Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
ΔΑΝΙΗΛ
Δύο χιλιάδες χρόνια ἀκούγεται συνεχῶς ἡ ἠχώ τοῦ θριαμβευτικοῦ μηνύματος τῆς ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου, ὅτι «ὁ Κύριος ἐγήγερται τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ καί ὤφθη»[1]. Συγχρόνως ἡ Ἐκκλησία μας παρέλαβε ἀπό τούς Ἀποστόλους τό χαρμόσυνο καί παυσίλυπο μήνυμα καί τό διέδωσε σ’ ὅλους τούς λαούς κατά τήν ἐντολή τοῦ Ἀναστάντος πρός αὐτούς «ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε ῾Ιερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ ᾿Ιουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς»[2].
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δηλώνει, ὅτι : «αὐτό πού ἐπιθυμῶ εἶναι νά γνωρίσω τόν Χριστό καί τήν δύναμη τῆς Ἀναστάσεως»[3]. Ἔτσι παρακινεῖ κι ἐμεῖς νά ἐμβαθύνουμε στήν Γραφή γιά νά διδαχθοῦμε τίς συνέπειες τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ πού μᾶς ἀφοροῦν.
* * * * *
α΄. Τό θέμα τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι τό θέμα τοῦ κηρύγματος τῶν Ἀποστόλων ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἀπό τό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ ἀπεθυνόμενος urbi et orbi, δηλαδή στήν πόλη καί στόν κόσμο, μέ παρρησία ἤλεγξε τούς ὁμοεθνεῖς του, ἐπειδή αὐτοί ἐφόνευσαν τόν Χριστό καί οἱ ἀπόστολοι εἶναι μάρτυρες τοῦ θανάτου Του καί τῆς Ἀνάστασής Του[4].
Τήν μαρτυρία τῶν ἀποστόλων συνεχίζει ἡ Ἐκκλησία ἀνά τούς αἰῶνες.
* * * * *
β΄. Ἐμπειρία-Ὁμολογία- Πίστη
Μέ κέντρο τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ Ἐκκλησία μας ὀργάνωσε τή ζωή Της, τή λατρεία Της, τό κήρυγμά Της. Ἡ πνευματικότητά Της ἀκτινοβολεῖ τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως καί ἡ χαρά Της ἀστείρευτη παραμένει ἀναφαίρετη στίς καρδιές τῶν πιστῶν. Γι’ αὐτό χαρακτηρίζεται ὡς Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως. Αὐτή δίδει νόημα καί προοπτική στόν πολυτρόπως διεξαγόμενο ἀγῶνα τῶν πιστῶν κατά τόν κορυφαῖο ἀπόστολο Πέτρο πού γράφει, ὅτι ἀντιμετωπίζει μέ ὑπομονή καί καρτερία τούς διωγμούς, τίς θλίψεις, τίς ταλαιπωρίες τῆς ζωῆς προσδοκώντας νά γίνει μέτοχος τῆς αἰώνιας δόξας πού πρόκειται νά ἀποκαλυφθεῖ καί ἐρείδεται στήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ[5]. Τό γεγονός τῆς Ἀναστάσεως φθάνει ὥς τίς μέρες μας ὡς ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁμολογία καί ὡς πίστη.
* * * * *
γ΄. Σφραγίδα τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ
Ἡ ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ἐπισφράγηση τοῦ ἀπολυτρωτικοῦ ἔργου Του, ὅπως διδάσκει ὁ ἀπόστολος ὁ ἀπόστολος Παῦλος[6].
* * * * *
δ΄. «Ἐξῆλθε νικῶν καί ἵνα νικήσῃ»[7].
Μέ τήν ἀνάστασή Του ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἀποδείχθηκε νικητής τοῦ θανάτου τῆς ἁμαρτίας καί αὐτοῦ τούτου τοῦ διαβόλου, ἀφοῦ μέ τόν θάνατο οὔτε τό σῶμα τοῦ Κυρίου διεφθάρει μετά τόν χωρισμό τῆς ψυχῆς Του ἀπ’ αὐτό οὔτε ἡ ψυχή Του φυλακίσθηκε στόν Ἄδη, ὅπως προφήτευσε ὁ Βασιλεύς Δαυΐδ[8].
Στό Γολγοθᾶ δόθηκε ἡ πιό συνταρακτική μάχη καί κερδήθηκε ἡ πιό ἐπίζηλη ἔνδοξη νίκη, τῆς ὁποίας ὁ ἀντίκτυπος διαπέρασε τόν οὐρανό, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης[9].
Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι μετέχουμε σ’ αὐτή τή νίκη μετέχοντας στά μυστήρια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας, ὅπως θεολογεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Πρός Κολοσσαεῖς β΄, 12-15)
* * * * *
ε΄. «Ἐγώ ζῶ καί ὑμεῖς ζήσεσθε»[10].
Τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως ἔφθασε διά μέσου τῶν αἰώνων μέχρι σέ μᾶς ὀμορφαίνοντας καί δοξάζοντας τήν ἀνθρώπινη ζωή μέ τόν χαιρετισμό τῆς ἀθανασίας. Μᾶς δίνει τήν βεβαιότητα, ὅτι ἀφοῦ Ἐκεῖνος ἔζησε πάλι μετά τήν θάνατό Του καί ἐμεῖς θά ζήσουμε (Πρός Θεσσαλονικεῖς Α΄, δ΄, 14)
Πιστεύουμε ὅτι ἀρχίσαμε μιά ζωή πού δέν θά τελειώσει ποτέ, διερχομένη ἀπό διαφορετικές περιόδους. Ἔχουμε ἀρχή ἀλλά δέν ἔχουμε τέλος. Ἐρχόμαστε ἀπό τήν ἀνυπαρξία στό εἶναι σέ μία ζωή πού δέν χάνεται, δέν τελειώνει.
Τό πιό εὐφρόσυνο πρᾶγμα σέ ὁλόκληρη τήν μακρά ἱστορία τῆς ἀνθρώπινης πείρας εἶναι ἡ σκέψη, ὅτι εἴμαστε ἀθάνατοι, ὅτι δέν θά ἐξαφανισθοῦμε, δέν θά ἐπιστρέψουμε στήν ἀνυπαρξία στό «μή εἶναι», πώς κι ἄν συμβεῖ τό σῶμα μας νά διαλυθεῖ, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι θά ζοῦμε καί θά ζοῦμε καί θά ζοῦμε. Τήν πεποίθηση αὐτή στερεώνει καί ἀναγγέλλει μέσα στήν καρδιά μας τό γενογός, ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀνέστη ἀπό τούς νεκρούς.
Ὅτι ὁ θάνατος δέν ἔχει τήν δύναμη νά μᾶς ἐξαφανίσει, διότι παραμένει ἕνα ἀναγκαῖο ἐπεισόδιο τῆς ζωῆς πού μᾶς περνᾶ ἀπό τήν μιά στήν ἄλλη μορφή τῆς ὑπάρξεως. Συνεπῶς εἴτε ζοῦμε ἐδῶ στή γῆ εἴτε στόν οὐρανό ἀνήκουμε σ’Αὐτόν. εἴμαστε δικοί Του καί κάνουμε ὅ, τι Ἐκεῖνος μᾶς ἔδωκε νά κάνουμε [11] καί ὅτι «Γιατί μέσα σ’ αὐτόν ζοῦμε καί κινούμαστε καί ὑπάρχουμε»[12], ὅπως διακήρυξε ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος στούς φιλοσοφοῦντες Ἀθηναίους στήν Πνύκα τό 50 μ.Χ.
Μέ τήν πείρα τῆς Ἀναστάσεως γνωρίζουμε ὅτι καί ὅταν ἡ ἥλιος θά ἔχει πιά κρυώσει, ἐμεῖς θά εἴμαστε νέοι μέσα στήν αἰωνιότητα τοῦ Θεοῦ.
* * * * *
στ΄. «Οὐκ ἀπέθανε, ἀλλά καθεύδει»[13].
Ἡ πίστη στήν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ παρηγορεῖ ὅσους πονοῦν γιά τούς προσφιλεῖς τους πού ἔφυγαν ἀπό τήν ζωή αὐτή, ὅτι δέν χάθηκαν, ἀλλά κοιμοῦνται, ὅπως ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος διαβεβαίωσε τόν θρηνοῦντα πατέρα γιά τόν θάνατο τῆς κόρης του, ὅτι «οὐκ ἀπέθανε, ἀλλά καθεύδει»[14], καί τήν Μαρία τήν ἀδελφή τοῦ Λαζάρου[15].
«Ἐγώ εἶμαι ἡ ἀνάσταση καί ἡ ζωή· ἐκεῖνος πού πιστεύει σ’ ἐμένα, κι ἄν πεθάνει, θά ζήσει»[16].
