Ἀπό τό προπασχάλιο δεῖπνο στό ἐσχατολογικό
συμπόσιο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ
(ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ 28 Ἀπριλίου 2016 )
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
- Τήν Μεγάλη Τρίτη στό Ναό τῶν Ἱεροσολύμων ἔκλεισε ἡ περίοδος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μέ τούς λόγους τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ :
«Ἱερουσαλήμ, Ἱερουσαλήμ, πού σκοτώνεις τούς προφῆτες καί λιθοβολεῖς ὅσους στέλνει ὁ Θεός σ’ ἐσένα, πόσες φορές θέλησα νά συνάξω τά παιδιά σου ὅπως ἡ κλώσα συνάζει τά κλωσόπουλα κάτω ἀπ’ τίς φτεροῦγες της, κι ἐσεῖς δέν τό θελήσατε. Γι’ αὐτό θά ἐρημωθεῖ ὁ τόπος σας. Σᾶς βεβαιώνω, δέ θά μέ δεῖτε πιά, ὡς τήν ὥρα πού θά πεῖτε: Εὐλογημένος αὐτός πού ἔρχεται σταλμένος ἀπό τόν Κύριο»[1].
Στό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ τήν νύκτα πού προηγεῖτο τῆς ἡμέρας τοῦ θανάτου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τῆς Πέμπτης πρός τήν Παρασκευή, ὅταν συνέφαγε μέ τούς δώδεκα Μαθητές καί Ἀποστόλους Του τό ἀποχαιρετιστήριο δεῖπνο ἐγκαινίασε τήν Καινή Διαθήκη τελώντας γιά πρώτη φορά τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, μεταδίδοντας μέ τά πανάγια χέρια Του τό ἅγιο Σῶμα Του καί τό τίμιο Αἷμα Του στά εὐλογημένα ἀπό τόν Ἴδιο εἴδη τοῦ Ἄρτου καί τοῦ Οἴνου.
Ἔτσι ἡ Καινή Διαθήκη ὑπογράφηκε μέ τό αἷμα τῆς θυσίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ Ἴδιος εἶπε :
«Γιατί αὐτό εἶναι τό αἷμα μου, πού ἐπισφραγίζει τή νέα διαθήκη καί χύνεται γιά χάρη ὅλων, γιά νά τούς συγχωρηθοῦν οἱ ἁμαρτίες»[2].
* * * * *
- Οἱ ὅροι τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ἡ Καινή Διαθήκη εἶναι ἡ νέα καί τελευταία συμφωνία μεταξύ τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἀνθρώπων. Προηγήθηκαν οἱ συμφωνίες μέ τόν Νῶε[3], τόν Ἀβραάμ[4] καί τόν Μωϋσῆ[5].
Μέ τή νέα συμφωνία πού ἐγκαινιάσθηκε μέ τήν θυσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί θά ἰσχύει ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος γιά κάθε ἄνθρωπο, πού ἐλεύθερα ἀποφασίζει νά ἐνταχθεῖ, νά συμπεριληφθεῖ σ’ αὐτή, τά δύο μέρη ὁ Θεός ἀφ’ ἑνός καί ὁ ἄνθρωπος ἀφ’ ἑτέρου ἀναλαμβάνουν τά ἑξῆς:
α΄. Ὁ Θεός ὑπόσχεται ὅτι:
Θά συγχωρήσει ὅλα τά ἁμαρτήματα ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ὅσων ἔζησαν καί θά ζήσουν ἀπό Ἀδάμ ὥς τῆς συνετελείας τοῦ αἰῶνος καί θά ἐπικαλεσθοῦν τήν δύναμη τῶν ὅρων τῆς συμφωνίας.
Θά συμφιλιωθεῖ μέ τούς παραβάτες τῶν ἐντολῶν Του καί τοῦ ἁγίου θελήματός Του μέ τήν θυσία τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Θά ἄρει τίς συνέπειες διπλοῦ θανάτου σωματικοῦ καί πνευματικοῦ κατά τήν προειδοποίησή Του «θανάτῳ ἀποθανεῖσθε»[6] πού ἐπέφερε διπλό χωρισμό τῆς ψυχῆς ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τό σῶμα καί τοῦ «γῆ εἶ καί εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» δηλαδή διαλύσεως καί ἀποσυνθέσεως τοῦ ὑλικοῦ σώματος στά ἐξ ὧν συνετέθη συστατικά στοιχεῖα[7] μέ τήν ἀνάσταση καί τήν ἄνοδο στόν οὐρανό.
