Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024

Δ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ

Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καὶ Ὑμηττοῦ Δανιήλ

      Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ὁρίσει τήν Κυριακή μετά τήν 13η Ἰουλίου νά ἑορτάζεται ἡ μνήμη τῶν 630 περίπου Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού συγκλήθηκε τό 451μ.Χ. στήν Χαλκηδόνα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, στήν ἀρχαία παραθαλάσσια πόλη τῆς Βιθυνίας στήν Ἀσιατική πλευρά τῆς Κωνσταντινούπολης. ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἐπιλέχθηκε ἡ μνήμη τῆς Δ΄ Οἰκομενικῆς Συνόδου νά τελεῖται τήν Κυριακή αὐτή προέκυψε ἀπό ἔνα θαυμαστό γεγονός πού συνέβη, ὅταν οἱ δύο παρατάξεις Ὀρθοδόξων καί Αἱρετικῶν διεφώνησαν στό ἐρώτημα τί ἦταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός, Θεός ἤ ἄνθρωπος τότε ἀποφάσισαν νά γράψουν τόσο οἱ Ὀρθόδοξοι ὅσο καί οἱ Αἱρετικοί τίς θεολογικές τους ἀπόψεις σέ δύο Τόμους διαφορετικούς. Στήν συνέχεια ἄνοιξαν τήν λάρνακα τοῦ σκηνώματος τῆς Ἁγίας Εὐφημίας καί τοποθέτησαν τούς δύο Τόμους μέσα. Τήν ἑπόμενη ἡμέρα μετά τήν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας ἄνοιξαν τήν λάρνακα καί εἶδαν τόν Τόμο τῶν Ὀρθοδόξων νά τόν κρατᾶ στά χέρια της ἡ Ἁγία καί τόν Τόμο τῶν Αἱρετικῶν νά τόν καταπατᾶ μέ τά πόδια της. Παραθέτουμε στήν συνέχεια λίγα ἱστορικά καί θεολογικά στοιχεῖα γιά τήν σύγκληση, τίς ἐργασίες καί τήν θεολογία τῆς Συνόδου. 

    Ἡ Δ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος συνεκλήθη ἀπὸ τούς αὐτοκράτορες Μαρκιανό καὶ Πουλχερίας στήν Χαλκηδόνι τὸ ἔτος 451μ.Χ. ἐναντίον τοῦ αἱρεσιάρχη Εὐτυχοῦς, ἀποτελεσθεῖσα ἀπό 630 περίπου Πατέρων. Οἱ ἐργασίες αὐτῆς ἄρχισαν τήν 8 Ὀκτωβρίου καὶ ἔληξαν τῆ 1 Νοεμβρίου τοῦ ἔτους 451μ.Χ. Τὸ κύριον ἔργο αὐτῆς ἦταν ἡ καταδίκη τῆς ἀντιθέτου πρὸς τὸν Νεστοριανισμό αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ ἀπό τὸν αἱρεσιάρχη Εὐτυχῆ. Ἡ Σύνοδος κατεδίκασε τόν Μονοφυσιτισµό καὶ τὸν Νεστοριανισμὸ καί συνέταξε τὸν περίφημο δογματικὸ ὅρο τῆς Χαλκηδόνος, μέ τόν
ὁποῖο διετύπωσε ὀρθοδόξως τὸ χριστολογικὸ δόγμα, δεχόμενη δύο φύσεις ἡνωμένες «ἀσυγχύτως καὶ ἀδιαιρέτως ἐν τῷ ἑνί προσώπῳ ἢ τῇ μιᾷ ὑποστάσει τοῦ Θεοῦ Λόγου». Ἐπί πλέον ἀνύψωσε τὴν ᾽Εκκλησία Ἱεροσολύμων σέ Πατριαρχεῖο πέμπτο στήν τάξη, ἀπένειμε στὸν πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ἴσα πρεσβεῖα τιμῆς καί προνόμια πρὸς τὰ τοῦ Ρώμης καὶ ἐξέδωσε 30 ἱεροὺς κανόνας. ᾿Αλλὰ οἱ Μονοφυσῖτες, ἐπειδή δέν δέχθηκαν τὸ «δόγμα τῆς Χαλκηδόνος» ἀπεσχίσθηκαν ἀργότερα ἀπὸ τοῦ σώματος τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας καί συνγκρότησαν τίς Ἀντιχαλκηδονείους ’Εκκλησίες, Ἀρμενικὴ Κοπτικὴ καὶ τὴν ἀπ’ αὐτή προελθοῦσα Αἰθιοπική, καὶ τὴν Συροϊακωβιτικὴ καὶ τὴν ἀπ’ αὐτή προελθοῦσα Μαλαμπαρικὴ στήν νότιο Ἰνδίᾳ.

