Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024

Π Ρ Ο Σ Φ Ω Ν Η Σ Η

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καὶ Ὑμηττοῦ

Δ α ν ι ή λ

Προέδρου τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς

Λειτουργικῆς  Ἀναγεννήσεως

στό ΙΣΤ΄ Πανελλήνιο Λειτουργικό Συμπόσιο

Ἐκπροσώπων Ἱερῶν Μητροπόλεων

τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

19-21 Σεπτεμβρίου 2016

μέ θέμα:

“Τό ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας”

Ἱερά Μητρόπολη Φθιώτιδος

Σεπτέμβριος 2016

 

Ἑνότητα 1η

Ἡ πρόνοια τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ἡ μέριμνά Της

γιά τά θέματα τῆς θείας λατρείας

            Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐκτός τῶν ἄλλων ἁρμοδιοτήτων της, κατά τόν Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος  (Ν. 590/1977 Φ.Ε.Κ. τ.Α΄ 146), «Μεριμνᾶ διά τήν ἐκκλησιαστικήν τάξιν καί εὐπρέπειαν ὡς καί διά πᾶν εἰς τήν θείαν Λειτουργίαν ἀφορῶν θέμα» (ἄρθρο 4§γ΄).

Οἱ Συνοδικές Ἐπιτροπές.

            Σέ ἐφαρμογή τῆς ἀνωτέρω προβλέψεως μεταξύ τῶν ἀναφερομένων στόν Καταστατικό Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν περιλαμβάνονται :

  1. Ἡ Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τῆς θείας Λατρείας καί τοῦ Ποιμαντικοῦ Ἔργου (ἄρθρο 10§δ΄ τοῦ Ν. 590/1977 Φ.Ε.Κ. τ.Α΄ 146), τῆς ὁποίας ἁρμοδιότητα εἶναι κατά τό ἄρθρο 16 τοῦ Κανονισμοῦ 160/2004 «Περί λειτουργίας τῶν Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν» Φ.Ε.Κ. τ.Α΄100/20.5.2004):

            «α. Ἡ μελέτη τοῦ Τυπικοῦ τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ, διά τῆς οἰκείας Ὑποεπιτροπῆς, ἐποπτεία συντάξεως καί ἐκδόσεως τῶν Διπτύχων ἑκάστου ἔτους.

            β. Ἡ σύνταξις πλήρους καί σαφοῦς «λειτουργικοῦ κώδικος», ἀναγκαίου διά τήν εὐταξίαν ἐν τῇ Θείᾳ Λειτουργίᾳ καί τοῖς λοιποῖς Ἱεροῖς Μυστηρίοις καί Τελεταῖς, ὡς καί διά τήν καθιέρωσιν ἑνιαίας λειτουργικῆς πράξεως καθ’ ἅπασαν τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.

            γ. Ἡ ἐποπτεία καί φροντίς διά τήν συμπλήρωσιν τῶν ἐν τοῖς λειτουργικοῖς βιβλίοις ὑπαρχουσῶν ἐλλείψεων εἰς βασικάς Ἱεράς Ἀκολουθίας, ὡς καί διά τήν καταλογογράφησιν καί τήν ἔκδοσιν ἐνημερωτικῶν πινάκων τῶν ἐκδοθεισῶν ἤ καί ἀνεκδότων Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν.

            δ. Ἡ τεκμηριωμένη, σαφής καί πλήρης καταγραφή τῆς δεοντολογίας, τῶν σκοπῶν, τῶν τρόπων, τῶν εἰδικῶν προβλημάτων ἤ δυσχερειῶν καί τῶν προτεραιοτήτων τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου ἔναντι γενικῶς τῶν κοινωνικῶν «ὁμάδων».

            ε. Ἡ πρότασις περί διοργανώσεως πανελληνίων καί τοπικῶν Συνεδρίων στελεχῶν τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου κατά τομεῖς δραστηριότητος, ὡς καί ἡ ποιμαντική φροντίς καταρτίσεως τῶν πρεσβυτερῶν καί τῶν ὑποψηφίων πρεσβυτερῶν, ὡς ἀμέσων συνεργατῶν καί πολυτίμων βοηθῶν τῶν Ἐφημερίων.

            στ. Ἡ συνεργασία μετά Σ.Ε. ὁμοειδῶν σκοπῶν ἐν τῇ ἀντιμετωπίσει συναφῶν προβλημάτων».

 

  1. Ἡ Συνοδική Ἐπιτροπή Ἐκκλησιαστικῆς Τέχνης καί Μουσικῆς, πού ἔχει τίς ἑξῆς ἁρμοδιότητες, κατά τό ἄρθρο κατά τό ἄρθρο 14 τοῦ Κανονισμοῦ 160/2004 (Φ.Ε.Κ. τ.Α΄100/20.5.2004) «Περί λειτουργίας τῶν Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν»:

            «α. Ἡ παρακολούθησις τῶν λειτουργικῶν τεχνῶν καί ἡ προαγωγή αὐτῶν διά παντός προσφόρου μέσου.

            β. Ἡ ἄγρυπνος μέριμνα καί διαφύλαξις τοῦ λειτουργικοῦ ἤθους καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως ἐπί τῶν λειτουργικῶν τεχνῶν καί ἡ ὑπεύθυνος γνωμοδοτική ἐπισήμανσις τῶν περεισφρεομένων καινοτομιῶν πρός ἀποφυγήν ἤ διόρθωσιν τούτων, δι’ ἐνδελεχοῦς μελέτης, συντάξεως ὑπομνημάτων πρός τήν Δ.Ι.Σ., ἐκδόσεως ἐνημερωτικῶν ἐντύπων καί διοργανώσεως Συνεδρίων.

            γ. Ἡ καταγραφή τῶν ὑφισταμένων, παρά τῇ Ἱερᾷ Ἀρχιεπισκοπῇ καί ταῖς Ἱεραῖς Μητροπόλεσι, σχετικῶν Σχολῶν (ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, ἁγιογραφίας, συντηρήσεως ἱερῶν εἰκόνων κ.λπ) τοῦ ἱστορικοῦ λειτουργίας καί τοῦ ὀργανογράμματος μίας ἑκάστης, ὡς καί ἡ ἐκπόνησις ἑνός Γενικοῦ Κανονισμοῦ περί τῆς λειτουργίας αὐτῶν.

            δ. Ἡ ἐνημέρωσις καί ἡ παροχή προγραμματικῆς ἤ ὀργανωτικῆς βοηθείας εἰς Ἐκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα, Ἱεράς Μητροπόλεις, Ἱεράς Μονάς, Ἐνορίας, Ἐκκλησιαστικά Ἱδρύματα, προτιθέμενα νά ἀναπτύξουν ἀντιστοίχους δραστηριότητας.

            ε. Ἡ ἐξόφλησις διά καταλλήλων εἰσηγήσεων πρός τήν Δ.Ι.Σ. καί διά διαβημάτων Αὐτῆς πρός τήν Πολιτείαν τῆς δυνατότητος τελέσεως κατά καιρούς τῆς Θείας Λειτουργίας ἐντός χριστιανικῶν μνημείων, τελούντων ἐν ἐξαρτήσει πρός τό Κράτος, διαφυλαττομένης τῆς ἱερότητος, τῆς ἱστορίας, ἀλλά καί τῆς συμφύτου καλλιτεχνικῆς ἀξίας αὐτῶν.

            στ. Ἡ προβολή τῶν ὑφισταμένων ἱερῶν μνημείων δι’ ἐνημερωτικῶν δημοσιευμάτων καί τευχιδίων καί λοιπῶν μέσων ἠλεκτρονικοῦ τύπου (Η/Υ, Ρ/Σ, Τηλεοράσεως, Διαδικτύου, κ.λπ.) πρός τά στελέχη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔργου, τόν ἐπιστημονικόν κόσμον καί τόν ποιμαινόμενον λαόν, ἐπί σκοπῷ τονισμοῦ τῆς δι’ αἰώνων συνεχοῦς καί ἀδιακόπου ἐκκλησιαστικῆς παρουσίας καί καλλιτεχνικῆς δημιουργίας, ὑποβοηθητικῶς πρός τήν ἀσκουμένην λειτουργικήν καί ἀντιαιρετικήν ποιμαντικήν.

            ζ. Ἡ ἐπισταμένη, δι’ Εἰσηγήσεων πρός τήν Δ.Ι.Σ., φροντίς πρός διασφάλισιν τοῦ δικαιώματος τῆς Ἐκκλησίας ἐπί τῶν θρησκευτικῶν μνημείων.

            η. Ἡ συνεργασία καί συμπαράστασις πρός τό Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας (Κανονισμός 17/1981 τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, «Σύστασις καί Ὀργάνωσις Ἱδρύματος Βυζαντινῆς Μουσικολογίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» Φ.Ε.Κ. 135/1982-τ.Α΄).

            θ. Ἡ συμπαράστασις πρός τό ἔργον τῆς Ὑπηρεσίας Ναοδομίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.

            ι. Ἡ εἰσήγησις, πρός τήν Δ.Ι.Σ., περί ἀπονομῆς τιμητικῶν διακρίσεων εἰς τόν χῶρον τῆς λειτουργικῆς τέχνης καί τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς».

           

                                              Εἰδικές Συνοδικές Ἐπιτροπές

             Μέ  ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας συνεστήθη

  1. Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως μέ τήν ἑξῆς ἁρμοδιότητα κατά τό ἄρθρο 4 τοῦ Κανονισμοῦ 139/1999 «Περί συστάσεως, ὀργανώσεως καί λειτουργίας τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως» (Φ.Ε.Κ. τ.Α΄ 236/8.11.1999).

            Ἡ Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή :

            «α. Προσδιορίζει καί μελετᾶ συγκεκριμένα προβλήματα τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας σήμερον καί γνωματεύει ἐπ’ αὐτῶν, ὥστε νά ἔχῃ ἡ Ἱερά Σύνοδος ὑπεύθυνον καί τεκμηριωμένην ἐνημέρωσιν κατά τήν λήψιν τῶν ἐνδεικνυομένων ἀποφάσεων.

            β.  Μέ ἔγκρισιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ἐν συνεργασίᾳ μέ τάς λοιπάς Συνοδικάς Ἐπιτροπάς, τάς Ἱεράς Μητροπόλεις, τάς Ἱεράς Μονάς καί πάντα ἄλλον φορέα, διοργανώνει διαφόρους ἐκδηλώσεις, ὅπως : Συνέδρια, Ἡμερίδας, Σεμινάρια κ.λπ. ἤ προβαίνει εἰς θεολογικάς ἐκδόσεις, ἐκλαϊκευτικά δημοσιεύματα, παραγωγή ὀπτικοακουστικῶν μέσων, ραδιοτηλεοπτικῶν ἐκπομπῶν, ἀξιοποίησιν τῶν δυνατοτήτων τοῦ διαδικτύου (Internet) κ.λπ, τόσον διά τήν ἐκπαίδευσιν καί ἐπιμόρφωσιν τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου ἐπί λειτουργικῶν θεμάτων, ὅσον καί διά τήν καλλιέργειαν τῆς λειτουργικῆς ἀγωγῆς τῶν πιστῶν.

