Σάββατο, 23 Νοεμβρίου 2024

Οἱ πρωτοκορυφαῖοι ἀπόστολοι

Πέτρος καί Παῦλος

Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ

 

Α΄. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος

«Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ» (Ματθαίου ιστ΄, 17)

 

Ὅπως εἶναι γνωστὸ στὸν καθένα, ὁ Κύριος ἄφησε µέσα στὸ ἅγιο Εὐαγγέλιό του καὶ τοὺς Μακαρισµούς, ποὺ εἶναι τὸ διάδηµα τῆς ὅλης του διδαχῆς. Τοὺς πιὸ πολλοὺς τοὺς πρόφεραν τὰ θεϊκά Tου χείλη κατὰ τὴν ὁμιλία του πάνω στὸ βουνό, τὴν ἀναφερόμενη ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Εὐαγγελιστὲς Ματθαῖο καὶ Λουκᾶ. Ὑπάρχουν ὅμως καὶ μερικοί ἄλλοι, εἰπωμένοι σέ διάφορες περιστάσεις ὁ καθένας. Ἕνας μάλιστα ἀπ' αὐτοὺς τὸ «μακάριόν ἐστι διδόναι μᾶλλον ἤ λαμβάνει», παρασιωπᾶται στὰ Εὐαγγέλια καὶ τὸν θυµίζει ὁ ᾽Απόστολος Παῦλος στὶς «Πράξεις», στὸν λόγο ποὺ ἐξεφώνησε ἐνώπιον τῶν Πρεσβυτέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν βρισκόταν στὴ Μίλητο. Ὅλοι, λοιπόν, οἱ Μακαρισμοὶ τοῦ Κυρίου δὲν ἀπευθύνονται σὲ ὡρισμένα πρόσωπα, ἀλλὰ εἶναι γενικοὶ κι ἀφοροῦν ὅσους ἀσκοῦν διάφορες ἀρετές καὶ βρίσκονται σὲ λογῆς-λογῆς ὡραῖες καταστάσεις τῆς Χάριτος.

Μονάχα ἕνας ἀπὸ τοὺς Μακαρισμοὺς ἀπευθύνεται σὲ πρόσωπο συγκεκριµένο. Εἶναι ὁ Μακαρισμὸς τοῦ κορυφαίου τῶν Ἀποστόλων Σίμωνος Πέτρου.

Ὅταν ὁ Πέτρος, στὸν δρόµο τῆς Καισάρειας, ὡμολόγησε τὸν Ἰησοῦ Υἱὸ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ἔλαβε αὐτὴ τὴν ἀπάντησι: «Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σάρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ' ὁ πατήρ µου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθαίου ιστ΄, 17).

Ἀπ’ εὐθείας φωτισμένος ἄνωθεν ὁ Πέτρος, ξεστόμισε πρῶτος τὴ μεγαλύτερη, τὴν ἀκρογωνιαία ἀλήθεια τῆς πίστεως, ὅτι δηλαδὴ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ (Ματθαίου ιστ΄, 16)

