἡ ἐπίτευξη τοῦ ἰδεώδους ἐκείνου κατέστη ἡ κοινή κληρονομία τῶν ψυχῶν «ὅσων πνεύματι Θεοῦ ἄγονται» (Πρός Ρωμαίους η΄ 14, πρβλ Πρός Γαλάτας ε΄ 19) στίς ὁποῖες παραμένει τό ἅγιο Πνεῦμα Του.
Τά ἀποτελέσματα τῆς διακονίας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά τήν ἀναγέννηση καί ἀναμόρφωση τῆς φθαρείσης ἀπό τά πάθη καί τήν ἁμαρτία κοινωνίας καί ζωῆς τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἱστορική καί ἀναμφήριστη.
Κατάργησε τήν ὡμότητα καί τήν ἐκδικητικότητα.
Ἐδάμασε τά ἀχαλίνωτα Διαβλητά πάθη τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Ἐστιγμάτισε τήν ἀπόγνωση, τήν ἀπελπισία καί τήν αὐτοχειρία.
Ἐκόλασε μέ αὐστηρότητα τήν παιδοκτονία.
Ἀπέλεσε τίς ἐπαίσχυντες ἀκαθαρσίες τοῦ ἡδονισμοῦ καί τῆς σαρκολατρείας.
Ἀπήλλαξε τόν θηριομάχο.
Ἐλευθέρωσε τόν δοῦλο.
Ἐπροστάτευσε τόν αἰχμάλωτο.
Ἐνοσήλευσε τόν ἀσθενῆ.
Ἐστέγασε τόν ξένο.
Ἐπροστάτευσε τό ὀρφανό κι ὅλους τούς ἀδυνάτους.
Ἀνύψωσε τήν γυναῖκα.
Περιέβαλε μέ ἀκτῖνες στεφάνου τήν ἀθώαν ἡλικία τοῦ παιδιοῦ.
Ἐξευγένισε τήν ἐργασία μετατρέποντάς της ἀπό χυδαιότητα σέ ἀξιοπρέπεια καί καθῆκον.
Ἁγίασε τήν οἰκογένεια καί τόν γάμο καί ἀνυψώνοντάς τον ἀπό ἐμπορία καί δουλεία σέ εὐλογημένη ἕνωση ἀνδρός καί γυναικός.
Κατέστησε τήν ἀγάπη καθολική καί ὑποχρεωτική ἀρετή καί χαρακτηριστικό γνώρισμα τῶν μαθητῶν Του.
Ἐξάγνισε τήν ζωή ἀπό κάθε μολυσμό σαρκός καί πνεύματος.
Ἐξῆρε τήν ψυχή παντός ἀνθρώπου σέ ἀνεκτίμητο τοῦ Θεοῦ δημιούργημα.
Ἔκτισε καρδιές καθαρές, βίους εἰρηνικούς καί ἑστίες γλυκεῖες.
Κατά τόν ἀρχαῖο Ρωμαῖο φιλόσοφο Σενέκα (4 π.Χ. -65 π.Χ.) (τῶν παλαιῶν ἡμερῶν σύγχρονο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ) ἡ εὐσπλαγχνία θεωρεῖται ἐλάττωμα καί ἡ πτωχεία τό μεγαλύτερο ὄνειδος. Κατά τόν Ἰησοῦ Χριστό ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἀρετή καί ἡ ἔντιμος πτωχεία δέν εἶναι ἀτιμία, ἡ ἑκούσια μάλιστα περιφρόνηση τοῦ πλούτου ἀρετή καί ἔπαινος.
Δέν ὑπῆρξε κοινωνική τάξη τῆς ὁποίας νά μή διόρθωσε τίς κακίες.
Γιά τόν πιστό οἱ συνέπειες τοῦ θανάτου καί τῆς ἀναστάσεως τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι βαθύτερες καί ὑπέρτερες τῆς ἱστορικῆς σημασίας τους καθώς ἀποκαλύπτουν τήν ἐξήγηση τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς καί βεβαιώνουν τήν κατάκτηση τοῦ μυστηρίου τοῦ τάφου.
Ὁ πιστός καθώς θεωρεῖ τό μυστήριο τῆς Σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ δέν αἰσθάνεται πλέον ὅτι ὁ Θεός ἀπέχει μακράν, ἀλλά ἀνακράζει μέ πίστη καί ἐλπίδα καί ἀγάπη.
«Ὑμεῖς γὰρ ναὸς Θεοῦ ἐστε ζῶντος, καθὼς εἶπεν ὁ Θεὸς ὅτι ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονταί μοι λαός» (Β΄ Πρός Κορινθίους β΄, 16).
«Συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Πρός Ρωμαίους στ΄ 4)
«Νυνὶ δὲ κατηργήθημεν ἀπὸ τοῦ νόμου, ἀποθανόντες ἐν ᾧ κατειχόμεθα, ὥστε δουλεύειν ἡμᾶς ἐν καινότητι πνεύματος καὶ οὐ παλαιότητι γράμματος» (Πρός Ρωμαίους ζ΄ 6)