Ἡ ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή τῶν πιστῶν
(ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ -19 Ἰουνίου 2016)
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
«Τοῦτο δέ εἶπε περὶ τοῦ Πνεύματος
οὗ ἔμελλον λαμβάνειν οἱ πιστεύοντες
εἰς αὐτόν» (Ἰωάννου ζ΄, 39)
Εἶναι διδασκαλία καί πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι κάθε ἄνθρωπος, πού βαπτίζεται, λαμβάνει μέ τό μυστήριο τοῦ Χρίσματος τήν Χάρη τῆς Πεντηκοστῆς, δηλαδή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί γίνεται τό κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ, ὁ ναός τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ ὑπέρτιμος θρόνος τῶν τριῶν Προσώπων τῆς μίας Θεότητος, τό σκήνωμα τοῦ Θεοῦ, ὅπως διδάσκει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «Δέν ξέρετε πῶς εἶστε ναός τοῦ Θεοῦ κι ὅτι τό Πνεῦμα τοῦ κατοικεῖ ἀνάμεσά σας;»[1].
α΄- Τό Ἁγιοτριαδικό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας
Τό Ἁγιοτριαδικό δόγμα τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τήν κορυφαία καί θεμελιώδη διδασκαλία Της περί Θεοῦ, πού τήν δίδαξε καί φανέρωσε στούς ἀνθρώπους ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός μέ Τό κήρυγμά Του κατά τήν διάρκεια τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας.
Ὁ ἄναρχος Πατέρας, γεννᾶ ἀχρόνως τόν Συνάναρχο Υἱό Λόγο, καί ἐκπορεύει τόν Ἅγιο Πνεῦμα. Ὁ Υἱός τοῦ Πατρός, εἶναι Θεός ἀληθινός ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ , ἡ ζωντανή εἰκόνα Του, τό ἀπαύγασμά τῆς δόξης Του, ὁ χαρακτήρας τῆς ὑποστάσεώς Του[2] πού δέν παύει ν’ ἀγαπᾶ μέ ἄπειρη κι ἀτελείωτη ἀγάπη τόν Πατέρα Του. Ἀμοιβαία καί Ἐκεῖνος ἀγαπᾶται. Τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Θεός καί θεοποιοῦν, φῶς καί φωτός χορηγός, πρόσωπο ἴσο ὁμότιμο καί ὁμόδοξο μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό κι ὅμως ξεχωριστό ἀπό τόν Πατέρα καί τόν Υἱό. «Ἀκτιστοσυμπλαστουργοσύνθρονον» ἀποκαλεῖ στό τρίτο τροπάριο τῆς ὀγδόης ὠδῆς τοῦ ἰαμβικοῦ Κανόνος τῆς ἑορτῆς ὁ ποιητής του Ἰωάννης τοῦ Ἀρκλᾶ, δηλαδή Ἄκτιστον, Συμπλαστουργόν, Σύνθρονον τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ.
Ἐκεῖνο, πού διακρίνει τόν Πατέρα, ἀπό τά ἄλλα Πρόσωπα εἶναι ἡ πατρότητα καί ἡ ἐκπόρευση. Ἐκεῖνο πού διακρίνει τόν Υἱό ἀπό τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἡ υἱότητα καί ἐκεῖνο, πού διακρίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀπό τόν Πατέρα καί τόν Υἱό εἶναι τό ἐκπορευτό. Ἅγιος ὁ Πατέρας, Ἅγιος ὁ Υἱός, Ἅγιο τό Πανάγιο Πνεῦμα. Παντοδύναμος ὁ Πατέρας, Παντοδύναμος ὁ Υἱός, Παντοδύναμο τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἄκτιστος ὁ Πατέρας, Ἄκτιστος ὁ Υἱός, Ἄκτιστο τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί τά Τρία Πρόσωπα εἶναι ἴσα καί ἔχουμε Τριάδα προσώπων σέ Μονάδα οὐσίας καί Μονάδα οὐσίας σέ Τριάδα Προσώπων. Τά τρία πρόσωπα δέν συγχέονται στίς ὑποστάσεις. Τά πρόσωπα παραμένουν αἰώνια διακριτά Πατέρας, Υἱός καί Ἅγιο Πνεῦμα· Χωρίς νά χωρίζονται στήν οὐσία, παραμένουν αἰώνια ἑνωμένα ὁμοούσια καί ἀδιαίρετα, Μία Θεότητα, Μία Δύναμη, μία Σύνταξη, Μία προσκύνηση τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Τά τρία λοιπόν πρόσωπα, ὁ Πατέρας, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἡ ἀδιαίρετη Τριάδα κατοικεῖ στόν δίκαιο ἄνθρωπο. Ὁ Παντοδύναμος καί Ἄπειρος Θεός βρίσκεται μέσα του καί ἑνώνεται μαζί του.
