ΠΟΥ ΕΓΚΕΙΤΑΙ Η ΤΕΛΕΙΟΤΗΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
Δανιήλ
Ἡ τελειότης ἔγκειται στήν ὑποταγή τῆς θελήσεώς μας στή θέληση τοῦ Θεοῦ. Ὅλες οἱ καλές μας πράξεις : θυσίες, προσευχές, ἐλεημοσύνες… εἶναι καλές ἐνόσο τίς θέλει ὁ Θεός καί δέν εἶναι ἄλλο παρά μέσα γιά νά μᾶς ἑνώσουν μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ κανόνας κάθε ἀρετῆς. Ἡ Παναγία εἶχε τή βασική διάθεση νά ἐκπληρώσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί νά ὑποτάσσεται σ’ αὐτό. Ἡ διάθεση αὐτή τῆς Παναγίας ἐκδηλώθηκε σέ ὅλο τό διάστημα τῆς ζωῆς της.
Ι. Ἡ βάση τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς
Μόλις ἡ Παναγία μπόρεσε νά κάνει τόν πρῶτο συλλογισμό ἦταν γιά νά πεῖ τό «Ἰδού ἡ δούλη σου» (Λουκᾶ α΄, 38), ὅπως ὁ νεαρός Σαµουήλ, ποὺ εἶπε: «Ἰδού με, Κύριε, λάλησον» (Α΄ Βασιλειῶν γ΄, 9). Ἔτσι καὶ ἡ Παναγία ἀπὸ τὴν τρυφερὴ ἡλικία θέλησε νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Θεό. Ἡ προσφορά της στὸ ναὸ εἶναι ἐκπλήρωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ.
Σ’ αὐτὸ ἔγκειται τὸ μεγαλεῖο κι ἡ ἀξία τῆς τελείας χριστιανικῆς ζωῆς. Μόλις ἀντιληφθοῦμε ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ποιὰ εἶναι τὰ σχέδια τῆς θείας Προνοίας, παρευθὺς ἀποφασιστικὰ καὶ ἀμετάκλητα νὰ δεχώµεθα τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Ἡ τελεία ἐκπλήρωση τοῦ θελήµατος τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ ἡ βάση τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Μιὰ ἐκλεκτὴ ψυχή, ἔγραφε στὸ πνευματικό της σηµειωµατάριο: «Κύριε, ἔρχομαι νὰ ἐκπληρώσω τὸ θέληµά σου. Θὰ σὲ ἀγαπῶ ἀκόμα κι ἂν ὑποφέρω. Δὲ θέλω τίποτε ἄλλο παρὰ τὴ δόξα Σου καὶ τὸ θέληµά Σου νὰ γίνεται ἀπὸ µένα κι ὅλο τὸν κόσμο».
Ἡ δική µας προσευχή ἂς εἶναι: «Δίδαξόν µε, Κύριε, τοῦ ποιεῖν τὸ θέληµά σου» (Ψαλμοῦ ρμβ΄ (142), 10).