Δίκαια, λοιπόν, τὸν µακάρισε ὁ Κύριος γιὰ τὴν τιμὴ ἐκείνη, ποὺ τοῦ δόθηκε. ᾽Αλλὰ ὁ Πέτρος, ὁ πρωτόθρονος τῶν Ἀποστόλων, ποὺ µακαρίσθηκε ὀνομαστικὰ ἀπὸ τὸν Χριστό, ἀξίζει κ ὅλους τοὺς ἄλλους Μακαρισμούς, μετέχει σ᾿ αὐτοὺς μαζὶ μὲ ὅσους ἀνώνυμα περιέλαβε ὁ Σωτὴρ στὸν καθένα.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ ἦταν φτωχὸς στὸ πνεῦμα (Ματθαίου ε΄, 3), δηλαδὴ ἁπλός καὶ ταπεινὸς στὴν καρδιά. Δὲν δίστασε ν’ ἀκολουθήσῃ τὸν Ἰησοῦ, νὰ ἀφοσιωθῇ σ’ Αὐτόν ὀλόψυχα καὶ νὰ µείνῃ πλησίον Του. Κι ὅταν ὁ ᾿Ιησοῦς, κατὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, θέλησε νὰ πλύνει τὰ πόδια τῶν Μαθητῶν, ὁ μόνος ποὺ ἔδειξε ντροπὴ κ ἀντιστάθηκε ἀπὸ ταπεινοφροσύνη, ἦταν ὁ Πέτρος.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ πένθησε κι’ ἔκλαψε γιὰ τὰ παραπτώµατά του (Ματθαίου ε΄, 4), ὅπως ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὴν αὐλὴ τοῦ Ἀρχιερέως, ὅπου εἶχε ἀρνηθῆ τὸν Διδάσκαλό του, κι ἄκουσε τὸ λάλημα τοῦ πετεινοῦ.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ πείνασε καὶ δίψασε τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ (Ματθαίου ε΄, 6), πίνοντας ἀχόρταγα ἀπὸ τὰ νάµατα τῆς διδαχῆς τοῦ Κυρίου του καὶ ποθῶντας ὅσο κανένας ἄλλος τὸ οὐράνιο μάννα, ποὺ ἦταν αὐτὴ ἡ διδαχή.

Στάθηκε µακάριος, γιατί ἐνῶ πρῶτα ἦταν ὀξύθυμος καὶ τράβηξε μαχαῖρι στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ κί ἔκοψε τὸ αὐτὶ τοῦ ὑπηρέτη Μάλχου, ὑπερασπιζόμενος τὸν Διδάσκαλο, ὕστερα ἔγινε πρᾶο κι  ἄκακο πρόβατο (Ματθαίου ε΄, 5) καὶ σύρθηκε στὴ σφαγή, μαρτυρῶντας γιὰ τὸν ᾿Ιησοῦ στὴ Ρώμη.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ ἦταν ἐλεήμων (Ματθαίου ε΄, 7), σκορπίζοντας παντοῦ ὅπου διάβαινε τὸν θησαυρὸ τῆς θείας δυνάµεως καί σοφίας, σηκώνοντας παραλυτικούς, ὅπως ὁ Αἰνέας, γυρίζοντας στὴ ζωὴ νεκρούς, ὅπως ἡ Δορκάς, καὶ τρέφοντας τὶς ψυχὲς τῶν Χριστιανῶν μὲ τὸ ἄφθονο κήρυγµά του.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ ἦταν καθαρὸς στὴν καρδιὰ (Ματθαίου ε΄, 8) κι ἔτσι κατάλαβε πρῶτος ἀπ᾿ ὅλους τὴ θεία φύσι τοῦ Ἰησοῦ, ὁμολογῶντας τόν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ ἀγάπησε κ ἀπεδίωξε τὴν εἰρήνη (Ματθαίου ε΄, 10), συμβουλεύοντας τοὺς Χριστιανοὺς ἀπὸ τὶς γραμμὲς τῆς πρώτης ᾿Επιστολῆς του νὰ τοῦ ζητοῦν τὴν εἰρήνη καὶ νὰ τὴν παίρνουν ἀπὸ πίσω.

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ καταδιώχθηκε, ὠνειδίσθηκε (Ματθαίου ε΄, 11), µισήθηκε κι’ ὑπέφερε πολλὰ γιὰ χάρι τοῦ Κυρίου του.