Σ’ αὐτή τήν ἕνωση ἀναφέρονται οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ :
«Ὥστε νά εἶναι ὅλοι ἕνα, ὅπως ἐσύ, Πατέρα, εἶσαι ἑνωμένος μ’ ἐμένα κι ἐγώ μ’ ἐσένα· νά εἶναι κι αὐτοί ἑνωμένοι μ’ ἐμᾶς»[3].
β΄. «Θά κατοικήσω ἀναμεσά τους»[4].
Ὁ Θεός εἶχε ὑποσχεθεῖ ὅτι θά ἐνοικοῦσε μέσα στούς ἀνθρώπους:
«Θά περπατάω ἀναμεσά σας καί θά εἶμαι ὁ Θεός σας καί ἐσεῖς θά εἶστε ὁ λαός μου»[5].
«Θά κατοικήσω μαζί τους. Θά εἶμαι ὁ Θεός τους καί αὐτοί θά εἶναι ὁ λαός μου»[6].
Ἡ παρουσία αὐτή δέν εἶναι ἁπλῶς μία παρουσία τοῦ Πλάστου καί τοῦ Κυβερνήτου, πού διατηρεῖ καί κατευθύνει τά κτίσματά Του σύμφωνα μέ τούς ἀμετάβλητους νόμους Του, παρακολουθώντας τό καθετί, ἀκόμη καί τά πιό ἀσήμαντα (ὅπως π.χ. τίς τρίχες τῆς κεφαλῆς μας[7]) ἤ τό πιό ἀπομακρυσμένο κι ἄγνωστο. Δέν εἶναι μόνο μία παρουσία, πού προνοεῖ καί διέπει τά λογικά πλάσματα γνωρίζοντας τά πιό κρυφά κι ἄδηλα τῆς καρδιᾶς τους κατά τό «ὁ Κύριος ἐξετάζει ὅλες τίς καρδιές καί γνωρίζει ὅλες τίς σκέψεις»[8] ἀλλ’ εἶναι μία παρουσία πραγματική καί οὐσιαστική, ἰδιαίτερη καί μοναδική, ἀνώτερη καί στενή, πρωτάκουστη καί ἀληθινή.
Ἡ παρουσία αὐτή τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή τοῦ δικαίου εἶναι πολύ διαφορετική, ἀπ’ ἐκείνη κατά τήν ὁποία βρίσκεται «πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν».
Ἡ παρουσία αὐτή εἶναι πραγματική κατασκήνωση τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή τοῦ δικαίου καί ὀνομάζεται στή Θεολογία θεία ἐνοίκηση.