ΙΙ. «Γενηθήτω τό θέλημά Σου»
Τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Παναγίας, ὅταν ὁ ᾽Αρχάγγελος τῆς ζήτησε νὰ γίνει μητέρα τοῦ Θεοῦ, δὲν εἶχε πολὺ νὰ σκεφθεῖ οὔτε νὰ συζητήσει. Μόλις ἐνόησε ὅτι αὐτὸ ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου νὰ γίνει μητέρα τοῦ Μεσσία, παρευθύς, αὐθόρμητα βγῆκε ἀπὸ τὰ χείλη καὶ τὴν καρδιά της τὸ εὐλογημένο: «Γένοιτο» (Λουκᾶ α΄, 38)
Στὴν καθημερινή µας ζωὴ δὲν μποροῦμε νὰ ἐκπληρώσουµε πιστά τὶς μικρὲς θυσίες ποὺ ζητᾶ ἡ περίσταση ἀπὸ ἐμᾶς ἂν δὲ ζοῦμε μὲ τὴ σκέψη νὰ εἴμεθα ἐκτελεστές τοῦ θελήµατος τοῦ Θεοῦ. Δὲν θὰ φανοῦμε ποτὲ ἀρκετὰ γενναιόδωροι ἂν δὲν ἔχουμε ἐντυπώσει ὅτι πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε ὄχι ὅ,τι μᾶς ἀρέσει, ἀλλὰ ὅ, τι πρέπει. Ἡ σκέψη ὅτι αὐτό πού πράττουμε τὸ πράττουμε γιὰ νὰ συμμορφωθοῦμε μὲ τὸ ἅγιο τοῦ Θεοῦ θέληµα, εἶναι ἕνα χρυσό ραβδὶ ποὺ ὅ, τι ἀγγίζει τὸ μετατρέπει σὲ χρυσό.
ΙΙΙ. Ἀποδοχή τῆς ρομφαίας
Τό κορύφωμα αὐτῆς τῆς διαθέσεως τῆς Παναγίας νὰ ἐκτελεῖ πιστὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, φάνηκε στὸν τόπο τοῦ µαρτυρίου τοῦ Υἱοῦ της, ποὺ ἦταν καὶ δικό της μαρτύριο. Στέκεται ὄρθια στὰ πόδια τοῦ σταυροῦ, συμπάσχει καὶ συνθυσιάζεται μὲ τὸν Υἱό της. Ἐννοεῖ ὅτι αὐτὸ εἶναι τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ: ὁ Υἱός της νὰ ὑποστεῖ τὸ σταυρικὸ θάνατο κι ἀσπάζεται γενναία τὴ θεϊκὴ ἀπόφαση.
Τέλειο ὑπόδειγμα χριστιανικῆς ζωῆς. Ὁλοκληρωτικὴ συνταύτιση τῆς θελήσεώς µας μὲ τὴ θέληση τοῦ Θεοῦ. ᾽Αποδοχὴ πλήρως τῶν βουλῶν τοῦ Κυρίου. Συμµόρφωση πιστὴ στὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ.
Ἄν ὁ ἄνθρωπος γνώριζε νὰ δέχεται παρευθὺς τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ, ἀταξία δὲν θὰ ὑπῆρχε στὴ γῆ. Ἡ τάξη, ἡ γαλήνη, ἡ εἰρήνη θὰ βασίλευαν στὴ γῆ. Ἡ αἰτία ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ ἐπανάσταση ἐναντίον τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὴν πρώτη στιγµή δεχόταν τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ ἡ ζωὴ ἐπάνω στὴ γῆ θὰ ἦταν παράδεισος.
Ἡ γῆ µας μετατρέπεται σὲ κόλαση, ὅταν ἐπαναστατοῦμε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, «Τίς σκληρὸς γενόμενος ἐναντίον αὐτοῦ, ὑπέμεινεν;» (Ἰώβ θ΄, 4). Ποιός ἀντιστάθηκε στὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ κι εἶχε ἐπιτυχία, εἰρήνη, ὑπομονή; Ἄν κανεὶς δέχεται ἤρεμα, ὑποτεταγμένα στὸν Θεὸ τὶς δοκιμασίες, προσφέροντάς τις στὸν Θεό, τότε μόνον οἱ δοκιμασίες γίνονται ὑποφερτές, ἀλλιῶς συµβάλλουν στὴν ἐσωτερική µας ἐπανάσταση καὶ τελικὴ καταστροφή.