Θά ἐξυψώσει στήν θέση τῶν υἱῶν καί θυγατέρων Του ὅσους τηρήσουν ἀπό τήν δική τους πλευρά τούς ὅρους τῆς συμφωνίας.
Θά δεχθεῖ σέ κοινωνία μαζί Του, ἡ ὁποία διακόπηκε μέ τήν παράβαση τῶν Πρωτοπλάστων, τούς πιστούς καί ἐνάρετους ἀνθρώπους γιά νά ζήσουν αἰώνια μαζί Του στήν βασιλεία Του μετέχοντες στά ἀγαθά Της ὡς κληρονόμοι Του·
β΄. Οἱ ἄνθρωποι ὀφείλουν:
Νά μετανοήσουν καί νά ζητήσουν συγγνώμη γιά τήν παράβαση τῶν ἐντολῶν Του, ὅρος ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ διότι χωρίς μετάνοια, ταπείνωση καί ὁμολογία ὁ δρόμος πρός τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν εἶναι κλειστός.
Νά πιστέψουν στόν ἀληθινό Θεό καί νά Τόν ἐμπιστευθοῦν παρατιθέμενοι ἑαυτούς καί ἀλλήλους στήν ἀγαθή πρόνοιά Του.
Νά ἀποδεχθοῦν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ὡς Κύριό τους, Λυτρωτή καί Σωτήρα τους καί ὅλο τό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας, στό ὁποῖο ἐκδηλώθηκε ἡ πολυποίκιλος σοφία τοῦ Θεοῦ, ἡ φιλανθρωπία Του, ἡ δικαιοσύνη Του καί ἡ δύναμή Του.
Νά βαπτισθοῦν καί νά συμμετάσχουν στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
Νά ζήσουν ζωή σύμφωνη μέ τήν διδασκαλία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
* * * * *
- Τό «μυστηριακό Δεῖπνο»
Ὁ Κύριος ὁλοκληρώνοντας τό μυστήριο στό ὑπερῶο παράγγειλε στούς Μαθητές Του νά ἐπαναλαμβάνουν τό πασχάλιο δεῖπνο πού ἔλαβε πλέον «μυστηριακό» χαρακτήρα μέ τήν ἐντολή : «Αὐτό πού κάνω τώρα νά τό κάνετε σέ ἀνάμνησή μου»[8] συνιστώντας τό «μυστηριακό δεῖπνο», στό ὁποῖο καλοῦνται νά προσέλθουν ὅλοι οἱ μαθητές Του κατά τήν παραβολή τοῦ μεγάλου Δείπνου:
«Ὅταν ἄκουσε αὐτό κάποιος ἀπό κείνους πού ἔτρωγαν μαζί μέ τόν Ἰησοῦ, τοῦ εἶπε: «Μακάριος ὅποιος θά πάρει μέρος στό τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ». Τότε ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Κάποιος ἄνθρωπος ἑτοίμασε ἕνα μεγάλο δεῖπνο καί κάλεσε πολλούς. Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα τοῦ δείπνου, ἔστειλε τό δοῦλο του νά πεῖ στούς καλεσμένους: ἐλᾶτε, ὅλα εἶναι πιά ἕτοιμα. Τότε ἄρχισαν ὁ ἕνας μετά τόν ἄλλο νά βρίσκουν δικαιολογίες: Ὁ πρῶτος τοῦ εἶπε: ἀγόρασα ἕνα χωράφι καί πρέπει νά πάω νά τό δῶ· σέ παρακαλῶ, θεώρησε μέ δικαιολογημένο. Ἄλλος τοῦ εἶπε: ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καί πάω νά τά δοκιμάσω· σέ παρακαλῶ, δικαιολόγησέ με. Κι ἕνας ἄλλος τοῦ εἶπε: εἶμαι νιόπαντρος καί γι’ αὐτό δέν μπορῶ νά ἔρθω. Γύρισε ὁ δοῦλος ἐκεῖνος καί τά εἶπε αὐτά στόν Κύριό του. Τότε ὁ οἰκοδεσπότης ὀργισμένος εἶπε στό δοῦλο του: πήγαινε γρήγορα στίς πλατεῖες καί στούς δρόμους τῆς πόλης καί φέρε μέσα τούς φτωχούς, τούς ἀνάπηρους, τούς κουτσούς καί τούς τυφλούς. Ὅταν γύρισε ὁ δοῦλος τοῦ εἶπε: Κύριε, αὐτό πού πρόσταξες ἔγινε καί ὑπάρχει ἀκόμη χώρος. Εἶπε πάλι ὁ Κύριος στό δοῦλο: πήγαινε ἔξω ἀπό τήν πόλη στούς δρόμους καί στά μονοπάτια κι ἀνάγκασέ τους νά ἔρθουν, γιά νά γεμίσει τό σπίτι μου· γιατί σᾶς βεβαιώνω πώς κανένας ἀπό κείνους πού κάλεσα δέ θά γευτεῖ τό δεῖπνο μου»[9].
