«Ἐν ψυχῇ συντετριμμένῃ»
Δημοσιεύθηκε 10 Ἀπριλίου 2025
Κατά τήν πέμπτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν λάμπει στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας ἡ μορφή τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας. Διαβάζουμε γι’ αὐτή στό Συναξάριο ὅτι κατήγετο ἀπό τήν Αἴγυπτο ζοῦσε στήν πρότερη νεανική ἡλικία της, βίο ἀκόλαστο μέ πορνεῖες καί κάθε ἡδονική ἐκτροπή.
Πλησίον τοῦ τέλους τῆς ζωῆς της συνήντησε ἕνα ἐρημίτη ὀνομαζόμενο Ζωσιμᾶ πού εἶχε μεταβεῖ στήν ἔρημο πρός μείζονα ἄσκηση τήν Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή, ὅπως συνηθιζόταν στά Κοινόβια τῆς Παλαιστίνης. Σ’ αὐτόν διηγήθηκε τήν ἁμαρτωλή ζωήν της, ἐξομολογήθηκε μέ δάκρυα εἰλικρινοῦς μετανοίας καί τόν παρακάλεσε νά τῆς φέρει τά ἄχραντα Μυστήρια, νά κοινωνήσει δηλαδή τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτή τήν ἐπιθυμία της τήν ἱκανοποίησε τήν Μεγάλη Πέμπτη τοῦ ἑπομένου ἔτους πού συναντήθηκε μέ τήν Ὁσία. Τό ἀκολουθοῦν ἔτος ἐπανῆλθε ὁ ἀββᾶς Ζωσιμᾶς καί βρῆκε αὐτή νεκρά ἐπί τῆς γῆς ἁπλωμένην καί πλησίον αὐτῆς ἦτο γραμμένα αὐτά: «Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, θᾶψον ὧδε τό σῶμα τῆς ἀθλίας Μαρίας. Ἀπέθανον τήν αὐτήν ἡμέραν, καθ' ἥν ἐκοινώνησα τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Εὔχου ὑπέρ ἐμοῦ». Ὁ θάνατός της ἁγίας τάσσεται κατά τό ἔτος τοη΄ (378 μ.Χ.). Ἀπό τήν μελέτη τοῦ βίου, ἀλλά περισσότερο ἀπό τήν μεταστροφή τοῦ βίου τῆς Ὁσίας, λαμβάνουμε τά ἑξῆς ὑψηλά πνευματικά μηνύματα:
1) Τά πάθη τῆς ἁμαρτίας καί μεταξύ αὐτῶν τά ρυπαρά πάθη τῆς πορνείας ἐμποδίζουν τήν κοινωνία μας μέ τό πανάγιο Τριαδιό Θεό.
2) Ἡ κοινωνία ἀποκαθίσταται μέ τήν μετάνοια, τήν θεληματική ἄρνηση καί ἀπόρριψη τῆς ἁμαρτίας. Αὐτή εἶναι ἐσωτερική ἐργασία μας.
3) Ἡ μετάνοια φανερώνεται, ἐκδηλώνεται ἐξωτερικά μέ τήν διακοπή τῆς πράξεως τῆς ἁμαρτίας μας.
4) Ὁ Θεός δίδει χάρη, εὐλογία καί ἐνίσχυση στόν μετανοοῦντα ἀξιώνοντάς του νά δέχεται ποικίλες δωρεές πού τόν ἐνισχύουν ἀκόμη περισσότερο στή ζωή, στήν θεοφιλῆ ζωή.
Στήν περίπτωση τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας ἀναφέρεται ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὅτι «οὗ δέ ἐπλεόνασεν ἡ ἁμαρτία, ὑπερπερίσσευσε ἡ χάρις» (Πρός Ρωμαίους ε΄, 20).
