Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου 2024

Ε Ι Σ Η Γ Η Σ I Σ

τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καὶ Ὑμηττοῦ

 Δ α ν ι ή λ

Προέδρου τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς

τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως

καί τῆς Ἐπιμορφώσεως τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου

ἐνώπιον τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου 

τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος

μέ θέμα:

«Ἀνασυγκρότησις τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως»

 

 

8 Μαρτίου 2017

«Ἀνασυγκρότησις

τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως»

  • §Α. Ἡ μέριμνα γιά τήν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση.

α. Ἀπό τίς κυριώτερες φροντίδες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας ὑπῆρξε ἀπό τῆς συστάσεως τοῦ νεωτέρου Ἑλληνικοῦ Κράτους ἡ μέριμνα γιά τήν προετοιμασία τῶν ἐπιθυμούντων νά ἱερωθοῦν καί νά ἀναλάβουν ἱερατικά καθήκοντα. Ὁ λειτουργός τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἁγίας Ἐκκλησίας καθότι πνευματικός πατέρας καί διδάσκαλος καί ποιμένας ἀπαιτεῖται κατά τό θεῖο λόγο νά εἶναι «δυνατός ἐν ἔργῳ καί λόγῳ»  (Λουκᾶ κδ΄, 19) καί ἱκανός νά καθοδηγεῖ στήν εὐαγγελική ζωή καί τήν εὐσέβεια τόν λαό τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί νά εἶναι ἕτοιμος νά δώσει λόγο «περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α΄ Πέτρου γ΄, 15) καί γενικῶς νά μαρτυρήσει γιά τίς πρός ἐμᾶς δωρεές καί τήν χάρη τοῦ Θεοῦ.

* * * * *

β. Παραλλήλως πρός τήν μέριμνα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου γιά τήν ἀπόκτηση δοκίμων ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου ἐπέδειξε ἐνδιαφέρον καί ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ἡ ὁποία ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ πρώτου Κυβερνήτου Ἰωάννου Καποδιστρίου τοῦ ἀρτισυστάτου τότε Κράτους τῆς Ἑλλάδος ἵδρυσε διαφόρους τύπους σχολείων πού παρεῖχαν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση καί προπαρασκεύαζαν τούς μέλλοντες Ἱερεῖς.

* * * * *

γ. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση γιά νά ἐπιδείξει τούς ἀναμενόμενους καρπούς ἀπαιτεῖ τήν συνεργασία Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Τά τῆς ἐκπαιδεύσεως κεῖνται ὑπό τήν ἄμεση εὐθύνη τῆς Πολιτείας. Στήν Ἐκκλησία ὅμως ἀνήκει ἀποκλειστικῶς ἡ εὐθύνη νά ἐμπνεύσει τό ἦθος καί τό πνεῦμα πού πρέπει νά κοσμεῖ ὅσους θά ἀναλάβουν ἐκκλησιαστική διακονία. Αὐτή ἡ ἁρμοδιότητα τῆς Ἐκκλησίας καθίσταται ἐπιβεβλημένη στήν ὀργάνωση τῶν Δομῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως, ὅταν μάλιστα ἡ Πολιτεία διακηρύσσει, ὅτι εἶναι «οὐδετερόθρησκη», δέν ἔχει δηλαδή οὐδεμία θρησκεία ἤ καί ὅτι εἶναι «ἄθεη». Εἶναι δυνατόν μιά Πολιτεία χωρίς θρησκεία νά ἀναλαμβάνει μόνη της νά μορφώσει τούς Ἱερεῖς τῆς Ἐκκλησίας; Σ’ αὐτή τήν περίπτωση τό καθῆκον τῆς Πολιτείας εἶναι νά ἐμπιστευθεῖ τήν Ἱερά Σύνοδο, ὥστε ἐκείνη ὡς διαθέτουσα τήν ἐξουσία καί ἡ Ἐκκλησία ὡς μεταδίδουσα τό πνεῦμα τῆς ἱερατικῆς διακονίας νά μεριμνήσουν γιά τήν ἐκπαίδευση ὅσων θά γίνουν ὑπηρέτες τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ πρός μείζονα ὠφέλεια τῆς κοινωνίας.

 * * * * *

δ. Ἡ Πολιτεία ἀνέλαβε νά χρηματοδοτήσει τήν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση ἔναντι:

  1. i. Τῆς περιουσίας πού δόθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία κατά καιρούς ἐπανειλημμένως, πού ἀνέρχεται στό ποσοστό τοῦ 98% αὐτῆς πού εἶχε ἡ Ἐκκλησία στό δημιουργηθέν Κράτος κατά τήν ἀπελευθέρωση.
  2. ii. Τῆς φορολογίας πού ἐπιβλήθηκε στίς Ἱερές Μονές πού παρέμειναν λειτουργοῦσες στήν Ἐπικράτεια μετά τήν ἀπόφαση γιά τήν διάλυση 450 Ἱερῶν Μονῶν, τῶν ὁποίων ἡ περιουσία περιῆλθε στήν Τοπική Αὐτοδιοίκηση, καί τέλος.

iii. Τῶν δωρεῶν καί τῶν κληροδοτημάτων εὐσεβῶν φιλογενῶν πού κατατέθηκαν σέ εἰδικό λογαριασμό τοῦ Κράτους γι’ αὐτό τό σκοπό.

Πέραν δ’ αὐτῶν ἡ ἴδρυση Ἱερατικῶν Σχολῶν μέ δαπάνη τοῦ Κράτους θεωρήθηκε ἠθική ὑποχρέωση τοῦ ἀπελευθερωθέντος νεοπαγοῦς Κράτους ἔναντι τῆς προσφορᾶς καί τῶν θυσιῶν τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου πρός τήν Κοινωνία καί τήν Πατρίδα τήν περίοδο τῆς δουλείας στούς Τούρκους καί κατά τόν ἀγώνα γιά τήν ἀπελευθέρωση.

Διαβάζουμε στήν Αἰτιολογική Ἔκθεση πού δημοσιεύθηκε στήν Ἐφημερίδα τῆς Κυβερνήσεως μέ ἡμερομηνία 20 Αὐγούστου 1856 ἐπί τοῦ Νομοσχεδίου περί συστάσεως Ἱερατικῶν Σχολείων πρός τήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων πού ὑπογράφει «ὁ Ὑπουργός τῶν ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως» Χριστόπουλος, τήν ὁμολογία πού ἀναγνωρίζει αὐτές τίς θυσίες καί τήν προσφορά τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου:

«Δέν ἀγνοεῖτε, Κύριοι, ὅτι ὁ Ἱερός ἡμῶν Κλῆρος ἐν ἡμέραις δοκιμασιῶν οὐ μόνον παρήγορος ἐγένετο εἰς τούς πατέρας ἡμῶν καί θάρσος ἐνέπνευσεν εἰς αὐτούς διά τῆς εἰς τόν Θεόν ἐλπίδος, ἀλλά καί ἐν τῷ καιρῷ τοῦ ὑπέρ τῆς ἀνεξαρτησίας ἀγῶνος συνεκινδύνευσεν καί συμμετέσχεν ὅλων τῶν ἐκ τοῦ πολέμου συμφορῶν καί δυστυχημάτων». 

* * * * *

ε. Ἡ Ἱερά Σύνοδος πάντοτε μεριμνοῦσε γιά τά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα. Συνεχίζει καί στίς ἡμέρες μας νά μεριμνᾶ εἴτε καλύπτουσα τίς ἀνάγκες λειτουργίας τῶν Σχολείων, ὅπως στεγάσεως γραφείων, αἰθουσῶν διδασκαλίας καί οἰκοτροφείων, εἴτε ὑποστηρίζουσα καί συμβάλλουσα στήν πνευματική κατάρτιση τῶν μαθητῶν ἤ σπουδαστῶν. Μέ ὑπευθυνότητα καί ἐπιμέλεια θεραπεύει τίς ποικίλες ἀνάγκες γιά νά προκύψουν τά καλλίτερα ἀποτελέσματα, ὥστε νά προέλθουν ἀπό τά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα Ἱερεῖς πού θά διακονήσουν τήν Ἐκκλησία εὐεργετώντας τήν κοινωνία.

* * * * *

  • §Β. Ἡ ἀναγκαιότητα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Παιδείας

 Ἡ ὑψίστη ἀποστολή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καθιστᾶ ἀναγκαιοτάτη τήν πολύπλευρη µόρφωση του. Ἡ Ἐκκλησία οὐδέποτε περιφρόνησε τήν παιδεία, ἀλλά τήν προστάτευσε µέ  ζῆλο καί τήν τίµησε. Διακαής δέ ἐπιθυμία τῆς  Ἐκκλησίας ἦτο πάντοτε οἱ λειτουργοί της νά εἶναι ἐκπαιδευµένοι, ὄχι µόνον κατά τήν ἐκκλησιαστική καί θεολογική, ἀλλά καί κατά τήν θύραθεν παιδεία, καί βράβευσε τούς διακριθέντες στά γράµµατα λειτουργούς καί πνευματικούς Πατέρες. Ἡ ὑγιής συνείδηση τῆς 'Ἐκκλησίας, θεωρεῖ ἀναγκαιοτάτη τήν µόρφωση γιά τούς λειτουργούς Της προκειμένου νά ἀνταποκριθοῦν στήν ἱερή ἀποστολή τους στούς παρόντες ἀνατρεπτικούς καιρούς.

Ὁ πνευµατικός Ποιμένας πρέπει νά ἔχει τήν κατάλληλη µόρφωση, πρός ὠφέλεια πάντων τῶν πιστῶν, καί μέ τήν μόρφωση καί τό κῦρος του νά ἐµπνέει τόν σεβασµό καί τήν ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του καί στήν ἀποστολή πού ἐπιτελεῖ. Ἐάν εἶναι ἀπαίδευτος, κινδυνεύει νά ἐξευτελισθεῖ καί µάλιστα σήμερον, ὁπότε ἡ κοινωνία περιλαµβάνει πολλούς ἡµιμαθεῖς καί ἀλαζόνες, περιφρονητές τῆς πίστεως καί τῆς Ἐκκλησίας καί ἐµπαῖκτες τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, πού παραπλανοῦν καί παρασύρουν πολλούς ἀφελεῖς. Ὁ πνευµατικός Ποιµένας πρέπει νά εἶναι σέ θέση νά διαλέγεται μέ αὐτούς μαρτυρώντας τήν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας καί «περί τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Α΄ Πέτρου γ΄,  15) στηρίζοντας τούς πιστούς στήν ὀρθή πίστη. Στήν ἐποχή µας, ὁπότε ἡ μόρφωση γενικεύθηκε καί οἱ ἀπαιτήσεις τῆς κοινωνίας εἶναι µεγάλες, θά ἦτο µεγάλη ἀδικία καί ἐξευτελισµός, νά ὑστεροῦν µεταξύ ὅλων τῶν δημοσίων λειτουργῶν οἱ Κληρικοί. Περιττόν νά προστεθεῖ, ὅτι σέ ἄλλα ἔθνη ὁ Κλῆρος λαμβάνει πολύ µεγαλύτερη μόρφωση ἤ ὅσον παρ' ἡµῖν. Εὐτυχῶς ὅτι µεταπολεµικῶς τό Κράτος κατανοῆσαν τήν µεγάλη ἀξία μορφωμένου Κλήρου, ἵδρυσε Ἐκκλησαστικές Σχολές καί  Ἐκκλησιαστικά Φροντιστήρια.

Ὁ Κληρικός σήµερα πρέπει νά εἶναι ἀρκούντως µορφωµένος, ὄχι µόνον εἰδικῶς στά τῆς θρησκείας, ἀλλά καί σέ γενικές γνώσεις. Καί ἡ µέν εἰδική μόρφωση εἶναι θεολογική, θρησκευτική καί ἐκκλησιαστική. Στίς γενικές γνώσεις περιλαμβάνεται ἡ φιλολογική, ἡ ἱστορική, ἡ κοινωνική κ.λπ. Μέ τήν θεολογική µόρφωση θά δύναται νά διδάσκει καλῶς τά θεῖα λόγια τῶν Γραφῶν, θά τηρεῖ καί ἑρµηνεύει τίς παραδόσεις, θά λύει ἀπορίες, θά ἀποκρούει τίς πλάνες, κακοδοξίες καί αἱρέσεις καί θά ἐκφράζει τό πραγµατικό πνεῦµα τοῦ εὐαγγελίου, ὥστε τό ποίµνιόν του νά ἔχει ἐμπιστοσύνη στούς λόγους του καί νά µή ἀµφιβάλλει στά διδασκόµενα ἀπ’ αὐτόν. Οἱ µεγαλύτεροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἦσαν τελείως γνῶστες τῆς θεολογίας. Αὐτῶν τά συγγράµµατα δέον νά µελετᾶ καί τό παράδειγµά τους νά ἀκολουθεῖ ὁ πνευµατικός Ποιμένας. Μέ τήν θρησκευτική µόρφωση θά γίνει πρωτοπόρος καί ὁδηγός στήν κατά Χριστόν ζωή καί θά µεταδώσει αὐτή καί στό ποίµνιό του, ἐφαρµόζοντας στόν βίο του ὅ,τι διδάσκει (Ματθαίου κγ' 3) κατά τήν προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου «τπος γνου τν πιστν ν λγ, ν ναστροφ, ν γπ, ν πνεματι, ν πστει, ν γνείᾳ» (Πρός Τιμόθεον Α΄, δ΄, 12) καί δεικνύων τήν ἀγάπη του ὑπέρ τοῦ ποιµνίου του κατά τό πρότυπο τοῦ καλοῦ Ποιμένα πού θυσιάζει τήν ζωή του γιά τό ποίμνιό του (Ἰωάννου ι΄, 11)

 Ἡ ἐκκλησιαστική µόρφωση θά τόν βοηθήσει στήν καλή ἐκτέλεση τῶν ἱερατικῶν καθηκόντων του, ἐφ ὅσον θά γνωρίζει καλῶς τήν τυπική διάταξη τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ὥστε ἡ θεία λατρεία νά τελεῖται «εὐαρέστως τῷ Θεῷ μετά αἰδοῦς καί εὐλαβείας» (Πρός Ἑβραίους ιβ΄, 28) καί «εὐσχημόνως καί κατά τάξιν» (Πρός Κορινθίους Α΄ ιδ΄, 40)

Ἀλλά καί γενική µόρφωση πρέπει νά ἔχει ἱκανή. Φιλολογικῶς νά ἔχει καλή γνώση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης καί φιλολογίας, ὥστε ὁμιλώντας καί γράφοντας νά χειρίζεται ὀρθῶς τόν λόγο, καί νά κατανοεῖ τά ἀρχαῖα κείµενα. Φιλοσοφικῶς νά γνωρίζει τίς διαφόρες θεωρίες καί νά ἀποκρούει τίς πλάνες. Σ’ αὐτό θά τόν βοηθήσει καί ἡ γενικώτερη µόρφωση, μέ τήν γνώση τῆς ὁποίας θά δύναται νά συζητεῖ µέ ἐπιστήµονες καί νά ὑποστηρίζει τίς χριστιανικές ἀλήθειες, ὅταν καταπολεµοῦνται.

Τέλος ἐπειδή ὁ Κληρικός εἶναι ὁ πνευµατικός ὁδηγός τῶν πιστῶν, πρέπει νά ἔχει καί κοινωνική μόρφωση. Ἡ Ἐκκλησία, γιά νά δρᾶ ἀποτελεσµατικά, πρέπει μέ τά στελέχη Της νά ἡγεῖται τῆς κοινωνίας.

