“ Ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ ” (Ἰωάννου ιε΄ 14 )
(Σεῖς εἶσθε φίλοι μου)
Οἱ Ἱεροί Εὐαγγελιστές μᾶς παρέδωσαν μεταξύ ἄλλων τρεῖς βασικές ὁμιλίες τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στά 5, 6, καί 7 κεφάλαια τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Περιέχει τούς νόμους τῆς βασιλείας Του. Ἐλέχθη στήν ἔναρξι τῆς δημοσίας δράσεως καί τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου μας.
Ἡ δεύτερη εἶναι ἡ ἐπί τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στά 24 καί 25 κεφάλαια τοῦ κατά Ματθαῖον Εὐαγγελίου. Ἐλέχθη μετά τήν θριαμβευτική εἴσοδο στά Ἱεροσόλυμα καί τήν δημόσια σύγκρουσι στό Ναό μέ τήν θρησκευτική καί πνευματική ἡγεσία τῶν Ἰουδαίων. Ἔχει ἔντονο ἐσχατολογικό χαρακτήρα. Ἐλέχθη στό τέλος τῆς δημοσίας δράσεως Του.
Ἡ τρίτη εἶναι ἡ ὁμιλία στό ἀνώγειο. Ἀναφέρεται ἀπό τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη στά κεφάλαια 13-16 τοῦ Εὐαγγελίου του. Περιέχει τόν πνευματικό ἀποχαιρετισμό τοῦ Κυρίου καί τίς ὑποθῆκες Του στούς μαθητές Του. Ἐλέχθη στό τέλος τῆς ἐπιγείου ζωῆς Του.
Μελετῶντες τίς τρεῖς αὐτές ὁμιλίες διαπιστώνουμε, ὅτι στήν πρώτη ἡ λέξι πού ἐπαναλαμβάνει ὁ Κύριος εἶναι τό “Μακάριος”, στήν δεύτερη ἡ λέξις “ἀγρυπνεῖτε” καί στήν τρίτη ἡ λέξι “φίλοι μου”.
Ἄς ἀνέβουμε στό πνευματικό χῶρο τοῦ ἀνωγείου γιά νά ἀκούσουμε τήν ὁμιλία Του πρός τούς φίλους Του γιά νά μάθουμε καί νά ζήσουμε τούς ὅρους τῆς ὑπέροχης καί ἔξοχης αὐτῆς φιλίας. Καλούμεθα νά γίνουμε φίλοι τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ Ἀβραάμ, γιά τόν ὁποῖον ἀναφέρει ὁ Ἀδελφόθεος Ἰάκωβος ὅτι “ ἐκλήθη φίλος τοῦ Θεοῦ ” (Ἰακώβου β΄, 23). Ὁ Πρόδρομος ἐπίσης ἀπεκλήθη “ φίλος τοῦ Νυμφίου ” (Ἰωάννου γ΄, 29). Ὁ Λάζαρος ὁμοίως (Ἰωάννου ια΄, 11).
Ὁ Κύριος μᾶς θεωρεῖ φίλους Του.
Στό κέντρο αὐτῆς τῆς ὁμιλίας εἶπε αὐτούς τούς λόγους : «Εἶστε φίλοι μου, …. Ἐσᾶς ὅμως σᾶς ὀνόμασα φίλους, γιατί σᾶς ἔκανα γνωστά ὅλα ὅσα ἔκουσα ἀπό τόν Πατέρα μου…» (Ἰωάννου ιε΄ 11-17) κατά τίς ἐν συνεχεία προϋποθέσεις:
- Ἐάν θεραπεύουμε ἀνάγκες τῶν ἀδελφῶν μας.
Στό ἀνώγειο ὁ Κύριος ἔδωκε ἕνα παράδειγμα καί ἐποπτικό μάθημα μέ τό πλύσιμο τῶν ποδιῶν τῶν μαθητῶν Του. Νίπτω πόδας στή χριστιανική ζωή καί εὐαγγελική γλῶσσα σημαίνει θεραπεύω ἀνάγκες. Ἀπό τόν ἄμβωνα μέχρι τήν περιποίησι τοῦ κατακοίτου ἀδελφοῦ. Γίνεται στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μέ τό πνεῦμα τῆς ταπεινώσεως τοῦ Χριστοῦ (Βλ. Ἰωάννου ιγ΄ 12-15).