            γ. Μέ ἔγκρισιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί ἐν συνεργασίᾳ ἰδιαιτέρως μέ τάς Ὀρθοδόξους Θεολογικάς Σχολάς, προγραμματίζει ἐπιστημονικάς ἐρεύνας, προτείνει τήν χορήγησιν ὑποτροφιῶν λειτουργικῶν σπουδῶν ἐν Ἑλλάδι καί ἐν τῷ Ἐξωτερικῷ, ἀποστέλλει ἐκπροσώπους αὐτῆς εἰς λειτουργικά καί ἄλλα παρεμφερῆ συνέδρια καί γενικῶς ἀναλαμβάνει πᾶσαν πρωτοβουλίαν, ἥτις θά συντελέσῃ εἰς τήν ἀνάπτυξιν τοῦ ἐνδιαφέροντος διά τήν σπουδήν τῆς λειτουργικῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν καί τήν ἀνάδειξιν καί προβολήν τοῦ γνησίου ὀρθοδόξου λειτουργικοῦ ἤθους».  

           

            2)Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή γιά τήν Ἀκαδημία Ἐκκλησιαστικῶν Τεχνῶν πού ἔχει τίς ἑξῆς ἁρμοδιότητες, κατά τό ἄρθρο  4 τοῦ Κανονισμοῦ 133/199 «Περί συστάσεως, Ὀργανώσεως καί λειτουργίας Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς διά τήν Ἀκαδημίαν Ἐκκλησιαστικῶν Τεχνῶν» Φ.Ε.Κ. τ.Α΄236/8.11.1999):

            «α. Νά ὀργανώση τήν λειτουργίαν Ἀκαδημίας ἐπί τῷ σκοπῷ τῆς ἐκμαθήσεως καί διακονίας ἐν συνεχείᾳ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Τεχνῶν, μέ προοπτικήν διορθοδόξου συμβολῆς, τῆς ὁποίας τό ὀργανόγραμμα, τήν σύνθεσιν καί τούς ὅρους λειτουργίας, ὥστε νά ἀποτελέση Κιβωτόν διατηρήσεως καί διαφυλάξεως καί διαδόσεως τῶν στοιχείων τῆς πατρώας Ἐκκλησιαστικῆς Τέχνης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

            β. Νά προσδιορίση τήν στάθμην τῶν σπουδῶν (ΙΕΚ-ΤΕΙ), ἀφοῦ διερευνήσει τήν δυνατότητα περί τῆς ἐκ μέρους τῆς Πολιτείας καί τῶν ἁρμοδίων ὀργάνων αὐτῆς ἀναγνωρίσεως τῶν ἀντιστοίχων τίτλων, πρός ἐπαγγελματικήν κατοχύρωσιν τῶν ἀποφοίτων.

            γ. Νά συντάξη τά προγράμματα σπουδῶν τῇ συνδρομῇ εἰδικῶν καθ’ ὕλην ἁρμοδίων καθηγητῶν.

            δ. Νά δημιουργήση τάς προϋποθέσεις ὥστε οἱ σπουδασταί τῆς ἐξονομασθείσης Ἀκαδημίας νά βιώνουν μέ ἐκκλησιαστικήν συνείδησιν καί τό ἁρμόζον ἐκκλησιαστικόν ὕφος καί ἦθος τήν διακονίαν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν – Λειτουργικῶν Τεχνῶν, αἱ ὁποῖαι ἀποτελοῦν ἀναπόσπαστον μέρος τῆς ποιμαντικῆς μερίμνης τῆς Ἐκκλησίας, ὑπέρ τοῦ πληρώματος Αὐτῆς.

            ε. Νά ὑποβάλη προτάσεις πρός ἐξασφάλισιν χρηματοδοτικῶν πόρων διά τήν οἰκονομικήν αὐτοτέλειαν καί ἀνάπτυξιν τῆς Ἀκαδημίας».

            3)Εἰδική Συνοδική Ἐπιτροπή Χριστιανικῶν Μνημείων πού ἔχει τίς ἑξῆς ἁρμοδιότητες, κατά τό ἄρθρο 4 τοῦ Κανονισμοῦ 137/199 «Περί συστάσεως, Ὀργανώσεως καί λειτουργίας Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς  διά τά Χριστιανικά Μνημεῖα» (Φ.Ε.Κ. τ.Α΄236/8.11.1999):

            «α. Νά ἐπικοινωνῆ ἀμέσως μέ τάς κατά τόπους Ἱεράς Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὥστε τό συντομώτερον δυνατόν νά ἐπιτελεσθῇ ἡ καταγραφή τῶν σωζομένων εἰς αὐτάς Χριστιανικῶν Μνημείων, παλαιοχριστιανικῶν, βυζαντινῶν, μεταβυζαντινῶν καί νεωτέρων.

            β. Νά ἐπικοινωνῆ μέ τάς κατά τόπους Διευθύνσεις τῶν Ἐφορειῶν Ἀρχαιοτήτων τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ, ὥστε νά διερευνηθῆ διά τῆς ἀμοιβαίας συνεργασίας καί νά διαπιστωθῆ ὁ καλύτερος τρόπος, διά τήν ἔναρξιν τῶν προσπαθειῶν ἀναστηλώσεως τῶν Μνημείων, τά ὁποῖα θά καταγραφοῦν, καί μάλιστα ἐκείνων, ἅτινα ἔχουν ἀνάγκην ἀναστηλώσεως ἤ συντηρήσεως.

            γ. Νά μελετήση τήν ἀξιοποίησιν τῶν Ἱερῶν αὐτῶν τόπων, ἐν τῷ πλαισίῳ τῆς ποιμαντικῆς μερίμνης τῆς Ἐκκλησίας, πρός ὠφέλειαν τοῦ πληρώματος Αὐτῆς.

            δ. Νά εὐαισθητοποιήση τήν κοινήν γνώμην, μέ κάθε πρόσφορον μέσον (Τύπον, ΜΜΕ, διανομήν ἐντύπων κ.λπ.), ὥστε νά ὑπάρξη ἐνδιαφέρον καί ἀνιδιοτελής προσφορά ἐκ μέρους εἰδημόνων Ἀρχιτεκτόνων –Μηχανικῶν καί Συντηρητῶν διά τήν ἀποτύπωσιν τῶν μνημείων αὐτῶν καί τήν ἐκπόνησιν τῶν ἀπαιτούμενων μελετῶν.

            ε. Νά ἐντάξη τά μνημεῖα αὐτά εἰς Προγράμματα τοῦ Ὑπουργείου Πολιτισμοῦ ἤ τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως, ὥστε νά ὑπάρξουν ὑπέρ αὐτῶν οἰκονομικαί χορηγίαι.

            στ. Νά ἐκπονήση Ἐκκλησιαστικόν Χάρτην, ἐπί τοῦ ὁποίου νά ἀποτυπωθοῦν τά κατά τόπους Χριστιανικά Μνημεῖα».

*  *   *   *   *

Τά Λειτουργικά Συμπόσια

            Γιά τήν ἐξειδικευμένη μελέτη τῶν θεμάτων τῆς θείας λατρείας θεσπίσθηκαν τά Λειτουργικά Συμπόσια.

            Στά συνελθόντα Λειτουργικά Συμπόσια ἐξετάσθηκαν ἐν βάθει καί πλάτει τά θέματα τῆς θείας λατρείας μέ ἐμπεριστατωμένες εἰσηγήσεις πού ἀνέπτυξαν οἱ πλέον εἰδήμονες καί κατάλληλοι ἐπιστήμονες τῶν θεολογικῶν μας Σχολῶν καί ἀποτελοῦν πολύτιμο βοήθημα μελέτης γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν προκυπτόντων ἀναγκῶν καί προβλημάτων. Ὅλες αὐτές οἱ ἀποκομισθεῖσες γνώσεις, ἐμπειρίες, προβληματισμοί καί προτάσεις ἔχουν ἀποθησαυρισθεῖ στούς τόμους τῶν Πρακτικῶν πού ἔχουν ἐκδοθεῖ.

            Ὑπενθυμίζουμε τά θέματα τῶν προηγουμένων Πανελληνίων Λειτουργικῶν Συμποσίων 

            Τό Α΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 1999 στήν Ἱερά Μονή Πεντέλης, μέ θέμα:

            «Τό Μυστήριον τοῦ Βαπτίσματος»

            Τό Β΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2000 στόν Βόλο, στήν Ἱερά Μητρόπολη Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ, μέ θέμα:

            «Τήν Λειτουργικήν Ἀνανέωσιν»

            Τό Γ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2001 στήν Νεάπολη Θεσσαλονίκης, στήν Ἱερά Μητρόπολη Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως, μέ θέμα:

            «Τό Μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας»

            Τό Δ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2002 στό Νέο Προκόπιο Εὐβοίας, στήν Ἱερά Μητρόπολη Χαλκίδος, μέ θέμα:

            «Τό Μυστήριον τοῦ Γάμου»

            Τό Ε΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2003 στό Νέο Προκόπιο Εὐβοίας, στήν Ἱερά Μητρόπολη Χαλκίδος, μέ θέμα:

            «Ἱερουργεῖν τό Εὐαγγέλιον»

            Τὀ ΣΤ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2004 στήν Τῆνο, στήν Ἱερά Μητρόπολη Σύρου, μέ θέμα:

            «Χριστιανική Λατρεία καί εἰδωλολατρία»

            Τό Ζ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2005 στό Νέο Προκόπιο Εὐβοίας, στήν Ἱερά Μητρόπολη Χαλκίδος, μέ θέμα:

            «Τό Μυστήριον τῆς  Ἱερωσύνης»

            Τό Η΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2006 στό Συνεδριακό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ στά Μελισσιάτικα Ν. Μαγνησίας, μέ θέμα:

            «Τό Χριστιανικόν Ἑορτολόγιον»

            Τό Θ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2007 στό Συνεδριακό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ στά Μελισσιάτικα Ν. Μαγνησίας, μέ θέμα:

«Τό Μυστήριον τοῦ θανάτου εἰς τήν λατρείαν τῆς  Ἐκκλησίας»

            Τό Ι΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2008 στό Συνεδριακό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ στά Μελισσιάτικα Ν. Μαγνησίας, μέ θέμα:

            «Ἡ ὑγεία καί ἡ ἀσθένεια στήν λειτουργική ζωή τῆς Ἐκκλησίας»

            Τό ΙΑ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2009 στό Συνεδριακό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ στά Μελισσιάτικα Ν. Μαγνησίας, μέ θέμα:

«Μυσταγωγῶν Κύριε τούς μαθητάς ἐδίδασκες λέγων»

            Τό ΙΒ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2010 στό Συνεδριακό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ στά Μελισσιάτικα Ν. Μαγνησίας, μέ θέμα:

            «Πρόσωπα καί Σταθμοί, ὁρόσημα στήν διαμόρφωση τῆς θείας λατρείας»

 

            Τό ΙΓ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2011 στό Ἵδρυμα Τηνιακοῦ Πολιτισμοῦ στήν Τῆνο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Σύρου, μέ θέμα:

            «Ὁ Λειτουργικός Λόγος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας σήμερα».