«Οὗτοι πάντες ἦσαν προσκαρτεροῦντες ὁμοθυμαδὸν τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει σὺν γυναιξὶ καὶ Μαρίᾳ τῇ μητρὶ τοῦ ᾿Ιησοῦ καὶ σὺν τοῖς ἀδελφοῖς αὐτοῦ» (Πράξεων α΄, 14)
Τὴν ἡμέρα τῆς ᾽Αναλήψεως ὁ Κύριος ἀποχωριζόταν ὁριστικά τὴ Μητέρα Του καὶ τὴν ἄφηνε στὴ γῆ. Πρὶν ἀπὸ τὴν ᾽Ανάληψή Του θὰ ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυμία Του, ὅπως ἡ Παναγία παραμείνει ἀκόμη στὴ γῆ γιὰ νὰ εἶναι τὸ στήριγμα τῆς νεοσύστατης Ἐκκλησίας Του, παρηγοριὰ γιὰ τοὺς µαθητές Του, ἐνίσχυση τῶν πρώτων πιστῶν.
Μιὰ ἄλλη ψυχή, στὴ θέση τῆς Παναγίας, ἴσως θὰ ἔλεγε: «Ἄ, ὄχι Ἰησοῦ µου, πηγαίνεις στὴ δόξα Σου καὶ ἀφήνεις ἐμένα, τὴν Μητέρα Σου µόνη στὴ γῆ. Δὲ δέχοµαι τέτοιο χωρισµό. Θέλω ὅπου εἶσαι ἐσὺ νὰ εἶμαι κι ἐγώ. Μπορεῖς νὰ μὲ πάρεις κοντά σου, πρέπει νὰ τὸ κάνεις». Θὰ εἶχε ὅλους τοὺς λόγους κι ὅλες τὶς δικαιολογίες νὰ ἔκανε τέτοια προσευχὴ στὸν Υἱό της. Κι ὅμως ἦταν τέτοια ἡ πίστη τῆς Παναγίας καὶ τέτοια ἡ διάθεσή της, ὥστε ὑποτάσσεται ἀλύγιστος, παρευθύς, γαλήνια στὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Οὔτε κατὰ διάνοια μποροῦμε νὰ ἀμφισβητήσουμε ὅτι ἡ στάση δὲν ἦταν τέτοια.
Ἡ Παναγία δέχθηκε τὸ χωρισμὸ τοῦ Υἱοῦ της. Προσεφέρθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς πρώτης Ἐκκλησίας μὲ τὶς ἄλλες ἅγιες Γυναῖκες. Προσευχόταν γιὰ τοὺς ᾿Αποστόλους. Παρέµεινε µαζί τους στὸ Ὑπερῶο, ἑνωμένη στὴ νηστεία καὶ τὴν προσευχή γιὰ τὴν ἐπέλευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐνδιαφέρθηκε γιὰ τὴν ἀνάπτυξη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας. ᾿Εξάπαντος θά ἦταν μιὰ ἀπὸ τὶς πρῶτες γυναῖκες ποὺ βοήθησαν γιὰ τὶς διανομὲς στοὺς φτωχούς.
- V. Στήν κοιμησή της
Ὅταν ἔφθασε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου νὰ ἐγκαταλείψει τὴ γῆ ἡ Παρθένος Μαρία προαισθάνθηκε τὸν ἐπικείμενο θάνατό της, τὴν κοίμησή της. Ἔχουμε ὅλους τοὺς λόγους νὰ πιστεύουµε ὅτι ἡ Παναγία ἤρεμα, γαλήνια, ψύχραιµα δέχθηκε τὴν ἀπόφαση αὐτὴ τοῦ Θεοῦ. Ὅποια εἶναι ἡ ζωὴ τέτοιος εἶναι κι ὁ θάνατος τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Ἡ Παναγία ἔζησε πάντα στὴν ὑποταγή, στὸ ἅγιο τοῦ Θεοῦ θέληµα. Βεβαιότατα, καὶ τὸ θάνατό της τὸν δέχθηκε μὲ πνεῦμα ὑποταγῆς.