     Πιό εἰδικά ὁ  Μονοφυσιτισµός εἶναι ἡ κατὰ τὸν Ε’ αἰῶνα ἐμφανισθεῖσα καί συνταράξασα τὴν Ἐκκλησία μεγάλη χριστολογικὴ αἵρεση, πού δεχόταν «μία φύσιν ἐν τῷ Χριστῷ μετὰ τὴν ἕνωσιν», δηλαδή τὴν θείαν, «ἐξ ἀναμίξεως καί συγκράσεως τῶν ἑνωθεισῶν δύο φύσεων», θείας καὶ ἀνθρωπίνης, πού προερχόταν καὶ ὁδηγοῦσε στὸν σχηματισμὸ τῶν ἀρχαίων Μονοφυσιτικῶν Ἐκκλησιῶν, λείψανα τῶν ὁποίων εἶναι οἱ σύγχρονες ᾿Αντιχαλκηδόνειοι ’Εκκλησίες.

    Ἀρχηγός τῆς αἱρέσεως τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ ἔγινε ὁ ἀρχιμανδρίτης Εὐτυχὴς, πού κατεδικάσθηκε ἀρχικά ἀπὸ τήν ἐνδημούσα στήν Κωνσταντινούπολη ὑπὸ τὸν πατριάρχη Φλαβιανὸ Σύνοδο τό ἔτος 448μ.Χ. ᾿Αλλὰ τὸ ἑπόμενο ἔτος ἀπό τήν Ληστρική στήν Ἔφεσο ὑπὸ τὸν Διόσκορο Σύνοδο ἀθωώθηκε ὁ Εὐτυχὴς καὶ ἔγινε δεκτὴ ἡ μονοφυσιτικὴ διδασκαλία αὐτοῦ, κατεκρίθηκε ἀπό τήν ἄλλη ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία περὶ τῶν «δύο ἐν Χριστῷ φύσεων ἐνωθεισῶν ἀσυγχύτως καὶ ἀδιαιρέτως ἐν τῷ ἑνὶ προσώπῳ τοῦ Θεοῦ Λόγου». Κατὰ αὐτῆς ὅμως πλανημένης ἀποφάσεως τῆς Ληστρικῆς Συνόδου ἐναντιώθηκε ἡ καθολικὴ ἀντίδραση Κλήρου καὶ λαοῦ, πού εἶχε ὡς συνέπεια νά συνέλθει στήν Χαλκηδόνα τὸ ἔτος 451 ἡ Δ' Οίκουμενικὴ Σύνοδος, πού κατεδίκασε ὁριστικά τὸν Μονοφυσιτισμὸ ὡς αἵρεση καὶ ὅλους τοὺς ὀπαδοὺς αὐτοῦ, πού δέχονταν «δύο μὲν φύσεις πρὸ τῆς ἑνώσεως, μίαν δὲ μόνην μετὰ τὴν ἕνωσιν, τὴν θείαν φύσιν, ἐκ μίξεως καί συγχύσεως ἀμφοτέρων προελθοῦσαν». Ἡ Σύνοδος δογμάτισε τὴν ὀρθόδοξη πίστη σέ ἕνα  Χριστό, «ἐν δύο φύσεσιν, ἀσυγχύτως καὶ ἀτρέπτως» (κατὰ τῶν Μονοφυσιτῶν), καὶ «ἀδιαιρέτως καὶ ἀχωρίστως» (κατὰ τῶν Νεστοριανῶν).