 

            Τό ΙΔ΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2012 στήν Πάτρα στήν Ἱερά Μητρόπολη Πατρῶν, μέ θέμα:

«Οἱ λειτουργικές Τέχνες».

Τό ΙE΄ συγκλήθηκε τό ἔτος 2014 στήν Ἀθήνα, στό Πνευματικό Κέντρο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ ἁγίου Γεωργίου Καρέα στόν Βύρωνα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ μέ θέμα:

“Ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου”

*  *   *   *   *

 

 

Ἑνότητα 2η

            Τό παρόν Λειτουργικό Συμπόσιο θά μελετήσει τό θέμα :

«ΤΟ ΑΓΙΟΛΟΓΙΟΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ».

Μέ τόν ὅρο ΑΓΙΟΛΟΓΙΟΝ ἐννοοῦμε τόν κατάλογο τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας στόν ὁποῖο ἐντάσσονται ἤ κατατάσσονται οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας πού εὐαρέστησαν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μέ τήν ἁγία ζωή τους, τό μαρτύριό τους, καί ἐν γένει τήν μαρτυρία τους. 

«Μαρτύρων μνήμης τὶς ἄν γένοιτο κόρος τῷ φιλομάρτυρι ; διότι ἡ πρὸς τοὺς ἀγαθοὺς τῶν ὁμοδούλων τιμὴ ἀπόδειξιν ἔχει τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον δεσπότην εὐνοίας» (Μεγάλου Βασιλείου, Ὁμιλία ιθ΄, Εἰς τοὺς ἁγίους τεσσαράκοντα μάρτυρας, P.G. 31, 508)

«Ἡ πρὸς τοὺς εὔνους τῶν ὁμοδούλων διάθεσις τὴν ἀναφορὰν ἐπὶ τὸν δεσπότην ἔχει, ᾧ δεδουλεύκασιν, καὶ ὁ τούς διὰ πίστιν ἠθληκότας τιμῶν, δῆλός ἐστιν τὸν ζῆλον ἔχων τῆς πίστεως» (Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἱερά Παράλληλα, P.G. 1237C)

Στήν ἀπόφαση τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου πού συμπεριελήφθη στό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας καθορίζεται ἡ θέση τῶν Ἁγίων στήν Ἐκκλησία, ἡ τιμή πρός αὐτούς καί ἡ σχέση τῶν πιστῶν μέ αὐτούς.

«Οἱ Προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφρόνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν, ἡ ἀλήθεια ὡς ἀποδέδεικται, τὸ ψεῦδος ὡς ἀπελήλαται, ἡ σοφία ὡς ἐπαρρησιάσατο, ὁ Χριστὸς ὡς ἐβράβευσεν. οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἡμῶν, καὶ τοὺς Αὐτοῦ ἁγίους ἐν λόγοις τιμῶντες, ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν βαοῖς, ἐν εἰκονίσμασι, τὸν μὲν ὡς Θεὸν καὶ δεσπότην προσκυνοῦντες καὶ σέβοντες, τοὺς δὲ διὸ τὸν κοινὸν Δεσπότην ὡς αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες καὶ τὴν κατὰ σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμονες.

Αὕτη πίστις τῶν ἀποστόλων, αὕτη πίστις τῶν πατέρων, αὕτη πίστις τῶν ὀρθοδόξων, αὕτη πίστις τὴν οἰκουμένην ἐστήριξε».

« Ἡ μεγαλύτερη π’ λες τς δωρες το Θεο πρς τος νθρώπους εναι τελείωσις τν γίων, ... Κα τί λέγω τι μεγαλύτερη; λη δωρε το Θεοῦ αὐτὴ εἶναι. Διότι ὁ σκοπὸς καὶ ὁ καρπὸς λων τν γαθν πο πραγματοποίσε Θες στ νθρώπινο γένος μας εναι ο χοροὶ τν γίων. Κα γι’ ατ τ σκοπ δημιουργήθηκε ορανς κα γ κα λα τ ρατ.  Γι’ ατ ἔγινε παράδεισος, γι’ ατ ο προφτες, γι’ ατ σαρκώθηκε διος Θεός, γι’ ατ ο διδασκαλίες Του, τ ργα Του, τ πάθη Του, θάνατός Του: γι ν μετοικήσουν ο νθρωποι π τ γ στν οραν κα ν γίνουν κληρονόμοι τς κε βασιλείας. (Ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας, Ἑρμηνεία στήν θεία Λειτουργία, κεφ. 49, 21).

 

Οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες τῆς Ὀρθοδόξου πίστεώς μας κατέχουν στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, μετά τόν Κύριο καί θεμελιωτή της Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Παναγία Μητέρα Του, τήν κεντρικότερη θέση. Μέ τήν ἐν Χάριτι Θεοῦ ζωή τους, τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως καί τοῦ αἵματός τους, ἔγιναν καί συνεχίζουν να΄εἶναι ἡ ζωντανή μαρτυρία τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο. Γι’ αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καυχᾶται γιά τούς Ἁγίους καί τούς Μάρτυρες της, τούς τιμᾶ καί τούς γεραίρει, καί Αὐτοί μέ τή σειρά τους φανερώνουν ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι τό «καλό δένδρο» πού φέρει καλούς καρπούς, τό ἀληθινό σῶμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ἐπίκληση τῶν Ἁγίων ἀπό τούς πιστούς δέν προσκρούει οὔτε ἀντιβαίνει στό μεσιτικό ἔργο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐφ’ ὅσον κατά τήν ἁγία Γραφή «εἷς γάρ ἐστί μεσίτης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός» (Πρός Τιμόθεον Α΄, β΄, 5)

« δέ τρόπος οὗτος τῆς γνώσεως τῶν ἁγίων εἶναι « ἀποκάλυψις τοῦ παναγίου Πνεύματος, τοῦ πανταχοῦ παρόντος καί μηδέν ἀγνοοῦντος, ἄλλα πάντα εἰδότοςΘεὸς γὰρ-καί τούτων ὅσα βούλεται τοῖς πιστοῖς τῶν δούλων ἀποκαλύπτοντος, κἀκείνους εἰς ἔντευξιν ὑπέρ τῶν δεομένων ἐγείροντος καί τάς τοιαύτας ἐντεύξεις καί ἀποδεχομένου καί πληροῦντος. Τοῦτο οὖν ἰδοῦσα τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία καί πάλαι τούτους ἐπεκαλεῖτο καί μέχρι σήμερον τοῦτο ποιεῖ, οὐδὲν ἕτερον παρά τούτων αἰτοῦσα τό πρεσβεύειν τόν πάντα δυνάμενον Θεόν ὑπέρ ἡμῶν, πολλαῖς θλίψεσι καί ἀνωμαλίαις τοῦ βίου περικυκλούμενων ὁσημέραι, ἵν’  ὑπομονήν τε ἐν ταῖς θλίψεσι δῷ οἰκτίρμων Θεός καί τήν ὑπό τούτων ἀπαλλαγήν ἐν τάχει». Διά τοῦτο δέν ἐπικαλούμεθα τούς ἁγίους, ὅπως σώσωσιν ἡμὰς λυτρώσωσιν προνοήσωσι περί ἡμῶν, διότι ταῦτα ἁρμόζουσι μόνῳ τῷ Θεῷ, ἀλλἁπλῶς ὅπως πρεσβεύσωσιν εἰς τόν Θεόν ὑπέρ ἡμῶν. τοιαύτη δέ ἐπίκλησις καί πρεσβεία τῶν ἁγίων οὐδαμῶς προσκρούει εἰς τό μεσιτικὸν ἔργον τοῦ Σωτῆρος, ὄντος μόνου μεσίτου μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων· διότι ἡμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι «οὐ λέγομεν τούς ἁγίους μεσίτας· εἷς γάρ ἐστι μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ὅς μόνος ἀμέσως δύναται τῷ τε Πατρί καί ἡμῖν μεσιτεύειν... οἷς ὑπέρ ἡμῶν ἔπαθε πείθων τόν αὑτοῦ κατοὐσίαν, ἡμῶν δέ κατά χάριν πατέρα οἰκτεῖραί τε ἡμᾶς καί τῆς αἰωνίου σωτηρίας ἀξιῶσαι, ἡμῖν δέ μυστικῶς ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν λαλῶν καί τά εἰκότα παραινῶν ἀοράτως καί πρός ἀγαθόν τό ἡμῶν θέλημα διευθύνων καί ἐνισχύων.... Οὐ μεσίτας τοίνυν τούς ἤδη μεταστάντας ἁγίους καλοῦμεν, ἀλλά πρέσβεις καί ἱκέτας πρός τόν Θεόν ὑπέρ ἡμῶν, ἀδελφῶν ἐκείνων ὄντων». Ὅθεν πρεσβεύοντες ὑπέρ τῶν ἀνθρώπων οἱ ἅγιοι, καί ὑπέρ πάντας παναγία μήτηρ τοῦ Κυρίου ἐξαιτοῦνται ὅπως Θεός μνησθῇ τῶν ἐπί γῆς ἀδελφῶν οὐχί ἐπὶ τοῖς ἰδίοις αὑτῶν κατορθώμασιν ἀκριβοδικαίοις, ἤτοι ἀξιομισθίαις, διότι τοιοῦτόν τι δίκαιον δὲν ἔχουσι παρά τῷ Θεῷ, ἀλλἐν τοῖς κατορθώμασι καί ἀκριβοδικαίοις τοῦ κοινοῦ πάντων Σωτῆρος. Διό οὔτε τήν Θεοτόκον οὔτε ἄλλον τινά τῶν ἁγίων «λέγομεν κατά τινα δικαίαν ὀφειλήν ἀκριβοδίκαιον παρά τῷ Θεῷ τοῦτο ποιεῖν- ἄπαγε· οὐδενί γάρ Θεός ὀφείλει, πᾶσα δέ λογική κτίσις ὅρατή τε καί ἀόρατος πλεῖστα καί ἄπειρα τούτῳ ὀφείλειἀλλά κατά παρρησίαν, ἥν Θεὸς αὐτοῖς ἐδωρήσατο» (Ἰωάννου Καρμίρη, Ὁμολογία μετά τῶν πρός Γῶδον Ἀποκρίσεων τοῦ Μητροφάνους Κριτοπούλου καί Δογματική Διδασκαλία αὐτοῦ, ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΙΘ΄ (1941-1948), τ. Γ΄, σ. 417-418)

 

α΄. Ὁ ὅρος Ἁ γ ι ο λ ο γ ί α ἀφορᾶ στόν Κλάδο ἐκεῖνο τῶν ἱστορικῶν ἐπιστημῶν, πού ἔχει ὡς ἀντικείμενο μελέτης τόν βίον τῶν ἁγίων καί τήν τιμήν, ἡ ὁποία τούς ἀπεδόθη κατά τήν ροή τῶν αἰώνων.