Κοιμοῦνται ἀναμένοντας τό ἐγερτήριο σάλπισμα τοῦ Ἀγγέλου κατά τήν θεόπνευστη Γραφή[17].
* * * * *
ζ΄. Ἔνδυμα ἀφθαρσίας καί ἀθανασίας
Μέ τήν δύναμη τῆς Ἀναστάσεως ὁ Ἰησοῦς Χριστός θά μετασχηματίσει τό ταπεινό καί φθειρόμενο ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη σῶμα μας, ὥστε νά γίνει ὅμοιο μέ τό δικό Του ἔνδοξο σῶμα[18].
* * * * *
η΄. Νεκροί γιά τήν ἁμαρτία –ζωντανοί γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει τίς συνέπειες τῆς Ἀναστάσεως γιά μᾶς, ὅτι μέ τήν δύναμή της ἀνακαινιζόμαστε ἀποβάλλοντας τό θνητό σῶμα πού φθείρεται ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἐνδυόμαστε τό νέο σῶμα πού εἶναι ἐλεύθερο ἀπό τήν ἁμαρτία[19].
* * * * *
θ΄. Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ»[20].
Ἡ πίστη στήν Ἀνάσταση στηρίζει τόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς μας πού πιστεύουμε ὅτι ὅλα δέν τελειώνουν στήν ματαιότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ὅπως διακηρύσσει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ἀπό τόν Ἀναστάντα Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ἀντλοῦμε δύναμη ὅπως ὁ πρωταθλητής τοῦ χριστιανικοῦ στίβου ἀπόστολος Παῦλος πού φυλακισμένος ἔγραφε ὅτι παρηγορήθηκε ἀπό τόν ἐνδιαφέρον τῶν Φιλιππησίων γι’ αὐτόν [21].
* * * * *
ι΄. Αἰώνια ζωή
Κηρύσσοντας τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ὁμολογοῦμεν τήν πίστη μας στήν αἰώνια ζωή[22].
* * * * *
ια΄.Οἰκουμενική ἑορτή καί εὐφροσύνη.
Ἡ δύναμη καί οἱ πνοή τοῦ Ἀναστάντος ἐπηρέασε τόν πολιτισμό ἀκόμη καί ὡς μή συνειδητός Χριστιανισμός. Ὅλοι γιορτάζουμε. Ὅλοι χαιρόμαστε. Ὅλοι εὐφραίνονται ἀπό τήν ὀμορφιά τῆς Ἐκκλησίας μας πού δίνει ἐλπίδα, νόημα, εἰρήνη, χαρά, φῶς καί ζωή σ’ ὅλους.
«Ἰησοῦς Χριστός, χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας»[23].
Σ’ Αὐτόν ἀνήκει
ἡ εὐλογία καί ἡ δόξα
καί ἡ σοφία καί ἡ εὐχαριστία
καί ἡ τιμή καί ἡ δύναμη
καί ἡ ἰσχύς στόν Θεό μας
στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν[24].
[1] Πρός Κορινθίους ιε΄, 4, 5.
[2] Πράξεων α΄, 8.
[3] Πρός Φιλιππησίους γ΄, 10.
[4] Πράξεων γ΄, 15.
[5] Α΄ Πέτρου ε΄, 1.
[6] Πρός Φιλιππησίους β΄, 5-11.
[7] Ἀποκαλύψεως στ΄, 2
[8] Πράξεων β΄, 31.
[9] Ἀποκαλύψεως ιβ΄, 10.
[10] Ἰωάννου ιδ΄, 19.
[11] Πρός Ρωμαίους ιδ΄, 8.
[12] Πράξεων ιζ΄, 28.
[13] Λουκᾶ η΄, 52.
[14] Λουκᾶ η΄, 52.
[15] Ἰωάννου ια΄, 40.
[16] Ἰωάννου ια΄, 25.
[17] Πρός Κορινθίους Α΄, ιε΄, 52.
[18] Πρός Φιλιππησίους γ΄, 21.
[19] Πρός Ρωμαίους στ΄, 3-10.
[20] Πρός Φιλιππησίους δ΄, 13.
[21] Πρός Φιλιππησίους δ΄, 11-13.
[22] Πρός Κορινθίους Β΄, δ΄, 13-14.
[23] Πρός Κορινθίους Β΄, δ΄, 13-14
[24] Ἀποκαλύψεως ζ΄, 12.