Στάθημε µακάριος, γιατὶ ἄκουσε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν φύλαξε στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του (Λουκᾶ ια΄, 28)

Στάθηκε µακάριος, γιατὶ πρὶν δῆ τὸν ἀναστάντα Κύριο, ἀλλὰ ἔχοντας ἀντικρύσει μονάχα τὸν ἄδειο τάφο, ὅπου ἔτρεξε μαζὶ μὲ τόν Ἰωάννη μετὰ τὴν ἀναγγελία τῆς Μαγδαληνῆς πίστεψε στὴν ᾿Ανάστασί του καὶ δὲν ὑπέθεσε, ὅπως ἡ γυναῖκα ἐκείνη, ὅτι εἶχαν μεταφέρει ἀλλοῦ τὸ σῶμα Του.

Στάθηκε µακάριος, γιατί, ἀφοῦ πλουτίσθηκε μὲ τοὺς θησαυροὺς τοῦ Πνεύματος κατὰ τὴν Πεντηκοστή, ἄρχισε πλέον νὰ δίνῃ καὶ νὰ μὴ παίρνη, σκορπίζοντας τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου παντοῦ καὶ προσφέροντας κόπους, ἔγνοιες, τέλος δὲ καὶ τὴ ἴδια του τὴ ζωὴ στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου.

Ἡ Ἐκκλησία γεραίρει τὸν Πέτρο, τιμῶντας τον ξεχωριστὰ καὶ πάνω ἀπὸ τοὺς λοιποὺς Ἀποστόλους, πλάϊ στὸν ἐφάμιλλό του κι’ ἰσόθρονο Παῦλο. Κι ἐμεῖς οἱ πιστοί, γινόµαστε χορὸς γύρω του κι’ ἐπαναλαμβάνουμε στὸν Σίμωνα Πέτρο τὸν προσωπικὸ Μακαρισμό, ποὺ τοῦ ἀπηύθυνε ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς µας Ἰησοῦς : «Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ...» (Ματθαίου ιστ΄, 17) Καὶ τιμᾶμε τὴ µνήµη του, προσκομίζοντας, ἀντὶ γιὰ στεφάνους, καὶ τοὺς ἄλλους Μακαρισμοὺς τοῦ Κυρίου, στοὺς ὁποίους ὁ Πέτρος ἔχει ἐπίσης ξεχωριστὴ θέση.

* * * * *

 

 

Β΄. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ πρῶτος μετά τόν Ἕνα.

 

  1. Τό πορτραῖτο τοῦ ἀποστόλου Παύλου

Ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος Παῦλος σκιαγραφεῖ τό πορτραῖτο του στήν ἐν συνεχείᾳ φράση:

«Ἐμοὶ τῷ ἐλαχιστοτέρῳ πάντων τῶν ἁγίων ἐδόθη ἡ χάρις αὕτη, ἐν τοῖς ἔθνεσιν εὐαγγελίσασθαι τὸν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ» (Πρός Ἐφεσίους γ΄ 8)

Δηλαδή «Σ’ ἐμένα, τόν πιό ἀσήμαντο ἀπ’ ὅλους τους χριστιανούς, ἔδωσε ὁ Θεός αὐτή τή χάρη, νά κηρύξω στούς εἰδωλολάτρες τόν ἀνεξερεύνητο πλοῦτο τοῦ Χριστοῦ».

Σ’ αὐτούς τούς λόγους διακρίνουμε:

  1. i. Τήν ταπείνωσή του : «Εἰς ἐμέ τόν ἐλάχιστον πάντων τῶν ἁγίων»
  2. ii. Τό χάρισμά του : «ἐδόθη ἡ χάρις αὕτη».

iii. Τήν ἀποστολή του: «νά εὐαγγελίζομαι».

  1. iv. Τό πεδίο τῆς διακονίας του : «μεταξύ τῶν ἐθνῶν».
  2. v. Τό θέμα του: «τόν ἀνεξιχνίαστον πλοῦτον τοῦ Χριστοῦ».