Ἡ σημασία τῆς παρουσίας αὐτῆς τῶν Ἁγίων στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας, στήν Θεολογία καί στήν λατρεία καθώς καί ἡ προβληματική τῆς διακηρύξεως τῆς ἁγιότητος τῶν Ἁγίων ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ τίς ἐπι μέρους πτυχές πού θά ἀναπτυχθοῦν ἀπό τούς εἰδικούς ἐπιστήμονες.

Ἡ δημιουργία αὐτῆς τῆς ἐπιστημονικῆς εἰδικότητος ἐπεβάλλετο ἐξ αἰτίας τοῦ ὅλως ἰδιαιτέρου χαρακτῆρος τῶν ὑπό ἐπεξεργασία δεδομένων. Οἱ πράξεις τῶν μορτύρων, οἱ βίοι τῶν ἁγίων μοναχῶν, ἐπισκόπων, ἀρχόντων καί παρθένων, τά ἐνεργούμενα στούς τάφους τους ἤ διά τῶν λειψάνων καί τῶν εἰκόνων τους θαύματα δέν εἶναι διηγήσεις ὡς οἱ λοιπές. Ἐμπνεόμενα ἀπό ἐνθουσιαστικό θαυμασμό, ἀπό τήν μέριμνα ἐποικοδομῆς τοῦ ἀναγνώστου καί συχνάκις ὡσαύτως ἀπό τήν ἐπιθυμία νά ἑλκυσθοῦν οἱ προσκυνητές στό ἱερό ἑνός θαυματουργοῦ, τά εὐλαβῆ αὐτά κείμενα, ὅσον καί ἄν διαφέρουν μεταξύ τους, παρουσιάζουν τόσα κοινά χαρακτηριστικά, ὥστε ἀποτελοῦν πράγματι μία εἰδικήν γραμματεία καί πρέπει νά μελετῶνται ὡς σύνολο.

β΄. Ἡ σ π ο υ δ α ι ό τ η ς   τ ῆ ς   Ἁ γ ι ο λ ο γ ί α ς προέρχεται ἀπό τόν κεφαλαιώδη ρόλο πού ἡ πρός τούς ἁγίους τιμή ἔπαιξεν, σ’ ὅλο τόν χριστιανικό πολιτισμό, τόσο στήν Ἀνατολή ὅσο καί στήν Δύση. Προέρχεται ἐπίσης ἀπό τήν ἐκπληκτική ἀφθονία πολυτίμων πληροφοριῶν, τίς ὁποῖες οἱ ἁγιολογικές ἀφηγήσεις μᾶς διασώζουν ὄχι μόνον σχετικῶς μέ τίς θρησκευτικές δοξασίες καί ἔθιμα, ἀλλά καί τήν καθημερινή ζωή, τούς θεσμούς καί τά γεγονότα ἐποχῶν, γιά τίς ὁποῖες ἄλλες μαρτυρίες δέν εἶναι ἀκριβολόγοι ἤ ἐλλείπουν παντελῶς.

γ΄. Ο ἱ   π η γ έ ς   τ ῆ ς   Ἁ γ ι ο λ ο γ ί α ς διακρίνονται ἀνέτως σέ δύο κατηγορίες : τήν φιλολογική καί τήν λειτουργική.

Οἱ φιλολογικές πηγές εἶναι τά πάθη τῶν μαρτύρων καί οἱ βίοι τῶν Ἁγίων, οἱ περί τῶν θαυμάτων διηγήσεις, οἱ εὑρέσεις καί ἀνακομιδές λειψάνων, αἱ “ψυχωφελεῖς” ἱστορίες κ.λπ. Παραπλεύρως τῶν τμημάτων, τῶν διαλαμβανόντων περί ἑνός ἁγίου ἤ ἑνός ὁμίλου μαρτύρων ὑπάρχουν ἀπό τόν Δ΄ αἰῶνα καί πέραν, συλλογές ἀφιερωμένες σέ μία κατηγορία ἁγίων, ὡς οἱ Μάρτυρες τῆς Παλαιστίνης ὑπό τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας, οἱ Μοναχοί τῆς Συρίας ὑπό τοῦ Θεοδωρήτου, οἱ τῆς Ἰταλίας ὑπό Γρηγορίου τοῦ Μεγάλου. Οἱ πλεῖστοι τῶν βίων τῶν ἁγίων εἶναι ἀνώνυμοι, ὑπάρχουν ὅμως καί μερικοί ἀποδιδόμενοι, βασίμως ἤ καθ’ ὑπόθεση, στά μεγαλύτερα ὀνόματα μεταξύ τῶν χριστιανῶν συγγραφέων. Ὅταν ἐπεκράτησε ἡ συνήθεια νά ψάλλεται ἡ Ἀκολουθία εἰς δέ τήν τράπεζαν νά ἀναγιγνώσκεται ὁ βίος τῶν κυριωτέρων ἁγίων κατά τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς ἑκάστου, ταξινομήθηκαν τά ἀναγνώσματα αὐτά συμφώνως πρός τήν ἡμερολογιακή σειρά καί ἀπηρτίσθησαν δι’ αὐτῶν τόμοι, καλούμενοι Μηνολόγια. Ἐπειδή ὡρισμένοι βίοι ἦταν λίαν ἐκτενεῖς γιά τήν δημοσία ἀνάγνωση, ἐπετμήθησαν. Τό βυζαντινό αὐτοκρατορικό Μηνολόγιο (ΙΑ΄ αἰών) εἶναι συλλογή τέτοιων ἐπιτομῶν.

Οἱ λειτουργικές πηγές ἐνδιαφέρουν τήν ἱστορίαν τῆς πρός τούς ἁγίους τιμῆς. Κατ’ ἀρχήν, ἡ ἑορτή ἑνός ἁγίου ἐτελεῖτο ἄλλοτε ἐπί τοῦ τάφου  του καί κατά τήν ἐπέτειο τῆς ἐκδημίας του. Τά δύο αὐτά στοιχεῖα – τόπος καί ἡμερομηνία - ὑπῆρξαν αἱ «ἁγιολογικές συντεταγμένες», οἱ ἐπιτρέπουσες τόν καθορισμό τῆς νομιμότητος γιά τήν ἀπόδοση τιμῆς σ’ ἕνα ἅγιο.

Στήν Ἀνατολή ἀπό τούς πρώτους αἰῶνες διαμορφώθηκαν τά Συναξάρια, περιέχοντα περίληψη τοῦ βίου τῶν ἑορταζομένων ἑκάστη ἡμέρα ἁγίων.

Κατά τήν διδασκαλία τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, «τιμᾶν και΄μεγαλύνειν ἐδιδάχθημεν πρῶτον μέν τήν κυρίως καί ἀληθῶς Θεοτόκον, τήν ἀνωτέραν πασῶν τῶν οὐρανίων δυνάμεων, τάς τε ἁγίας καί ἀγγελικάς δυνάμεις, τούς τε μακαρίους καί πανευφήμους· ἀποστόλους, προφήτας τε τούς ἐνδόξους καί τούς καλλινίκους καί ὑπέρ Χριστοῦ ἀθλήσαντες μάρτυρας καί τούς ἁγίους καί θεοφόρους διδασκάλους καί πάντας τούς ὁσίους ἄνδρας, καί ἐξαιτεῖσθαι τάς τούτων πρεσβείας, ὡς δυναμένας ἡμᾶς οἰκειῶσαι τῷ παμβασιλεῖ τῶν ὅλων Θεῷ, φυλάττοντας δηλαδή τάς αὐτοῦ ἐντολάς καί ἐναρέτως βιοῦν προαιρουμένους· ἔτι γε μήν ἀσπαζόμεθα καί τόν τύπον τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ σταυροῦ καί τά ἅγια λείψανα τῶν ἁγίων, καί τάς ἁγίας καί σεπτάς εἰκόνας ἀποδεχόμεθα καί ἀσπαζόμεθα καί περιπτυσσόμεθα, κατά τήν ἀρχῆθεν παράδοσιν τῆς ἁγίας τοῦ Θεοῦ Καθολικῆς Ἐκκλησίας» (J. Harduin, Acta Conciliorum IV, 265. Ἴδε καί Πρακτικά τῶν Ἁγίων καί Οἰκουμενικῶν Συνόδων....,Ἔκδοση Καλύβης Τιμίου Προδρόμου Ἱερᾶς Σκήτης Ἁγίας Ἄννης, Ἅγιον Ὄρος, τόμος Γ΄, σελ. 413).

            Μέ τίς εἰσηγήσεις τοῦ παρόντος Συμποσίου ἐπιδιώκεται νά ἐπισημανθοῦν, ἡ θέση τῶν ἁγίων στήν Ἐκκλησία, ἡ σχέση τῶν πιστῶν μαζί τους, ἡ τιμή στά πρόσωπά τους, τό μαρτύριο  καί ἡ μαρτυρία τους, ὁ τρόπος ἀποδόσεως ἀπό τούς πιστούς τιμῆς σ’ αὐτούς καί ἄλλα. 

*  *   *   *   *

Ἑνότητα 3η

Χαιρετισμοί

          Χαιρετίζω ἐγκάρδια καί φιλάδελφα:

          α. Τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.κ. Ἱερώνυμο.

            β. Τούς παρόντες Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες, πού εὐλογοῦν μέ τήν σεπτή παρουσία τους τούς ποιμαντικούς προβληματισμούς ὅλων μας.

            γ. Τούς ἐντιμότατους Ἄρχοντες τῶν ἐπ’ ἐξουσίαις τοῦ Τόπου πού μᾶς τιμοῦν μέ τήν παρουσία τους.