- Ἐάν ἐφαρμόζουμε-ποιοῦμε- αὐτά πού γνωρίζουμε ἐκ τῆς διδασκαλίας.
Τό μεγάλο μας πρόβλημα ὡς ἄνθρωποι εἶναι ὅτι εἴμαστε γίγαντες στή γνῶσι καί νάνοι στή πράξι. Γνωρίζουμε, ἀλλά δέν πράττουμε. Στήν ἀρχή τοῦ βιβλίου τῶν “Πράξεων” ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς πρῶτον ἀναφέρει τό “ποιεῖν” καί μετά τό “διδάσκειν” (Πράξεις α΄ 1).
Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι θρησκεία γνώσεων, ἀλλά στάδιο ἀγώνων, μαρτύρων καί ἀθλητῶν. Εὔχομαι νά πράττουμε ὅλα, ὅσα διδάσκουμε. Νά μή ἀκυρώνουμε μέ τήν ζωή μας αὐτά πού διδάσκουμε. Ταυτόχρονα αὐτά πού διδάσκουμε καί πιστεύουμε νά τά τηροῦμε καί αὐτά πού πράττουμε νά συμβαδίζουν μέ τήν θεία διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας, τούς Κανόνες της, τίς Ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τήν Ἱερά Παράδοση Αὐτῆς.
- Ἐάν τηροῦμε τίς ἐντολές Του.
“Ἐάν ἀγαπᾶτε με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε” (Ἰωάννου ιδ΄ 14). Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἔστω καί ἄν δέν καταλαβαίνουμε ἐν τούτοις τηροῦμε τίς ἐντολές Του, ἐπειδή εἴμαστε φίλοι Του.
Μ’ αὐτό τόν τρόπο ἀποδεικνύουμε καί ἐπιβεβαιώνουμε ὅτι ἀγαπᾶμε τόν Κυριό μας (Ἰωάννου ιε΄ 14).
4)Ἐάν ἀγαπᾶμε τούς λόγους Του.
Εἶπε “ὁ μὴ ἀγαπῶν με τοὺς λόγους μου οὐ τηρεῖ· καὶ ὁ λόγος ὃν ἀκούετε οὐκ ἔστιν ἐμὸς, ἀλλὰ τοῦ πέμψαντός με πατρός” (Ἰωάννου ιδ΄ 24). Ἐξομολογεῖται ὁ Ψαλμωδός : “Πόσο ἀγαπῶ τόν νόμο σου. ὅλη τήν ἡμέρα εἶναι αὐτός ὁ στοχασμός μου εἶναι αὐτή ἡ μελέτη μου” (Ψαλμός ριθ΄ στ.97). Ἐμεῖς, ὅμως; Μᾶς ὁμιλεῖ ὁ Φίλος μας, μᾶς βεβαιώνει, μᾶς ὑπόσχεται, μᾶς ἐξηγεῖ μᾶς παρηγορεῖ.
5)Ἐάν εἴμαστε ἑνωμένοι μαζί Του.
Μελετώντας τά ὀκτώ πρῶτα ἐδάφια τοῦ δεκάτου πέμπτου κεφαλαίου τοῦ κατά Ἰωάννην Εὐαγγελίου βλέπουμε πῶς περιγράφεται ἡ σχέση καί ἡ ἕνωση τοῦ κλήματος (Χριστοῦ), τοῦ ἀμπελουργοῦ (Θεοῦ Πατρός) μέ τίς κληματόβεργες (τούς πιστούς).
Μέ τήν εἰκόνα αὐτή ὁ Κύριος τονίζει τήν ἀλήθεια, ὅτι πρέπει νά εἴμαστε ἑνωμένοι ὀργανικῶς μαζί Του ὡς φίλοι Του. Ἡ ποιότης καί ὁ χαρακτήρ αὐτῆς τῆς ἑνώσεως ἀρχίζει μέ τήν ταυτότητα τοῦ θελήματος πραγματοποιεῖται ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ διά τῶν Μυστηρίων καί τελειοῦται ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ “σύν πᾶσι τοῖς ἁγίοις” (Ἐφεσίους γ΄ 18).