Ἡ διαφορά τῶν φύσεων δέν ἀναιροῦνταν μέ τήν ἕνωση καί διασωζόταν δέν ἡ ἰδιότητα καθεμιᾶς φύσεως καὶ «εἰς ἓν πρόσωπον καὶ μίαν ὑπόστασι»

     ᾿Αλλὰ παρὰ τὴν καταδίκη του ὁ Μονοφυσιτισμὸς ἄρχισε  νά διαδίδεται καί νά ἐπικρατεῖ ἰδίως στίς παραμεθόριες χῶρες τῆς Αὐτοκρατορίας καί εἰδικότερα στήν Αἴγυπτο, Συρία, Παλαιστίνη καὶ ᾽Αρμενία. Τά χρησιμοποιούμενα μέσα ἀπό τούς Βυζαντινούς αὐτοκράτορες γιά νά πείσουν τούς πιστούς, νά διαπραγματευτοῦν μαζί τους καθώς καί νά τούς ἀναγκάσουν σέ παραχωρήσεις καί καταπιέσεις δέν ἀπέφεραν ἀποτελέσματα στό νά περιορίσουν τήν ἐξάπλωσή του. Πρό τόν σκοπό αὐτό συνδιαλλακτικὸ ρόλο ἐπεδίωκε ἡ ἔκδοση τῆς «Ἐγκυκλίου» τοῦ Βασιλίσκου (476), τοῦ «Ἑνωτικοῦ» τοῦ Ζήνωνος (482) ἢ τῶν Διαταγμάτων τοῦ Ἰουστινιανοῦ γιά τήν  ἐπιβολὴ τῆς θεοπασχητικῆς φράσεως «τὸν ἕνα τῆς Τριάδος πεπονθέναι σαρκὶ » (533), γιά τήν ἐπιβολὴ τοῦ ᾿Αφθαρτοδοκητισμοῦ (546) καὶ γιά τήν καταδίκη τῶν «τριῶν κεφαλαίων» (544), γιά τήν ὁποία συγκροτήθηκε καὶ ἡ Ε’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, χωρίς νά ἐπιτύχει τὴν ἐπανένωση τῶν Μονοφυσιτῶν. Χαρακτηριστικὸ εἶναι ὅτι οἱ Μονοφυσῖτες διεσπάσθηκαν σέ πολλές μερίδες, ὡς τῶν Εὐτυχιανῶν, Σεβηριανῶν, Ἰουλιανιστῶν, ’Αφθαρτοδοκητῶν, ᾿Ακεφάλων, Φαντασιαστῶν, Θεοπασχητῶν, ’Αγνοητῶν, ᾽Ακτιστιτῶν, Κλιστολατρῶν, Φθαρτολατρῶν, Διακρινομένων, ’Αδιαφόρων, Τριθεϊστῶν, Θεμιστιανῶν, κ.λπ.

     Παρόλα αὐτά στό μεταξύ σχηματίσθηκαν σταδιακά, ἀποσπασμένες ἀρχαῖες Ἐκκλησίες, ἀμέσως  ἡ Ἀρμενική, ἡ Κοπτικὴ καὶ ἡ Συροϊακωβιτική Ἐκκλησία, καί στήν συνέχεια ἔμμεσα ἀπό τήν  Κοπτική ἡ Αἰθιοπική, καί ἀπό τήν Συροϊακωβιτική ἡ Μαλαμπαρική Ἐκκλησία στόν νότια Ἰνδία. Αὐτές μετὰ τὴν ἰσλαμικὴ κατάληψη τῆς μακρινῆς ᾿Ανατολῆς (636- 642), ἀφοῦ διέκοψαν κάθε ἐπικοινωνία μέ τούς Ὀρθοδόξους Βυζαντινούς ἀκολούθησαν δική τους αὐτοτελῆ ἀνάπτυξη καὶ ζωή, ἐπιτυγχάνοντας μέχρι τοῦ ἔτους 900μ.Χ. περίπου καί κάποια δογματικήν μεταξύ τους  ἑνότητα στήν βάση τῆς διδασκαλίας τοῦ Σεβήρου. Βεβαίως σημειώθηκαν μετά ἀπό αὐτά καί μερικές διαφορές μεταξὺ τους, ἰδίως στήν Μυστηριολογία, Μαριολογία κ.λπ., ἀλλ’ ὅμως αὐτές δὲν ὁδήγησαν σέ νέα σοβαρή διάσταση μεταξύ τους, ἀλλά διατηρήθηκε ἡ κοινωνία καὶ ἡ ἑνότητά τους. Σημειωτέον ὅτι ἱκανὸς ἀριθμὸς Μονοφυσιτῶν προσῆλθε κατὰ διάφορες ἐποχές στήν λατινικὴ Οὐνία πού σχημάτισαν διάφορες Οὐνιτικές ’Εκκλησίες  μεταξὺ τους, ἐνῶ στὸν Προτεσταντισμὸ προσῆλθαν λίγοι μόνο Μονοφυσῖτες, ἰδίως Ἀρμένιοι, Κόπτες καὶ Χριστιανοὶ τοῦ Θωμᾶ.