Μόνο ὅσοι δέχθηκαν τόν Θεό στήν καρδιά τους μποροῦν νά περιγράψουν αὐτή τήν ἀπερινόητη παρουσία, τήν θαυμαστή ἀλλοίωση πού προκαλοῦν τά ἐνεργήματα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ψυχή σκιρτᾶ ἀπό τήν οὐράνια εὐφροσύνη καί βιώνει τό ἔνθεο πάθος τῶν ἐφετῶν τό ἀκρότατον. Ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος Θεολόγος πού ἔζησε στή ζωή του αὐτή μέσα στό φῶς τοῦ Χριστοῦ κατέγραψε αὐτή τήν ἀνέκφραστη ἐμπειρία στούς πενήντα πέντε λόγους του. Ἀπό τήν Εἰσαγωγή στήν ἔκδοση τῶν λόγων του δανειζόμαστε μερικά γιά τά ἐνεργήματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὅταν κατοικήσει στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου[9]:
«Τὶ δέν ἐνεργεῖ; Καὶ τὶ δέν χαρίζει τὸ Πανάγιον Πνεῦμα, τὸ ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον; Καὶ ἐν τῷ Υἱῶ ἀναπαυόμενον; Τὸ αὐτοφῶς, καὶ φωτός παρεκτικόν, τὸ σοφόν, καὶ σοφίας χορηγόν, ἡ πηγή τῶν θαυμάτων, καὶ χαρισμάτων, ὅταν κατοίκησῃ διὰ τῆς χάριτός του μέσα εἰς καμμίαν καθαρὰν ψυχήν, ἐκεῖ μέσα ἐκχέει ὡς ποταμὸς εἰρήνης, κατὰ τὸ γεγραμμένον, τά ᾀείζωα ῥεῖθρα τῶν θαυμαστῶν του ἐνεργειῶν· ἐκεῖ ὡς δένδρον οὐράνιον ῥιζούμενόν τε, καί στελεχούμενον, ὡς εἶπεν ὁ θεῖος Κάλλιστος, καρποφορεῖ τούς ὑπερφυσικούς ἐκείνους, καὶ γλυκυτάτους καρπούς ὁποῦ ἀπαριθμεῖ ὁ Ἀπόστολος· τὴν ἀγάπην, λέγω, τὴν χαράν, τὴν εἰρήνην, καὶ τὰ λοιπά· ἐκεῖ, ἐκεῖ ὡς μεγαλόδωρος βασιλεύς φιλοδωρεῖ τὴν ψυχήν ἐκείνην ὁποῦ τὸν δεχθῆ, μὲ τὰ πλούσια ἐκεῖνα, καὶ μεγαλοπρεπέστατα χαρίσματα ὅπου γράφει ὁ Ἡσαΐας· ἤγουν μὲ τὸ χάρισμα τῆς σοφίας, καὶ τῆς συνέσεως· μὲ τὸ τῆς βουλῆς, καί τῆς ἰσχύος· μὲ τὸ τῆς γνώσεως, καὶ εὐσέβειας, καὶ τοῦ φόβου Θεοῦ· ἐκεῖ τέλος πάντων, ὡς γραμματεὺς ὀξυγράφος, κατὰ τὸν θεῖον Δαβίδ, καλλιγραφεῖ ἐπάνω εἰς τὸ πλάτος τῆς καθαρᾶς καρδίας, ὡσὰν εἰς βιβλίον, τούς πνευματικούς του νόμους, τὰς θείας του βουλάς, καὶ τὰ ἀπόκρυφα μυστήρια τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ὄχι μὲ μελάνι, ἀλλὰ μὲ τὸ θεῖον φῶς τῆς ἀπειροδυνάμου του χάριτος, καὶ μαζὶ μὲ αὐτὸ τὸ φῶς, εἶναι φυσικά ἑνωμένη ἡ ἀποκάλυψις, καὶ φανέρωσις ὅλων τῶν μυστικῶν, καὶ βαθέων, ὡς εἶπεν ὁ μέγας τῆς Θεσσαλονίκης Γρηγόριος. Ὅθεν καὶ ἐκεῖνος ὁποῦ ἀξιωθῇ νὰ ἔχῃ ἐγκάτοικον εἰς τὴν ψυχήν του τοιοῦτον διδάσκαλον ἀπειρόσοφον, καὶ νὰ περιφέρῃ ἐγγεγραμμένον τὸν θεῖον νόμον μέσα εἰς τὰς πλάκας τῆς καρδίας του, δὲν ἔχει χρείαν ἀπὸ βιβλία· δὲν χρειάζεται νὰ βλέπῃ μὲ τοὺς αἰσθητούς ὀφθαλμούς εἰς τὰ διὰ μέλανος