Σέ ὅσους συμμετέχουν σ’ αὐτό τό «μυστηριακό δεῖπνο», δηλαδή τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας θά ἐπιτραπεῖ νά συμμετάσχουν καί στό ἐσχατολογικό συμπόσιο. Τό εὐχαριστιακό δεῖπνο εἶναι ἀρραβώνας καί προδώρημα τοῦ ἐσχατολογικοῦ δείπνου.
* * * * *
- Ὁ Κύριος ἐπισήμανε στούς Μαθητές Του, ὅτι τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας θά πληρωθεῖ στό αἰώνιο συμπόσιο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ὅπου ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος θά καλέσει τούς μαθητές Του νά παρακαθήσουν στήν οὐράνια τράπεζα στήν ἑορτή τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ πού προαναγγέλεται μέ πανηγυρικό τρόπο ὅτι εἶναι ἑορτή ἑορτῶν καί ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων καί ὅτι :
«Αὐτή εἶναι ἡ ἡμέρα ἡ γιορτινή, εἶναι τοῦ Κυρίου τό ἔργο· ἄς νιώσουμε ἀγαλλίαση καί εὐφροσύνη τήν ἡμέρα αὐτή »[10].
«Σᾶς βεβαιώνω πώς δέν θά ξαναπιῶ ἀπό τοῦτο τόν καρπό τοῦ ἀμπελιοῦ ὡς τήν ἡμέρα πού θά τό πίνω καινούριο μαζί σας στή βασιλεία τοῦ Πατέρα μου»[11].
« Κι ὅπως ὁ Πατέρας μου μοῦ ἔδωσε τή βασιλεία, θά σᾶς δώσω κι ἐγώ τό δικαίωμα νά τρῶτε καί νά πίνετε στό τραπέζι μου στήν βασιλεία μου. Θά καθίσετε πάνω σέ θρόνους καί θά κρίνετε τίς δώδεκα φυλές τοῦ Ἰσραήλ»[12].
Τήν εὐτυχία καί μακαριότητα αὐτῶν πού ἄγρυπνοι θά ἀναμένουν τόν Κύριο, πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι δέν θά κυριευθοῦν ἀπό τήν νάρκη τῆς ἁμαρτίας καί τῶν ἡδονῶν, προφήτευσε ὁ Κύριός μας μέ τούς λόγους Του:
«Μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι πού ὁ κύριός τους θά τούς βρεῖ ξύπνιους. Σᾶς βεβαιώνω πώς θ’ ἀνασκουμπωθεῖ, θά τούς βάλει νά καθίσουν καί θά τούς περιποιηθεῖ»[13].
Γι’ αὐτό καί κάποιος πού Τόν ἄκουσε νά μιλάει γιά αὐτό τό συμπόσιο τῆς βασιλείας ἀναφώνησε :
«Μακάριος ὅποιος θά πάρει μέρος στό τραπέζι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ»[14].
- Προϋποθέσεις συμμετοχῆς
Ὁ ἄνθρωπος πού ἐπιθυμεῖ νά συμμετάσχει στό «ἐσχατολογικό συμπόσιο» στό «μέγα δεῖπνο τῆς βασιλείας» πρέπει νά πληροῖ τίς πιό κάτω προϋποθέσεις:
Μετάνοια: Ἡ μετάνοια, ἡ ταπείνωση καί ἡ ὁμολογία τῆς ἁμαρτωλότητάς του ἐπιτρέπει στόν ἄνθρωπο νά προσέρχεται μέ παρρησία, στόν θρόνο τῆς χάριτος, μέ τήν ἐλπίδα ὅτι δέν θά ἀπορριφθεῖ καί δέν θά ἀποπεμφθεῖ ὅπως οἱ Πρωτόπλαστοι κατά τήν διδασκαλία τοῦ ἀποστόλου Παύλου :
«Ἄς πλησιάσουμε, λοιπόν, μέ θάρρος τό θρόνο τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, γιά νά μᾶς σπλαχνιστεῖ καί νά μᾶς δωρίσει τή χάρη του, τήν ὥρα πού τή χρειαζόμαστε»[15].