     Τέλος, πρέπει νά παρατηρηθεῖ, ὅτι τὸ πρῶτο ἐκεῖνο μεγάλο  σχίσμα τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ ἀπό τήν ἀρχαία Ἐκκλησία ἀποδίδεται συνήθως στὴν μὴ ἀποδοχὴ ἀπό τούς Μονοφυσῖτες  τοῦ δόγματος τῆς Συνόδου τῆς Χαλκηδόνος, ἀλλά ἀναμφίβολα συντελέσθηκε μέ τήν συρροή καί ὑπό τήν ἐπίδραση καί πολλῶν ἄλλων μὴ θεολογικῶν καὶ ἐκκλησιαστικῶν παραγόντων, δηλαδή πολιτικῶν, ἐθνικῶν, φυλετικῶν, κοινωνικῶν, πολιτιστικῶν, κλπ.

      Φαίνεται μάλιστα πιό πιθανή ἡ γνώμη, ὅτι οἱ τελευταῖοι αὐτοί παράγοντες ἀπετέλεσαν τὴν κυρία καί βαθυτέρη αἰτία τῆς ἀποσχίσεως τῶν Ἐκκλησιῶν αὐτῶν. Αὐτές χαρακτηρίζονται ἀπό τήν μιά ὡς Μονοφυσιτικές κοινῶς, ἢ ὡς Μονοφυσιτίζουσες, διότι ἄν καί καταδικάζουν τὸν ἀρχηγὸ τοῦ ἀκράτου καὶ ἀμιγοῦς Μονοφυσιτισμοῦ Εὐτυχῆ καὶ τὴν περὶ συγχύσεως καί τροπῆς τῶν δύο ἐν Χριστῷ φύσεων διδασκαλία του, ἐν τούτοις ὑπερτονίζουν τὴν «μίαν φύσιν» ἐν Χριστῷ, μετὰ τὴν ἕνωση, δηλαδή τὴν θεία, ἀφήνοντας στήν σκιά τὴν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Κυρίου, τήν ὁποία  ὅμως δὲν ἀρνοῦνται, ὅπως ὁ Εὐτυχὴς καὶ γενικῶς έχουν στό κέντρο τῆς χριστολογικῆς διδασκαλίας τους τὴν φράση καί διδασκαλία τοῦ τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ᾿Αλεξανδρείας «μία φύσις τοῦ Θεοῦ Λόγου σεσαρκωμένη», ἀλλὰ μὴ σαφῶς καὶ ὀρθά ἑρμηνευόμενη. Ἔτσι χαρακτηρίζονται αὑτές καί ὡς ᾽Αντιχαλκηδόνειες Ἐκκλησίες, διότι,  ἀπέρριψαν τὴν Δ' ἐν Χαλκηδόνι Οἰκουμενική Σύνοδο ὡς «νεστοριανίσασαν» δῆθεν, καί ἑπομένως συναπέρριψαν καὶ τὸν δογματικὸ ὅρον αὐτῆς, ἐάν καί ἡ διαφωνία αὐτῶν φαίνεται ὅτι ἀναφέρεται ὄχι τόσο στήν οὐσία, ὅσον στὴν διατύπωση τῆς περὶ ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων διδασκαλίας τῆς Συνόδου ἐκείνης.

      Ἄς σηµειωθεῖ ὅτι πρίν ἀπό χρόνια ἀπεφασίσθηκε ἡ διεξαγωγή θεολογικοῦ διαλόγου καὶ ἑνωτικῶν διαπραγματεύσεων μεταξὺ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Ἀντιχαλκηδονείων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖες ἀνεπισήμως ἄρχισαν στό Aarchus τὸ ἔτος 1964.

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images