6)Ἐάν μένουμε μέχρι τέλους στήν ἀγάπη αὐτή καί δέν τήν διακόπτουμε.
Εἶπε “ἐὰν τὰς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῇ ἀγάπῃ μου, καθὼς ἐγὼ τὰς ἐντολὰς τοῦ πατρός μου τετήρηκα καὶ μένω αὐτοῦ ἐν τῇ ἀγάπῃ” (Ἰωάννη ιε΄ 10). Ὁ ὑπέροχος Φίλος μας ὅμως δέν ἀγαπάει ἀνθρώπινα ἀγαπᾶ θεϊκά.
Μᾶς τό παραδίδει, τό μαρτυρεῖ, ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης μέ τήν ἀναφορά του στή μέχρι τέλους ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ. (Ἰωάννου ιγ΄ 1)
Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐξυμνεῖ αὐτή τήν πιστότητα καί παραμονή στήν ἀγάπη μέ τούς ἑξῆς λόγους του «Τί, λοιπόν, μπορεῖ νά μᾶς χωρίσει ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ γιά μᾶς ; Μήπως τά παθήματα, οἱ στενοχώριες, οἱ διωγμοί, ἡ πείνα, ἡ γύμνια, οἱ κίνδυνοι ἤ ὁ μαρτυρικός θάνατος ;» (Ρωμαίους η΄ 35-39).
Ἐμεῖς ὅμως ὑπερνικοῦμε μέσα ἀπό ὅλες τίς δυσκολίες μέ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ πού μᾶς ἀγάπησε ἀνιδιοτελῶς καί θυσιαστικῶς.
7)Ἐάν ἀγαπᾶμε ἀλλήλους
“ Αὕτη ἐστίν ἡ ἐντολή ἡ ἐμή, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους καθώς ἠγάπησα ἡμᾶς ” (Ἰωάννου ιε΄ 12). Ὁ Κύριος ζητεῖ νά εἴμαστε φίλοι καί μέ Ἐκεῖνον καί μέ ὅλους τούς δικούς Του φίλους. Τό φοβερό ἐνδεχόμενο εἶναι νά μήν ὑπάρχει ἀγάπη μεταξύ τῶν δικῶν Του. Νά εἶναι ὑποτονική, ψυχρή, ἐθιμοτυπική.
Ἄς προσέξουμε καί τούς ἄλλους λόγους : «Δικαιοκρίτη Πατέρα, ὁ κόσμος δέ σέ γνώρισε. ἐνῶ ἐγώ σέ γνώρισα, κι αὐτοί ἀναγνώρισαν πώς μ’ ἔστειλες ἐσύ. Τούς ἔμαθα ποιός εἶσαι καί θά συνεχίσω νά τούς τό μαθαίνω, ὥστε νά εἶναι μέσα τους ἡ ἀγάπη μέ τήν ὁποία μέ ἀγάπησες, ὅπως κι ἐγώ θά εἶμαι μαζί τους» (Ἰωάννου ιζ΄ 25-26). Ἡ γνῶσι αὐξάνει, δένει τήν ἀγάπη.
8) Ἡ φιλία-ἡ ἀγάπη-ὁδηγεῖ στήν ἑνότητα ἑνωμένοι μοιραζόμαστε τήν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Κύριος στήν Ἀρχιερατική προσευχή Του πολλές φορές ἀναφέρθηκε στήν ἑνότητα Του μέ τόν Πατέρα καί τούς μαθητές Του πού εἶναι ἑνότητα καί τῶν μαθητῶν μεταξύ τους «Πατέρα, εἶσαι ἑνωμένος μ’ ἐμένα κι ἐγώ μ’ ἐσένα˙ νά εἶναι κι αὐτοί ἑνωμένοι μ’ ἐμᾶς, κι ἔτσι ὁ κόσμος νά πιστέψει ὅτι μ’ ἔστειλες ἐσύ … Ἐγώ ἑνωμένος μαζί τους κι ἐσύ ἑνωμένος μαζί μου, ὥστε ν’ ἀποτελοῦν μιά τέλεια ἑνότητα…» (Ἰωάννου ιζ΄ 20-23).