            δ. Τούς Πανοσιολογιωτάτους, Αἰδεσιμολογιωτάτους Πρεσβυτέρους καί Ἐλλογιμωτάτους Εἰσηγητές καί Μέλη τοῦ παρόντος Συμποσίου, πού ὅλοι μαζί θά συμπροβληματισθοῦμε γιά τά θέματα πού θά ἀναπτυχθοῦν στίς ἐπί μέρους εἰσηγήσεις.

            ε. Ὅλους αὐτούς πού προσῆλθαν στό συγκαλούμενο σήμερα, μετά ἀπό ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας, δέκατο ἕκτο (ΙΣΤ΄) Πανελλήνιο Λειτουργικό Συμπόσιο στελεχῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων

*  *   *   *   *

 

 

 

 

 

 

Ἑνότητα 4η.

Εὐχαριστίες

Ἐπιτρέψατέ μου, ὡς Πρόεδρος τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς νά εὐχαριστήσω:

α. Τὴν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά τήν ἀπόφασή της νά συγκαλέσει τά παρόν Συμπόσιο.

β. Τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπό μας κύριο Ἱερώνυμο τόν Β΄ γιά τήν ἀποδοχή τοῦ αἰτήματος τῆς Ἐπιτροπῆς μας νά συγκληθεῖ τό παρόν Λειτουργικό Συμπόσιο καί νά τό θέσει ὑπό τήν αἰγίδα του, ὅπως ἐπίσης καί γιά τήν ὅλη ὑποστήριξή του στό ἔργο τῆς Ἐπιτροπῆς μας.

            γ. Τούς Σεβασμιωτάτους ἀδελφούς, τούς παρόντες καί ὅσους ἀπέστειλαν ἀντιπροσώπους στό παρόν Συμπόσιο.

            δ. Τούς παρισταμένους Ἄρχοντες τῶν Δήμων μας πού μᾶς τιμοῦν μέ τήν παρουσία τους.

            ε. Τούς προσελθόντες ἀπό τίς Ἱερές Μητροπόλεις πατέρες καί ἀδελφούς, Μέλη τοῦ Συμποσίου.

            στ. Τούς Εἰσηγητές, πού ἀνέλαβαν τήν εὐθύνη καί τόν κόπο νά ἑτοιμάσουν τίς εἰσηγήσεις τους.

            ζ. Τά μέλη τῆς Εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως καί τῶν Συναρμοδίων Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν πού ἀναφέρθηκαν γιά τήν συμβολή στήν πραγματοποίηση τοῦ Συνεδρίου.  

            η. Ὅσους κοπίασαν ἤ θά κοπιάσουν γιά τήν πραγματοποίηση τοῦ Συμποσίου μας. Τόν Γραμματέα μας Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη κ. Βαρνάβα Θεοχάρη, τούς κληρικούς καί συνεργάτες τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως μας ἄνδρες καί γυναῖκες πού προθύμως θά διακονήσουν.

            ι. Τούς χορηγούς μας.

«Περί τῶν ἁγίων καί τῆς τῶν λειψάνων αὐτῶν τιμῆς»

 «Περὶ τῶν ἁγίων καὶ τῆς τῶν λειψάνων αὐτῶν τιμῆς Τιμητέον τοὺς ἁγίους ὡς φίλους Χριστοῦ, ὡς τέκνα καὶ κληρονόμους Θεοῦ, ὥς φησιν Ἰωάννης ὁ θεολόγος εὐαγγελιστής· «Ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι». «Ὥστε οὐκέτι εἰσὶν δοῦλοι, ἀλλ᾿ υἱοί· εἰ δὲ υἱοί, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ». Καὶ ὁ Κύριος ἐν τοῖς ἱεροῖς εὐαγγελίοις τοῖς ἀποστόλοις φησίν· «Ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε.

Οὐκέτι ὑμᾶς καλῶ δούλους· ὁ γὰρ δοῦλος οὐκ οἶδε, τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ Κύριος». Εἰ δὲ καὶ «Βασιλεὺς βασιλέων καὶ Κύριος κυριευόντων» καὶ «Θεὸς θεῶν» ὁ Δημιουργὸς τῶν ἁπάντων καὶ Κύριος λέγεται, πάντως οἱ ἅγιοι θεοί τε καὶ κύριοι καὶ βασιλεῖς. Τούτων Θεὸς ὁ Θεὸς καὶ Κύριος καὶ βασιλεύς ἐστι καὶ λέγεται.  «Ἐγὼ γάρ εἰμι», φησὶ τῷ Μωσεῖ, «Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ Θεὸς Ἰσαὰκ καὶ Θεὸς Ἰακώβ». Καὶ Θεὸν Φαραὼ τὸν Μωσῆν ὁ Θεὸς ἐποίησεν. Θεοὺς δὲ λέγω καὶ βασιλεῖς καὶ κυρίους οὐ φύσει, ἀλλ᾿ ὡς τῶν παθῶν βασιλεύσαντας καὶ κυριεύσαντας καὶ τὴν τῆς θείας εἰκόνος ὁμοίωσιν, καθ᾿ ἣν καὶ γεγένηνται, ἀπαραχάρακτον φυλάξαντας –βασιλεὺς γὰρ λέγεται καὶ ἡ τοῦ βασιλέως εἰκών– καὶ ὡς ἑνωθέντας Θεῷ κατὰ προαίρεσιν καὶ τοῦτον δεξαμένους ἔνοικον καὶ τῇ τούτου μεθέξει γεγονότας χάριτι, ὅπερ αὐτός ἐστι φύσει. Πῶς οὖν οὐ τιμητέον τοὺς θεράποντας καὶ φίλους καὶ υἱοὺς τοῦ Θεοῦ χρηματίσαντας; Ἡ γὰρ πρὸς τοὺς εὐγνώμονας τῶν ὁμοδούλων τιμὴ ἀπόδειξιν ἔχει τῆς πρὸς τὸν κοινὸν Δεσπότην εὐνοίας. 

Οὗτοι ταμιεῖα Θεοῦ καὶ καθαρὰ γεγόνασι καταγώγια· «Ἐνοικήσω γὰρ ἐν αὐτοῖς», ὁ Θεός φησι, «καὶ ἐμπεριπατήσω καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός». Ὅτι μὲν οὖν «ψυχαὶ δικαίων ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν θάνατος», φησὶν ἡ θεία Γραφή· ὁ θάνατος γὰρ τῶν ἁγίων ὕπνος μᾶλλόν ἐστι ἢ θάνατος. «Ἐκοπίασαν γὰρ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ ζήσονται εἰς τέλος», καί· «Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ». Τί οὖν τιμιώτερον τοῦ ἐν χειρὶ εἶναι Θεοῦ; Ζωὴ γάρ ἐστιν ὁ Θεὸς καὶ φῶς καὶ οἱ ἐν χειρὶ Θεοῦ ὄντες ἐν ζωῇ καὶ φωτὶ ὑπάρχουσιν. 

Ὅτι δὲ διὰ τοῦ νοῦ τοῖς σώμασιν αὐτῶν ἐνῴκησεν ὁ Θεός, φησὶν ὁ ἀπόστολος· «Οὐκ οἴδατε, ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ὑμῖν Πνεύματος Ἁγίου ἐστίν;» «Ὁ δὲ Κύριος τὸ πνεῦμά ἐστι», καί· «Εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός». Πῶς οὖν οὐ τιμητέον τοὺς ἐμψύχους ναοὺς τοῦ Θεοῦ, τὰ ἔμψυχα τοῦ Θεοῦ σκηνώματα; Οὗτοι ζῶντες ἐν παρρησίᾳ τῷ Θεῷ παρεστήκασι. 

Πηγὰς ἡμῖν σωτηρίους ὁ Δεσπότης Χριστὸς τὰ τῶν ἁγίων παρέσχετο λείψανα, πολυτρόπως τὰς εὐεργεσίας πηγάζοντα, μύρον εὐωδίας βρύοντα. Καὶ μηδεὶς ἀπιστείτω. Εἰ γὰρ ἐξ ἀκροτόμου πέτρας ὕδωρ ἐν ἐρήμῳ, ἐπήγασε βουλομένου Θεοῦ καὶ ἐκ σιαγόνος ὄνου τῷ Σαμψὼν διψῶντι, ἐκ μαρτυρικῶν λειψάνων μύρον εὐῶδες ἀναβλύζειν ἄπιστον; Οὐδαμῶς, τοῖς γε εἰδόσι τὴν τοῦ Θεοῦ δύναμιν καὶ τὴν τῶν ἁγίων παρ᾿ αὐτοῦ τιμήν.

Ἐν τῷ νόμῳ πᾶς ὁ νεκροῦ ἁπτόμενος ἀκάθαρτος ἐχρημάτιζεν, ἀλλ᾿ οὐχ οὗτοι νεκροί. Ἀφ᾿ οὗ γὰρ ἡ αὐτοζωή, ὁ τῆς ζωῆς αἴτιος, ἐν νεκροῖς ἐλογίσθη, τοὺς ἐπ᾿ ἐλπίδι ἀναστάσεως καὶ τῇ εἰς αὐτὸν πίστει κοιμηθέντας οὐ νεκροὺς προσαγορεύομεν. Νεκρὸν γὰρ σῶμα πῶς θαυματουργεῖν δύναται; Πῶς οὖν δι᾿ αὐτῶν δαίμονες ἀπελαύνονται, ἀσθενεῖς θεραπεύονται, τυφλοὶ ἀναβλέπουσι, λεπροὶ καθαίρονται, πειρασμοὶ καὶ ἀνίαι λύονται, πᾶσα δόσις ἀγαθὴ ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων δι᾿ αὐτῶν τοῖς ἀδιστάκτῳ πίστει αἰτοῦσι κάτεισι; Πόσα ἂν ἔκαμες, ἵνα προστάτην εὕρῃς θνητῷ σε βασιλεῖ προσάγοντα καὶ ὑπὲρ σοῦ πρὸς αὐτὸν τοὺς λόγους ποιούμενον; Τοὺς οὖν προστάτας τοῦ γένους παντὸς τοὺς τῷ Θεῷ ὑπὲρ ἡμῶν τὰς ἐντεύξεις ποιουμένους οὐ τιμητέον; Ναὶ μὴν τιμητέον, ναοὺς ἐγείροντας τῷ Θεῷ ἐπὶ τῷ τούτων ὀνόματι, καρποφορίας προσάγοντας, τὰς τούτων μνήμας γεραίροντας 
καὶ ἐν αὐταῖς εὐφραινομένους πνευματικῶς, ἵνα οἰκεία τῶν συγκαλούντων ἡ εὐφροσύνη γένηται, ἵνα μὴ θεραπεύειν πειρώμενοι τοὔμπαλιν αὐτοὺς παροργίσωμεν. Οἷς μὲν γὰρ Θεὸς θεραπεύεται, καὶ οἱ τούτου θεράποντες εὐφρανθήσονται· οἷς δὲ προσοχθίζει Θεός, καὶ οἱ τούτου προσοχθιοῦσιν ὑπασπισταί. «Ἐν ψαλμοῖς καὶ ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς» καὶ κατανύξει καὶ τῶν δεομένων ἐλέῳ τοὺς ἁγίους πιστοὶ θεραπεύσωμεν, οἷς μάλιστα καὶ Θεὸς θεραπεύεται. Στήλας αὐτοῖς ἐγείρωμεν ὁρωμένας τε εἰκόνας καὶ αὐτοὶ ἔμψυχοι στῆλαι καὶ εἰκόνες αὐτῶν τῇ τῶν ἀρετῶν μιμήσει γενώμεθα. 