γράμματα, καὶ ἐκεῖθεν νὰ λαμβάνῃ εἰς τὸν νοῦν τὰ νοήματα· ὄχι· ἀλλὰ ἀντὶ διὰ βιβλίον, ἔχει τὴν κεκαθαρμένην καρδίαν του· ἀντὶ διὰ φῶς αἰσθητόν, ἔχει τὸ νοητὸν φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· καὶ ἀντὶ διὰ ὀφθαλμὸν αἰσθητόν, ἔχει τὴν πεφωτισμένην του διάνοιαν. Καὶ λοιπὸν βλέπωντας μὲ τὴν διάνοιαν μέσα εἰς τὴν καρδίαν του, καὶ βάπτωντας αὐτὴν εἰς τὸ ἀπόρρητον φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁποῦ κατοικεῖ ἐκεῖ, ἀναγινώσκει τὰ ἐκεῖσε ἐγγεγραμμένα πνευματικά, καὶ θεῖα νοήματα· καὶ ἐντεῦθεν γίνεται σοφός, ἀπὸ ἐκεῖ ὁποῦ ἦτον ἄσοφος· εὔγλωττος ῥήτωρ, ἀπὸ ἰδιώτης, καὶ ἀπαίδευτος. «Ὥσπερ ὁ αἰσθητός ὀφθαλμὸς εἰς τὸ γράμμα ἀφορᾷ καὶ ἐκ τοῦ γράμματος λαμβάνει τοῦ αἰσθητοῦ τὰ νοήματα, οὕτως ὁ νοῦς, ὅταν καθαρθῇ, καὶ εἰς τὸ ἀρχαῖον ἐπανέλθῃ ἀξίωμα, εἰς Θεόν ὁρᾷ, καὶ ἐξ αὐτοῦ λαμβάνει τὰ θεῖα νοήματα· καὶ ἀντὶ μὲν βίβλου ἔχει τὸ Πνεῦμα, ἀντὶ δὲ καλάμου τὴν διάνοιαν, καὶ τὴν γλῶσσαν»[10].
γ΄. Ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς ὑποσχέσεως
Ἡ ἀλήθεια αὐτή τῆς θείας ἐνοικήσεως δέν εἶναι ἕνα ἐλεύθερο θέμα τῆς πίστεως, πού μπορεῖ κανείς νά τό παραδεχθεῖ ἤ νά τ’ ἀρνηθεῖ. Εἶναι θεμελιώδης ἀλήθεια γιά τόν πιστό, πού στηρίζεται στήν ἀλάνθαστη Γραφή καί στήν ὁμόφωνη Παράδοση.
Πρῶτος ὁ Ἰησοῦς Χριστός δίδαξε τήν ἀλήθεια αὐτή, γιατί τό μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος πρό τοῦ Ἰησοῦ δέν εἶχε ἀκόμα ἀποκαλυφθεῖ πλήρως στούς ἀνθρώπους. Ἐξηγεῖ στούς Μαθητές Του:
«Ὅποιος μέ ἀγαπάει», θά τηρήσει τό λόγο μου. Κι ὁ Πατέρας μου θά τόν ἀγαπήσει, καί θά ἔρθουμε σ’ αὐτόν καί θά κατοικήσουμε μαζί του»[11].
«Ἐάν τις ἀγαπᾷ με» τονίζει ὁ Κύριος, γιατί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ πρῶτος καί ἀπαραίτητος ὅρος γιά νά πραγματοποιηθεῖ ἡ θεία ἐνοίκηση. Ἀγαπᾶ τόν Θεό, ὅποιος τηρεῖ τόν λόγο πού δίδαξε ὁ Κύριος. Π ρ ό ς α ὐ τ ό ν στό δίκαιο, σέ κεῖνο πού ἀγαπᾶ τόν Θεό διεκήρυξε ὁ Κύριος ἐ λ ε υ σ ό μ ε θ α, δηλαδή θά ἔλθουμε ὄχι μόνο θά δώσουμε τά δῶρα μας, τή θεία χάρη, τίς ἀρετές, ἀλλά πραγματικά Ἐμεῖς θά ἔλθουμε. Τά τρία Πρόσωπα, Πατήρ καί Υἱός, καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, θά ἔλθουμε νά κατοικήσουμε μέσα στήν ψυχή τοῦ δικαίου. Μ ο ν ή ν π ο ι ή σ ο μ ε ν. Θά κάνουμε ἐκεῖ τήν κατοικία μας, Θά ἔλθουμε ὄχι περαστικά, παροδικά, γιά λίγο καιρό, ἀλλά ἐξακολουθητικῶς, συνεχῶς θά παραμείνουμε τόσο ὅσο ὁ δίκαιος δέ θά μᾶς διώξει, ὅσο θά μείνει στή χάρη, ὅσο θά διατηρεῖ τήν ἀγάπη.
Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἑρμηνεία τῶν λόγων τοῦ Κυρίου, πού ἐπικυρώνεται μέ τό ἄλλο ἐδάφιο, ὅπου ὑπόσχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα:
«Κι ἐγώ θά παρακαλέσω τόν Πατέρα νά σᾶς δώσει ἄλλον Παράκλητο, τό Πνεῦμα τῆς Ἀλήθειας, ὥστε νά εἶναι γιά πάντα μαζί σας... Ἀλλά τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, ὁ Παράκλητος, πού θά στείλει ὁ Πατέρας στό ὄνομά μου, ἐκεῖνος θά σᾶς διδάξει τά πάντα καί θά φέρει στή μνήμη σᾶς ὅλα ὅσα σᾶς ἔχω πεῖ ἐγώ»[12].
Τά λόγια αὐτά δέν λέγονται μόνο γιά τούς Ἀποστόλους πού ἔλαβαν τό Ἅγιο Πνεῦμα τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ἄλλα καί γιά κάθε πιστό.
Σέ κάθε πιστό ὑπόσχεται ὁ ἀλάνθαστος καί ἀψευδής Κύριός μας ὅτι θά μείνει μέσα του ὁ Παράκλητος, ἄν αὐτός διατηρήσει τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό!
δ΄. Ἡ μαρτυρία τῶν θεοπνεύστων Ἀποστόλων
Ἔτσι ἐννόησαν καί ἔτσι ἑρμήνευσαν τή διδασκαλία τοῦ Κυρίου οἱ ἀλάνθαστοι καί ἐμπνευσμένοι κήρυκες τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, οἱ Ἀπόστολοι.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννη, ὁ Εὐαγγελιστής καί Θεολόγος στήν Α΄ ἐπιστολή του γράφει: «Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη· κι ὅποιος ζεῖ μέσα στήν ἀγάπη, ζεῖ μέσα στόν Θεό, κι ὁ Θεός μέσα σ’ αὐτόν»[13].
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει στούς Ρωμαίους ὅτι: «Μαρτυρεῖ γι’ αὐτό ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ὁποία τό Ἅγιο Πνεῦμα πού μᾶς δόθηκε γέμισε καί ξεχείλισε τίς καρδιές μας»[14]. Ὁ ἴδιος Ἀπόστολος συχνά στίς Ἐπιστολές του ὑπενθυμίζει στούς πρώτους χριστιανούς αὐτή τή μεγάλη ἀλήθεια καί ἀπαιτεῖ οἱ πιστοί ποτέ νά μή τήν λησμονοῦν. «Δεν ξέρετε πῶς εἶστε ναός τοῦ Θεοῦ κι ὅτι τό Πνεῦμα του κατοικεῖ ἀνάμεσά σας;»[15] καί ἀλλοῦ «Ἤ μήπως δέν ξέρετε ὅτι τό σῶμα σας εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τό ὁποῖο σᾶς χάρισε ὁ Θεός καί βρίσκεται μέσα σας; ... σᾶς ἀγόρασε ὁ Θεός καί πλήρωσε τό τίμημα. Τό Θεό λοιπόν νά δοξάζετε μέ τό σῶμα σας καί μέ τό πνεῦμα σας, πού ἀνήκουν σ’ αὐτόν» [16].
Ἡ Γραφή λοιπόν διδάσκει καθαρά ὅτι τά Τρία πρόσωπα κατοικοῦν σέ κάθε ψυχή πού δέν μολύνεται ἀπό τήν ἁμαρτία καί βρίσκεται στή χάρη.