* * * * *

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  • §Γ. Ἡ ἱστορική ἐξέλιξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως

α΄. Ἡ πλήρης καί τελεία µόρφωση τῶν λειτουργῶν τῆς  Ἐκκλησίας ἄρχισε εὐθύς ἀπό τῆς πρώτης ἐµφανίσεως τοῦ Χριστιανισμοῦ, διότι τήν ἐπέβαλλαν ἡ ἀνάγκη τοῦ κηρύγµατος γιά τήν μαθήτευση στήν νέα πίστη καί ζωή, ἡ καταπολέµηση τῶν αἱρέσεων καί κακοδοξιῶν, πού ἐμφανίσθηκαν πολύ ἐνωρίς, ἀπό τόν Α΄  αἰῶνα καί ἡ ἀπολογητική ὑπέρ τῶν Χριστιανῶν ἐνώπιον τῶν εἰδωλολατρῶν. Καί κατ’ ἀρχάς ἡ µύηση καί ἡ διδασκαλία τῆς νέας πίστεως γινόταν ἀπό τούς Ἀποστόλους καί τούς µαθητές τους, ὅπως καί ἀπό λογίους χριστιανούς διδασκάλους, ὅπως οἱ Ἀπόστολοι Παῦλος καί  Ἰωάννης, ὁ λόγιος Ἀπολλώ, οἱ µαθητές τῶν Ἀποστόλων Βαρνάβας, Πολύκαρπος, Ἰγνάτιος καί ἄλλοι. Οἱ πρῶτοι ἐκεῖνοι διδάσκαλοι καί λειτουργοί τῆς Ἐκκλησίας, αὐτοδίδακτοι ἤ ἀλληλοδίδακτοι, καταρτισµένοι, ἐνεπνέοντο ἀπό ἱερό ἐνθουσιασμό καί ζῆλο ἱεραποστολικό.

β΄.  Ἀργότερα, ἀπό τό τέλος τοῦ Β΄  αἰῶνος, γιά τήν µόρφωση τῶν Κληρικῶν χρησίµευαν αἱ Κατηχητικές Σχολές, πού ἱδρύθηκαν τό πρῶτον γιά τήν διδασκαλία τῶν προσηλύτων στά τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας πρό τοῦ Βαπτίσματος. Αὐτές ἀπέβησαν κατόπιν Σχολεῖα κατηχητῶν, στά ὁποῖα µορφωνόντουσαν θεολόγοι ἀπολογητές τῆς νέας θρησκείας, Κληρικοί καί Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό στίς Σχολές αὐτές ἐκτός τῆς θρησκευτικῆς διδασκαλίας, ἐδιδάσκοντο καί οἱ γνωστές ἐπιστῆμες, ρητορική, φιλοσοφία, γραμµατική, μαθηματικά, φυσικά καί ἀστρονομία, καί κατέστησαν ἀληθινά Πανεπιστήµια. Πρώτη τέτοια Σχολή εἶναι ἡ τῆς Ἀλεξανδρείας, ἐπί Πανταίνου (186), τοῦ ὁποίου διάδοχοι ὑπῆρξαν Κλήµης ὁ Ἀλεξανδρεύς καί ὁ πολύς Ὠριγένης (251). Πλήν αὐτῆς ἱδρύθηκαν ἀργότερα καί ἄλλες τέτοιες, ὅπως ἡ τῆς Ἀντιοχείας, Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης, Ἱεροσολύµων, Ἐδέσσης τῆς Συρίας, Νισίβεως καί λοιπές.

γ΄. Πολλοί ὅµως ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μορφώθηκαν σέ ἐθνικά σχολεῖα τῶν ρητόρων καί ἰδίως στό τῆς Ἀθήνας. Στήν Ἀθήνα σπούδασαν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας Μέγας Βασίλειος καί Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ἀλλά καί ὁ Χρυσόστοµος στό ἐθνικό σχολεῖο σπούδασε. Κατά τόν Ε' καί ΣΤ΄ αἰῶνα οἱ πρός µόρφωση τοῦ Κλήρου πρώην Κατηχητικές καί μετέπειτα ἐξελιχθεῖσες Θεολογικές Σχολές τῆς Ἀλεξανδρείας, Καισαρείας Παλαιστίνης, Ἀντιοχείας, Ἐδέσσης Συρίας καί Νισίβεως ἕνεκα πολιτικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν ἀνωµαλιῶν ἐξαφανίσθηκαν καί ἔκτοτε οἱ Κληρικοί ἦσαν συνήθως αὐτοδίδακτοι ἤ ἐξεπαιδεύοντο ἰδιωτικῶς παρ’ ἄλλων λογίων Κληρικῶν καί µάλιστα σέ Μονές. Μερικοί λάµβαναν γενική µόρφωση στίς δηµόσιες Σχολές Ἀθηνῶν, Ἀλεξανδρείας, Ἀντιοχείας καί ἄλλων πόλεων, πού ἐξαφανίσθηκαν καί αὐτές κατά τόν ΣΤ' αἰῶνα. Ἐκλείσθη δέ καί ἡ τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τόν εἰκονοµάχο αὐτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως Λέοντα Γ' (730). Ἡ Εἰκονοµαχία ἐπέφερε κατάπτωση τῶν γραµµάτων καί ἑποµένως καί τῆς µορφώσεως τοῦ Κλήρου. Ἀπό τόν Θ΄ αἰώνα ἡ ἀρξαµένη ἀναγέννηση τῶν γραµμάτων στήν Αὐτοκρατορία συνετέλεσε στήν ἐµφάνιση περισσοτέρων λογίων Κληρικῶν καί ἐξύψωσε τό ἐπίπεδο τῆς µορφώσεως τοῦ Κλήρου. Μετά τήν Ἅλωση ὅµως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἡ κατάπτωση τῶν γραµµάτων ὑποβάθμισε τό γενικό ἐπίπεδο τῆς µορφώσεως τοῦ Κλήρου, ὁ δε κατώτερος Κλῆρος ἦτο ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἀµαθής. Ἔκτοτε δέν ὑπῆρχον πλέον εἰδικές Σχολές γιά τούς Κληρικούς, ἀλλ' αὐτοί ἐξεπαιδεύοντο στίς ὑπάρχουσες Σχολές ὅπως  οἱ λαϊκοί, ὅπου λειτουργοῦσαν. Σ’ αὐτές ἡ µόρφωση ἦτο δι’ ὅλους κατά µέγα μέρος ἐκκλησιαστική.

δ΄. Κατά τούς χρόνους τῆς Τουρκοκρατίας Σχολεῖα λειτούργησαν σέ ὁρισμένες Ἱερές Μονές  (στόν Ἄθωνα καί στήν Πάτµο). Πολλοί ὅµως Κληρικοί καί λαϊκοί µετέβαινον στήν Δύση καί σπούδαζαν στά ἐκεῖ Πανεπιστήµια, ἰδίως δέ τῆς Ἰταλίας (Βολωνίας, Παταβίου, κ.λπ.) καί ὡς ἐκ τούτου ὑπάρχουν καί κατά τήν σκοτεινή ἐκείνη ἐποχή λόγιοι Κληρικοί, ὡς ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Χρύσανθος Νοταρᾶς (1663), ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Μελέτιος (1715), ὁ Μακάριος Νοταρᾶς (1731) Μητροπολίτης Κορίνθου, ὁ Εὐγένιος Βούλγαρης (1716), Ἀρχιεπίσκοπος Σλαβονίου καί Χερσῶνος, Νικηφόρος Θεοτόκης (1730), Ἀρχιεπίσκοπος Σλαβονίου καί Χερσῶνος, Ἠλίας Μηνιάτης (1669), Ἐπίσκοπος Κερνίτζης καί Καλαβρύτων, ὁ Ἀρχιμανδρίτης  Ἄνθιμος Γαζῆς (1764), ὁ Ἀρχιμανδρίτης Δανιήλ Φιλιππίδης (1758), ὁ Ἀρχιμανδρίτης Γρηγόριος Κωνσταντᾶς (1758), ὁ Μέγας Λογοθέτης (1720-25) ὁ ἀποκληθείς «σεβάσμιος Πατριάρχης τῶν λογίων», ὁ Ἀρχιμανδρίτης Βενιαμίν ὁ Λέσβιος (1722), ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἀθανάσιος ὁ Πάριος (1762), «ὁ ἐν πᾶσιν πρωτεύων», ὁ Μοναχός Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης (1749), ὁ Ἀρχιμανδρίτης Δωρόθεος ὁ Πρώϊος (19ος αἰώνας), ὁ Μητροπολίτης Φιλαδελφείας καί Ἀδριανουπόλεως, ὁ Θεοδόσιος ὁ Κορυδαλεύς (1563), Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἄρτης, ὁ Βησσαρίων Μακρῆς (1635), Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Λιγκιάδων τοῦ ὄρους Μιτσικέλι τῆς Ἠπείρου, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Μεθόδιος Ἀνθρακίτης (1660), ὁ Διάκονος Ἰώσηπος Μοισιόδαξ (1725-30), ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Σαμουήλ ὁ Χατζερής (1700), ὁ Χαλεπίου Γεράσιμος (1712) καί πολλοί ἄλλοι (Ἴδετε πλείονα ὀνόματα στό τόμο τῆς Ἡμερίδας (2009) «Ἡ συμβολή τῶν Ἑλλήνων Κληρικῶν στόν Ἑλληνικό Διαφωτισμό καί τήν ἀναγέννηση τῶν θετικῶν Ἐπιστημῶν» σελ. 24-33).

* * * * *

β΄. Οἱ νεώτερες ρυθμίσεις γιά τήν ἀπόκτηση πεπαιδευμένων Κληρικῶν

Μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς Ἑλλάδος ἀπό τήν Τουρκοκρατία ἐλήφθη μέριµνα καί γιά τήν µόρφωση τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου, πού τότε εὑρίσκετο σχεδόν σέ τελεία ἀμάθεια. Ὑπῆρχον βεβαίως κάποιες Ἱερατικές Σχολές, στήν Πάτµο (Πατµιάδα) καί στό Ἅγιο Ὄρος (Ἀθωνιάδα), ἀλλά δέν ἦτο εὔκολος ἡ φοίτηση σ’ αὐτές.

Τήν πρώτη Ἱερατική Σχολή στήν ἐλεύθερη  Ἑλλάδα ἵδρυσε ὁ Ἰωάννης Καποδίστριας στήν ἐν Πόρῳ Ἱερά Μονή τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, καλέσας αὐτή «Σχολεῖον Ἐκκλησιαστικόν». Αὐτή κατά τό διάταγµα τῆς 3 Φεβρουαρίου 1830 περιελάµβανε κατ’ ἀρχάς 15 ὑποτρόφους ἡλικίας 12 - 18 ἐτῶν, πού θά ἐξέλεγε ἡ Κυβέρνηση ἀπό τόν κατάλογο τῶν ὑποψήφιων, πού θά ὑπέβαλλαν οἱ Ἐπίσκοποι. Θά εἰσήχοντο ὅµως καί ἄλλοι, ἀλλ' ὡς ἰδιοσυντήρητοι, καταβάλλοντες 70 γρόσια τόν μῆνα. Πρῶτοι διδάσκαλοι σ’ αὐτό διορίσθηκαν οἱ Ἁγιορεῖτες µοναχοί Προκόπιος Δενδρινός καί Βενέδικτος. Δυστυχῶς ὅµως τό Σχολεῖο αὐτό διαλύθηκε λίγο µετά τόν θάνατο τοῦ Καποδίστρια. Ἀργότερα ὅµως ἱδρύθηκαν ἄλλες Ἱερατικές Σχολές, ὡς ἡ Ριζάρειος (1844).

Τό σύστηµα τῆς µορφώσεως τοῦ Κλήρου σέ ἰδιαίτερες Σχολές ἀναπτύχθηκε κυρίως στήν Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, ὅπου ἑκάστη Ἐπισκοπή ὑποχρεωνόταν κατά τίς ἀποφάσεις τῆς ἐν Τριδέντῳ Συνόδου  (1545-1563) νά διατηρεῖ Ἱερατική Σχολή. Εἰσήχθηκε καί ἐπικράτησε βαθµηδόν καί στήν Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία. Ἱερατικές καί Ἐκκλησιαστικές Σχολές γιά τήν θεωρητική καί πρακτική µόρφωση τῶν µελλόντων νά εἰσέλθουν στίς τάξεις τοῦ ἐφημεριακοῦ Κλήρου ἱδρύθηκαν καί ἐλειτούργησαν σέ διάφορες πόλεις καί τῆς τότε ὑποδούλου Ἑλλάδας, ὅπως στήν Κωνσταντινούπολη (1874), Ἀντιόχεια , Ἰωάννινα (1876), Χανιά Κρήτης, Καισάρεια, Σάµο καί ἀλλοῦ, ἀλλ’ ὁ βίος τῶν περισσοτέρων ἀπ’ αὐτές ὑπῆρξε βραχύς καί χωρίς σπουδαῖα ἀποτελέσµατα.

Στήν ἐλευθέρη  Ἑλλάδα, ἐκτός τῶν δύο ἀνωτέρω ἀναφερθεισῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν τοῦ Πόρου καί τῆς Ριζαρείου, διά τοῦ Νόµου ΤΞΖ΄ (367) τῆς 27 Σεπτεµβρίου 1856 «Περί Ἱερατικῶν Σχολν» συνεστήθησαν τέτοιες, «ντός τῶν ποίων θά ξεπαιδεύοντο ο προπαρασκευαζόµενοι διά τήν διακονίαν τς Ὀρθοδόξου νατολικς κκλησίας». Ἐπί τῇ βάσει δέ τοῦ Νόµου αὐτοῦ, μέ διάταγµα ἱδρύθηκαν οἱ Ἱερατικές Σχολές: Χαλκίδος (1856), Σύρου καί Τριπόλεως (1857). Ἡ λειτουργία δέ αὐτῶν καθωρίσθηκε μέ τό διάταγµα τῆς 28 Ὀκτωβρίου 1856 «Περί κανονισµοῦ τῶν Ἱερατικῶν Σχολν». Ἀλλά καί οἱ Σχολές αὐτές, ὅπως καί οἱ µετά ταῦτα ἱδρυθεῖσες στήν Κέρκυρα καί Λάρισα, ἀπέτυχαν τοῦ σκοποῦ τους, ἕνεκα διαφόρων λόγων, ἐξ ὧν σπουδαιότερος εἶναι ἡ ἔλλειψη τότε µισθοδοσίας τῶν Ἐφηµερίων καί ἡ ἐπί πολλά ἔτη πρό τῆς χειροτονίας ἀποπεράτωση τῆς φοιτήσεως. Τοιουτοτρόπως, ἀργότερα, ἡ μία µετά τήν ἄλλη καταργήθηκαν.

  • §Στό ὑπόμνημα πού ὑπέβαλε ὁ ἐκλεγείς Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Μελέτιος Μεταξάκης (1918-1920) στήν Ἱερά Σύνοδο στό Στ΄ κεφάλαιο ἀναφαίρεται στήν μόρφωση τοῦ Κλήρου ἀποτιμώντας τήν ἄχρι τῆς ἐποχῆς του κατάσταση περί ἧς ὀλίγα τινά καταχωροῦμε στήν εἰσήγησή μας

«Ὅτι διά πᾶν λειτούργημα ἀπαιτεῖται προπαρασκευή, θεωρητική ἅμα καί πρακτική, ἀνάλογος πρός τήν εὐρύτητα καί τήν βαθύτητα τοῦ σκοποῦ αὐτοῦ, εἶνε ὁ νόμος τῆς κοινωνικῆς ζωῆς, τόν ὁποῖον δέν ἀντιπαρῆλθεν οὐδ’ αὐτός ὁ Ἀρχηγός τῆς σωτηρίας ἡμῶν. Τί ἄλλο ἐσκόπει ἡ ὑπερτριετής περί αὐτόν ἠθική δέσμευσις τῶν 12 Ἀποστόλων, ἐάν μή τόν κατ’ ἄνθρωπον καταρτισμόν αὐτῶν, διά τήν ὑψηλήν τοῦ Ἀποστόλου διακονίαν; Καί ἡ Ἐκκλησία, τῷ παραδείγματι τοῦ Κυρίου στοιχοῦσα προπαρασκεύαζε πάντοτε τούς λειτουργούς αὑτῆς διά συστήματος ὑπερόχου, τῆς ὁμαλῆς τοὐτέστι διαδρομῆς τῆς κλίμακος τῶν κληρικῶν ἀξιωμάτων, τῆς ὁποίας ἑκάστη βαθμίς, ἀντιστοιχοῦσα πρός ὡρισμένην ἐνεργόν διακονίαν, ὡδήγει βαθμηδόν ἀπό τοῦ ἀναγνώστου εἰς τόν ψάλτην καί διά τούτου εἰς τόν Ὑποδιάκονον καί ἔπειτα εἰς τόν Διάκονον, διά νά ἐμφανίσῃ κατηρτισμένον τόν ὑπηρέτην καί οἰκονόμον μυστηρίων Θεοῦ. Ὁ μέλλων ποιμήν καί διδάσκαλος, ὡς τακτικός ἐν τῷ Ναῷ ἀναγνώστης, ἐξεμάνθανε  τελείως τάς Ἁγίας Γραφάς, τῶν ὁποίων αἱ ἡμερησίαι περικοπαί συναπήρτιζον κύκλον ἀναγνώσεως τῆς ὅλης Ἁγίας Γραφῆς κατά τήν διάρκειαν τοῦ ἔτους. Ὡς τακτικός διακονητής ἐν τῷ Ναῷ παρηκολούθει εἴτε ἀναγινώσκων εἴτε ψάλλων, εἴτε προμελετῶν τό σύνολον τῶν ἀκολουθιῶν, ὧν τό περιεχόμενον ἁπαρτίζει πλῆρες σύστημα διδασκαλίας. Ἠκροᾶτο ἔπειτα συνεχῶς τῆς συστηματικῆς τῶν χριστιανικῶν ἀληθειῶν, δογματικῶν καί ἠθικῶν, ἀπό τοῦ ἄμβωνος ἀναπτύξεως καί ἀκροώμενος ἐδιδάσκετο ἀπό τοῦ ἄμβωνος Δογματικήν, Ἠθική, Ποιμαντικήν, Ἑρμηνείαν Ἁγίων Γραφῶν καί εἴτι ἄλλο σημερινόν Θεολογίας μάθημα. Λαμβανομένου δ’ ὑπ’ ὄψιν, ὅτι ἡ διδασκαλία αὕτη διήρκει πολλάκις εἰς μακράν περίοδον ἐτῶν, ποία σύγχρονος Θεολογική  Ἕδρα θά ἠδύνατο νά δώσῃ καταρτισμόν θεωρητικόν τελειότερον; Καί παρά τήν θεωρίαν ἡ πρᾶξις ἡ τελετουργική εἰς ὅλας αὐτῆς τάς λεπτομερείας, ἡ διευθυνομένη ὑπό τοῦ Ἐκκλησιάρχου, τοῦ ἐπιβάλλοντος τόν τόνον εἰς τούς ρυθμούς καί τήν ἁρμονίαν εἰς ὅλην τήν τελετήν.