* * * * *

 

 

 

  1. Ἡ καύχηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου

Ὅλοι μας γιά κάτι καυχώμαστε. Ἄλλος γιά τήν καταγωγή του. Ἄλλος γιά τήν ἀξιά του. Ἄλλος γιά τά ἐπιτεύγματά του. Ἕτερος γιά τήν ἀπόκτηση ἀγαθῶν καί πλούτου. Ἄς ἀκούσουμε ἕνα Χριστιανό τῆς Καινῆς Διαθήκης, πού κάποτε διεκήρυξε ὅτι οἱ Χριστιανοί ζοῦσαν «ὡς μηδέν ἔχοντες καί πάντα κατέχοντες» (Β΄ Κορινθίους στ΄ 10). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος καυχιόταν μέ αὐτό τόν τρόπο:

  1. Καυχιόταν γιά τήν λατρεία καί τήν πίστη στόν Χριστό, ὡς πιστός Ἰουδαῖος.

Ἄς παρακολουθήσουμε τίς σκέψεις του:

«Ἡμεῖς γάρ ἐσμεν ἡ περιτομή, οἱ Πνεύματι Θεοῦ λατρεύοντες καὶ καυχώμενοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ καὶ οὐκ ἐν σαρκὶ πεποιθότες»

Δηλαδή «Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ πραγματικά περιτμημένοι, ἐμεῖς, πού λατρεύουμε τό Θεό μέ τό Πνεῦμα του καί στηρίζουμε τήν καύχηση καί τήν πεποίθησή μας στόν Ἰησοῦ Χριστό κι ὄχι σέ ἀνθρώπινα πλεονεκτήματα» (Πρός Φιλιππησίους γ΄, 3)

Συμπέρασμα: Ἡ πίστη του στόν Ἰησοῦ Χριστό ἦταν τό προσωπικό καύχημα, ὅπως καί κάθε πιστοῦ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

  1. Καυχιόταν γιά τόν Θεό

Καυχιόταν γιά ὅσα ἐπέτυχε ὁ Θεός, ὥστε νά συμφιλιωθοῦμε μαζί Του καί ἀπό υἱοί ὀργῆς νά μετατραποῦμε σέ υἱούς Θεοῦ καά χάρη.

Στόν Ἕνα Θεό ἀπό τόν Ὁποῖο πηγάζουν ὅλα τά ἀγαθά καί οἱ εὐλογίες στή ζωή μας.

«Οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμενοι ἐν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ νῦν τὴν καταλλαγὴν ἐλάβομεν » (Πρός Ρωμαίους ε΄11)

Δηλαδή «Κι ὄχι μόνο συμφιλιωθήκαμε, ἀλλά καί καυχόμαστε γιά τό Θεό, πού μᾶς ἔδωσε τώρα αὐτή τή συμφιλίωση μέσω τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ».

  1. Καυχιόταν στίς θλίψεις.

Ναί δέν θρηνοῦσε στίς θλίψεις τῆς ζωῆς καί τῆς ἀποστολῆς του. Δέν διαμαρτυρόταν. Δέν ἀγανακτοῦσε. Δέν ἀποστρεφόταν τίς ταλαιπωρίες. Δέν τίς ἀπέφευγε. Ἀλλά καυχιόταν. Γιατί; Οὔτε ἀπό ρομαντισμό. Οὔτε ἀπό φαρισαϊσμό. Ἀλλά γιατί ἀντιλαμβανόταν τήν πνευματική ὠφέλεια πού προξενεῖ ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις πού ἀποτελεῖ καύχημα γιά τόν χριστιανό.

«Οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται» (Πρός Ρωμαίους ε΄ 3)

Δηλαδή «Μά δέ σταματᾶ ἐκεῖ ἡ καύχησή μας καυχόμαστε ἀκόμα καί στίς δοκιμασίες, ἐπειδή ξέρουμε καλά πώς οἱ δοκιμασίες ὁδηγοῦν στήν ὑπομονή».

  1. Καυχιόταν στόν Σταυρό.

Ὁ Σταυρός πρό Χριστοῦ καί κατά τήν ἐποχή Του ἦταν ἀτιμωτικό μέσο θανατικῆς καταδίκης κατά τό γεγραμμένον «ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπί ξύλου » (Δευτερονομίου κα΄ 23).