Ἴσως κάποιος θὰ εἶχε σκεφθεῖ: Γιατί τόσο γρήγορα οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ νὰ στερηθοῦν τὶς συµβουλές της καὶ τὴν πεῖρα της; Δὲν θὰ ἦταν καλύτερα νὰ ἀναθληθεῖ γιὰ ἀργότερα ἡ Κοίμησή της, ὅταν ἡ Ἐκκλησία θὰ εἶχε ἑδραιωθεῖ κι οἱ πιστοὶ θὰ ἦταν περισσότεροι; Ἡ Παναγία δὲν σκέπτεται ἔτσι. Δέχεται τὸν θάνατό της καὶ διέρχεται τὶς τελευταῖες στιγμές της σὲ φλογερὴ ἐπιθυμία νὰ ἐκτελεῖ πάντα πιστὰ τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Θέλει νὰ ἑνωθεῖ γιὰ πάντα μὲ τὸν Υἱό της, γιατὶ αὐτὴ εἶναι ἡ θέληση τοῦ Θεοῦ. Ἄν ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ τὴν ἀφήσει στὴ γῆ ὥς τὴν συντέλεια τῶν αἰώνων καὶ πάλι θὰ τὸ δεχόταν, ἀφοῦ θὰ ἦταν ἡ θέλησή Του.
Ἴσως καὶ πάλι κάποιος ἰσχυρισθεῖ: Ἡ Παναγία εἶχε νὰ κάνει πάντα μὲ ἀγγέλους καὶ μὲ τὸν Υἱό της, ποὺ ἦταν Θεὸς καὶ γνώριζε καλὰ ποιὸ ἦταν τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἐμεῖς τὸ ἀγνοοῦμε ἢ μᾶς εἶναι δύσκολο νὰ ἐννοήσουμε ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ἡ Παναγία δὲν εἶχε νὰ κάνει πάντα μὲ ἀγγέλους κι οὔτε ὁ Υἱός της εἶχε ἐξωτερικὰ φαινόμενα τῆς θεότητός Του. Στὶς δυὸ - τρεῖς φορές, ὅπως στὸν Ἰορδάνη καὶ στὸ Θαβώρ, ποὺ ὁ ᾿Ιησοῦς ἄφησε νὰ φανεῖ ἡ θεότητά Του, ἡ Παναγία δὲν ἦταν παροῦσα. Ἡ Παναγία ζοῦσε μὲ τὴν πίστη καὶ ἡ πίστη τῆς Παναγίας εἶχε λιγώτερα µέσα δοκιµασίας ἀπ’ ὅ,τι ἔχει σήµερα ἡ δική µας πίστη. Ἐμεῖς λιγώτερο ἀπὸ τὴν Παναγία μποροῦμε νὰ ἀμφιβάλλουμε ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴν καθηµερινή ζωὴ µας καὶ στὶς συνηθισμένες ἀπασχολήσεις µας.
Ἔχουμε τὴν ᾿Εκκλησία, ἔχουμε τὸ Εὐαγγέλιο, ἔχουμε τοὺς πνευματικούς ᾿Αρχηγούς µας. Πῶς μποροῦμε νὰ ἀμφιβάλλουµε γιὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος ὑποτάσσεται στοὺς νοµίµους ἀνωτέρους του, ὑποτάσσεται στὸν Ἴδιον τὸν Θεό, ἀφοῦ ἔχουμε τὴ διαβεβαίωση τοῦ Ἰησοῦ ὅτι ὅποιος ὑπακούει στοὺς ᾽Αποστόλους ὑπακούει στὸν Ἴδιο τὸν Θεό. «Ὁ ἀκούων ὑμῶν, ἐμοῦ ἀκούει» (Λουκᾶ ι΄, 16), εἶπε κατηγορηματικὰ ὁ Κύριός µας. Ὅποιος ὑπακούει στούς Ἀποστόλους καί στούς νομίμους διαδόχους τους, ὑπακούει στόν Ἰησοῦ Χριστό, πού εἶναι τέλειος Θεός.