Τὴν Θεοτόκον ὡς κυρίως καὶ ἀληθῶς Θεοῦ μητέρα τιμήσωμεν· τὸν προφήτην Ἰωάννην ὡς πρόδρομον καὶ βαπτιστὴν ἀπόστολόν τε καὶ μάρτυρα· «οὔτε γὰρ ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου 
ἐγήγερται», ὡς ὁ Κύριος ἔφησε, καὶ τῆς βασιλείας αὐτὸς πρῶτος
 κῆρυξ γεγένηται. Τοὺς ἀποστόλους ὡς ἀδελφοὺς τοῦ Κυρίου καὶ αὐτόπτας καὶ ὑπηρέτας τῶν αὐτοῦ παθημάτων, οὓς «προγνοὺς προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ ὁ Θεὸς καὶ Πατήρ· πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον ποιμένας καὶ διδασκάλους». Τούς τε τοῦ Κυρίου μάρτυρας ἐκ παντὸς τάγματος ἐκλελεγμένους ὡς στρατιώτας Χριστοῦ καὶ τὸ αὐτοῦ πεπωκότας ποτήριον τό τε τοῦ ζωοποιοῦ αὐτοῦ θανάτου βαπτισθέντας βάπτισμα ὡς κοινωνοὺς τῶν παθημάτων αὐτοῦ καὶ τῆς δόξης, ὧν ταξίαρχος ὁ πρωτοδιάκονος Χριστοῦ καὶ ἀπόστολος καὶ πρωτομάρτυς Στέφανος· καὶ τοὺς ὁσίους πατέρας ἡμῶν τοὺς θεοφόρους ἀσκητὰς, τοὺς τὸ χρονιώτερον καὶ ἐπιπονώτερον μαρτύριον τῆς συνειδήσεως διαθλήσαντας, «οἵ περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακοχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος». Τοὺς πρὸ τῆς χάριτος προφήτας, πατριάρχας, δικαίους τοὺς προκατηγγελκότας τὴν τοῦ Κυρίου παρουσίαν. Τούτων πάντων ἀναθεωροῦντες τὴν πολιτείαν ζηλώσωμεν  τὴν πίστιν, τὴν ἀγάπην, τὴν ἐλπίδα, τὸν ζῆλον, τὸν βίον, τὴν καρτερίαν τῶν παθημάτων, τὴν ὑπομονὴν μέχρις αἵματος, ἵνα καὶ τῶν τῆς δόξης στεφάνων αὐτοῖς κοινωνήσωμεν».

Δηλαδή : «Πρέπει νά τιμοῦμε τούς ἁγίους ὡς φίλους τοῦ Χριστοῦ, ὡς παιδιά καί κληρονόμους τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει ὁ θεολόγος Εὐαγγελιστής· Ὅσοι δέ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι (Ἰώαννη α΄, 12). Ὥστε οὐκέτι εἰσίν δοῦλοι, ἀλλυἱοί· εἰ δέ υἱοί, καί κληρονόμοι, κληρονόμοι μέν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δέ Χριστοῦ (Γαλάτας δ΄, 7 καί Ρωμαίους η΄, 17). Καί ὁ Κύριος στά ἱερά Εὐαγγέλια λέγει στούς Ἀποστόλους · Ὑμεῖς φίλοι μού ἐστε. Οὐκέτι ὑμᾶς καλῶ δούλους· ὁ γάρ δοῦλος οὐκ οἶδε, τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ κύριος (Ἰωάννου ιε΄, 14-15). Ἄν καί ἡ δημιουργός καί κύριος ὅλων λέγεται βασιλεύς βασιλέων καί Κύριος κυριευόντων (Α΄ Τιμόθεον στ΄, 15) καί Θεός θεῶν (Δευτερονομίου ι΄, 12) πάντως καί οἱ Ἅγιοι λέγονται θεοί καί κύριοι καί βασιλιάδες. Αὐτῶν Θεός καί Κύριος καί βασιλιά εἶναι καί λέγεται ὁ Θεός Ἐγώ γάρ  εἰμι, λέγει στόν Μωϋσῆ, ὁ Θεός Ἀβραάμ καί Θεός Ἰσαάκ, καί Θεός Ἰακώβ (Ἐξόδου γ΄, 6. Ματθαίου κβ΄, 32). Καί ὁ Θεός ἔκανε τόν Μωϋσῆ θεό τοῦ Φαραώ (Ἐξόδου ζ΄, 1). Καί τούς ἀποκαλῶ θεούς καί βασιλιάδες καί κυρίους ὄχι κατά φύση, ἀλλά ἐπειδή βασίλευσαν στά πάθη καί κυριάρχησαν πάνω σ’ αὐτά, καί φύλαξαν ἀπαραχάρακτη τήν ὁμοίωση τῆς θείας εἰκόνας, κατά τήν ὁποίαν ἔγιναν (γιατί βασιλιάς λέγεται καί ἡ εἰκόνα τοῦ βασιλιᾶ), καί ἑνώθηκαν μέ τόν Θεό κατά προαίρεση καί τόν δέχτηκαν σάν ἔνοικο καί ἔγιναν μέ τή μέθεξη σ’ αὐτόν κατά χάρη ὅ, τι εἶναι αὐτός κατά φύση. Πῶς λοιπόν μποροῦμε νά μή τιμοῦμε αὐτούς πού ὑπῆρξαν διάκονοι καί φίλοι καί υἱοί τοῦ Θεοῦ; Γιατί ἡ τιμή πρός τούς εὐγνώμονες τῶν ὁμοδούλων ἀποδεικνύει τήν καλή διάθεση πρός τόν κοινό δεσπότη.

Αὐτοί ἔγιναν ναοί τοῦ Θεοῦ καί καθαρά καταλύματα· Ἐνοικήσω γάρ ἐν αὐτοῖς, λέγει ὁ Θεός, καί ἐμπεριπατήσω καί ἔσομαι αὐτῶν Θεός (Λευιτικό κστ΄ 11-12. Ἰεζεκιήλ λζ΄ 27. Β΄ Κορινθίους στ΄ 16). Ὅτι λοιπόν ψυχαί δικαίων ἐν χειρί Θεοῦ, καί οὐ μή ἅψηται αὐτῶν βάσανος (Σοφία Σολομῶντος γ΄, 1) τό λέγει ἡ θεία Γραφή · γιατί ὁ θάνατος τῶν ἁγίων εἶναι μᾶλλον ὕπνος παρά θάνατος. Ἐσκόπισαν γάρ εἰς τόν αἰῶνα καί ζήσονται εἰς τέλος (Ψαλμός μη΄ 10) καί Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τῶν ὁσίων αὐτοῦ (Ψαλμός ριε΄ 6). Τί λοιπόν πιό πολύτιμο ὑπέρχει ἀπό τό νά εἶναι κανείς στά χέρια τοῦ Θεοῦ; Γιατί ὁ Θεός εἶναι ζωή καί φῶς καί ὅσοι βρίσκονται στά χέρια τοῦ Θεοῦ ὑπάρχουν στή ζωή καί τό φῶς. Ὅτι διά μέσου τοῦ νοῦ ὁ Θεός ἔγινε ἔνοικος στά σώματα τους, τό λέγει ὁ ἀπόστολος· Οὐκ οἴδατε, ὅτι τά σώματα ὑμῶν ναός τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ὑμῖν Πνεύματος Ἁγίου ἐστίν (Α΄Κορινθίους στ΄ 19). Ὁ Κύριος τό Πνεῦμα ἐστι, (Β΄ Κορινθίους γ΄, 17) καί Εἴ τις ναόν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ τοῦτον ὁ Θεός (Α΄ Κορινθίους γ΄, 17). Πῶς λοιπόν μποροῦμε νά μή τιμοῦμε τούς ἔμψυχους ναούς τοῦ Θεοῦ, τά ἔμψυχα τοῦ Θεοῦ σκηνώματα; Γιατί αὐτοί ζώντας στάθηκαν στόν Θεό μέ παρησία.