ε΄. Ἡ ὁμόφωνη Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας
Ἡ Παράδοση ἔρχεται ν’ ἀποδείξει, ὅτι εἶναι ὁμόφωνη μέ τή Γραφή.
Ἀπ’ τούς πρώτους Μάρτυρες, ἀπ’ τή διδασκαλία τῶν Πατέρων, ἀπ’ τήν ἐπίσημη ἐξήγηση τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε αὐθεντική ἑρμηνεία τῆς Γραφῆς καί τήν ὀρθή ἀνάπτυξη τῆς μεγάλης αὐτῆς ἀλήθειας.
Στίς ἀρχές τοῦ Β΄ αἰῶνα μ.Χ. ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Ἀντιοχείας στά γράμματά του ὑπογραμμίζει, ὅτι οἱ ἀληθινοί χριστιανοί ἔχουν τόν Θεό στήν καρδιά τους καί τούς ἀποκαλεῖ θ ε ο φ ό ρ ο υ ς[17].
Ὅταν τόν ἔφεραν γιά ἀνάκριση μπροστά στόν αὐτοκράτορα Τραϊανό ἀπότομα καί αὐστηρά τόν ἐρωτᾶ:
«Ποιός εἶσαι, πονηρό πνεῦμα,...»
«Κανένας δέν ἀποκαλεῖ ἕναν Θεοφόρο πονηρό πνεῦμα» ἀπαντᾶ ἤρεμα καί γλυκά ὁ Ἰγνάτιος.
«Καί τί σημαίνει Θεοφόρος;» ἐρωτᾶ περίεργος ὁ Τραϊανός.
«Αὐτός πού ἔχει τόν Χριστό στό στέρνο του» προσθέτει ὁ Ἰγνάτιος,
«Ναί, διότι εἶναι γραμμένο θά κατοικήσω μέσα σ’ αὐτούς καί θά περπατήσω μέσα τους»[18].
Στά συγγράμματα τῶν Ἁγίων Πατέρων βρίσκονται σελίδες ὁλόκληρες γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς βασικῆς αὐτῆς ἀλήθειας. Ἰδιαίτερα ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁ ἅγιος Βασίλειος, καί ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας μιλοῦν γιά τή θεία ἐνοίκηση. «Εἰσέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα ὄχι μέ ἄλλο τρόπο ἀλλά ὅπως ὁ Υἱός σέ μᾶς γιά νά κατοικήσει», γράφει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος στήν Α΄ ἐπιστολή του στό Σεραπίωνα[19]. «Ἔτσι ἀκριβῶς καί τό Πνεῦμα ἐνῶ εἶναι σάν νά παρευρίσκεται μόνο του σέ κάθε τί δεκτικό τῆς ἐνέργειάς του ἀφήνει διαρκῶς ὁλόκληρο τή χάρη του σέ ὅλα» ἐξηγεῖ ὁ μέγας Βασίλειος στήν πραγματεία του «Περί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»[20].
Στό Σύμβολο τοῦ ἁγίου Ἐπιφανίου — πού ἦταν ὑποχρεωμένοι ν’ ἀπαγγέλλουν οἱ ἐνήλικοι πιστοί πρό τοῦ Βαπτίσματος — διαβάζουμε «Καὶ εἰς τὸ Ἅγιον Πνεῦμα πιστεύομεν, τὸ λαλῆσαν ἐν Νόμῳ καὶ κηρύξαν ἐν τοῖς προφήταις καὶ καταβᾶν ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην, λαλῆσαν ἐν ἀποστόλοις, λαλοῦν ἐν ἀποστόλοις, ο ἰ κ ο ῦ ν ἐ ν Ἁ γ ί ο ι ς»[21].
