Σ χ ο λ ε ῖ ο κ α ί Ἐ κ κ λ η σ ί α
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Τό δικαίωμα τῆς Ἐκκλησίας νά θέλει καί νά φροντίζει ν’ ἀνταποκριθεῖ στήν ὑποχρέωση καί στήν εὐθύνη της γιά τήν θρησκευτική διδασκαλία καί ἀγωγή τῶν ἀνηλίκων μελῶν της, τῶν παιδιῶν, δέν μπορεῖ κανείς νά τῆς τό ἀρνηθεῖ. Ἡ δικαιοδοσία της καί ἡ πρωτοβουλία της ὡς πρός τό κεφάλαιο αὐτό παραμένουν ἀναπαλλοτρίωτα, ἔστω καί ἄν τό Κράτος συμπεριλαμβάνει στά Προγράμματα τῶν δημοσίων Σχολείων καί τήν θρησκευτική διδασκαλία.
Γιά αὐτό καί ἡ ἄσκηση αὐτοῦ τοῦ δικαιώματος της ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ προσπάθειά της γιά νά ἀνταποκριθεῖ στίς εὐθύνες της ἀπό δική της πρωτοβουλία δέν θά ἦταν σωστό νά θεωρηθεῖ ποτέ ἀπό κανένα ὡς δῆθεν ἄγνοια ἐκείνου πού κάνει τό Κράτος γιά τήν θρησκευτική μόρφωση τῶν παιδιῶν. Οὔτε καί ὡς ὑποτίμηση, ἔστω καί ἐλαχίστου βαθμοῦ, τῆς ἀξίας τήν ὁποία ἔχει ἡ θρησκευτική διδασκαλία στά Δημοτικά Σχολεῖα εἶναι δίκαιο νά ἐκληφθεῖ ἡ ὁποιαδήποτε παράλληλη ἐνέργεια τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτό τό σημεῖο πρέπει ἰδιαιτέρως νά τό προσέξουμε, διότι ἀπό κακή ἑρμηνεία τους κινδυνεύουν ὡς γνωστόν πάντοτε καί οἱ ἀθωότερες καί οἱ περισσότερες εὐεργετικές ἐνέργειές μας σέ ὅλα τά πεδία τῶν σχέσεών μας σ’ αὐτόν τόν κόσμο.
Ὅπως ἔχουμε τονίσει καί ἄλλοτε μήτε ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία μήτε τά ὄργανά της ἐπί μέρους παραγνωρίζουν τήν σημασία καί τήν ἀξία τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας τοῦ δημοσίου Σχολείου. Ἀλλ’ ἀπεναντίας καί τήν θέλουν καί τήν ἐκτιμοῦν καί τήν ὑπολογίζουν καί τήν προϋποθέτουν γιά τήν δική τους ἀντίστοιχη ἐνέργεια. Ἔπρεπε ὅμως αὐτή ἡ διδασκαλία ν’ ἀξιοποιηθεῖ πρακτικά καί συνεπεία τούτου ἡ Ἐκκλησία ἔχει καθῆκον νά λάβει τά μέτρα της, ὥστε τά ἀνήλικα μέλη της νά γνωρίσουν τήν Ἐκκλησία τους, ὄχι ἁπλῶς ἀπό τά μαθήματα τοῦ Σχολείου καί τίς συστάσεις μόνον τῶν λαϊκῶν διδασκάλων ἀλλά καί μέ τήν ἀπ’ εὐθείας ἐπικοινωνία καί ἐπαφή μαζί της καί μέ τήν βαθμιαία καί συστηματική συμμετοχή στήν ζωή της. Αὐτό θά ἐπιτυγχάνετο μέ τό νά καθοδηγοῦνται ἀπό τήν ἴδια καί νά ἐνισχύωνται μέ τήν ἁγιαστική χάρη της στήν ἐφαρμογή ἐκείνων πού διδάσκονται στά Σχολεῖα τους. Διότι εἶναι γενικώτερα ὁ σκοπός τοῦ Σχολείου μορφωτικός καί τοῦ χαρακτῆρος καί πρέπει φυσικά νά δίδεται καί ἐκεῖ ἡ μεγαλύτερη προσοχή στήν διαμόρφωση χριστιανικοῦ χαρακτῆρος. Αὐτό εἶναι καί ὁ καλύτερος γιά ἕνα καλό πολίτη καί καλό ἄνθρωπο, εἰδικώτερα ὅσον ἀφορᾶ στήν καθ’ αὐτό θρησκευτική καί ἐκκλησιαστική ἀγωγή μήτε τόν καιρό, μήτε τά μέσα μπορεῖ νά ἔχει γι’ αὐτήν τό δημόσιο Σχολεῖο. Αὐτό εἶναι κυρίως ἔργο τῆς Ἐκκλησίας πού διαθέτει τά ἀπαραίτητα πνευματικά μέσα γιά νά τό ἐπιτύχει. Καί πρός αὐτήν λοιπόν ὀφείλει ν’ ἀποβλέψει τό Σχολεῖο ἐάν θέλει, ὅπως ἔχει καθῆκον, νά ἐνδιαφερθεῖ καί γιά τό σημεῖο αὐτό τῆς ἀγωγῆς τῶν Ἑλληνοπαίδων. Ἀλλ’ ἐπί πλέον ἐφ’ ὅσον τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι ἕνα ἀπό τά μαθήματα τοῦ σχολικοῦ προγράμματος ἐκτός ἀπό τά πλεονεκτήματα πού μπορεῖ νά ἔχει αὐτή ἡ θέση πού τοῦ δίνεται, παρουσιάζει ὅμως καί μειονεκτήματα πού δέν μποροῦν νά παραγνωριστοῦν. Αὐτά δέ τά μειονεκτήματα πρέπει νά ἐξουδετερώνονται, καί τό Σχολεῖο πρέπει νά αἰσθάνεται τήν εὐχαρίστηση, ὅταν στό δυσκολότατο αὐτό σημεῖο μπορεῖ νά ὑπολογίζει στόν κυρίως καί ὑπεύθυνο καί ἁρμόδιο πρός τοῦτο παράγοντα, δηλαδή τήν Ἐκκλησία.
Αὐτό τό ἔργο ἔρχεται νά ἐπιτελέσει ἡ Ἑκκλησία μέ τό Κατηχητικό Σχολεῖο πού ἡ ὀνομασία του ἴσως νά μήν ἀνταποκρίνεται σήμετα ἀπολύτως πρός τό περιεχόμενό του, ἐφ’ ὅσον μάλιστα δέν κάνει συστηματική Κατήχηση, ἡ ὁποία γίνεται στό Δημόσιο Σχολεῖο. Κρίθηκε ὅμως ἡ ὀνομασία αὐτή προτιμότερη ἀπό τόν χρησιμοποιούμενο στό παρελθόν Κυριακό Σχολεῖο, διότι ἔχει παλαιά καταγωγή, ἀπό τίς ἀρχαῖες Κατηχητικές Σχολές.