Τό νόημα αὐτοῦ τοῦ ἀποστολικοῦ λόγου εἶναι τοῦτο, ὅτι ἐπειδή ἐπερίσσευσε ἡ ἁμαρτία αὐξήθηκε καί πολλαπλασιάσθηκε, διά τοῦτο ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἐπερίσσευσε ὑπέρ τήν ἁμαρτία δηλαδή ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ αὐξήθηκε καί πολλαπλασιάσθηκε περισσότερο ἀπό τήν ἁμαρτία διά μέσου τοῦ Χριστοῦ πού δέν ἐλευθέρωσε τούς ἀνθρώπους μόνον ἀπό τίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά καί τούς ἐδικαίωσε, τούς ἀποκατέστησε καί τούς ἐδόξασε κάνοντάς τους ἀπό γήϊνους καί φθαρτούς οὐράνιους καί ἀθανάτους καί ἀπό δούλους τῆς ἁμαρτίας σέ Υἱούς καί κληρονόμους τοῦ Οὐρανίου Πατρός. Τό «ὑπερεπερίσσευσεν» δηλώνει τό πλῆθος τῆς χάριτος καί τήν ἀφθονία, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι ὁ Θεός μέ τήν ἐνέργειά Του καί τό μυστήριο τῆς σωτηρίας μας θέλει νά φανερώσει αἰωνίως «τόν ὑπερβάλλοντα πλοῦτο τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος» (Πρός Ἐφεσίους β΄, 7)
“Τῆς μετανοίας ἄνοιξον μου πύλας Ζωοδότα ” προσεύχεται ἱκετευτικά ὁ πιστός κατά τήν ἁγία καί μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Ἡ μετάνοιά μας εἶναι βίωμα ζωῆς ὄχι μόνο κατά τήν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς, ἀλλά διαρκής καί συνεχής τρόπος ζωῆς καθ’ ὅλη τήν διάρκεια τοῦ ἐπιγείου βίου μας, ἐφ’ ὅσον πολεμούμαστε ἀπό τήν πολυειδῆ καί πολύμορφη ἁμαρτία. Ἡ πνευματική πτώση μας δέν εἶναι ἁπλῶς πιθανή, ἀλλά τραγική κατάληξη ἕνεκα τοῦ εὐολίσθου τοῦ νοῦ μας καί τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς ἁμαρτίας πού γεννιοῦνται στή ψυχή μας.
Ἡ ἁμαρτία σ’ ὅλη τήν πορεία τῆς διαπράξεως της, ἀπό τήν προσβολή μέχρι τήν ἐκδήλωση της μέ ἔργα ἤ λόγους, μολύνει τόν ἄνθρωπο, διακόπτει τήν κοινωνία του μέ τόν Θεό καί τόν ὁδηγεῖ στήν αἰώνια κατάκριση.
Ὁ ἀπόστολος Πέτρος ἔκλαυσε πικρά μετά τήν τριττή ἄρνηση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ “καὶ ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ῥήματος Ἰησοῦ εἰρηκότος ὅτι πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με· καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς” (Ματθαίου κστ΄ 75). Ἡ πόρνη γυναῖκα, πού γονάτισε μπροστά στόν Κύριο καί ἔπλυνε τά πόδια Του μέ τό ἀκριβό μύρο καί τά ἀκριβότερα δάκρυα της (Λουκᾶ ζ΄ 36-50). Ἔτσι ἡ πίστη της τήν ἔσωσε, ἡ ἀγάπη της τήν ὁδήγησε στήν μετάνοια κι ἔγινε παράδειγμα μετάνοιας καί σωτηρίας.
Ὁ Κύριός μας πού δέχεται τῶν ἁμαρτωλῶν τήν μετάνοια ἐνῶ ἀντίθετα ἀποκρούει τήν Φαρισαϊκή ὑποκριτική νοοτροπία ἐκείνων, πού δέν αἰσθάνωνται καμμία εὐγνωμοσύνη πρός τόν Φιλάνθρωπο Κύριο, ἐπειδή θεωροῦν ὅτι δέν ὀφείλουν στόν Θεό τίποτε.
Ὅλο αὐτό τό βίωμα μετανοίας ἐκφράζεται καί στό τροπάριο τῆς Στ΄ Ὥρας τῆς Μεγάλης Δευτέρας :
“ Ἐν ψυχῇ συντετριμμένῃ προσπίπτομεν σοι καί δεόμεθα σου, Σωτήρ τοῦ κόσμου · σύ γάρ εἶ ὁ Θεός τῶν μετανοούντων ”