«Τὸ γὰρ ἀδύνατον τοῦ νόμου, ἐν ᾧ ἠσθένει διὰ τῆς σαρκός, ὁ Θεὸς τὸν ἑαυτοῦ υἱὸν πέμψας ἐν ὁμοιώματι σαρκὸς ἁμαρτίας καὶ περὶ ἁμαρτίας, κατέκρινε τὴν ἁμαρτίαν ἐν τῇ σαρκί» (Πρός Ρωμαίους η΄, 3)

Δηλαδή «Ὁ νόμος, πού περιεῖχε τίς ἐντολές πού ὁ Θεός ἔδωσε στούς Ἰουδαίους μέ τόν Μωϋσῆ, ὅπως ξέρουμε, ἦταν ἀδύνατο νά ἐφαρμοστοῦν, ἐξαιτίας τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας. Γι’ αὐτό ὁ Θεός ἔστειλε στόν κόσμο τόν Υἱό του, πού γιά νά νικήσει τήν ἁμαρτία, πῆρε σάρκα ὅμοια μέ τή δική μας, τήν ἁμαρτωλή, χωρίς νά εἶναι ἁμαρτωλός. Μ’ αὐτόν τόν τρόπο καταδίκασε τήν ἁμαρτία ἐκεῖ ἀκριβῶς πού αὐτή ἐκδηλώνεται».

«τὸν γὰρ μὴ γνόντα ἁμαρτίαν ὑπὲρ ἡμῶν ἁμαρτίαν ἐποίησεν, ἵνα ἡμεῖς γενώμεθα δικαιοσύνη Θεοῦ ἐν αὐτῷ» (Πρός Κορινθίους Β΄, ε΄, 21)

Δηλαδή «Αὐτόν πού δέ γνώρισε ἁμαρτία, τόν φόρτωσε ὁ Θεός μέ ὅλη τήν ἁμαρτία γιά χάρη μας, γιά νά μπορέσουμε ἐμεῖς μέσω ἐκείνου νά βροῦμε τή σωτηρία κοντά στό Θεό».

Γιά τόν Ἀπόστολο ἔγινε καύχημα καί δόξα τοῦ κηρύγματος του πού τόν ἔκανε νά μή συμβιβάζεται μέ τόν κόσμο καί τήν ἁμαρτία.

«Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ » (Πρός Γαλάτας στ΄, 14)

Δηλαδή «Ὅσο γιά μένα, δέ θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός ἀπό τό σταυρό τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό σταυρό πού πάνω του πέθανε ὁ κόσμος γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο»

  1. Καυχιόταν γιά τά ἀσθενήματά του

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος τόλμησε καί διεκήρυξε τό «ἐν ταῖς ἀσθενείαις καυχήσομαι» (Πρός Κορινθίους Β΄, ιβ΄, 9)

Δηλαδή «Θά καυχηθῶ γιά τίς ταλαιπωρίες μου»

Γιατί ; Ἐπειδή «ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἐπισκηνώσει ἐπ’ ἐμέ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ».

Ὁ ἴδιος ἐξομολογεῖται στούς Κορινθίους γιά νά διαλύσει τήν ἀρνητική κριτική ὅτι δέν ἦταν ἀπόστολος τοῦ κύρους τῶν 12 Ἀποστόλων.

«Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα, ἵνα ἀποστῇ ἀπ' ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ' ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ. διὸ εὐδοκῶ ἐν ἀσθενείαις, ἐν ὕβρεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν διωγμοῖς, ἐν στενοχωρίαις, ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅταν γὰρ ἀσθενῶ, τότε δυνατός εἰμι» (Πρός Κορινθίους Β΄, ιβ΄, 7-10)

Δηλαδή «Γιά νά μήν περηφανεύομαι, ὁ Θεός μου ἔδωσε ἕνα ἀγκάθι στό σῶμα μου, ἕναν ὑπηρέτη τοῦ σατανᾶ νά μέ ταλαιπωρεῖ, ὥστε νά μήν περηφανεύομαι. Γι’ αὐτό τό ἀγκάθι τρεῖς φορές παρακάλεσα τόν Κύριο νά τό διώξει ἀπό πάνω μου. Ἡ ἀπάντησή του ἦταν: «Σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη μου, γιατί ἡ δύναμή μου φανερώνεται στήν πληρότητά της μέσα σ’ αὐτή τήν ἀδυναμία σου». Μέ περισσότερη εὐχαρίστηση, λοιπόν, θά καυχηθῶ γιά τίς ταλαιπωρίες μου, γιά νά κατοικήσει μέσα μου ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό χαίρομαι γιά τά παθήματά μου, γιά τίς βρισιές, τίς θλίψεις, τούς διωγμούς καί τίς πιέσεις πού πέρασα γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ. Γιατί ὅταν φαίνεται πώς ἔχω χάσει κάθε δύναμη, τότε εἶμαι πραγματικά δυνατός».

  1. Καυχόταν γιά τόν ζῆλο τῶν ἀδελφῶν του νά στηρίξουν τούς ἔχοντας ἀνάγκη

Ἀπευθύνεται στούς Κορινθίους καί ἐξομολογεῖται ὅτι καυχᾶται γι’ αὐτούς στούς Μακεδόνες ἐπειδή ἐκδηλώνουν ζῆλο καί προθυμία νά βοηθήσουν οἰκονομικά τούς ἀδελφούς Χριστιανούς τῆς Παλαιστίνης.

Γράφει:

«Περὶ μὲν γὰρ τῆς διακονίας τῆς εἰς τοὺς ἁγίους περισσόν μοί ἐστι τὸ γράφειν ὑμῖν· οἶδα γὰρ τὴν προθυμίαν ὑμῶν ἣν ὑπὲρ ὑμῶν καυχῶμαι Μακεδόσιν, ὅτι Ἀχαΐα παρεσκεύασται ἀπὸ πέρυσι· καὶ ὁ ἐξ ὑμῶν ζῆλος ἠρέθισε τοὺς πλείονας» (Πρός Κορινθίους Β΄, θ΄, 1-2)

Δηλαδή «Γιά τή βοήθεια πρός τούς ἀδελφούς χριστιανούς, τό βρίσκω περιττό νά σᾶς γράψω. Ξέρω καλά τήν προθυμία σας, πού μέ κάνει νά καυχῶμαι γιά σᾶς στούς Μακεδόνες, ὅτι ἡ Ἀχαΐα εἶναι ἀπό πέρυσι ἕτοιμη. Ὁ ζῆλος σᾶς ξεσήκωσε τούς περισσότερους».

  1. Καυχιόταν γιά τήν ἁπλότητα καί τήν εἰλικρίνεια τῆς συνειδήσεώς του.

«Ἡ γὰρ καύχησις ἡμῶν αὕτη ἐστί, τὸ μαρτύριον τῆς συνειδήσεως ἡμῶν, ὅτι ἐν ἁπλότητι καὶ εἰλικρινείᾳ Θεοῦ, οὐκ ἐν σοφίᾳ σαρκικῇ, ἀλλ' ἐν χάριτι Θεοῦ ἀνεστράφημεν ἐν τῷ κόσμῳ, περισσοτέρως δὲ πρὸς ὑμᾶς. οὐ γὰρ ἄλλα γράφομεν ὑμῖν, ἀλλ' ἢ ἃ ἀναγινώσκετε ἢ καὶ ἐπιγινώσκετε» (Πρός Κορινθίους Β΄, α΄, 12-13)