«Ὁ Θεός παρέβλεψε τά χρόνια της ἄγνοιας, τώρα ὅμως ἀπαιτεῖ ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους σέ κάθε τόπο νά μετανοήσουν. Γιατί καθόρισε μία μέρα πού θά κρίνει τήν οἰκουμένη μέ δικαιοσύνη, μέσω ἑνός ἀνδρός πού τόν ὅρισε γι’ αὐτό. Κι ἔδωσε βέβαιη ἀπόδειξη σέ ὅλους, ὅτι αὐτός θά εἶναι ὁ κριτής, ἀνασταίνοντάς Τον ἀπό τούς νεκρούς»[16].
Πίστη : Μέ τήν πίστη του ὁ ἄνθρωπος οἰκειοποιεῖται τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί σώζεται, ἀπαλλάσεται ἀπό τήν τιμωρία γιά τήν παράβαση τῶν ἐντολῶν Του, ἀφοῦ οἱ ἁμαρτίες του ἐξαλείφονται, ἐξαφανίζονται σάν νά μήν ἔχουν διαπραχθεῖ ποτέ καί ὁ ἄνθρωπος ἀποκαθίσταται στό «ἀρχέγονο κάλλος» στήν προπτωτική κατάσταση καί δοξάζεται ἑνωμένος μέ τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό:
« Ἄν ὁμολογήσεις μέ τό στόμα σου πώς ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Κύριος καί πιστέψεις μέ τήν καρδιά σου πώς ὁ Θεός Τόν ἀνάστησε ἀπό τούς νεκρούς, θά βρεῖς τή σωτηρία»[17].
«Και ἡ Γραφή, προβλέποντας πώς ὁ Θεός θά σώσει τά ἔθνη μέ τήν πίστη, ἔδωσε ἀπό πρίν στόν Ἀβραάμ τό ἐλπιδοφόρο μήνυμα ὅτι θά εὐλογηθοῦν στό πρόσωπό του ὅλα τά ἔθνη...Ὥστε ὁ νόμος, λοιπόν, ἦταν σκληρός παιδονόμος γιά μᾶς, ὥσπου ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός, ὁπότε ἡ πίστη μας σ’ αὐτόν μᾶς χάρισε τή σωτηρία»[18].
«Πραγματικά, μέ τή χάρη τοῦ σωθήκατε διά τῆς πίστεως. Κι αὐτό δέν εἶναι δικό σας κατόρθωμα ἀλλά δῶρο Θεοῦ»[19].
Ὁ Κύριος ὅταν ἐπιτελοῦσε τίς διάφορες θεραπεῖες ἔλεγε :
«Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε»[20].
Βάπτισμα: Μέ τό Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος ἐντάσσεται στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ἀποκτᾶ τά ἰδιώματα τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀπό τά ὁποῖα ὁποίων κορυφαία εἶναι ἡ ἁγιότητα καί ἡ ἀθανασία.
Ὁ Κύριος ἀπέστειλε τούς Μαθητές Του νά κηρύξουν τήν μετάνοια καί τήν πίστη καί νά βαπτίσουν τούς ἀνθρώπους μέ τούς λόγους
«Πηγαίνετε λοιπόν καί κάνετε μαθητές μου ὅλα τά ἔθνη, βαφτίζοντάς τους στό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[21].
«Ὅποιος πιστέψει καί βαφτιστεῖ θά σωθεῖ· ὅποιος δέν πιστέψει θά καταδικαστεῖ»[22].
Ἀγάπη: Μέ τήν ἀγάπη οἱ πιστοί βιώνουν τήν θεία ζωή, ἑνώνονται μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀδελφούς τους.
«Προσεύχομαι ὄχι μόνο γι’ αὐτούς ἀλλά καί γιά κείνους πού μέ τό κήρυγμα αὐτῶν θά πιστεύουν σ’ ἐμένα, ὥστε νά εἶναι ὅλοι ἕνα, ὅπως ἐσύ, Πατέρα, εἶσαι ἑνωμένος μ’ ἐμένα κι ἐγώ μ’ ἐσένα· νά εἶναι κι αὐτοί ἑνωμένοι μ’ ἐμᾶς. Κι ἔτσι ὁ κόσμος νά πιστέψει ὅτι μ’ ἔστειλες ἐσύ»[23].