Ὁ Θεολογικός καταρτισμός συνεπληροῦτο ἐν ταῖς βιβλιοθήκαις τῶν Μοναστηρίων, αἵτινες, περιέχουσαι πάντα τά τότε ὑπάρχοντα συγγράμματα τῆς ἔσω καί τῆς θύραθεν φιλολογίας, ἦσαν προχειρότεραι καί ἀφθονώτεραι τῶν συγχρόνων δημοσίων βιβλιοθηκῶν τῶν πεπολιτισμένων Κρατῶν.

..........................................................................................................................................................

Ἡ ἀπόκτησις μεμορφωμένου κλήρου κηρύσσεται δικαίως τό πρῶτον καί τό ἔσχατον ζήτημα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἀνορθώσεως, λέγοντες ὅμως μόρφωσιν κλήρου δέν πρέπει νά ἐννοῶμεν οἱανδήποτε, ἀλλ’ ἐκείνην ἥτις καί κατά πόσον καί κατά ποιόν θά ἱκανώσει τόν λειτουργόν τῆς Ἐκκλησίας πλήρως νά ἀντιληφθῇ καί τελείως κατά τό ἀνθρωπίνως δυνατόν νά ἐπιτελέσῃ τήν ἀποστολήν αὐτοῦ. Ἡ ἐκκλησία ἄρα ἔχει δικαίωμα καί καθῆκον ἀμεσώτερον νά ἐνδιαφερθῇ καί πρωτοβούλως νά ἐνεργήσῃ διά τήν θεωρητικήν καί πρακτικήν μόρφωσιν τῶν ὀργάνων τῆς Ἐκκλησιαστικῆς ἀνορθώσεως».

Τό πλῆρες κείμενο τοῦ κεφαλαίου «Ἡ μόρφωσις τοῦ κήρου» ἀπό τό ἐξ 160 σελίδων Ὑπόμνημα τοῦ ὀξυνουστάτου Μητροπολίτου Ἀθηνῶν Μελετίου Μεταξάκη παρατίθεται στό Παράρτημα τῆς εἰσηγήσεώς μας

Τέλος, ὅταν μέ τόν Νόμο 1432 τῆς 18 Ἀπριλίου 1918 µετετράπηκε ἡ Ριζάρειος Σχολή σέ  Ἱεροδιδασκαλεῖο, γιά νά μποροῦν οἱ ἀπόφοιτοι της Σχολῆς μέχρι τοῦ χρόνου τῆς χειροτονίας τους νά διορίζωνται Δηµοδιδάσκαλοι, ἱδρύθηκαν μέ διατάγµατα Ἱεροδιδασκαλεῖα τοῦ τύπου τῆς Ριζαρείου Σχολῆς σέ Πεντέλη (ἐγκαθιδρυθέν ἔπειτα στήν Ἁμαλιάδα), Ἅρτα, Ἱερά Μονή Ἁγίας Ἀναστασίας Χαλκιδικῆς, Ἱερά Μονή Βελλᾶς, Ἰωάννινα, Κέρκυρα, Κόρινθο, Λαµία, Μεσολόγγιο, Τρίπολη, Σάµο, Σέρρες καί Χανιά, ἀπό τά ὁποία μερικά λειτουργοῦσαν καί προηγουμένως ὡς Ἱερατικές Σχολές τετρατάξιοι ἤ διτάξιοι. Ἀπό τά Ἱεροδιδασκαλεῖα αὐτά μέ τό Νόµο τῆς 13 Αὐγούστου 1929 «Περί Ἱερατικν Σχολν» καταργήθηκαν τά Ἱεροδιδασκαλεῖα Ἀµαλιάδος, Ἰωαννίνων, Μεσολογγίου, Τριπόλεως, Σάµου,τῶν Σερρῶν εἶχε καταργηθεῖ προηγουμένως. Παρέµειναν τά ὑπόλοιπα, πού µετατράπησαν πάλιν σέ πεντατάξιες Ἱερατικές Σχολές, δεχόµενες στήν Α΄  τάξη τελειοφοίτους τοῦ τότε  Ἑλληνικοῦ Σχολείου, ἡλικίας 13 - 18 ἐτῶν. Οἱ τελειόφοιτοι αὐτῶν εἶχαν δικαίωμα ἐγγραφῆς µόνο στήν Θεολογική Σχολή. Ὡς Ἱεροδιδασκαλεῖο παρέμεινε µόνον τό τῆς Βελλᾶς, τοῦ ὁποίου οἱ ἀπόφοιτοι δέν ἠδύναντο κατ' ἀρχάς νά διορισθοῦν ὡς δηµοδιδάσκαλοι ἐντός τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους, ἀργότερα ὅµως διορίζονταν ἰδίᾳ στήν Βόρεια  Ἑλλάδα.

Ἐκτός τῆς ἐλεύθερης Ἑλλάδας λειτούργησε μέ τόν αὐτόν περίπου τύπο τό Ἱεροδιδασκαλεῖο στήν Κύπρο καί τό Ἱεροδιδασκαλεῖο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στήν Ἀλεξάνδρεια. Κατά τήν Γερµανική Κατοχή ἱδρύθηκαν νέου τύπου Γεωργικές Ἐκκλησιαστικές Σχολές, πού δέν λειτούργησαν ὅµως λόγῳ τῆς τότε καταστάσεως.

Μετά τήν ἀπελευθέρωση ὅµως, μέ τό Νόµο 540/1945 γιά τήν μόρφωση ἐφηµεριακοῦ Κλήρου, ἱδρύθηκαν στά ἴδια σχεδόν µέρη ὅπου οἱ παλαιές  Ἱερατικές Σχολές, κατ’ ἀρχάς ἑπτατάξιες Ἐκκλησιαστικές Σχολές δεχόµενες ἀποφοίτους τοῦ Δηµοτικοῦ Σχολείου ἡλικίας µέχρι 17 ἐτῶν, τῶν ὁποίων οἱ τελειόφοιτοι ἐδικαιοῦντο ἐγγραφῆς µόνο στίς Θεολογικές Σχολές. Γιά τήν ἄµεση πλήρωση τῶν κενῶν ἐφημεριακῶν θέσεων ἱδρύθηκαν παράλληλα καί παρά τίς Ἐκκλησιαστικές Σχολές εἴτε διτάξια κατώτερα Ἐκκλησιαστικά Φροντιστήρια, δεχόµενα ἀποφοίτους τοῦ Σχολαρχείου ἤ τῆς Β' ἑξαταξίου εἴτε διτάξια ἀνώτερα τοιαῦτα, δεχόµενα ἀποπερατώσαντες τίς γυμνασιακές σπουδές τους. Στίς Ἐκκλησιαστικές Σχολές οἱ µαθητές γίνονταν δεκτοί κατόπιν εἰσιτηρίων ἐξετάσεων, ἐνῶ στά Φροντιστήρια κατ' ἀρχάς ἄνευ ἐξετά-σεων. Κατόπιν ὅµως ὁρίσθηκαν καί γι’ αὐτά εἰσιτήριες ἐξετάσεις.

Τέλος, διά Νόµου, τά µέν κατώτερα Ἐκκλησιαστικά Φροντιστήρια καταργήθηκαν, παρέμειναν δέ μόνα τά ἀνώτερα, τά ὁποῖα λειτούργησαν ὡς διτάξια στά κάτωθι μέρη : στήν Ἀθήνα παρά τῇ Ριζαρείῳ Σχολῇ, στήν Πάτρα, στήν Κατερίνη, στόν Βόλο, στήν Θεσσαλονίκη καί στήν Τῆνο (1966).

Οἱ ἑπτατάξιες Ἐκκλησιαστικές Σχολές µετετράπησαν σέ ἑξατάξιες, δεχόμενες ὅµως στήν πρώτη τάξη µαθητές ἔχοντες ἐνδεικτικό τῆς Β΄  ἑξαταξίου Γυµνασίου καί ἡλικία µέχρι17 ἐτῶν, κατόπιν ἐπιτυχῶν εἰσιτηρίων ἐξετάσεων. Τέτοιες Ἐκκλησιαστικές Σχολές λειτούργησαν οἱ ἑξῆς: στήν Ἀθήνα ἡ ἱστορική Ριζάρειος, στήν Κόρινθο, στήν Λαµία, στά Χανιά Κρήτης (ἡ παλαιά στή Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων), στήν Ἱερά Μονή τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας Φαρµακολυτρίας, στήν Ξάνθη, στήν Πάτµο (ἡ ἀρχαία Πατµιάδα), στό Ἅγιο Ὄρος (ἡ ἀρχαία Ἀθωνιάδα). Οἱ ἀπόφοιτοι τῶν Σχολῶν αὐτῶν μόνον στίς Θεολογικές Σχολές εἶχαν δικαίωµα νά συνεχίσουν τίς σπουδές τους. Ἡ µετατροπή αὐτή ἔγινεν ἴσως αἰτία γιά νά µειωθεῖ ὁ ἀριθµός τῶν προσερχοµένων πρός φοίτηση, ὁ ὁποῖος στίς ἑπτατάξιες ἦταν πολύ µεγαλύτερος.

Μέ τόν ἴδιο Νόµο διετηρήθηκε τό Ἱεροδιδασκαλεῖο Βελλᾶς, ἱδρύθηκε στήν Θεσσαλονίκη τριτάξια Ἀνωτέρα Ἐκκλησιαστική Σχολή, τῆς ὁποίας οἱ πτυχιοῦχοι ἠδύναντο νά διορίζωνται καί δηµοδιδάσκαλοι, ἀλλά µόνον σέ ἀκριτικές περιοχές.

γ΄. Τό 1971 ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση ὑπήχθη μέ τό Ν.Δ. 876/1971 (Φ.Ε.Κ. τ.Α΄ 95/1971) στήν ἀποκλειστική ἁρμοδιότητα, εὐθύνη, ἐποπτεία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Τό καθεστώς αὐτό  ἴσχυσε μέχρι τό ἔτος 1976.

Τό 1976 ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση πάλι μέ Νόμο ἐπανῆλθε στήν ἁρμοδιότητα τῆς Πολιτείας (Π.Δ. 178/1976-ΦΕΚ65/1976).

 Μέ τήν μεταρρύθμιση ἐπί ὑπουργοῦ Γερασίμου Ἀρσένη (Ν. 2525/1997) τά Ἐκκλησιαστικά Λύκεια μετετράπησαν σέ Ἑνιαῖα Τετρατάξια Ἐκκλησιαστικά Λύκεια μέ Προγράμματα Σπουδῶν ὅπως καί τά λοιπά Λύκεια ἔχοντα ὅμως καί Τετάρτη Τάξη μέ μαθήματα ἐξειδικεύσεως γιά τούς μέλλοντες  νά ἱερωθοῦν.

Μέ τό Νόμο 3432/2006 ἐπιχειρήθηκε ἀνασυγκρότηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως πού διαρθρώνεται σέ Δευτεροβάθμια καί Τριτοβάθμια μέ τίς Ἀνώτατες Ἐκκλησιαστικές Ἀκαδημίες. Ὁ Νόμος αὐτός ἰσχύων ἐπί μία δεκαετία πρέπει νά τροποποιηθεῖ ἐπειδή πλέον δέν ἀνταποκρίνεται στίς ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Κοινωνίας.

δ΄. Οἱ προσερχόµενοι πρός ἐγγραφή στίς Ἐκκλησιαστικές Σχολές καί τά Φροντιστήρια ὀφείλουν νά ἔχουν, ἐκτός τῶν γραμµατικῶν καί λοιπῶν προσόντων, ἦθος ἄμεµπτο καί ἱερατικό ζῆλο, γιά νά ἀναδειχθοῦν σέ καλούς Κληρικούς, τά ὁποῖα θά βεβαιώνονται ἀπό Πνευµατικό πού θά ἐκδίδει καί τήν «Συµµαρτυρία» καί ἀπό τόν οἰκεῖο Μητροπολίτη μέ Συστατικό Γράµµα. Ἡ ἀποστολή τοῦ Κληρικοῦ Ποιμένος ἀπαιτεῖ ὅπως οὗτος διαθέτει πλήρη θεολογική εἰ δυνατόν πανεπιστηµιακή μόρφωση, γιά νά δύναται νά ἀνταποκρίνεται πλήρως στήν ὑψίστη ἀποστολή του.

* * * * *

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  • §Δ. Ἡ ἀποτίμηση τῆς μή εὐδοκιμήσεως τῶν προσπαθειῶν Ἐκκλησίας καί Πολιτείας πρός ἱκανοποιητική ἐκπαίδευση τῶν ὑποψηφίων Κληρικῶν

Οἱ ἀκολουθοῦσες παρατηρήσεις καί τά σχόλια, ἅτινα θά ἀναφερθοῦν περιλαμβάνονται στήν Εἰσηγητική  Ἔκθεση ἐπί τοῦ σχεδίου Α.Ν. περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως τοῦ 1945 πού ὑποβλήθηκε ἀπό τόν ἐπί τῶν  Θρησκευμάτων καί Ἐθνικῆς Παιδείας Ὑπουργό Γ.Ν. Οἰκονόμου στήν Κυβέρνηση Πέτρου Βούλγαρη ἐπί Ἀντιβασιλείας τοῦ Ἀθηνῶν Δαμασκηνοῦ.

«Ἐν  Ἑλλάδι ἡ Ἐκκλησιαστική, Ἐκπαίδευσις, µή »εὐδοκιμήσασα παρά πᾶσαν προσδοκίαν, δέν ἀπέδωκεν ἀτυχῶς µέχρι »τοῦδε τούς ἀναµενομένους καρπούς, καί ὡς ἐκ τούτου ὁ Ὀρθόδοξος »κλῆρος τῆς Ἑλλάδος ἀπό τῆς ἀπόψεως τῆς μορφώσεως καί τῆς »Ἱερατικῆς αὐτοῦ καταρτίσεως εὑρίσκεται εἰς λίαν χαμηλόν ἐπίπεδον, »πολύ ἀπέχον τοῦ πρέποντος καί ἥκιστα ἀνταποκρινόμενον εἰς τό »βαθύ θρησκευτικόν συναίσθημα τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἡ µή »εὐδοκίµησις ἐν Ἑλλάδι τῆς Ἐκκλησιαστικῆς, Ἐκπαιδεύσεως »ὀφείλεται εἰς πολλούς λόγους ἐξ ὦν οἱ δύο, οἱ ὄχι καί δευτερεύοντες» εἶναι :

»α΄) Ἡ μή ἀποκρυστάλλωσις τῆς  Ἐκκλησιαστικῆς  »Ἐκπαιδεύσεως εἰς ἑνιαῖον τύπον καί ἡ συνεχής σχεδόν »ἀντικατάστασις τοῦ τύπου τῶν Σχολείων αὐτῶν, καί β΄) ἡ »δηµιουργία τύπων Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων μή συντελούντων »ἀμέσως καί λυσιτελῶς εἰς τήν ἀποκλειστικήν παρασκευήν ἱερέων.

»Ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῶν πρώτων Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων »μέχρι σήµερον ἐδημιουργήθησαν ποικίλοι τύποι Ἐκκλησιαστικῶν »Σχολείων, ὅπως Ἱερατικαί Σχολαί, Ἱερατικά Φροντιστήρια, »Ἐκκλησιαστικαί Σχολαί, Ἱεροδιδασκαλεῖα, Ἐκκλησιαστικαί  »Γεωργικαί Σχολαί, καί οἱ τύποι οὕτοι ἐναλάσσονται κατά βραχέα »κατά τό μᾶλλον ἤ ἧττον χρονικά διαστήματα, οὕτως ὥστε νά µή »διατηρῆται ὁ τύπος ἑνός Ἐκκλησιαστικοῦ Σχολείου ὑπό ἀμετάβλητον »µορφήν ἐπί πολύ, καί νά ἀντικαθίσταται οὗτος ὑπό ἄλλου, »ἐπαναφερόµενος εἶτα καί πάλιν ἐν χρήσει καί οὕτω καθ’ ἑξῆς.

»Ἡ τοιαύτη συνεχής ἐναλλαγή τύπων ἀπεικονίζεται »ἐμφανέστατα εἰς τήν ποικιλίαν τῶν παρά Ἐκκλησιαστικῶν »Σχολείων ἐκδοθέντων Πτυχίων, ὡς καί εἰς τήν ὑπάρχουσαν σήμερον »πολυτυπίαν ἐν τῇ Ἐκκλησιαστικῇ  Ἐκπαιδεύσῃ.  Ἐάν δέ »παραλλήλως ληφθῇ ὑπ’ ὄψει καί ὁ δεύτερος λόγος, δηλαδή ἡ ὕπαρξις »σήμερον ὅπως καί ἄλλοτε Σχολείων, ὡς τά Ἱεροδιδασκαλεῖα καί αἱ »Ἐκκλησιαστικαί Γεωργικαί Σχολαί, ἅτινα δέν παρέσχον καί δέν »παρέχουσι εἰς τούς τροφίμους αὐτῶν ἀποκλειστικῶς »Ἐκκλησιαστικήν μόρφωσιν, ἀλλά καί διδασκαλικήν ἤ Γεωργικήν »καί Γεωπονικήν, κατανοεῖται ἔτι πλέον ἡ σημειωθεῖσα μέχρι τοῦδε »ἀδυναμία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως νά ἀποδώσῃ εἰς τήν »Ἐκκλησίαν καί τήν Πολιτείαν μορφωμένους Κληρικούς.

»Τούς παρακωλύσαντας τήν ἀπόδωσιν καρπῶν ἐκ μέρους τῆς »Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως παράγοντας, ἀπομακρύνων ὁ, ὑπό »κατάρτισιν Ἀν. Νόμος καί στηριζόμενος ἐπί τῆς βάσεως, ὅτι ὁ »σκοπός, τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως δέν νά εἶναι ἡ Ἱερατική »καί μόνον κατάρτισις τῶν μελλόντων νά ἱερωθῶσιν καί νά »καταταχθῶσιν εἰς τάς τάξεις τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου τῆς Ἑλλάδος, »καί κατά δεύτερον λόγον ἡ συμπλήρωσις τῆς μορφώσεως τῶν »ἐκλεγομένων δι’ Ἐφημεριακάς θέσεις καί μή χειροτονηθέντων, καί ἡ »σύν τῷ χρόνῳ μετεκπαίδευσις τῶν ἤδη ὑπηρετούντων Ἐφημερίων». (ΦΕΚ τ. Α΄ 230/7-9-1945)

* * * * *

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  • §Ε΄. Ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση σέ Κράτη- Μέλη τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως

Κρίνουμε ὅτι θά συμβάλλει στόν σχηματισμό σφαιρικῆς εἰκόνας γιά τό μελετώμενο θέμα μας νά ἀναφερθοῦμε μέ ὀλίγα στά ἰσχύοντα γιά τήν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση στά Κράτη- Μέλη τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως

  1. Καθολικοί

α΄. Σέ μερικά Καθολικά Πανεπιστήμια τῆς Εὐρώπης παρέχονται ἐξειδικευμένα Προγράμματα κατάρτισης γιά τούς ὑποψηφίους Κληρικούς.

β΄. Σέ χῶρες ὅπως ἡ Ἰταλία ὑφίσταται παράλληλα καί ὁ θεσμός τοῦ Ποντιφικοῦ Πανεπιστημίου πού ἱδρύθηκε ἀπευθείας ἀπό τήν Ἁγία Ἕδρα μέ εἰδικές Συμφωνίες. Τά Ἱδρύματα αὐτά ἔχουν σκοπό τήν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου,  τήν καλλιέργεια τῆς ἐπιστημονικῆς γνώσης καί τήν ὑψηλή ἐξειδίκευση τῶν σπουδαστῶν σύμφωνα μέ τό Καθολικό Δόγμα. Τά Ποντιφικά Πανεπιστήμια ἐπιβλέπονται ἀπό τήν Σύνοδο τῶν Ἐπισκόπων. Γιά τήν πρόσληψη, τήν διδασκαλία καί τήν ἐξέλιξη τῶν διδασκόντων ἀπαιτεῖται μία δήλωση ἀπό τήν Ἁγία Ἕδρα. Τά Πανεπιστήμια διακρίνονται σέ τρεῖς (3) κλάδους α΄. τῆς Ἱερῆς Θεολογίας, β΄. τῆς Φιλοσοφίας καί γ΄. τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου.

Ἡ ἀποστολή τῶν Σχολῶν τῆς Ἱερῆς Θεολογίας εἶναι ἡ ἐπιστημονική καί θεολογική κατάρτιση ἐκείνων πού προετοιμάζονται γιά χειροτονία ἤ προορίζονται γιά κάποια θέση τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Γιά τόν σκοπό αὐτό ὑπάρχουν εἰδικά μαθήματα καί Σεμινάρια ὥστε νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ποιμαντική προετοιμασία τῶν στελεχῶν. Μετά ἀπό ἕνα (1) χρόνο ἀπό τά συνολικά  πέντε (5) ἔτη φοιτήσεως ὁ σπουδαστής ἀποκτᾶ Εἰδικό Πτυχίο Θεολογίας.

Τό μεγάλο κῦρος αὐτῶν τῶν Ἱδρυμάτων προκύπτει ἀπό τό γεγονός ὅτι οἱ μέλλοντες Ἐπίσκοποι τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἐπιλέγονται ἀπό τούς Κληρικούς οἱ ὁποίοι διαθέτουν Διδακτορικό Δίπλωμα σέ ἕνα ἀπό τούς Κλάδους τῆς Ἱερῆς Θεολγίας ἤ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου. Ὅσοι Ἐπίσκοποι προορίζονται γιά τίς θέσεις τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Δικαστῶν καί Νομικῶν πρέπει  νά εἶναι κάτοχοι πτυχίου Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου πού μποροῦν νά ἀποκτήσουν ἐάν φοιτήσουν σέ κάποιο Ποντιφικό Πανεπιστήμιο.

Τό μοντέλο καί τό βαθμό τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως σέ διάφορες χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως καθορίζουν οἱ Συμφωνίες τῶν «Κονκορδάτων».

Ἀπό τήν Ἁγία Ἕδρα ἔχουν ὑπογραφεῖ ταυτόχρονα διμερεῖς συμφωνίες μέ πολλά Κράτη ἀλλά καί πολυμερεῖς Συμφωνίες γιά τήν Ἀκαδημαϊκή ἀναγνώριση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ἱδρυμάτων ὅπως ἡ Σύμβαση τῆς Λισσαβώνας πού ὑπεγράφη τό ἔτος 1997 ἀπό τήν Ἁγία Ἕδρα καί τούς Ἐπισκόπους τό ἔτος 2001 ὥστε οἱ Ἀκαδημαϊκοί τίτλοι τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ἐκπαιδευτικῶν Ἱδρυμάτων νά ἀναγνωρίζονται ἀπό ὅλες τίς χῶρες.

γ΄. Στήν Καθολική Ἐκκλησία μεγάλο ποσοστό τῶν Κληρικῶν ἐκπαιδεύονται στίς Ἐκκλησιαστικές Σχολές τῶν ὁποίων ἡ λειτουργία ἔχει ἐγκριθεῖ ἀπό τήν Ἁγία Ἕδρα καί κάποιες φορές οἱ Σχολές αὐτές λειτουργοῦν μέσα σέ Πανεπιστήμια. Οἱ Σχολές αὐτές πρέπει νά τηροῦν τίς προδιαγραφές τοῦ Ἀποστολικοῦ Συντάγματος (Sapientia Christiana) τοῦ Πάπα Ἰωάννου Παύλου ΙΙ (15 Ἀπριλίου 1979) τό ὁποῖο ρυθμίζει τήν ὀργάνωση τῶν Σχολῶν καί ταυτόχρονα λαμβάνει ὑπ’ ὄψιν του τίς συμφωνίες πού ἔχουν ὑπογραφεῖ ἀπό τήν Ἁγία Ἕδρα μέ διάφορα Κράτη ἤ Πανεπιστήμια.

δ΄. Ἡ  Ἱερατική Σχολή εἶναι ἕνα Ἐκκλησιαστικό Ἵδρυμα μέ σκοπό νά ἀναδεικνύει Κληρικούς τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ σπουδαστές ὀνομάζονται Ἱεροσπουδαστές καί λαμβάνουν ἱερατική καί πρακτική μόρφωση. Οἱ Ἱερατικές Σχολές ἔχουν κύκλους μαθημάτων καί σκοπό τους δέν ἔχουν ἁπλά νά ἐκπαιδεύσουν τούς ὑποψηφίους Κληρικούς γιά τόν κληρικό βίο, ἀλλά νά τόν βοηθήσουν νά ὁλοκληρωθεῖ ὡς ἄτομο ὥστε νά λάβει μία ὥριμη ἀπόφαση ἐάν ἡ χειροτονία του εἶναι κατάλληλη γιά τόν ἴδιο. Μερικές Ἱερατικές Σχολές μπορεῖ ἐπίσης νά εἶναι ἐνταγμένες μέσα σέ Πανεπιστήμια ἐνῶ τά πτυχία τους ἀναγνωρίζονται ἀπό τό Ποντιφικό Πανεπιστήμιο (στή Ρώμη) μέ τό ὁποῖο εἶναι συνδεδεμένες.

Σύμφωνα τέλος μέ στατιστικά στοιχεῖα ἀπό τό Βατικανό (Annuarium Statisticum Ecclesiae 2004) ὁ ἀριθμός τῶν Ἱερατικῶν Σχολῶν σέ παγκόσμια κλίμακα αὐξήθηκε κατά 77% μεταξύ τῶν ἐτῶν 1978-2004 καί τήν ἴδια περίοδο αὐξήθηκε καί ὁ ἀριθμός τῶν μονίνων διακόνων.    

  1. Προτεστάντες

Ἀνάλογες συμφωνίες μέ αὐτές τῶν Καθολικῶν ἔχουν ὑπογράψει καί οἱ Προτεσταντικές Κοινότητες μέ τά Κράτη πού διασφαλίζουν προνόμια γιά τήν Προτεσταντική θρησκευτική ἐλευθερία τῶν πιστῶν, ἀλλά καί τήν συνεργασία μέ τό Κράτος γιά θέματα κοινοῦ ἐνδιαφέροντος ὅπως καί αὐτό τῆς Ἐκπαιδεύσεως τῶν Παστόρων.

Οἱ Προτεστάντες ὅμως δέν ἔχουν ἕνα ὀργανωμένο ἑνιαῖο δίκτυο Ἐκπαιδεύσεως σέ σύγκριση μέ τούς Καθολικούς καί γιά τόν λόγο αὐτό εἶναι δύσκολη ἡ πλήρης καταγραφή τῶν Ἱρδυμάτων τους.

Συνήθως ὑπάρχει μιά Σύνοδος καί κάποιο ἄλλο συλλογικό ὄργανο πού ἐκπροσωπεῖται ἀπό Ἐπισκόπους, Πάστορες καί λαϊκούς. Κάποιες ἀπό αὐτές τίς Κοινότητες ἔχουν κώδικες καί κανόνες ἐνῶ κάποιες ἄλλες συντάγματα, κανόνες καί ἄλλα ρυθμιστικά ὄργανα γιά τήν διοίκησή τους καί τά θέματα πού ἀφοροῦν τήν ὀργάνωσή τους.

 

  1. Ἀναλυτικά στοιχεῖα γιά κάθε Χώρα – Μέλος τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως δημοσιεύονται στήν διδακτορική διατριβή τῆς Ξανθῆς Ἀλμπανάκη «Τό θεσμικό πλαίσιο ὀργάνωσης καί λειτουργίας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης στήν Ἑλλάδα καί σέ Κράτη τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης» Θεσσαλονίκη 2016.

 

 

  • §ΣΤ΄. Τά Νομοθετήματα περί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως ἀπό τοῦ Ὄθωνος ἕως σήμερον

Τήν περίοδο ἀπό τοῦ ἔτους 1830 πού ἱδρύθηκε τό πρῶτο «Ἐκκλησιαστικόν Σχολεῖον» ἀπό τόν Κυβερνήτη Ἰωάννη Καποδίστρια ἕως σήμερα γιά τήν μελέτη τοῦ θέματος μας θά τήν διαιρέσουμε σέ τέσσαρες περιόδους:

 

α΄. Πρώτη περίοδος ἀπό τοῦ ἔτους 1830 ὥς τοῦ ἔτους 1971

1) Ἔτος 1833 :«Περί τοῦ σχηματισμοῦ καί τῆς ἁρμοδιότητος τῆς ἐπί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς Δημοσίας Ἐκπαιδεύσεως Γραμματείας τῆς Ἐπικρατείας» (ΦΕΚ 14- 13.04.1833).

2)Ἔτος 1843 Β.Δ/13.02.1843 «Περί τοῦ Ὀργανισμοῦ ἐν Ἀθήναις Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς» (ΦΕΚ 4- 13.02.1843).

3) Ἔτος 1856 Νόμος ΤΞΖ (367) 27 Σεπτεμβρίου 1856 «Περί Ἱερατικῶν Σχολείων» (ΦΕΚ τ.Α΄, 54/5.10.1856).

4) Ἔτος 1856 Β.Δ 6.10.1856 «Περί Εἰδικῶν Πόρων διά τήν συντήρησιν τῶν Ἱερατικῶν Σχολείων» (ΦΕΚ 64/25.10.1856).

5) Ἔτος 1856 Β.Δ. /29.10.1856 «Περί τῶν προσόντων καί τῶν γνώσεων τά ὁποῖα ἀπαιτοῦνται νά ἔχουν οἱ μελλοντικοί ἱερεῖς», (ΦΕΚ 65 - 29.10.1856).

6) Ἔτος 1856 Β.Δ. 24.11.1856 «Περί τοῦ Κανονισμοῦ τῶν Ἱερατικῶν Σχολείων», (ΦΕΚ 79- 24.11.1856).

7)Ἔτος 1856 Β.Δ. /24.11.1856 «Περί συστάσεως τριῶν Ἱερατικῶν Σχολείων», (ΦΕΚ 80 - 24.11.1856).

8) Ἔτος 1857  Β.Δ. /20.05.1857 «Ἐσωτερικός Κανονισμός τῶν Ἱερατικῶν Σχολείων», (ΦΕΚ 12 - 20.05.1857).

9)Ἔτος 1886  Β.Δ. /19.05.1886 «Περί κανονισμοῦ τῆς ἐσωτερικῆς ὑπηρεσίας τοῦ Ὑπουργείου Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς Δημόσιας Ἐκπαιδεύσεως», (ΦΕΚ 126 - 19.05.1886).