Ὁ δεσπότης Χριστός μᾶς ἔδωσε πηγές σωτήριες τά λείψανα τῶν Ἁγίων, πού μέ πολλούς τρόπους παρέχουν τίς εὐεργεσίες, ἀναδίνοντας εὐωδιαστό μύρο. Καί κανείς νά μήν ἀπιστεῖ. Γιατί, ἄν ἀπό ἀπότομο βράχο στήν ἔρημο ἔκανε νά ἀναβλύσει νερό, ὅταν ἔθελε ὁ Θεός (Ἐξόδου ιη΄ 6) καί ἀπό σιαγόνα ὄνου γιά τόν Σαμψών πού διψοῦσε (Κριταί ιη΄ 6) εἶναι ἀπίστευτο ὅτι ἀναβλύζει εὐωδιαστό μύρο ἀπό τά μαρτυρικά λείψανα; Διόλου, γι αὐτούς πού ξέρουν τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί τήν τιμή πού ἀξιώνονται οἱ ἅγιοι ἀπ’ αὐτόν. Κατά τόν νόμο ὁ καθένας πού ἄγγιζε νεκρό ἦταν ἀκάθαρτος, ἀλλά αὐτοί δέν εἶναι νεκροί (Ἀριθμοί ιθ΄ 11). Ἀπό τότε πού ἡ αὐτοζωή, δηλαδή ὁ αἰτιος τῆς ζωῆς, συμπεριλήφθηκε στούς νεκρούς, δέν ἀποκαλοῦμε πιά νεκρούς αὐτούς πού κοιμήθηκαν μέ τήν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως καί τήν πίστη σ’ αὐτόν. Γιατί πῶς μπορεῖ νεκρό σῶμα νά θαυματουργεῖ ; Πῶς λοιπόν διά μέσου αὐτῶν δαίμονες καταδιώκονται, ἄρρωστοι γιατρεύονται, τυφλοί ἀποκτοῦν τό φῶς τους, λεπροί καθαρίζονται (Ματθαίου ια΄, 5 καί Λουκᾶ ζ΄, 22) πειρασμοί καί ἀνίες καταπολεμοῦνται, κάθε ἀγαθή δωρεά (Ἰακώβου α΄, 17) κατέρχεται ἀπό τόν Πατέρα τῶν φώτων διά μέσου αὐτῶν σέ ὅσους ζητοῦν μέ πίστη χωρίς δισταγμούς; Πόσους κόπους δέν θά κατέβαλες, γιά νά βρεῖς ἕνα προστάτη πού θά σέ πήγαινε σέ θνητό βασιλιά καί γιά χάρη σου θά μιλοῦσε σ’ αὐτόν; Δέν πρέπει λοιπόν νά τιμοῦμε τούς προστάτες ὁλόκληρου τοῦ γένους, πού γιά μᾶς παρακαλοῦν τόν Θεό; Καί βέβαια πρέπει νά τούς τιμοῦμε, κτίζοντας ναούς γιά τόν Θεό στό ὄνομά τους, προσφέροντας καρπούς, ὑμνώντας τίς μνῆμες τους καί νιώθοντας εὐφροσύνη πνευματική σ’ αὐτές, γιά νά γίνει οἰκεία ἡ χαρά ὅλων αὐτῶν πού συγκεντρώνονται, γιά νά μή τούς ἐξοργίσουμε προσπαθώντας νά τούς τιμήσουμε μέ διαφορετικό τρόπο. Γιατί ὅταν ὁ Θεός λατρεύεται, τότε  καί οἱ πιστοί του ὑπηρέτες χαίρονται· ὅταν ὀργίζεται ὅμως ὁ Θεός, τότε ὀργίζονται καί οἱ ὑπασπιστές του. Ἐν ψαλμοῖς καί ὕμνοις καί ᾠδαῖς πνευματικαῖς (Ἐφεσίους ε΄, 19) καί μέ κατάνυξη καί μέ τό ἔλεος τῶν προσευχομένων ἄς τιμήσουμε ἐμεῖς οἱ πιστοί τούς Ἁγίους, στούς ὁποίους κατ’ ἐξοχήν ὁ Θεός λατρεύεται. Ἄς ὑψώνουμε γι’ αὐτούς στῆλες καί ὁρατές εἰκόνες καί οἱ ἴδιοι ἄς γίνουμε ἔμψυχες στῆλες καί εἰκόνες αὐτῶν μέ τή μίμηση τῶν ἀρετῶν.

Ἄς τιμήσουμε τή Θεοτόκο ὡς κυριολεκτικά καί ἀληθινά μητέρα τοῦ Θεοῦ· τόν προφήτη Ἰωάννη ὡς πρόδρομο καί Βαπτιστή καί ἀπόστολο καί μάρτυρα Οὔτε γάρ ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζων Ἰωάννου ἐγήγερται (Ματθαίου ια΄, 11) ὅπως εἶπε ὁ Κύριος, καί τῆς βασιλείας αὐτός ἔγινε πρῶτος κήρυκας· τούς ἀποστόλους ὡς ἀδελφούς τοῦ Κυρίου καί αὐτόπτες καί ὑπηρέτες τῶν παθημάτων του, τούς ὁποίους προγνούς καί προώρισε συμμόρφους τῆς εἰκόνος τοῦ Υἱοῦ αὐτοῦ (Ρωμαίους η΄ 29) ὁ Θεός καί Πατέρας. Πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον ποιμένας καί διδασκάλους (Α΄Κορινθίους ιβ΄ 28) καί τούς μάρτυρες τοῦ Κυρίου, πού διαλέχτηκαν ἀπό κάθε τάγμα σάν στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχουν πιεῖ τό ποτήρι του καί πῆραν τό βάπτισμα τοῦ ζωοποιοῦ θανάτου του ὡς κοινωνοί τῶν παθημάτων του καί τῆς δόξας, στούς ὁποίους ταξίαρχος εἶναι ὁ πρωτοδιάκονος τοῦ Χριστοῦ καί ἀπόστολος καί πρωτομάρτυρας Στέφανος· καί τούς ὁσίους πατέρες μας τούς θεοφόρους ἀσκητές πού γυμνάστηκαν στό διαρκέστερο καί ἐπιπονώτερο μαρτύριο τῆς συνειδήσεως, πού περιῆλθον περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς (Ἑβραίους ια΄ 37-38) τούς πρίν ἀπό τή χάρη προφῆτες, πατριάρχες, δικαίους πού εἶχαν προαναγγείλει τήν παρουσία τοῦ Κυρίου. Ὅλων αὐτῶν ἐξετάζοντας (Ἑβραίους ιγ΄, 7) τήν πολιτεία, ἄς ζηλώσουμε τήν πίστη, τήν ἀγάπη, τήν ἐλπίδα, τόν ζῆλο, τήν ζωή, τήν καρτερία τῶν παθημάτων, τήν ὑπομονή ὡς τόν μαρτυρικό θάνατο γιά νά κοινωνήσουμε μέ αὐτούς στά στεφάνια τῆς δόξας (Α΄ Πέτρου ε΄ 4) »

Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις Ἀκριβής τῆς Ὀρθόδοδόξου Πίστεως, κείμενο-μετάφραση-εἰσαγωγή – σχόλια Νίκου Ματσούκα, ἐκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1983, 15 (88) σσ. 384-391).

 

 

 

«Π ε ρ ί   μ ν ε ί α ς   ἁ γ ί ω ν»

 « Μιᾷ τῶν ἡμερῶν μνεῖαι ἁγίων ἐπετελοῦντο ἐν τῇ πόλει, καὶ παρελθών ὁ Ἀλέξανδρος λέγει τῷ μακαρίῳ Εὐσεβίῳ τῷ ἐπισκόπῳ· Πάτερ τίμιε, εἰπὲ μοι, παρακαλῶ, οἱ τὰς μνείας τῶν Ἁγίων ἐπιτελοῦντες ἐν ποίᾳ τάξει εἰσίν, καὶ ποῖον μισθὸν ἔχουσιν παρὰ τοῦ Σωτῆρος, λογίζομαι γὰρ ἐγώ ὅτι οὐδὲν παρ’ ἡμῶν χρῂζουσιν ἐν τῇ βασιλείᾳ ὑπάρχοντες. Καὶ ἀποκριθεὶς λέγει αὐτῷ ὁ μακάριος Εὐσέβιος· Οὐ γὰρ ἔχουσιν ἐκεῖνοί τι παρ’ ἡμῶν, ἀλλ’ ἐμεῖς χρείαν ἔχομεν. Τὰ παρ’ ἐκείνων ἀγαθὰ ἀτελεύτητα γὰρ ὑπάρχουσιν καὶ ἀδαπάνητα, καὶ τὸ ἐκείνων φῶς δικαίοις διὰ παντός, τὰ δὲ ἡμέτερα ἀγαθά πρόσκαιρα καὶ ὁλιγοχρόνια τυγχάνουσιν, καὶ τὸ φῶς παρερχόμενον. Διὰ τοῦτο οὖν ἐκελεύσθημεν μετ’ εὐχῆς καὶ ὕμνων ἐπιτελεῖν τὰς τῶν Ἁγίων μνείας, ἵνα δεξάμενοι τοὺς ὕμνους καὶ ἀκούοντες τὰ ἐγκώμια, δυσωπήσωσι τὸν φιλάνθρωπον Ἰησοῦν δέξασθαι χρονίους εὐχάς ἡμῶν· χρὴ οὖν τὰς μνείας ἐπιτελοῦντας τῶν Ἁγίων, τελεῖν αὐτὰς μετὰ πολλῆς εὐλαβείας, προσδέξασθαι εἰς τὸν ἄριστον οὕς ἄν λάχῃ ἀνθρώπους ἀναγκάσασθαι αὐτοὺς· ὅτι οὕτως ὀφείλει λογίσασθαι ὅτι οἱ μάρτυρες εἰσιν οἱ ἀριστοῦντες· καὶ μὴ ἀμφιβάλλῃς τοῦτο· ἀληθῶς γὰρ τοῖς μετὰ σπουδῆς ἐπιτελοῦσιν καθαρῶς τὰς μνείας τῶν Ἁγίων, αὐτοὶ παραγίγνονται εἰς τὸν ἄριστον- καθώς ὁ Σωτὴρ ἔφη, ὅτι Ὅς ἄν ποιήσει ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποίησεν. Καὶ πάλιν· Ὁ δεχόμενος ὑμᾶς ἐμὲ δέχεται. Εἰ οὖν ὁ τοὺς πένητας δεχόμενος δηλοῖ ὅτι τὸν Χριστὸν δέχεται, καὶ ὁ δεχόμενος εἰς ὄνομα μαρτύρων, αὐτούς δέχεται τοὺς μάρτυρας, καὶ τὸν μισθὸν καὶ τὸ κέρδος μετὰ τῶν Ἁγίων ἔχει, καθὼς εἶπεν ὁ Κύριος· Ὁ δεχόμενος προφήτην εἰς ὄνομα προφήτο, μισθὸν προφήτου λήψεται.

Εἴ τις οὖν ἐστιν φιλάργυρος, καὶ ἐπιτελεῖ μνείας Ἁγίων, οὕτως ὀφείλει ἐπιτελεῖν. Πρὸ πάντων ὀφείλει ἔχειν τὴν ἀγάπην· κἄν ἔχθραν, κἄν μάχην ἔχει μετὰ τινος, κἄν ἔριν, κἄν φθόνον, λῦσαι ὀφείλει ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ἵνα εὐπρόσδεκτος αὐτοῦ ἡ δεξίωσις τῆς εὐχῆς γένηται· ἐὰν δὲ ποεῖ κάματον μέγαν καὶ ἀναλίσκει πολλὰ, τὴν κακίαν δὲ κακίαν τῶν ἐχθρῶν οὐ λύει, μάταιος ὁ κάματος αὐτοῦ γέγονεν· Ὁ γὰρ Κύριος παρήγγειλε λέγων Ἐὰν οὖν προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου, καὶ ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καὶ τότε ἐλθὼν πρόσφερε τὸ δῶρόν σου. Εἶδε ὅτι ἐὰν μὴ διαλλαγῇς τῷ ἀδελφῷ σου καὶ μισῇς τὴν κακίαν σου, οὐκ ἐπέστρεψεν σε ὁ Κύριος προσενέγκαι τὸ δῶρόν σου; μεγάλην κρίσιν κέκτηται ψυχὴ μνησίκακος, μέγαν μισθὸν ἔχει ὁ ἄκακος· ὅπου γὰρ ἀγάπη, ἐκεῖ αὐλίζεται ὁ Θεός, καὶ μόνην παρ’ αὐτῷ ποιήσει· ὁ γὰρ μετὰ ἀγάπης ποιῶν, πάντα αὐτῷ εὐπρόσδεκτα γίνονται· ὁ γὰρ ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἑώρακε τὸν Θεόν· οὕτως ὀφείλει ἐπιτελεῖν μνείας ἁγίων, ὅς καὶ βουλόμενος μισθὸν λαβεῖν παρὰ Κυρίου.