«Ὅπως ὁ ἄρτος εἶναι ἕνας, ἔτσι κι ἐμεῖς ἀποτελοῦμε ἕνα σῶμα, ἄν καί εἴμαστε πολλοί, γιατί ὅλοι τρῶμε ἀπό τόν ἴδιο ἄρτο»[24].
Γαμήλιο ἔνδυμα : Ὡς γαμήλιο ἔνδυμα θεωρεῖται ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς, τῆς συνειδήσεως καί τοῦ νοῦ κατά τίς ἐντολές:
«Γι’ αὐτό ὁ Κύριος λέει: φύγετε μακριά ἀπ’ αὐτούς καί ξεχωρίστε. Μήν ἀγγίζετε ἀκάθαρτο πράγμα, κι ἐγώ θά σᾶς δεχτῶ»[25].
«Ἀφοῦ λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε αὐτές τίς ὑποσχέσεις, ἄς καθαρίσουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό καθετί πού μολύνει τό σῶμα καί τήν ψυχή. Ἄς ζήσουμε μία ἅγια ζωή μέ φόβο Θεοῦ »[26].
«Μπῆκε λοιπόν ὁ βασιλιάς γιά νά δεῖ τούς συνδαιτυμόνες, κι ἐκεῖ εἶδε κάποιον πού δέν ἦταν ντυμένος τή φορεσιά τοῦ γάμου, καί τοῦ λέει: Φίλε, πῶς μπῆκες ἐδῶ χωρίς τό κατάλληλο ντύσιμο; Αὐτός ἔχασε τή μιλιά του. Τότε ὁ βασιλιάς εἶπε στούς ὑπηρέτες: δέστε τά πόδια καί τά χέρια, πάρτε τόν καί βγάλτε τόν ἔξω στό σκοτάδι· ἐκεῖ θά κλαίει καί θά τρίζει τά δόντια του. Γιατί πολλοί εἶναι οἱ καλεσμένοι, λίγοι ὅμως οἱ ἐκλεκτοί»[27].
Aὐτές οἱ προϋποθέσεις ὅλες ἀναφέρονται στό β΄ τμῆμα τῆς θείας Λειτουργίας, αὐτό πού λέγεται «λειτουργία τῶν πιστῶν», πού ἀρχίζει μέ τόν Χερουβικό Ὕμνο καί συνοπτικῶς συμπεριλαμβάνονται στήν πρόσκληση «μετά φόβου Θεοῦ πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε» .
[1]«῾Ιερουσαλὴμ ῾Ιερουσαλήμ, ἡ ἀποκτέννουσα τοὺς προφήτας καὶ λιθοβολοῦσα τοὺς ἀπεσταλμένους πρὸς αὐτήν! ποσάκις ἠθέλησα ἐπισυναγαγεῖν τὰ τέκνα σου ὃν τρόπον ἐπισυνάγει ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς ὑπὸ τὰς πτέρυγας, καὶ οὐκ ἠθελήσατε. Ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν ὁ οἶκος ὑμῶν ἔρημος. λέγω γὰρ ὑμῖν, οὐ μή με ἴδητε ἀπ᾿ ἄρτι ἕως ἂν εἴπητε, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ματθαίου κγ΄ 37-38)
[2] « Τοῦτο γάρ ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης τὸ περὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν » (Ματθαίου κστ΄ 28)
[3] Γενέσεως θ΄ 1-17.
[4] Γενέσεως ιε΄ 1-21.
[5] Ἐξόδου κγ΄ 20-κδ΄ 18.
[6] Γενέσεως β΄ 17.
[7] Γενέσεως γ΄ 19.
[8] «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν» Λουκᾶ κβ΄ 19.
[9] «Ἀκούσας δέ τις τῶν συνανακειμένων ταῦτα εἶπεν αὐτῷ· μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου» Λουκᾶ ιδ΄ 15-24.
[10] «Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἣν ἐποίησεν ὁ Κύριος· ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ» Ψαλμός ριζ΄ (117), 24.
[11] « Λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐ μὴ πίω ἀπ᾿ ἄρτι ἐκ τούτου τοῦ γενήματος τῆς ἀμπέλου ἕως τῆς ἡμέρας ἐκείνης ὅταν αὐτὸ πίνω μεθ᾿ ὑμῶν καινὸν ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρός μου» Ματθαίου κστ΄ 29.