10) Ἔτος 1897 Β.Δ. /11.09.1897 «Περί τῆς Σχολῆς», (ΦΕΚ 129 - 11.09.1897).

11)Ἔτος 1903 Β.Δ. /14.03.1903 «Περί προσόντων τῶν μελλόντων ἱερᾶσθαι» (ΦΕΚ 44 - 14.03.1903).

12)Ἔτος 1909 ν. 3414 /1909 ν. ΓΥΙΔ «Περί Γενικοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ταμείου καί Διοικήσεως Μοναστηρίων» (ΦΕΚ 270 - 19.11.1909).

13) Ἔτος 1915 Β.Δ. /28.10.1915 ν. ΓΥΙΔ ««Περί ἐκτελέσεως τῶν νόμων ΓΨΚΑ, ΔΙΒ, και 238 «Περί
ὀργανώσεως τῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας τοῦ Ὑπουργείου τῶν Ἐκκλησιαστικῶν καί τῆς Δημόσιας Ἐκπαιδεύσεως
» (ΦΕΚ 398 – 28.10.1915).

14)Ἔτος 1917 Β.Δ. /10.06.1917 «Περί ὀργανώσεως τῶν Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 105 - 10.06.1917).

15)Ἔτος 1918 Νόμος 1432/1918 «Περί  Ὀργανισμοῦ τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς καί ἱερατικοῦ Φροντιστηρίου (ΦΕΚ 115/26.5.1918).

16)Ἔτος 1918 Β.Δ./24.08.1918 «Περί  Ἱερατικοῦ Φροντιστηρίου» (ΦΕΚ 184/24.08.1918).

17) Ἔτος 1918 Β.Δ./09.1918 «Περί  Ὀργανισμοῦ τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς » (ΦΕΚ 195/08.09.1918).

18) Ἔτος 1919 Β.Δ./13.08.1919 «Περί  λειτουργίας μονοταξίου Ἱερατικοῦ Φροντιστηρίου πρός ἱερατικήν μόρφωσιν ἀποφοίτων γυμνασίων, διδασκαλίων κ.λπ.» (ΦΕΚ 180/13.08.1919).

19) Ἔτος 1920 ν. 1920 «Περί  παροχῆς ἐκπαιδευτικῆς ἀδείας εἰς τούς λριτουργούς τῆς δημοτικῆς ἐκπαιδεύσεως τούς κληθησομένους πρός φοίτησιν ἐν τῷ Ἱερατικό Φροντιστηρίῳ» (ΦΕΚ 8/11.01.1920).

20) Ἔτος 1921 Β.Δ./28.09.1921 «Περί  ἱερατικῶν σχολῶν καί προγράμματος τῶν ἐν αὐταῖς διδασκομένων μαθημάτων» (ΦΕΚ 182/28.09.1921).

21)Ἔτος 1921 Β.Δ./27.09.1921 «Περί  λειτουργίας τῶν Προπαρασκευαστικῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν καί τοῦ Προγράμματος αὐτῶν» (ΦΕΚ 181/27.09.1921).

22) Ἔτος 1921 ν.2677/1921 «Περί  τροποποιήσεως τοῦ νόμου 3596 περί ἐνοριακῶν ναῶν» (ΦΕΚ 147/19.08.1921).

23)Ἔτος 1921 Ν.Δ./1923 «Περί  τῶν παρά ταῖς Ἱεραῖς Μητροπόλεσι λειτουργούς τῶν προπαρασκευαστικῶν Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 390/31.12.1923).

24)Ἔτος 1925 Β.Δ./22.01.1925 «Περί  λειτουργίας Τάξεων Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 16/22.01.1925).

25)Ἔτος 1926 Β.Δ./17.03.1926 «Περί  καταργήσεως Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 94/17.03.1926)

26) Ἔτος 1927 Β.Δ./17.10.1927 «Περί κυρώσεως τοῦ ἀπό 10 Μαρτίου 1926 νόμος 3767 «Περί κυρώσεως τοῦ ἀπό 17 Ὀκτωβρίου 1927 Ν.Δ περί κυρώσεως τοῦ ἀπό 10 Μαρτίου 1926 Ν.Δ Περί καταργήσεως Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 223/17.10.1927).

27)Ἔτος 1927 Π.Δ./12.11.1927 «Περί  Ὀργανισμοῦ τῶν Δημοσίων Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 251/12.11.1927).

28)Ἔτος 1929    ν.4373/1929  «Περί  διαρρυθμίσεως τῶν σχολείων τῆς μέσης ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ  297/2008.1929).

29)Ἔτος 1929    ν.4370/1929  «Περί  τῶν δημοσίων ἱερατικῶν σχολῶν» (ΦΕΚ  303/21.08.1929).

30) Ἔτος 1930    ν.4596/1930  «Περί  Ἱεροκηρύκων» (ΦΕΚ  138/2.05.1930).

31) Ἔτος 1931    Π.Δ./07.10.1931  «Ὀργανισμός τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς » (ΦΕΚ  352/07.10.1931).

32) Ἔτος 1931    ν.4862/1931  «Περί  τῶν ξένων Σχολείων» (ΦΕΚ  2/07.01.1931).

33)Ἔτος 1931    ν.5187/1931  «Καταστατικός νόμος τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» (Ἔγινε ἀναδημοσίευσις  αὐτοῦ εἰς τό ὑπ’ ἀριθμόν 255/Α΄/1931) ΦΕΚ 224/23.07.1931 «Καταστατικός νόμος τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» ἀναδημοσίευσις ἀπό τό ἐσφαλμένο ὑπ’ ἀριθμόν 224/Α/ 1931) ΦΕΚ 255-04.08.1931.

34)Ἔτος 1932    ν.5438/1932 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τοῦ νόμου 5187 «Καταστατικός νόμος τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» ἔγινε ἀναδημοσίευσις αὐτοῦ εις τό ὑπ’ ἀριθμόν 178/1932 (ΦΕΚ 143/06.05.1932) καί  «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τοῦ νόμου 5187 «Καταστατικός νόμος τῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος » Ἀναδηοσίευσις ἀπό τό ἐσφαλμένο ὑπ’ ἀριθμόν 143/Α/1932» (ΦΕΚ 178/01.06.1932).

35) Ἔτος 1933 ν. 5802/1933 «Περί Ἱδρύσεως Παιδαγωγικῶν Ἀκαδημιῶν» (ΦΕΚ 286/29.09.1933).

36)Ἔτος 1937 Α.Ν.887/1937 «Περί τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς» (ΦΕΚ 390Α/05.10.1937).

37)Ἔτος 1940 Α.Ν.2553/1940 «Περί μορφώσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κλήρου καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐν γένει ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 294/17.10.1940).

38)Ἔτος 1942 Ν.Δ.1272/1942 «Περί συστάσεως Ἱεροδιδασκαλείου ἐν Γιαννιτσοίς καί Λαμία» (ΦΕΚ 102/28.04.1942).

39) Ἔτος 1943 ν.328/1943 «Περί ἐκκλησιαστικῶν Γεωργικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 205/14.07.1943).

40)Ἔτος 1943 ν.748 /1943 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τῶν ὑπ’ ἀριθμῶν 1272/1942 καί 1480/1942 νομοθετικῶν διαταγμάτων» (ΦΕΚ 340/12.10.1943).

41) Ἔτος 1943 ν.671/1943 «Περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» (ΦΕΚ 324/27.09.1943).

42)Ἔτος 1945 Α.Ν. 180/1945 «Περί Ἀνασυστάσεως τῆς Γενικῆς Διευθύνσεως Θρησκευμάτων» (ΦΕΚ 53/09.03.1945).

43) Ἔτος 1945 Α.Ν.536/194 «Περί ρυθμίσεως τῶν ἀποδοχῶν του Ὀρθοδόξου ἐφημεριακοῦ Κλήρου τῆς Ἑλλάδος τοῦ τρόπου πληρωμῆς αὐτῶν καί περί καλύψεως τῆς σχετικῆς δαπάνης» (ΦΕΚ 226/05.09.1945).

44)Ἔτος 1945 Α.Ν. 540/1945 «Περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ τ. Α΄ 230/07.09.1945).

45) Ἔτος 1945 Α.Ν.807/1945 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τῶν Α.Ν. 540/45 Περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 323/31.12.1945).

46) Ἔτος 1945 Α.Ν. 806/1945 «Περί συμπληρώσεως τοῦ ὑπ’ ἀριθμόν 218/1945 Α.Ν. Περί συστάσεως Ἐποπτικοῦ Συμβουλίου Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως » (ΦΕΚ 323/31.12.1945).

47) Ἔτος 1945 Β.Δ./5.12.1945 «Περί εἰσιτηρίων προαγωγικῶν καί ἀπολυτηρίων ἐξετάσεων ἐγγραφῶν κ.λπ. τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 792/05.12.1945).

48)Ἔτος 1945 Β.Δ./5.12.1945 «Περί ὀργανισμοῦ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν καί Φροντιστηρίων» (ΦΕΚ 292/05.12.1945).

49) Ἔτος 1945 Β.Δ./27.12.1945 «Διάταγμα περί προαγωγικῶν καί ἀπολυτηρίων ἐξετάσεων ἐγγραφῶν, ποινῶν κ.λπ. τοῦ ἀνωτέρου καί κατωτέρων Ἐκκλησιαστικῶν Φροντιστηρίων» (ΦΕΚ 316/27.12.1945).

50) Ἔτος 1946 Β.Δ./15.02.1946 «Περί τοῦ ἀναλυτικοῦ καί ὠρολογίου προγράμματος τῶν διδακτέων μαθημάτων τῶν Κατωτέρων Ἐκκλησιαστικῶν Φροντιστηρίων» (ΦΕΚ 48/15.02.1946).

51) Ἔτος 1946 Β.Δ./21.03.1946 «Περί τροποποιήσεως τοῦ ἀπό 14.12.1945 Β.Δ. περί προαγωγικῶν καί ἀπολυτηρίων ἐξετάσεων, ἐγγραφῶν, ποινῶν, κ.λπ. τοῦ ἀνωτέρου καί κατωτέρων Ἐκκλησιαστικῶν Φροντιστηρίων» (ΦΕΚ 108/21.03.1946).

52)Ἔτος 1946 Β.Δ./16.05.1946 «Περί τοῦ ἀναλυτικοῦ καί ὠρολογίου προγράμματος Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 171/16.05.1946).

53)Ἔτος 1946 Β.Δ./24.06.1946 «Περί τοῦ ἀναλυτικοῦ καί ὠρολογίου προγράμματος τῶν διδακτέων μαθημάτων τῶν Ἀνωτέρου Ἐκκλησιαστικοῦ Φροντιστηρίου» (ΦΕΚ 202/24.06.1946).

54)Ἔτος 1946 Α.Ν. 1124/1946 «Περί ἱδρύσεως Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς καί Κατωτέρου Ἐκκλησιαστικοῦ Φροντιστηρίου ἐν τῇ Ἱερᾷ Μονῇ Παναγίας Προυσσιωτίσσης – Προυσού καί τινων ἄλλων διατάξεων» (ΦΕΚ 107/20.03.1946).

55) Ἔτος 1946 Α.Ν. 976/1946 «Περί Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος » (ΦΕΚ 58/21.02.1946, ἀρ. 58 τεῦχος Α΄).

56)Ἔτος 1947 Ν.Δ 415/1947 «Περί ρυθμίσεως ζητημάτων τινων ἀφορώντων τήν ἐκκλησιαστική ἐκπαίδευση» (ΦΕΚ 217/14.10.1947).

57)Ἔτος 1948 ν.738/1948 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τῶν περί ΤΑΚΕ διατάξεων» (ΦΕΚ 182/13.07.1948).

58) Ἔτος 1953 ν.2366/1953 «Περί καταργήσεως φορολογικῶν ἀπαλλαγῶν καί ἐξαιρέσεων» (ΦΕΚ 83/10.04.1953).

59)Ἔτος 1957 Ν.Δ.3775/1957 «Περί ἱδρύσεως ἐν Τήνῳ Ἀνωτέρου Ἐκκλησιαστικοῦ Φροντιστηρίου» (ΦΕΚ 203/12.10.1957).

60) Ἔτος 1958 Ν.Δ. 3885/1958 (δείτε κεφάλαιο Β’) «Περί τῆς ἱδρύσεως Ἀνωτέρας Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς ἐν Θεσσαλονίκῃ καί ρυθμίσεως θεμάτων τινῶν ἀφορώντων εἰς τάς Ἐκκλησιαστικάς Σχολάς καί τά Ἐκκλησιαστικά Φροντιστήρια» (ΦΕΚ τ. Α΄ 184/31.10.1958).

61) Ἔτος 1959 Β.Δ. /22.09.1959 «Περί ἐνάρξεως καί λήξεως τοῦ ἀκαδημαϊκοῦ σχολικοῦ καί διδακτικοῦ ἔτους, τοῦ τρόπου καί χρόνου εἰσιτηρίων ἐξετάσεων ἐγγραφῶν, φοιτήσεως, προαγωγικῶν καί ἀπολυτηρίων ἐξετάσεων τῆς Ἀνωτέρας ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς Θεσσαλονίκης, τῶν ἀνωτέρων ἐκκλησιαστικῶν φροντιστηρίων καί τῶν ἐξατάξιων ἐκκλησιαστικῶν σχολῶν» (ΦΕΚ 195/22.09.1959 τ.Α΄).

62)Ἔτος 1960 Β.Δ.232/21.04.1960 «Περί τοῦ Κεντρικοῦ Ὑπηρεσιακοῦ Συμβουλίου διά τό Προσωπικόν τῆς Δημοσίας Γενικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί τῶν ἁρμοδιοτήτων αὐτοῦ καί προσωρινοῦ καθορισμοῦ διενέργειας μεταθέσεων καί προαγωγῶν τοῦ προσωπικοῦ τούτου» (ΦΕΚ 49/21.04.1960).

63) Ἔτος 1960 Β.Δ.370/14.06.1960 «Περί τῶν διδασκομένων μαθημάτων τοῦ ἀναλυτικοῦ καί Ὠρολογίου Προγράμματος τῆς Ἀνωτ. Ἐκκλ. Σχολῆς Θεσσαλονίκης, τῶν Ἀνωτ. Ἐκκλ. Φροντιστηρίων καί τῶν ἐξαταξίων Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ 81/14.06.1960).

64) Ἔτος 1962 Ν.Δ.4243/1962 «Περί συστάσεως ἐπιτροπῆς μελέτης καί ὑπόδειξιν μετταρυθμίσεων τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί ἄλλων ἐκκλησιαστικῶν νόμων» (ΦΕΚ 144/11.09.1962).

65) Ἔτος 1964 Β.Δ.244/1964 «Περί τῶν ἁρμοδιοτήτων τῶν Γενικῶν Διευθυντῶν Θρησκευμάτων καί Γενικῆς ἐπαγγελματικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί τοῦ δικαιώματος τῆς ὑπογραφῆς ἐπί τῶν ἐγγράφων κ.λπ. Ἁρμοδιότητος τοῦ Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων» (ΦΕΚ 75/07.05.1964).

66)Ἔτος 1964 N.Δ.4352/1964 «Περί διατάξεων ἀφορωσῶν τούς δημοσίους ὑπαλλήλους ὡς καί περί καταργήσεως Συμβουλίων, Ἐπιτροπῶν τῶν Δημοσίων Ὑπηρεσιῶν» (ΦΕΚ 135/17.08.1964).

67)Ἔτος 1964 Ν.Δ. 4379/1964 «Περί ὀργανώσεως καί διοικήσεως τῆς Γενικῆς (στοιχειώδους καί Μέσης Ἐκπαιδεύσεως)» (ΦΕΚ 182/24.10.1964).

68)Ἔτος 1965 Β.Δ. 442/1965 «Περί διατηρήσεως καί συνθέσεως Συμβουλίων καί Ἐπιτροπῶν ἁρμοδιότητος τοῦ Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων» (ΦΕΚ 98/31.05.1965).

69)Ἔτος 1966 Ν.Δ. 453/1965 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τοῦ Ν.Δ. 3379/1955 περί προσωπικοῦ τῆς Δημοσίας Ἐκπαιδεύσεως καί ἄλλων Διατάξεων ἀφορωσῶν τό προσωπικόν τῶν Σχολείων τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 149/05.1966).