στ΄. «Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν»
Οἱ πιστοί, ὅταν ἀπαγγέλλουν τό «Βασιλεῦ Οὐράνιε», ζητοῦν νά ἔλθει ὁ Θεός νά κατοικήσει ἐντός τους στά βάθη τοῦς ψυχῆς τους καί τῆς ὑπάρξεώς τους. Αὐτή ἡ ἐνοίκηση διαλύει κάθε φόβο καί πειρασμό στήν ζωή ἐφ’ ὅσον «Γιατί τό Πνεῦμα πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός δέν εἶναι πνεῦμα δειλίας, ἀλλά πνεῦμα δύναμης κι ἀγάπης καί σωφροσύνης»[22].
Μέ τόν ἅγιο Συμεών τόν Νέο Θεολόγο ἀναφωνοῦμε κι ἐμεῖς:
«Veni, Lumen verum. Veni, vita aeterna. Veni, absconditum mysterium. Veni, Thesaure carens nomine. Veni, parennis exsultatio. Veni, Lumen nunquam occidens. … Veni, laetitia sempiterna. Veni, corona immarcescibilis…Veni, quaem misera anima mea desideravit, et desiderat. Veni, sole, ad solum; sum enim solus. Veni, qui factus es desiderium meum»
Δηλαδή :
«Ἔλα, φῶς ἀληθινό. Ἔλα, αἰώνια ζωή. Ἔλα, κρυμμένο μυστήριο. Ἔλα, ἄρρητε θησαυρέ!.. Ἔλα, ὦ διαρκής χαρά. Ἔλα, ἄσβεστο φῶς... Ἔλα, αἰώνια ἀγαλλίαση. Ἔλα, ἀμάραντο στεφάνι... Ἔλα, ἐσύ πού διαρκῶς ἐπιθύμησες καί ἐπιθυμεῖς τήν ἄθλια ψυχή μου. Ἔλα, ἐσύ Μόνε σέ κάποιον ἄλλο, πού μένει μόνος... Ἔλα, ἐσύ πού ἔγινες ἡ ἐπιθυμία...»[23].
Ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης μᾶς βεβαιώνει στήν Ἀποκάλυψη ὅτι αὐτή ἡ ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους θά πραγματοποιηθεῖ τέλεια καί ὁλοκληρωτικά ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός συνάξει τούς πιστούς καί ὁ Θεός ἔσται μετ’ αὐτῶν.
«Τότε ἄκουσα μία δυνατή φωνή ἀπ’ τόν οὐρανό νά λέει: «Τώρα πιά ἡ κατοικία τοῦ Θεοῦ εἶναι μαζί μέ τούς ἀνθρώπους. Θά κατοικήσει μαζί τους, κι αὐτοί θ’ ἀποτελοῦν τό λαό Του. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός θά εἶναι μαζί τους, θά διώξει κάθε δάκρυ ἀπό τά μάτια τους, κι ὁ θάνατος δέ θά ὑπάρχει πιά· οὔτε πένθος οὔτε κλάμα οὔτε πόνος θά ὑπάρχει πιά, γιατί τά παλιά πέρασαν». Καί εἶπε αὐτός πού καθόταν στό θρόνο: «Τώρα, ὅλα τά κάνω καινούργια». Καί μοῦ λέει: «Γράψε, γιατί τά λόγιά μου εἶναι ἀξιόπιστα κι ἀληθινά»[24].
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] «Οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε (δηλαδή οἱ πιστοί) καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; » Πρός Κορινθίους Α΄ γ΄, 16 καί Β΄ στ΄, 16.
[2] Πρός Κολοσσαεῖς α΄, 15 καί Πρός Ἑβραίους α΄, 3.
[3]« Ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἓν ὦσιν» Ἰωάννου ιζ΄, 21.
[4] «Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς» Πρός Κορινθίους Β΄ στ΄, 16.
[5] «Καὶ ἐμπεριπατήσω ἐν ὑμῖν· καὶ ἔσομαι ὑμῶν Θεός, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι λαός» Λευϊτικοῦ κστ΄, 12.
[6] «Καὶ ἔσται ἡ κατασκήνωσίς μου ἐν αὐτοῖς, καὶ ἔσομαι αὐτοῖς Θεός, καὶ αὐτοί μου ἔσονται λαός» Ἱεζεκιήλ λζ΄, 27.
[7] Ματθαίου ι΄, 30.