[12] «Κἀγὼ διατίθεμαι ὑμῖν καθὼς διέθετό μοι ὁ πατήρ μου βασιλείαν, ἵνα ἐσθίητε καὶ πίνητε ἐπὶ τῆς τραπέζης μου ἐν τῇ βασιλείᾳ μου, καὶ καθίσεσθε ἐπὶ θρόνων κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ ᾿Ισραήλ» Λουκᾶ κβ΄ 29-30.
[13] «Μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, οὓς ἐλθὼν ὁ κύριος εὑρήσει γρηγοροῦντας. ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι περιζώσεται καὶ ἀνακλινεῖ αὐτούς, καὶ παρελθὼν διακονήσει αὐτοῖς» Λουκᾶ ιβ΄ 37.
[14] «Μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ τοῦ Θεοῦ » (Λουκᾶ ιδ΄ 15).
[15] «Προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν» Πρός Ἑβραίους δ΄ 16.
[16] «Τοὺς μὲν οὖν χρόνους τῆς ἀγνοίας ὑπεριδὼν ὁ Θεὸς τανῦν παραγγέλλει τοῖς ἀνθρώποις πᾶσι πανταχοῦ μετανοεῖν, διότι ἔστησεν ἡμέραν ἐν ᾗ μέλλει κρίνειν τὴν οἰκουμένην ἐν δικαιοσύνῃ, ἐν ἀνδρὶ ᾧ ὥρισε, πίστιν παρασχὼν πᾶσιν ἀναστήσας αὐτὸν ἐκ νεκρῶν» Πράξεων ιζ΄ 30-31.
[17] « Ἐὰν ὁμολογήσῃς ἐν τῷ στόματί σου Κύριον ᾿Ιησοῦν, καὶ πιστεύσῃς ἐν τῇ καρδίᾳ σου ὅτι ὁ Θεὸς αὐτὸν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, σωθήσῃ» Πρός Ρωμαίους ι΄ 9.
[18] «Προϊδοῦσα δὲ ἡ γραφὴ ὅτι ἐκ πίστεως δικαιοῖ τὰ ἔθνη ὁ Θεός, προευηγγελίσατο τῷ ᾿Αβραὰμ ὅτι ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ πάντα τὰ ἔθνη... ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν » (Πρός Γαλάτας γ΄ 8, 24)
[19] «Τῇ γὰρ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι διὰ τῆς πίστεως· καὶ τοῦτο οὐκ ἐξ ὑμῶν, Θεοῦ τὸ δῶρον» (Πρός Ἐφεσίους β΄ 8)
[20] Βλ. Ματθαίου θ΄ 22. Πρβλ. Μάρκου ε΄ 34, ι΄ 52.
[21] «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος» Ματθαίου κη΄ 19.
[22] «Ὁ πιστεύσας καὶ βαπτισθεὶς σωθήσεται, ὁ δὲ ἀπιστήσας κατακριθήσεται» Μάρκου ιστ΄ 16
[23] «Οὐ περὶ τούτων δὲ ἐρωτῶ μόνον, ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν πιστευσόντων διὰ τοῦ λόγου αὐτῶν εἰς ἐμέ, ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν, ἵνα ὁ κόσμος πιστεύσῃ ὅτι σύ με ἀπέστειλας» Ἰωάννου ιζ΄ 20-21.
[24] «Ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν» Πρός Κορινθίους Α΄ ι΄ 17.
[25] «Διὸ ἐξέλθατε ἐκ μέσου αὐτῶν καὶ ἀφορίσθητε, λέγει Κύριος, καὶ ἀκαθάρτου μὴ ἅπτεσθε, κἀγὼ εἰσδέξομαι ὑμᾶς» Πρός Κορινθίους Β΄ στ΄ 17.
[26] «Ταύτας οὖν ἔχοντες τὰς ἐπαγγελίας, ἀγαπητοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ» Πρός Κορινθίους Β΄ ζ΄ 1.
[27] «Εἰσελθὼν δὲ ὁ βασιλεὺς θεάσασθαι τοὺς ἀνακειμένους εἶδεν ἐκεῖ ἄνθρωπον οὐκ ἐνδεδυμένον ἔνδυμα γάμου, καὶ λέγει αὐτῷ· ἑταῖρε, πῶς εἰσῆλθες ὧδε μὴ ἔχων ἔνδυμα γάμου; ὁ δὲ ἐφιμώθη. τότε εἶπεν ὁ βασιλεὺς τοῖς διακόνοις· δήσαντες αὐτοῦ πόδας καὶ χεῖρας ἄρατε αὐτὸν καὶ ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί» Ματθαίου κβ΄ 11-14.