70) Ἔτος 1966 Β.Δ. 814/1966 «Περί καθορισμοῦ ἐξεταστέας ὕλης μαθήματος Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γραμματείας εἰς τάς εἰσιτηρίους ἐξετάσεις τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολῶν καί τοῦ Ἱεροδιδασκαλείου Βελλᾶς» (ΦΕΚ 209/15.10.1966).

71)Ἔτος 1966 Ν.Δ. 4562/1966 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως διατάξεων ἀφορωσῶν εἰς τό προσωπικόν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν καί ἄλλων Ἐκκλησιαστικῶν Ὀργανισμῶν καί ρυθμίσεως Ἐκκλησιαστικῶν τινῶν ζητημάτων» (ΦΕΚ 210/15.10.1966).

72)Ἔτος 1966 Ν.Δ. 4589/1966 «Περί ρυθμίσεως Ἐκκλησιαστικῶν ζητημάτων καί ἄλλων τινῶν διατάξεων» (ΦΕΚ 239/10.11.1966).

73)Ἔτος 1967 Α.Ν. 137/1967 «Περί προσόντων καί χειροτονίας Κληρικῶν καί περί ρυθμίσεως Ἐκκλησιαστικῶν τινῶν ζητημάτων» (ΦΕΚ 169/03.10.1967).

74) Ἔτος 1967 Α.Ν. 192/1967 «Περί ἱδρύσεως καί λειτουργίας Ἀνωτάτης Σχολῆς Ὀρθοδόξων Σπουδῶν ὑπό τήν ὀνομασίαν Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία» (ΦΕΚ 202/18.11.1967).

75) Ἔτος 1968 Β.Δ. 45/1968 «Περί ἱδρύσεως καί λειτουργίας ἐν Τήνῳ Ἀνωτέρου Ἱερατικοῦ Φροντιστηρίου» (ΦΕΚ 15/24.01.1968).

76) Ἔτος 1969 Ν.Δ. 126/1969 «Περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» (ΦΕΚ 27/17.02.1969).

77) Ἔτος 1970 Β.Δ. 838/1970 «Περί ἐγκρίσεως συστάσεως ἐν Γωνιᾷ Χανίων Κρήτης ὑπό τήν ἐπωνυμίαν Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης καί κυρώσεως τοῦ ὀργανισμοῦ αὐτοῦ» (ΦΕΚ 29/31.12.1970).

78) Ἔτος 1970 Ν.Δ. 407/1970 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως διατάξεων τινῶν τοῦ Ν.Δ. 126/1969 Περί Καταστατικοῦ Χάρτη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» (ΦΕΚ 9/15.01.1970).

β΄. Δεύτερη περίοδος ἀπό τοῦ ἔτους 1971 ὥς τοῦ ἔτους 1976.

Κατά τήν πενταετία αὐτή ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση ὑπήγοταν ἀπ’ εὐθείας στήν Ἐκκλησία:

79)Ἔτος 1971 Ν.Δ. 876/1971 «Περί τῆς ὑπαγωγῆς τῆς δημοσίας ἐκκλησιαστικῆς ἐκπαιδεύσεως εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος καί ἄλλων τινῶν συναφῶν διατάξεων» (ΦΕΚ τ. Α΄ 95/17.05.1971) (ὑπαγωγή Δευτεροβάθμιας Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης ἀπό Κράτος σέ Ἐκκλησία).

80)Ἔτος 1971 Ν.Δ. 842/1971 «Περί ἀναδιοργανώσεως τῶν παιδαγωγικῶν Ἀκαδημιῶν καί συμπληρώσεως τῆς περί αὐτῶν κειμένης νομοθεσίας» (ΦΕΚ τ.Α΄ 37/16.02.1971).

81)Κανονισμός ΔΙΣ 21/1971 (Διάρθρωση Δευτεροβάθμιας Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης ὑπό τήν Ἐκκλησία) «Περί Ἐκκλησιαστικῆς Παιδείας» (ΦΕΚ τ. Α΄ 133/9.07.1971).

82)Κανονισμοί ΔΙΣ 23 καί 24/1971 «23. Περί Ἀνωτέρων Ἱερατικῶν Σχολῶν» καί «24. Περί Μέσης Νυκτερινῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς» (ΦΕΚ τ. Α΄ 134/12.07.1971).

83)Κανονισμός ΔΙΣ 22/1971 «23. Περί Μέσων Ἑπταταξίων Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ τ. Α΄ 138/14.07.1971).

84)Ἔτος 1972 Β.Δ. 373/1972 «Περί ἀντιστοιχείας τῶν τίτλων σπουδῶν τῶν Μέσων Ἑπταταξίων Ἱερατικῶν Σχολῶν» (ΦΕΚ τ.Α΄ 88/19.06.1972).

85)Ἔτος 1973 Ν.Δ. 228/1973 «Περί τροποποιήσεως καί συμπληρώσεως τῆς περί τοῦ Ταμείου Ἀσφαλίσεως Ὀρθοδόξου Ἐφημεριακοῦ Κλήρου τῆς Ἑλλάδος (ΤΑΚΕ)» (ΦΕΚ 284/05.10.1973).

86)Ἔτος 1975 ν.151/1975 «Περί ἱδρύσεως τμήματος Ἱερατικῆς Ἐπιμόρφωσης εἰς τάς Θεολογικάς Σχολάς τῶν Πανεπιστημίων Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης» (ΦΕΚ 181/29.08.1975).

γ΄. Τρίτη περίοδος ἀπό τοῦ ἔτους 1976 ὁπότε ὑπανυπήχθη στό Ὑπουργεῖο Παιδείας ὥς τοῦ ἔτους 2006 μέ τήν ψηφίση τοῦ Ν. 3432/2006

87)Ἔτος 1976 Π.Δ. 147/1976 «Περί τοῦ ὀργανισμοῦ τῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας τοῦ Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Παιδείας καί Θρησκευμάτων» (ΦΕΚ 56/15.03.1976).

88)Ἔτος 1976 Π.Δ. 178/1976 «Περί ἐπαναφορᾶς εἰς λειτουργίαν Σχολείων Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί μετατροπῆς αὐτῶν εἰς Μέσα Ἐκκλησιαστικά Φροντιστήρια» (εἰσήγαγε ἕναν νέο τύπο Φροντιστηρίων καί ἕξι Σχολεῖα καί Σχολές πού εἶχαν καταργηθεῖ μέ τό Β.Δ. 187 ἀναστολῆς λειτουργίας Σχολείων τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως) (ΦΕΚ 65/20.03.1976).

89)Ἔτος 1976 ν.389/1976 «Περί καθορισμοῦ τοῦ ὕψους τῆς ἐπιχορηγήσεως πρός τήν Ἱεράν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διά τήν ἀντιμετώπισιν δαπανῶν λειτουργίας τῶν Σχολείων Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως » (ΦΕΚ 195/27.07.1976).

90)Ἔτος 1976 ν.346/1976 «Περί τρόπου πληρώσεως ἐφημεριακῶν τινῶν θέσεων καί συστάσεως εἰδικῶν Σχολῶν Ἱερατικῆς Μορφώσεως» (ΦΕΚ 142/10.06.1976).

91)Ἔτος 1976 Π.Δ.178/1976 «Περί ἐπαναφορᾶς εἰς λειτουργίαν σχολείων Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί μετατροπῆς αὐτῶν εἰς μέσα ἐκκλησιαστικά φροντιστήρια» (ΦΕΚ 65/20.03.1976).

92)Ἔτος 1976 ν.309/1976 «Περί Ὀργανώσεως καί διοικήσεως τῆς γενικῆς ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 100/30.04.1976).

93)Ἔτος 1976 Ν. 476/1976 «Περί διαρθρώσεως τῶν θέσεων τοῦ διδακτικοῦ καί διοικητικοῦ προσωπικοῦ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως» (Ἐπιστροφή Δευτεροβάθμιας Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης ἀπό Ἐκκλησία σέ Κράτος) «Περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως » (ΦΕΚ τ. Α΄ 308/18.11.1976)

94)Ἔτος 1977 Π.Δ. 292/1977 «Περί διαρθρώσεως τῶν θέσεων τοῦ διδακτικοῦ καί διοικητικοῦ προσωπικοῦ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 95/01.04.1977).

95)Ἔτος 1977 Π.Δ. 434/1977 «Περί ἱδρύσεως Ποιμαντικοῦ τμήματος εἰς τάς Θεολογικάς Σχολάς τῶν Πανεπιστημίων Ἀθηνῶν καί Θεσσαλονίκης» (ἱδρύθηκε Ποιμαντικόν Τμῆμα) (ΦΕΚ 134/18.05.1977).

96) Ἔτος 1977 ν.590/1977 «Περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ΦΕΚ τ.Α΄ 146/31.05.1977).

97)Ἔτος 1977 ν.682/1977 «Περί ἰδιωτικῶν σχολείων γενικῆς ἐκπαιδεύσεως καί σχολικῶν οἰκοτροφείων» (ΦΕΚ 244/01.09.1977).

98) Ἔτος 1977 Π.Δ. 1025/1977 «Περί μετατροπῆς τοῦ τύπου Σχολείων Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως, ὀργανώσεως αὐτῶν καί συμπληρώσεως τῶν διατάξεων τοῦ Π.Δ. 292/1977» (Διάρθρωση Δευτεροβάθμιας Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης ὑπό τό Κράτος) (ΦΕΚ τ. Α΄ 344/10.11.1977).

99)Ἔτος 1977 Π.Δ. 292/1977 «Περί διαρθρώσεως τῶν θέσεων τοῦ διδακτικοῦ καί διοικητικοῦ προσωπικοῦ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως» (ΦΕΚ 95/01.04.1977).

100) Ἔτος 1978 Π.Δ. 182/1978 «Περί τοῦ Κανονισμοῦ τῆς Ἰσραηλιτικῆς Κοινότητος Ἀθηνῶν» (ΦΕΚ 40/22.03.1978).

101)Ἔτος 1978 ν.817/1978 «Περί ρυθμίσεως ἑνιαίων ἐκπαιδευτικῶν καί ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων» (ΦΕΚ 170/05.10.1978).

102)Ἔτος 1979 Π.Δ. 104/1979 «Περί σχολικοῦ καί διδακτικοῦ ἔτους ὑπηρεσιακῶν βιβλίων ἐγγράφων, μεταγγραφῶν φοιτήσεως, διαγωγῆς καί τιμητικῶν διακρίσεων τῶν σχολείων μέσης γενικῆς ἐκπαιδεύσεως » (ΦΕΚ 23/07.02.1979).

103) Ἔτος 1982 1268/1982 «Γιά τή δομή καί λειτουργία τῶν Ἀνωτάτων Ἐκπαιδευτικῶν Ἱδρυμάτων» (ΦΕΚ 87/16.07.1982).

104)Ἔτος 1985 ν. 1566/1985 (ἄρθρο 69) «Δομή καί λειτουργία τῆς πρωτοβάθμιας καί δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ τ. Α΄ 167/30.09.1985).

105) Ἔτος 1986 ν. 1674/1986 «Ρύθμιση θεμάτων ΑΕΙ καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 203/24.12.1986).

106)Ἔτος 1989 Π.Δ. 468/1989 «Ρύθμιση θεμάτων Προσωπικοῦ Παιδαγωγικῶν Ἀκαδημιῶν, τῶν Σχολῶν Νηπιαγωγῶν καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Παιδαγωγικῶν Ἀκαδημιῶν» (ΦΕΚ τ. Α΄ 204/18.09.1989)

107)Ἔτος 1990 Π.Δ. 130/1990 «Προϋποθέσεις καί διαδικασία ἐξομοίωσης τῶν ἀποφοίτων τῶν Παιδαγωγικῶν Ἀκαδημιῶν καί τῶν σχολῶν νηπιαγωγῶν πρός τούς πτυχιούχους τῶν Παιδαγωγικῶν τμημάτων τῶν ΑΕΙ» (ΦΕΚ 52/06.04.1990).

108)Ἔτος 1991 ν.1920/1991 «Κύρωση τῆς ἀπό 24 Δεκεμβρίου 1990 Πράξης Νομοθετικοῦ περιεχομένου περί Μουσουλμάνων θρησκευτικῶν λειτουργῶν» (ΦΕΚ 182 τ.Α΄) δημοσιεύθηκε στό ΦΕΚ 11/04.02.1991).

109) Ἔτος 1991 ν.1946/1991 «Γενικά Ἀρχεῖα τοῦ Κράτους (Γ.Α.Κ.) καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ τ.Α΄ 69/14.05. 1991).

110)Ἔτος 1992 ν.2009/1992 «Ἐθνικό σύστημα ἐπαγγελματικῆς ἐκπαίδευσης καί κατάρτισης καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 18/14.02. 1992).

111) Ἔτος 1997 ν.2525/1997 «Ἑνιαῖο Λύκειο, πρόσβαση τῶν ἀποφοίτων του στήν τριτοβάθμια ἐκπαίδευση. Ἀξιολόγηση τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 188/23.09. 1997).

112)Ἔτος 1998 Π.Δ. 407/1998 (Ἐξετάσεις σέ 4τάξια Ἑνιαία Ἐκκλησιαστικά Λύκεια κατόπιν μεταρρύθμισης Ἀρσένη (ν. 2525/1997) «Γιά τή λειτουργία καί τά Ἀναλυτικά Προγράμματα τῶν Ἑνιαίων Ἐκκλησιαστικῶν Λυκείων» (ΦΕΚ τ. Α΄ 287/23.12.1998).

113) Ἔτος 1998 ν.2621/1998 «Ρύθμιση θεμάτων ὀργάνωσης καί λειτουργίας τῶν Τεχνολογικῶν Ἐκπαιδευτικῶν Ἱδρυμάτων καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 136/23.06. 1998).

114) Ἔτος 2001 Π.Δ. 50/2001 «Καθορισμός τῶν προσόντων διορισμοῦ σέ θέσεις φορέων τοῦ δημοσίου τομέα» (ΦΕΚ 39/05.03. 2001 στίς 07.03.2001).

115) Ἔτος 2001 Π.Δ. 73/2001 «Κανονισμός Σπουδῶν καί Κανονισμός λειτουργία τῶν Οἰκοτροφείων καί Ἀνωτέρων Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων» (ΦΕΚ 64/02.04.2001 στίς 04.04.2001)

116)Ἔτος 2001  Π.Δ. 215/2001 (Ἀξιολόγηση μαθητῶν σέ 4τάξια Ἑνιαία Ἐκκλησιαστικά Λύκεια κατόπιν μεταρρύθμισης Ἀρσένη (ν. 2525/1997) «Ἀξιολόγηση τῶν μαθητῶν τοῦ Ἑνιαίου Ἐκκλησιαστικοῦ Λυκείου» (ΦΕΚ τ. Α΄ 167/25.07.2001).

117) Ἔτος 2001 ν. 2942/2001 «Πρόσληψη ἀναπληρωτῶν ἐκπαιδευτικῶν γιά τό Πρόγραμμα Ὀλυμπιακῆς Ἐκπαίδευσης καί γιά τίς ἀνάγκες τῶν σχολείων καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 202/12.09.2001 στίς 17.09.2001).

118) Ἔτος 2002 ν.3027 /2002 «Ρύθμιση θεμάτων ὀργανισμοῦ σχολικῶν κτιρίων, Ἀνωτάτης Ἐκπαίδευσης καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 152/28.06.2002 στίς 02.07.2002).

119) Ἔτος 2002 ν.3051/2002 «Συνταγματικά κατοχυρωμένες ἀνεξάρτητες ἀρχές, τροποποίηση καί συμπλήρωση τοῦ συστήματος προσλήψεων στό δημόσιο τομέα καί συναφείς ρυθμίσεις» (ΦΕΚ 220/20.09.2002 στίς 24.09.2002).

120)Ἔτος 2003 ν.3187/2003 «Ἀνώτατα στρατιωτικά ἱδρύματα ΑΣΕΙ» (ΦΕΚ 233/07.10.2003 στίς 13.10.2003).

121) Ἔτος 2005 ν. 3413/2005 «Τροποποίηση διατάξεων τοῦ ν. 3187/2003 γιά τά ἀνώτατα στρατιωτικά ἐκπαιδευτικά ἱδρύματα ΑΣΕΙ» (ΦΕΚ 278/09.11.2005 στίς 16.11.2005).