Δηλαδή «Αὐτή εἶναι ἡ καύχησή μας: Ἡ συνείδησή μας μαρτυρεῖ ὅτι συμπεριφερθήκαμε στόν κόσμο καί πιό πολύ σ’ ἐσᾶς μέ τήν ἁπλότητα καί τήν εἰλικρίνεια πού δίνει ὁ Θεός, ὄχι μέ ἀνθρώπινη σοφία ἀλλά μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Δέ σᾶς γράφουμε ἄλλα καί ἄλλα ἐννοοῦμε, ἀλλά γράφουμε αὐτά ἀκριβῶς πού διαβάζετε καί πού καταλαβαίνετε»

  1. Τό καύχημα τοῦ Ποιμένος οἱ πιστοί

καί τῶν πιστῶν ὁ Ποιμένας.

«Ἐλπίζω δὲ ὅτι καὶ ἕως τέλους ἐπιγνώσεσθε, καθὼς καὶ ἐπέγνωτε ἡμᾶς ἀπὸ μέρους, ὅτι καύχημα ὑμῶν ἐσμεν, καθάπερ καὶ ὑμεῖς ἡμῶν, ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ» (Πρός Κορινθίους Β΄, α΄, 13-14)

Δηλαδή : «Ἐλπίζω μάλιστα ὅτι θά τό κατανοήσετε πλήρως ὡς τό τέλος, ὅπως καταλάβατε ὡς ἕνα σημεῖο κι ἐμᾶς, γιατί τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, τό καύχημα τό δικό σας θά ’μαστε ἐμεῖς καί τό δικό μας θά εἶστε ἐσεῖς»

Πρέπει νά εἶσαι πολύ ταπεινός γιά νά γράφεις αὐτά.

  1. Καυχόταν στό ἀδάπανο Εὐαγγέλιο δηλαδή

στήν χωρίς οἰκονομική ἐπιβάρυνση τῆς διακονίας του.

«τὸ γὰρ ὑστέρημά μου προσανεπλήρωσαν οἱ ἀδελφοὶ ἐλθόντες ἀπὸ Μακεδονίας· καὶ ἐν παντὶ ἀβαρῆ ὑμῖν ἐμαυτὸν ἐτήρησα καὶ τηρήσω. ἔστιν ἀλήθεια Χριστοῦ ἐν ἐμοὶ ὅτι ἡ καύχησις αὕτη οὐ φραγήσεται εἰς ἐμὲ ἐν τοῖς κλίμασι τῆς Ἀχαΐας » (Πρός Κορινθίους Β΄, ια΄, 9-10)

Δηλαδή «Ἀκόμα κι ὅταν ἤμουνα κοντά σας καί περνοῦσα στερήσεις, δέν ἐπιβάρυνα κανέναν, γιατί αὐτά πού μου ἔλειπαν γιά τή συντήρησή μου τά συμπλήρωσαν οἱ ἀδελφοί πού ἦρθαν ἀπό τή Μακεδονία. Ἔτσι κατάφερα νά μή σᾶς γίνω σέ καμιά περίπτωση βάρος κι αὐτό θά τό τηρήσω καί στό μέλλον. Σᾶς τό λέω μέ τήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι μέσα μου, ὅτι τήν καύχησή μου αὐτή κανένας δέ θά μοῦ τήν ἀποκλείσει γιά τά μέρη τῆς Ἀχαΐας»

Ἐμεῖς οἱ πιστοί γιά ποιά θέματα καυχιόμαστε.

* * * * *

Οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι μᾶς δίδαξαν τό εὐαγγέλιο μέ τά λόγια τους, ἀλλά καί μέ τήν ζωή τους. Ἡ ζωή τους ἦταν εὐαγγελική.

 

20181205 165004

Ιερά Μητρόπολη

Καισαριανής Βύρωνος & Υμηττού

Φορμίωνος 83

16121, Καισαριανή

Τηλ. : 210 7224123 - 210 7237133

Fax : 210 7223584

email :info@imkby.gr

ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

images