Οἱ δὲ παραγενόμενοι εἰς μνείας τῶν ἁγίων, ὤφειλον μετὰ πάσης σπουδῆς τὸ μῆκος τῆς νυκτὸς ἀόκνως πληρῶσαι. Μηδεὶς ἀμελήσει· ἵνα μὴ ἄμισθον ποιήσῃ τὸν κόπον αὐτοῦ. Πολλούς γὰρ οἶδα παραγινομένους εἰς τὰς μνείας τῶν ἁγίων, καὶ προστιθέντας ἁμαρτίας, καὶ οὕτως ἀπερχομένους· παραγίνοντα γὰρ οὐχ ἕνεκεν εὐχῆς, ἀλλ’ ἕνεκεν τέρψεως· οἱ μὲν γὰρ ζητοῦσιν πρωτοκαθέδρας, τόπους ὑψηλούς, ποιοῦσιν θορύβους, ἐφείρουσιν μάχας καὶ ἀηδίας· ἄλλοι καθεζόμενοι βύουσιν ὡσεί ἀσπίδων τὰ ὦτα αὐτῶν, καὶ οὔτε Γραφῆς ἀκούουσιν, οὔτε Ψαλμῳδίας, οὔτε εὐχῆς, ἀλλλά τὰς γλώσσας ὀξύνουσιν ὡς οἱ ὄφεις, καὶ ἐκ τῆς φλυαρίας οὐκ ἐξίστανται, περιβλεπόμενοι καὶ γελῶντες καὶ σκώπτοντες τὸν πλησίον· καὶ γρηγοροῦσιν, καὶ ἐν τούτοις ἀσχολοῦνται· καὶ ὅτε λοιπὸν ὁ ὕπνος αὐτοὺς νικήσῃ ἐξέρχονται καὶ διδοῦσιν ἑαυτούς τῷ ὕπνῳ, καὶ ἕως μέση ἡμέρα διαφαύσῃ κεῖνται ὡς νεκροί· καὶ ὅταν ἐγερθῶσιν, ἄρχονται θέατρα κατασκευάζειν, καὶ συγκροτοῦσιν τοὺς θέλοντας παραμεῖναι τῇ εὐχῇ καὶ ἀσχολοῦσιν εἰς τὴν ἀπώλειαν. Ποιοῦσι γὰρ παλαιστρικὰ κροτήματα ἔσω ὁ ἱερεύς προσφέρει τὴν ἱκεσίαν ὑπὲρ τοῦ λαοῦ, προτεθεικώς τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου σωτηρίας, καὶ ἔξω γίγνονται παίγνια. Οὐαὶ τοῖς παίζουσιν τὸ παίγνιον τῆς πλάνης· οὕτως γὰρ ἔπαιξαν οἱ Ἰσραηλῖται, καὶ ἐπῆλθεν αὐτοῖς κακά. Μωσῆς γὰρ ἐν τῷ ὄρει τὸν Θεόν ἱκέτευεν ὑπὲρ τοῦ λαοῦ, καὶ ὁ λαὸς μετὰ τὸ φαγεῖν καὶ ποιεῖν, ἀνέστησαν παίζειν, καὶ ἐπῆλθεν αὐτοῖς ὄλεθρος καὶ ὀργή, καὶ ἔπεσαν ἐν μιᾷ ἡμέρα εἴκοσι τρεῖς χιλιάδες.

Τὶ παραγέγονας, ἄνθρωπε, εἰπέ μοι ἐλαττῶσαί σου τὰ κακά, ἤ προσθεῖναι ; εὔξασθαι ἤ παλαῖσαι; Φίλος παραγένου τῷ πλησίον σου, καὶ ἐχθρὸς ἀπέρχῃ· δίκαιον ἦν μᾶλλον ἔχοντά σε κακίαν μετὰ τοῦ πλησίον σου, λῦσαι ἐρχόμενον εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἐξιλάσασθαι τὸν Θεόν· νῦν δὲ φίλος παραγένου, καὶ ἐχθρὸς ἀπέρχῃ.

Οὐδὲν κακόν μέσον σου κἀκείνου, οὐ χρήματα, οὐ κλῆρος, οὐ μερισμὸς κτημάτων, οὐδὲν κοινὸν ἔχοντες, ἀλλὰ μετὰ ἀγάπης ἐλθόντες εἰς τὴν ἀκερδῆ πληγήν, ἐχθροὺς ἄλλους κτῶνται· μετὰ ἀγάπης παραγίνονται, καὶ μετὰ πολλῆς κακίας ἐκπορεύονται. Εἴπω σοι τὸ κέρδος τῆς πάλης, αἵματα, κλάσματα, κατατομήν σωμάτων, ἔριν, φθόνον, ζῆλον, ἔχθραν, ψυχῆς ἀπώλειαν, σώματος καταφθοράν, ματαίαν τοῦ παλαιστοῦ τὴν μερίδα. Εἰ οὖν οὐδὲν κέρδος ἔχειν πάλην, ἀλλά μᾶλλον ζημία, τὶ οὐκ ἐκκόπτεις ἀπὸ σοῦ τὸ κακόν, καὶ μετὰ σπουδῆς παραμένῃ τῇ εὐχῇ, καἰ προσπίπτεις τοῖς ἁγίοις μάρτυσιν; ἵνα πρεσβείαν ὑπὲρ τοῦ ποιήσωσιν πρὸς τὸν Δεσπότην Θεὸν καὶ Σωτῆρα ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, καὶ τὸ χειρόγραφον τῶν ἁμαρτιῶν σου ἐξαλείψουσιν· ἕκαστος οὖν ὁ παραγινόμενος εἰς μνήμην ἁγίων μαρτύρων, καὶ μετὰ πολλῆς σπουδῆς τὸν ἐργάτην πληρώσει, ἵνα μὴ ἄμισθος ἐξέλθῃ. Οὐδεὶς γὰρ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ· οὐδεὶς λαμβάνει μισθόν, ἐάν μὴ τὸν ἐργάτην τέλειον ἀναδέξηται.

Ὁ πρεσβύτερος, τὰς εὐχὰς ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς ἀνάπεμψον ὑπὲρ τοῦ λαοῦ· εὐγρήγορος γενοῦ, μὴ δώσῃς ἑαυτὸν τῷ ὕπνῳ· Γρηγορεῖτε γὰρ, ὁ Κύριος, καὶ προσεύχεσθε, ἔφη, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· μὴ ὑπνώσῃς, ἵνα μὴ ἀπολέσῃς τὰ πρόβατα. Ὅταν γὰρ ἴδῃ ὁ λύκος τὸν ποιμέν κοιμώμενον, ταχέως ὑπεισέρχεται εἰς τὴν ἀγέλην· μὴ κοιμηθῇς, ἵνα μὴ ἀπολέσῃς τὸ ποίμνιον, ὡς ὁ Σαμψὼν τοὺς βόστρυχας τῆς χάριτος· ἀλλὰ μετὰ σπουδῆς τὴν ποίμνην σου φύλαξον· τὸν φλύαρον ἐπιστόμισον, τὸν ἀμελοῦντα ἐπίδειξον σπουδάζειν, τὸν μὴ παραγενάμενον καταδίκασον, τοὺς κάμνοντας μακάρισον, τοὺς ὀλιγοροῦντας ὑπομένειν δίδαξον· ἵνα ἐν πᾶσιν δόκιμος εὑρεθῇς. Ὁ διάκονος, ἐν σπουδῇ τῆς εἰρήνης φώνει, τὸν λαὸν καταπραΰνων, τοὺς θορύβους καταπαύων· τοὺς ὑπολειφθέντας συνάγαγε τοὺς ἐξερχομένους τῆς ἐκκλησίας ἐπιτίμησον, τοὺς ψυθιριστὰς κατάστειλον, ἵνα ἐν πᾶσιν ἀκατάκριτος ἐξέλθῃς· ὁ ἀναγνώστης, μὴ ἀμέλει τοῦ σοῦ χαρίσματος, τὴν τῶν θείων Γραφῶν διδαχὴν καὶ παραίνεσιν τοῖς πᾶσιν ἄφθονος μετάδος, μετὰ πολλῆς τῆς εὐσεβείας μεταδιδοὺς, ἵνα τὸν τῆς διδασκαλίας μισθὸν σαυτῷ περιποιήσῃς· ὁ ψάλτης, τῆς δοθείσης σοι χάριτος μὴ καταφρονήσ}ης, ἀλλὰ τὴν τῶν μελῳδημάτων ὑμνῳδίαν ἄοκνος ἐκβόησον, ψάλλων ἀδιαλείπτως, καθὼς εἶπεν ὁ Δαβίδ παραγγέλλων, Ψάλλατε τῷ Θεῷ ἡμῶν, ψάλατε τῷ Βασιλεῖ ἡμῶν· ψάλατε ὅτι Βασιλεύς πάσης τῆς γῆς ὁ Θεός, ψάλατε συνετῶς.

 Ὁ ὑπηρέτης, τοῦ ἔργου σου μὴ ἀμέλει, ἀλλὰ πάντα ἀγόγγυστος ἐπιτέλεσον. Ὁ λαϊκὸς, τὴν ἀκοὴν εὐτρέπισον καὶ πρὸς τὴν τῶν θείων Γραφῶν ἀκρόασιν ἕτοιμος γενοῦ. Αἱ γυναῖκες, τὰς φλυαρίας ἐκ τῶν στομάτων ὑμῶν ἐξάρατε, τοὺς ψιθυρισμοὺς καταπαύσατε· μνήσθητε πῶς τῇ Εὔᾳ ψυθυριάσας ὁ ὄφις τοῦ παραδείσου ἐξέβαλεν· τὰς γλώσσας ὑμῶν καταπαύσατε, καὶ τοῦ ὑπακούειν τοὺς ψαλμοὺς εὐπρόθυμοι γίνεσθε· ἵνα πάντες τέλειον ἐργάτην ἀποδιδοῦντες, τελείου μισθοῦ ἀξιωθῆτε ἐν τῇ τῶν οὐρανῶν βασιλείᾳ παρὰ τοῦ φιλανθρώπου Δεσπότου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, μεθ’ οὗ τῷ Πατρὶ ἅμα τῷ ἁγίῳ Πνεύματι δόξα, κράτος, τιμή, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

Εὐσεβίου Ἀλεξανδρείας, Λόγοι (Η΄) PG 86A , 357A-361D

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images