122) Ἔτος 2005 Π.Δ. 129/2005 « Τροποποίηση τῶν διατάξεων τοῦ Π.Δ. 292/1977 (ΦΕΚ 92 Α) περί διαρθρώσεως τῶν θέσεων τοῦ διδακτικοῦ καί διοικητικοῦ προσωπικοῦ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως, ὅπως οἱ παράγραφοι 2 καί 3 τοῦ ἄρθρου 4 συμπληρώθηκαν καί τό ἄρθρο 5 ἀντικαταστάθηκε μέ τό Π.Δ. 332/1998» (ΦΕΚ 223 τ.Α΄) (ΦΕΚ 182/2.07.2005 στίς 27.07.2005).

δ΄. Τετάρτη περίοδος ἀπό τοῦ ἔτους 2006 ἕως σήμερον

123) Ἔτος 2006 ν. 3432/2006  «Δομή καί Λειτουργία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης» (Νόμος ἐπί Ἀρχιεπισκοπείας Μακαριστοῦ Χριστοδούλου) (ΦΕΚ τ. Α΄ 14/03.02.2006 στίς 08.02.2006).

124)Ἔτος 2006 ν.3467/2006 «Ἐπιλογή στελεχῶν πρωτοβαθμίας καί δευτεροβαθμίας ἐκπαίδευσης, ρύθμιση θεμάτων διοίκησης τῆς ἐκπαίδευσης καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 128/21.06.2006 στίς 30.06.2006).

125)Ἔτος 2007 ν.3536/2007 «Εἰδικές ρυθμίσεις μεταναστευτικῆς πολιτικῆς καί λοιπῶν ζητημάτων ἁρμοδιότητος Ὑπουργείου Ἐσωτερικῶν, Δημοσίας Διοίκησης καί Ἀποκέντρωσης» (ΦΕΚ 42/23.02.2007 στίς 28.02.2007).

126)Ἔτος 2010 ν.3448/2010 «Ἀναβάθμιση τοῦ ρόλου τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ - καθιέρωση κανόνων ἀξιολόγησης καί ἀξιοκρατίας στήν ἐκπαίδευση καί λοιπές διατάξεις» (ἄρθρα 39 καί 40, Νόμος Διαμαντοπούλου) (ΦΕΚ τ. Α΄ 71/19.05.2010 στίς 19.05.2010).

127)Ἔτος 2010 ν.3833/2010 «Προστασία τῆς Ἐθνικῆς Οἰκονομίας - Ἐπείγοντα μέτρα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς δημοσιονομικῆς κρίσης» (ΦΕΚ 40/15.03.2010).

128) Ἔτος 2011 ν. 3986/2011 «Ἐπείγοντα μέτρα ἐφαρμογῆς μεσοπροθέσμου πλαισίου δημοσιονομικῆς στρατηγικῆς 2012-2015» (ΦΕΚ 152/01.07.2011).

129) Ἔτος 2011 ν.4024/2011 «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, ἑνιαῖο μισθολόγιο-βαθμολόγιο, ἐργασιακή ἐφεδρεία καί ἄλλες διατάξεις ἐφαρμογῆς τοῦ μεσοπροθέσμου πλαισίου δημοσιονομικῆς στρατηγικῆς 2012-2015» (ΦΕΚ 226/27.10.2011).

130)Ἔτος 2013 Π.Δ. 152/2013 «Ἀξιολόγηση τῶν ἐκπαιδευτικῶν Πρωτοβαθμίας καί Δευτεροβαθμίας Ἐκπαίδευσης» (ΦΕΚ 240/05.11.2013 στίς 05.11.2013).

131)Ἔτος 2013 ν.4115/2013 «Ὀργάνωση καί λειτουργία Ἱδρύματος Νεολαίας καί διά Βίου μάθησης  τοῦ Ἐθνικοῦ Ὀργανισμοῦ πιστοποίησης προσόντων καί ἐπαγγελματικοῦ προσανατολισμοῦ καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 24/30.01.2013 στίς 30.01.2013).

132)Ἔτος 2014 ν. 4301/2014 «Ὀργάνωση τῆς νομικῆς μορφῆς τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων καί τῶν ἑνώσεών τους στήν Ἑλλάδα καί ἄλλες διατάξεις ἁρμοδιότητας Γενικῆς Γραμματείας Θρησκευμάτων καί λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ 223/07.10.2014 στίς 07.10.2014).

Ἀπό τήν παράθεση τῶν ἐκδοθέντων Νομοθετημάτων προκύπτουν τά ἑξῆς ὅτι:

α΄. Παρατηροῦμε μία συνεχῶς μεταβαλλομένη μορφή καί δομή τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως πού ἐπέδρασε ἀρνητικῶς στήν ἐξασφάλιση στελεχῶν γιά τήν ἐπιτέλεση τῆς ἀποστολῆς τῆς Ἐκκλησίας.

β΄. Ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ἀνέλαβε τήν ὀργάνωση καί χρηματοδότηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως γιά δικούς της λόγους πού εἶναι προφανεῖς. Ὀλίγον ἐνδιαφερόταν νά καλύψει τίς ἀνάγκες τῶν πιστῶν. Ἀφοῦ ἰδιοποιήθηκε τήν περιουσία  τῶν Μονῶν ἀκόμη καί τίς χορηγίες τῶν εὐσεβῶν  ἀφήρησε ζηλοτύπως ἀπό τήν Ἐκκλησία τήν δυνατότητα νά μορφώσει καί νά ἐκπαιδεύσει τά στελέχη της. Τήν ἔσυρε ἱκέτιδα τῆς φιλοτιμίας τῶν ἑκάστοτε κυβερνώντων νά παρακαλεῖ γιά ὀλίγα ψιχία τῆς κρατικῆς ἐπιχορηγήσεως.

Τά ὀφέλη γιά τήν Πολιτεία ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική περιουσία ἔχουν καταγραφεῖ ἀπό τόν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμο καί Προκαθήμενο καί Πρόεδρο τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας μας στίς γνωστές σ’ ὅλους μας μελέτες του   

γ΄. Ὅσον ἡ Ἐκκλησία ἐκχωρεῖ ἁρμοδιότητες ἀπό τήν ἀποστολή  Της τόσον τά πράγματα θά περιπλέκονται ἀποβαίνοντα ἐπιζημίως γιά τήν ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας (παύση Μητροπολιτῶν, καθαίρεση Κληρικῶν μέ νόμο κι ὄχι μέ ἐκκλησιαστική δίκη καί ἀκύρωση ἀποφάσεων ἐκκλησιαστικῶν Ὀργάνων ἀπό τό Ἀνώτατο Ἀκυρωτικό Δικαστήριο). 

* * * * *

 

 

 

  • §ΣΤ΄. Ἀνασκόπηση τῆς ὑφισταμένης καταστάσεως τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως

Στήν συνέχεια καταθέτουμε ὁρισμένες θέσεις – προτάσεις πού ἀφοροῦν στήν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση, Δευτεροβάθμια, Μεταδευτεροβάθμια καί τήν Ἐπιμόρφωση τῶν Κληρικῶν στίς ὁποῖες συνδυάζονται οἱ ἐμπειρίες ἀπό τίς λειτουργοῦσες Δομές τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως, ἀλλά καί τίς ἐπιδιώξεις γιά τό μέλλον της.

  1. Τήν φθίνουσα πορεία τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων, πού ἐπιβεβαιώθηκε στό παρελθόν μέ τήν παύση τῶν λειτουργουσῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολικῶν Μονάδων, καί τήν μείωση τῶν φοιτώντων σ’ αὐτές μαθητῶν, φαίνεται ὅτι ἐπιβράδυναν χωρίς νά τήν ἀνακόψουν ὁλοσχερῶς οἱ ἑξῆς παράγοντες:

α΄. Ὅτι τά σχολεῖα αὐτά, ἐνῷ λέγονται ἐκκλησιαστικά καί ὁ χαρακτηρισμός αὐτός δηλώνει τόν σκοπό γιά τόν ὁποῖο λειτουργοῦν, νά ἐκπαιδεύσουν δηλαδή τούς νέους πού ἐπιθυμοῦν νά ἀναλάβουν ἱερατικά καθήκοντα, παρά ταῦτα δέν φοιτοῦν σ’ αὐτά μόνο ἤ μᾶλλον ὀλιγοστοί μαθητές πού διαθέτουν κλίση πρός τήν ἱερωσύνη καί ἐπιθυμοῦν νά ἱερωθοῦν.  Ἀπό τοῦ ἔτους 2013 ἐγγράφονται καί φοιτοῦν στά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα ἀκόμη καί θήλεις πού ἀποκλείονται τῆς χειροτονίας κατά τούς Ἱερούς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας διότι, ὅπως δηλώνουν οἱ ἁρμόδιοι, ὁ σκοπός λειτουργίας τῶν Σχολείων αὐτῶν ἔχει διευρυνθεῖ ἀφοῦ καλλιεργοῦν γενικοτέρως τήν χρηστοήθεια καί καταρτίζουν τούς μαθητές τους μέ  τίς ἀρχές τῆς Ἐκκλησίας. Οὕτως δέν ξενίζει ἡ φοίτηση θηλέων στά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα.

Γι’ αὐτό καί ὅσοι ἐπιδιώκουν νά ἀποδοθεῖ στόν χαρακτηρισμό  «Ἐκκλησιαστικό Σχολεῖο» αὐτή ἡ διευρυμένη ἑρμηνεία ἀποσύνδεσαν τόν ὅρο «Ἐκκλησιαστικό Σχολεῖο» ἀπό τήν ἱερωσύνη. Γιά τόν σκοπό τῆς καλλιεργείας τῶν ἱερατικῶν κλίσεων εἰσήγαγαν τόν ὅρο «Ἱερατικό Σχολεῖο», θεωροῦντες, ὅτι αὐτός ὁ χαρακτηρισμός στά Σχολεῖα αὐτά ἀνταποκρίνεται στόν σκοπό τῆς φοιτήσεως μαθητῶν ἐπιθυμούντων νά χειροτονηθοῦν Ἱερεῖς. Θεωροῦν,  ὅτι ἐφ’ ὅσον τά ὀνομαζόμενα «Ἐκκλησιαστικά»  Σχολεῖα ἔχουν εὐρύτερους σκοπούς καί  δέν εἶναι «Ἱερατικά», δέν παράγουν δηλαδή Ἱερεῖς, τότε οὐδέν ἐμπόδιο ὑφίσταται νά μετατραποῦν ἀφ’ ἑνός μέν σέ μεικτά ἀφ’ ἑτέρου σέ «Σχολεῖα ἀριστείας» πού θά ἔχουν καί οἱονδήποτε ἄλλο σκοπό καί χαρακτήρα.

β΄. Ἡ φοίτηση στά «Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα» καί θηλέων μέ τήν ἐπίκληση τῶν διατάξεων τοῦ Συντάγματος, ὅτι ἡ φοίτηση σ’ αὐτά θηλέων εἶναι σύμφωνη μέ τό Σύνταγμα. Ἔχει καταστεῖ γνωστόν, ὅτι Διευθυντές καί Καθηγητές τῶν Σχολείων αὐτῶν, ὅπως καί διοικητικοί καί ὑπηρεσιακοί παράγοντες παρεκίνησαν καί προσείλκυσαν θήλεις, νά ἐγγραφοῦν καί νά φοιτήσουν στά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα, ὥστε νά συμπληρωθεῖ ὁ ἀπαιτούμενος ἀπό τό νόμο ἀριθμός μαθητῶν γιά τήν λειτουργία τοῦ Σχολείου. Σέ Σχολεῖο πού κατέστη σαφές, ὅτι σ’ αὐτά τά Σχολεῖα φοιτοῦν οἱ μέλλοντες νά γίνουν Ἱερεῖς οἱ θήλεις δέν ἐξεδήλωσαν ἐνδιαφέρον, ὡστόσο ὅμως ἡ φοίτηση θηλέων σ’ ὅλα τά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα θά ἐπιβληθεῖ καί ὅπου ὑπάρξουν ἀντιδράσεις θά ἐπιβληθοῦν κυρώσεις.

Βεβαίως σ’ ἕνα Σχολεῖο πού ἐπιδιώκει συγχρόνως πρός τήν μετάδοση τῶν γνώσεων καί τήν καλλιέργεια τοῦ ἤθους οὐδείς δύναται νά προβάλει ἀντιρρήσεις. Ἀλλά ἀπό τό Σχολεῖο αὐτό ἡ Ἐκκλησία ἀναμένει νά προέλθουν οἱ Ποιμένες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ ἐπιδίωξη πού δυστυχῶς ὑποτιμᾶται, ὑποβαθμίζεται καί ἐγκαταλείπεται τυγχάνει πολύ ἀνωτέρα ἔναντι τῆς χρηστοήθειας.

Συνεπῶς ὀφείλουμε νά διεκδικήσουμε ἀπό τήν Πολιτεία νά λειτουργήσουν Σχολεῖα ἤ ὅπως τά ὀνομάσει πού θά δίδουν στήν Ἐκκλησία Ἱερεῖς καί στούς πιστούς Ποιμένες.

γ΄. Ὅτι ἡ φοίτηση σ’ αὐτά θεωρεῖται ἀσφαλεστέρα γιά τούς μαθητές ἕνεκα

-i- τοῦ καλλιεργουμένου γενικωτέρου ἤθους στούς μαθητές τους

-ii- τῶν  ἐπικρατουσῶν συνθηκῶν, διότι λειτουργοῦν χωρίς καταλήψεις καί ἄλλες πρακτικές πού ταλανίζουν τά Σχολεῖα τοῦ Δημοσίου

Οἱ ἀναφερθέντες παράγοντες ἐπέδρασαν ὡς ἐπιβραδυντῆρες τῆς καθοδικῆς πορείας τῶν Σχολείων.

Οὕτως εὐκαιρίας δοθείσης δηλοῦται ὑπό ἁρμοδίων παραγόντων Διευθυντῶν, Καθηγητῶν καί διοικητικῶν ὑπαλλήλων, ὅτι τά «Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα» δέν εἶναι «Ἱερατικά Σχολεῖα», πού καλλιεργοῦν τήν ὑπάρχουσα κλίση πρός τήν ἱερωσύνη στούς μαθητές τους καί προετοιμάζουν τούς μέλλοντες νά ἱερωθοῦν, ἀλλά Σχολεῖα, ὅπως τά λοιπά καί μάλιστα Σχολεῖα πού ἐπιδιώκουν τίς ἐπιδόσεις καί τήν ἀριστεία. Δέν ἀποστρεφόμεθα οὔτε τίς ἐπιδόσεις, οὔτε τήν ἀριστεία, ἀλλά προτάσσουμε αὐτῶν τῶν ὄντων ἀγαθῶν καί ὑψηλῶν σκοπῶν τήν καλλιέργεια τῶν ἱερατικῶν κλίσεων.

Ὡστόσον ὅμως ἐνῶ τά Σχολεῖα αὐτά δέν ἐκπληρώνουν αὐτό τόν συγκεκριμένο σκοπό συστάσεώς τους θεωρούμενα ὡς «Ἐκκλησιαστικά» ἀπορροφοῦν τά σχετικά κονδύλια τῆς κρατικῆς ἐπιχορηγήσεως χωρίς νά προσφέρουν στήν Ἐκκλησίαν τά ἀναμενόμενα στελέχη.

Στόν προσαρτώμενο στό Παράρτημα τῆς παρούσης Εἰσηγήσεως  Πίνακα ἀναφέρονται ἀναλυτικῶς οἱ δαπάνες πού καταβάλλονται ἀπό τό Ὑπουργεῖο γιά μισθούς διδασκόντων καί λειτουργικά ἔξοδα. 

Συνεπῶς ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση ὀφείλει νά μήν παραμελεῖ αὐτό τόν σκοπό τῆς καλλιεργείας καί περαιτέρω ἀναπτύξεως τῆς ἱερατικῆς κλίσεως τῶν μαθητῶν αὐτῶν τῶν Σχολείων.

*****

  1. Ἕνας σημαντικός παράγοντας ὁ ὁποῖος ἄν δέν ἀποπροσανατολίζει τούς μαθητές πού φοιτοῦν στά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα ἐκ τῆς ἱερωσύνης πάντως, δέν συντηρεῖ καί δέν ἀναπτύσσει τήν ἔφεση τους εἶναι τό ἐκπαιδευτικό προσωπικό.