[8] «Πάσας καρδίας ἑτάζει Κύριος» Α΄ Παραλληπομένων κη΄, 9 Πρβλ. Ψαλμοῦ ζ΄, 9.
[9] Τοῦ Ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, Τά εὑρισκόμενα, σ. δ΄- ε΄, ἔκδοση Βασιλείου Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1977.
[10]Γρηγορίου Σιναΐτου, Κεφάλαια δι’ ἀκροστιχίδος, (κγ΄) Ἑλληνική Πατρολογία (PG) 150, 1245D.
[11] «Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τὸν λόγον μου τηρήσει, καὶ ὁ πατήρ μου ἀγαπήσει αὐτόν, καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ' αὐτῷ ποιήσομεν» Ἰωάννου ιδ΄, 23.
[12] «Καὶ ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἵνα μένῃ μεθ' ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα, ...Ὁ δὲ παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν» Ἰωάννου ιδ΄, 16 καί 26.
[13] «῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστί, καὶ ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καὶ ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ» Ἰωάννου Α΄ δ΄, 16.
[14] «Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν» Πρός Ρωμαίους ε΄, 5.
[15] «Οὐκ οἴδατε, γράφει στούς Κορινθίους, ὅτι ναός Θεοῦ ἐστε καί τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν;» Πρός Κορινθίους Α΄γ΄ 16.
[16] «Οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναός τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος ἐστίν;... Ἠγοράσθητε τιμῆς. Δοξάσατε δὴ τὸν Θεόν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινα ἐστὶ τοῦ Θεοῦ» Πρός Κορινθίους Α΄ στ΄ 19
[17] Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Πρός Ἐφεσίους, IX, ΒΕΠΕΣ, τ.2, σ. 266,11 καί σ.288, 38.
[18] Λευϊτικοῦ κστ΄, 12 καί Πρός Κορινθίους στ΄, 16.
«Τίς εἶ, κακόδαιμον,...»
«Οὐδείς Θεοφόρον ἀποκαλεῖ κακοδαίμονα»,
«Καί τίς ἐστι Θεοφόρος;»
«Ὁ Χριστόν ἔχων ἐν στέρνοις»,
«Ναί· γέγραπται γάρ· ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καί ἐμπεριπατήσω» Ἰγνατίου Ἀντιοχείας, Μαρτύριον τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος, ΒΕΠΕΣ, τ. 2, σ. 338, 28-339, 11.
[19] «Συνεισέρχεται τὸ Πνεῦμα οὐκ ἄλλως ἤ ὡς ὁ Υἱὸς ἐν ἡμῖν οἰκήσων» Ἑλληνική Πατρολογία (PG) τόμος 26, στήλη 601.
[20] «Τό Πνεῦμα ἑκάστῳ τῶν δεκτικῶν ὡς μόνω παρόν διαρκῆ τοῖς πᾶσι τήν χάριν ὁλόκληρον ἐπαφίησιν» Ἑλληνική Πατρολογία (PG) τόμος 32, στήλη 109.
[21] Ἑλληνική Πατρολογία (PG) τόμος 43 στήλη 236.
[22] «Οὐ γὰρ ἔδωκεν ἡμῖν ὁ Θεὸς Πνεῦμα δειλίας, ἀλλὰ δυνάμεως καὶ ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ» Πρός Τιμόθεον Β΄, α΄, 7.
[23] Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος : Θείων ἐρώτων ἤ ἱερῶν μελετῶν Ἑλληνική Πατρολογία (PG) 120 στήλη 508-509.
[24] «Καὶ ἤκουσα φωνῆς μεγάλης ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λεγούσης· ἰδοὺ ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων, καὶ σκηνώσει μετ᾿ αὐτῶν, καὶ αὐτοὶ λαὸς αὐτοῦ ἔσονται, καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς μετ᾿ αὐτῶν ἔσται, καὶ ἐξαλείψει ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι· ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον. Καὶ εἶπεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ· ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα. Καὶ λέγει μοι· γράψον, ὅτι οὗτοι οἱ λόγοι πιστοὶ καὶ ἀληθινοί εἰσι» Ἀποκαλύψεως κα΄, 3-5.