Πολλοί ἀπό τούς ὑπηρετοῦντες στά Σχολεῖα ἐκπαιδευτικοί αὐτά ἐπιδιώκουν νά διδάξουν σ’ αὐτά, ὄχι ἐπειδή θέλουν νά ἐργασθοῦν γιά νά μορφώσουν τούς μέλλοντες Ἱερεῖς, ἀλλά ἐξ ἄλλων λόγων ἐντελῶς ἰδιοτελῶν.

Συνεπῶς ἀπαιτεῖται ἐκπαιδευτικό προσωπικό τό ὁποῖο θά ἐνστερνίζεται τό ὄραμα καί τό σκοπό τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί θά τόν ὑπηρετεῖ μέ συνέπεια καί ὑπευθυνότητα ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία καί τήν Πολιτεία.

*****

3.Στήν λειτουργοῦσα Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευσι κατά τόν Ν.3432/2006 ἡ Ἱερά Σύνοδος καί κατ’ ἐπέκταση οἱ  ἑκασταχοῦ Ἐκκλησιαστικές Ἀρχές  οὐδεμία ἁρμοδιότητα παραχωροῦν εἴτε εἰς τά Κεντρικά Ὄργανα εἴτε στά Τοπικά. Ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση λειτουργεῖ ἐρήμην τῆς Ἱερᾶς Συνόδου.  Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀποκλείσθηκε ἀπ’ αὐτά διά τυμπανοκρουσιῶν. Μάλιστα εἶναι γνωστή ἡ προσπάθεια νά ἐμποδισθεῖ καί ἡ ἁπλή ἐπικοινωνία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μετά τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων καί μέ τήν ἀπειλή ἐπιβολῆς κυρώσεων στούς Διεθυντές πού θά ἀνταποκριθοῦν σέ αἰτήματα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, διότι ὡς δηλώθηκε σ’ αὐτούς ἡ Ἱερά Σύνοδος θεωρεῖται ὡς ἄσχετος ἐξωσχολικός παράγοντας.

Βεβαίως ἡ Πολιτεία ἔχει τήν εὐθύνη γιά τήν λειτουργία τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων. Ἡ Ἱερά Σύνοδος ὅμως εἶναι ἁρμοδία νά εἰσηγηθεῖ τά λυσιτελῆ πρός ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ λειτουργίας αὐτῶν τῶν Σχολείων, νά ἐμπνεύσει τό ἦθος καί τό βίωμα στούς μαθητές τους πέραν τοῦ ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος στεγάζει τά Σχολεῖα καί συμβάλλει στήν συντήρηση  τῶν Οἰκοτροφείων.

Ὅταν ἡ Πολιτεία δηλώνει, ὅτι εἶναι οὐδετερόθρησκη, πού σημαίνει ἄθρησκη καί ἄθεη, πῶς εἶναι δυνατόν νά θεωρηθεῖ κατάλληλη νά μορφώσει θρησκευτικούς λειτουργούς; Ἡ ἀπουσία τῆς Ἐκκλησίας ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση καθιστᾶ τό ἐγχείρημα χωλό καί ἄπνουν, τελικῶς μάλιστα καί ἀτελέσφορο.

Βεβαίως στό ἰσχῦον νομικό καθεστώς ἡ Πολιτεία ὀφείλει νά σέβεται καί τήν θρησκευτική ἐλευθερία καί τήν αὐτοδιοίκηση τῶν Ἐκκλησιῶν. Δέν νοεῖται ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νά μήν ἔχει ἴσα δικαιώματα μέ τά ἄλλα θρησκεύματα πού ὑπάρχουν στό Κράτος καί νά κρατεῖται δεσμία καί αἰχμάλωτος ἀθέων πολιτειοκρατικῶν ἀντιλήψεων.

Ἡ Πολιτεία ὀφείλει νά ἐμπιστευθεῖ τήν Ἐκκλησία στά θέματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως. καί νά θεσμοθετήσει ἐπίσημα τήν συνεργασία μετ’ Αὐτῆς μέ εἰλικρινεία καί πλήρη ἐμπιστοσύνη, σεβομένη τήν θρησκευτική ἐλευθερία, τίς ἀρχές τῆς ἰσονομίας καί ἰσοπολιτείας, τήν αὐτοδιοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, καί τήν προσφορά της στό λαό καί τήν κοινωνία καί αὐτό τό Κράτος.

Συνεπῶς προτείνεται ἡ ἀποτελεσματική συνεργασία καί ἡ συμβολή τῆς Ἱερᾶς Συνόδου γιά τήν βελτίωση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως.

*****

  1. Οἱ λειτουργοῦσες Δομές τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως σήμερα δέν καλλιεργοῦν τίς ἱερατικές κλίσεις καί τελικά δέν παράγουν Ἱερεῖς. Ἡ Πολιτεία καταβάλλει δαπάνες διά τήν παραγωγή κληρικῶν καί ἡ Ἐκκλησία δέν ἔχει ὑποψηφίους Ἱερεῖς. Γιά τό ἀποτέλεσμα αὐτό εὐθύνεται καί τό διδακτικό προσωπικό, ἀλλά καί ἡ ἁρμοδία Ὑπηρεσία τῆς Πολιτείας.

Ἐκ τῶν χειροτονουμένων ὁλιγοστοί προέρχονται ἀπό τίς Δομές τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως. Εἶναι γνωστό, ὅτι πολλοί νέοι πού διαθέτουν ἔφεση πρός τήν ἱερωσύνη τρέπονται πρός ἄλλους ἐπαγγελματικούς χώρους, ἀδυνατοῦντες νά ἀκολουθήσουν τήν ὁδό τῆς ἱερωσύνης ἀπαιτούσης τίς ἀναγκαῖες πνευματικές προϋποθέσεις, θυσίες καί διάθεση προσφορᾶς ἕνεκα καί τοῦ διαρρέοντος χρόνου ἀπό τῆς ἀποφοιτήσεως  ἕως τῆς χειροτονίας αὐτῶν.

Ἡ Ἐκκλησία ὅμως διαθέτει τόν τρόπο νά διατηρήσει τήν κλίση τοῦ νέου ἀκμαία μέχρι τήν ὥρα τῆς χειροτονίας. Ἡ Πολιτεία εἶναι καί ἀκατάλληλη καί ἀναρμοδία.

*****

5.Στήν διάρθρωση τῶν Δομῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως εἶναι ἀπαραίτητο νά λειτουργοῦν Σχολεῖα σ’ ὅλες τίς βαθμίδες Γυμνάσια – Λύκεια – Μεταλυκειακά - Ἐπιμορφωτικά. Σ’ ὅλες αὐτές τίς βαθμίδες ἀπαραιτήτως πρέπει νά ἔχουν συμπεριληφθεῖ στά Προγράμματα Σπουδῶν καί μαθήματα, ὅπως λέγονται ἐπιλογῆς, πού θά προσφέρουν γνώσεις καί στοιχεῖα ἐξειδικεύσεως τῆς ἱερατικῆς ἀποστολῆς καί τῶν ποιμαντικῶν καθηκόντων.

 Ἰδιαιτέρως στά Ἐκκλησιαστικά Λύκεια ἐνδείκνυται νά ἐγγράφωνται μόνον ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά ἀκολουθήσουν θεωρητική κατεύθυνση σπουδῶν, δηλαδή νά προετοιμασθοῦν εἴτε γιά νά εἰσαχθοῦν στίς Θεολογικές Σχολές εἴτε στίς Ἀνώτατες Ἐκκλησιαστικές Ἀκαδημίες εἴτε στά ὑπό ἵδρυση Κέντρα Ἱερατικῆς Μαθητείας.

Τά Μεταλυκειακά καί Ἐπιμορφωτικά Κέντρα ἀσφαλῶς θά  ὠφελήσουν καί θά ἐξυπηρετήσουν ἐάν ἔχουν Προγράμματα Σπουδῶν πού θά ἐφοδιάζουν τούς σπουδαστές τους μέ ἐπαρκεῖς γνώσεις γιά τήν ποιμαντική διακονία.

*****

6.Οἱ ἐγγραφόμενοι στίς Δομές τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως πρέπει νά προσκομίζουν τήν «Κανονική Συμμαρτυρία» τοῦ οἰκείου Ποιμενάρχου τῆς κατοικίας τους στήν ὁποία ρητῶς θά ἀναγράφεται, ὅτι ἐπιθυμοῦν νά ἱερωθοῦν ἐκτός καί ἐάν εἶναι ἤδη χειροτονημένοι.

Οὕτως ὅλοι θά συνειδητοποιήσουν, ὅτι τό Σχολεῖο στό
ὁποῖο θά φοιτήσουν λειτουργεῖ γι’ αὐτό τόν σκοπό.

*****

          7.Στά λειτουργοῦντα Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα τό διανυόμενο σχολικό ἔτος 2016-17 κατά τά στατιστικά στοιχεῖα τοῦ Ὑπουργείου φοιτοῦν συνολικῶς 590 μαθητές ὡς ἑξῆς: 

α΄. Στά Ἐκκλησιαστικά Γυμνάσια : Ἄρρενες 113 (68%) καί Θήλεις 52 (32%). Σύνολον 165

β΄. Στά Ἐκκλησιαστικά Λύκεια : Ἄρρενες 307 (72%) καί Θήλεις 118 (28%). Σύνολον 425.

Στό σύνολο τῶν μαθητῶν φοιτοῦν Ἄρρενες 420 καί Θήλεις 170.

Ἐάν ἀφαιρέσουμε τίς θήλεις πού ἀποκλείονται τῆς ἱερωσύνης, μόνο ἀπό τό σύνολο τῶν Ἀρρένων μαθητῶν (420) εἶναι δυνατόν νά προέλθουν Ἱερεῖς.

Γιά τό θέμα αὐτό οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας ὀφείλουμε νά ἐργασθοῦμε πρός δύο κατευθύνσεις, πρῶτα νά καλλιεργήσουμε τούς ἤδη ἐγγεγραμμένους μαθητές καί ἔπειτα νά ἐνισχύσουμε καί ἄλλους μαθητές νά ἐγγραφοῦν στά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα.

*****

  1. Ἡ Ἱερά Σύνοδος θά κληθεῖ νά ἀντιμετωπίσει καί νά διαπραγματευθεῖ μέ τό Ὑπουργεῖο τήν χωροθέτηση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Σχολείων. Ἐξυπακούεται, ὅτι μέ τό πνεῦμα τῶν περιορισμῶν τῶν δαπανῶν δέν θά ἐξαιρεθοῦν καί τά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα. Ἡ Ἱερά Σύνοδος πρέπει νά ἔχει προετοιμασθεῖ γιά τό θέμα γιά νά μή καταληφθεῖ ἐξ ἀπροόπτου.

*****

  1. Οἱ Μαθητικές Ἑστίες πρέπει νά λειτουργοῦν βάσει Ἐσωτερικοῦ Κανονισμοῦ.

*****

  1. Στήν ἔκθεση αὐτή δέν ἀνεφερθήκαμε στήν Τριτοβάθμια Βαθμίδα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως δηλαδή στίς Ἀνώτατες Ἐκκλησιαστικές Ἀκαδημίες.
  1. Ὁ Νόμος 3432/2006 μετά δέκα ἔτη ἐφαρμογῆς χρήζει ἀναθεωρήσεως.

*****

Καταχωροῦμε τίς προτάσεις πού κατέγραψε ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος στίς Συνεδρίες τοῦ Φεβρουαρίου 2017 ὡς δέσμη ἰδεῶν πού πρέπει νά ἐγκριθοῦν ἀφοῦ συζητηθοῦν ἐδῶ γιά νά δοθοῦν στό Ὑπουργεῖο μέ τήν παράκληση νά γίνουν ἀποδεκτές καί σεβαστές.

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἐπιθύμει στόν ἐκδοθησομένο νέο Νόμο Περί Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως, νά συμπεριληφθοῦν καί τά ὡς κάτωθι:

  1. Νά διευκρινίζεται ὅτι ἡ Ἐκκλησιαστική Ἐκπαίδευση διαρθρώνεται σέ δύο ἄξονες: α) Τά Ἐκκλησιαστικά Γυμνάσια καί Λύκεια τῆς Δευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης καί β) τά σχεδιαζόμενα “Κέντρα Ἱερατικῆς Μαθητείας” (Κ.Ι.Μ.) τῆς Μεταδευτεροβάθμιας.
  2. Νά ἀναφέρεται ὅτι ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ἀναλαμβάνει τήν χρηματοδότηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως καί τῶν “Κ.Ι.Μ.” καί συγκεκριμένως τῶν λειτουργικῶν δαπανῶν καί τῶν μισθῶν τῶν διδασκόντων, καί τοῦ διοικητικοῦ καί βοηθητικοῦ προσωπικοῦ τῶν Δομῶν Ἐκπαιδεύσεως καί τῶν Ἑστιῶν.
  3. Στό “Συμβούλιο Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως”, ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος νά συμμετέχει διά δύο (2) ἐκπροσώπων Αὐτῆς.
  4. Ὁ Διευθυντής, ὁ Ὑποδιευθυντής καί ὁ Σύλλογος τῶν Καθηγητῶν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Γυμνασίων-Λυκείων νά ἀνήκουν στήν δημόσια ἐκπαίδευση, καταργουμένης τῆς ὑπάρξεως τῆς ἰδιαίτερης ἐπετηρίδας ἐκπαιδευτικῶν γιά τά Ἐκκλησιαστικά Σχολεῖα.
  5. Νά γνωμοδοτεῖ καί ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιά τήν ἐπιλογή τοῦ Διευθυντοῦ τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Γυμνασίων - Λυκείων.
  6. Νά προβλέπεται ὅτι ὁ οἰκεῖος Μητροπολίτης θά εἶναι Πρόεδρος τῶν Σχολικῶν Ἐφορειῶν τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Γυμνασίων — Λυκείων.
  7. Οἱ Δομές τῆς Δευτεροβάθμιας καί Μεταδευτεροβάθμιας Ἐκπαίδευσης, νά λειτουργοῦν συμφώνως πρός τίς κείμενες διατάξεις.
  8. Προτείνεται, νά ἱδρυθοῦν “Κ.Ι.Μ.”, στό κλῖμα τῆς Ἐκκλησίας τῆς  Ἑλλάδος ἕνα (1) στήν Ἀθήνα στήν Ριζάρειο, ἕνα (1) στήν Λαμία καί ἕνα (1) στήν Ξάνθη.
  9. Ἐφ’ ὅσον μία Ἱερα Μητρόπολη ἐπιθυμεῖ καί ἔχει τίς προϋποθέσεις, νά δύναται νά ἱδρυθεῖ Ἐκκλησιαστικό Γυμνάσιο ἤ Λύκειο.
  10. Ὁ Διευθυντής τῶν “Κ.Ι.Μ.” νά εἶναι Κληρικός καί νά ὁρίζεται μέ ἀπόφαση τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.
  11. Νά μήν ἰσχύσει περιορισμός φοιτήσεως τῶν Κληρικῶν στά “Κ.Ι.Μ.”
  12. Γιά τήν ἔγγραφη στά “Κ.Ι.Μ.”, νά προβλέπεται ὡς δικαιολογητικό “Συμμαρτυρία” καί νά χορηγεῖται ἀπό τόν Μητροπολίτη, πού θά χειροτονήσει μελλοντικῶς τόν σπουδαστή.
  13. Νά δύναται νά μισθοδοτοῦνται καί Ἐφημέριοι ΥΕ δηλαδή ἀπόφοιτοι Γυμνασίου σήμερα εἶναι τριτάξιο μελλοντικῶς θά μετατραπεῖ σέ διτάξιο, βεβαίως ὑπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Μακαριώτατε Πρόεδρε

Σεβασμιώτατοι Συνοδικοί Σύνεδροι

Πρίν διαλυθοῦν καί τά ἐλάχιστα ὑπολείμματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως ὀφείλουμε μέ εἰλικρίνεια καί αὐτογνωσία νά προσευχηθοῦμε νά ἀναγνωρίσουμε τά λάθη τῶν πατέρων μας καί τά δικά μας, νά ἀνασυντάξουμε τίς ἰδέες μας, τίς δυνάμεις μας καί τίς ἐπιθυμίες μας γιά νά μή ἀπωλεσθεῖ τό πᾶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαιδεύσεως.

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images