Προφῆτες
(Εἰσαγωγή)
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
Ὁ λαός Ἰσραήλ εἶχε γίνει ἔθνος. Εἶχαν ἐλευθερωθεῖ ἀπό τή σκλαβιά τῆς Αἰγύπτου. Τούς εἶχε δοθεῖ ὁ Νόμος. Εἶχαν ὑποσχεθεῖ μία ζωή ὑπακοῆς στόν Θεό, καί ἡ θρησκεία τους συνεχῶς τούς ὑπενθύμιζε τήν ἐξάρτησή τους ἀπό τή συγχώρηση καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.
Ὅμως, παρέβαιναν ἐξακολουθητικά τήν κλήση τους καί τίς ὑποσχέσεις τους. Ἐξαιτίας τῆς εἰδωλολατρείας, τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, τῆς ἀνηθικότητας, τῆς αὐταρέσκειάς τους, χρειάζονταν ξανά καί ξανά νά ἐπανέρχονται στό ἀρχικό σημεῖο τῆς ὕπαρξής τους.
Τό κάλεσμα σέ ὑπακοή
Οἱ προφῆτες ἦσαν ἄνθρωποι, πού τούς τοποθετοῦσε ὁ Θεός γι’ αὐτό τό συγκεκριμένο ἔργο – νά καλέσουν τόν λαό πίσω στόν Θεό καί τόν δρόμο Του. Ἡ χαλαρότητα ὁδηγοῦσε στή λήθη. Ὁ ἅγιος Νόμος τοῦ Θεοῦ γιά τή ζωή εἶχε σταματήσει νά εἶναι μία ἀποτελεσματική δύναμη στό νά διαπλάθει τά ἄτομα καί τήν κοινωνία.
Μερικές φορές, τό λάθος ἦταν μᾶλλον στήν ἀνατροπή τῶν σωστῶν προτεραιοτήτων. Οἱ θυσίες εἶχαν προορισμό νά διευθετοῦν τίς περιπτώσεις ἀνυπακοῆς. Ὑπῆρχαν, ὅμως, περίοδοι στήν ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού θεωροῦνταν ὑποκατάστατο τῆς ὑπακοῆς - κάτι σάν τελετουργικές τεχνικές γιά νά ἐξευμενίζεται ὁ Θεός.
Ὅταν ἡ θρησκεία τοῦ ἔθνους ἐκφυλιζόταν σ’ αὐτό τό εἶδος τῆς ἀνήθικης τυπολατρείας, οἱ προφῆτες ὕψωναν τή φωνή τῆς διαμαρτυρίας τους. Αὐτό ἐξηγεῖ ὁλόκληρα σύνολα ἐδαφίων στά ὁποία μέ τήν πρώτη ματιά οἱ προφῆτες φαίνονται νά ἀρνοῦνται τή θεία αὐθεντία τῶν θυσιῶν (Ἠσαΐας 1/11επ, Ἱερεμίας 7/21επ, Ὠσηέ 6/6, Ἀμώς 5/25, Μιχαίας 6/6-8).
Ὁ σκοπός τους εἶναι, μᾶλλον, νά θυμίσουν στόν λαό τίς σωστές προτεραιότητες νά ἐπιμείνουν στήν πρωταρχική ἀπαίτηση τοῦ Θεοῦ στό νά ὑπακούει ὁ λαός στίς ἐντολές Του καί νά ζεῖ μέσα στά δικά Του πρότυπα.
Ξεχωρίζοντας τό ψεύτικο ἀπό τό ἀληθινό
Ὁ κόσμος μας σήμερα εἶναι γεμᾶτος ἀπό ἀλληλοσυγκρουόμενες φωνές, πού ὅλες ἀξιοῦν ὅτι εἶναι αὐθεντικές. Οἱ θρησκευτικές ἀπόψεις διαφέρουν τόσο πολύ μεταξύ τους πού μερικές φορές ὑπάρχει πλήρης ἀντίθεση ἀνάμεσα στίς διάφορες ἀπόψεις, πού ὅλες προβάλλονται στό ὄνομά τοῦ Θεοῦ. Πῶς θά διακρίνουμε ποῦ βρίσκεται ἡ ἀλήθεια;
Ἐκεῖνο πού οἱ προφῆτες ἔλεγαν σέ παρόμοιες καταστάσεις ἦταν ὅτι, κάθε τί πού συμφωνεῖ μέ τή Γραφή μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Στό Δευτερονόμιο, κεφ. 13, ὁ ψευδοπροφήτης εἶναι ἐκεῖνος πού παρασύρει τούς ἀνθρώπους μακρυά, πίσω ἀπό «ἄλλους θεούς» καί μιλάει γιά «ἀποστασία ἐνάντια στόν Κύριο τόν Θεό σας, ὁ ὁποῖος σᾶς ἔβγαλε ἀπό τή γῆ τῆς Αἰγύπτου... γιά νά σέ ἀποπλανήσει ἀπό τόν δρόμο, στόν ὁποῖο σέ πρόσταξε ὁ Κύριος ὁ Θεός σου νά περπατᾶς». Μέ ἄλλα λόγια, ἡ ἀλήθεια σχετικά μέ τόν Θεό πού ἐκφράστηκε ἀπό τόν Μωυσῆ μπορεῖ νά γίνει τό μέτρο τῆς ἀλήθειας τῶν ἀνθρώπινων ἀπόψεων. Εἰδικά, ἡ περικοπή αὐτή, ἀναφέρει τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ: Ἀποδέχεται ὁ προφήτης τά ἀρχαία ἠθικά πρότυπά τοῦ ὄρους Σινᾶ ἤ κηρύττει μία νέα ἠθική;
Μποροῦμε νά δοῦμε μία ἐφαρμογή αὐτοῦ τοῦ «τέστ» στόν Ἱερεμία 23/9-22. Στήν ἰδιωτική του ζωή (ἐδάφια 9-15), καθώς καί στή δημόσια διάκονία του (ἐδάφια 16-22), ὁ ψευδοπροφήτης ἀποδέχεται μία ἄλλη ἠθική καί ἐνθαρρύνει τούς ἀκροατές του νά κάνουν τό ἴδιο. Κατά συνέπεια, συμπεραίνει ὁ Ἱερεμίας, ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέν μπορεῖ νά «παραστάθηκε στή βουλή τοῦ Κυρίου» (ἐδάφια 18, 22).
Ἡ κλήση τοῦ Προφήτη
Ὁ ἀληθινός προφήτης διεκδικοῦσε τό προνόμιο νά ἀνήκει στό «συμβούλιο» τοῦ Κυρίου, μία λέξη πού περιέχει τήν ἔννοια τῆς σύσκεψης (δές Α΄ Βασιλειῶν 22/ 19-22) καί τῆς στενῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό.
Εἶναι αὐτή ἡ ἐμπειρία, τῆς στενῆς ἐπικοινωνίας μέ τόν Θεό καί τῆς γνώσης τῶν σκέψεών Του μέ τή συμμετοχή στό «συμβούλιο», πού κρύβεται πίσω ἀπό τίς τρεῖς λέξεις πού περιγράφουν τόν προφήτη. Καί οἱ τρεῖς βρισκονται στό Α΄ Χρονικῶν 29/29.
Ἡ λέξη πού μεταφράζεται «προφήτης» σημαίνει «καλεσμένος (ἀπό τόν Θεό)», μέ τό καθῆκον νά διακηρύξει τό μήνυμα τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους. Ἡ κλήση τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι πρόσκληση, ἀλλά διορισμός. Γιά παράδειγμα, ὁ Κύριος «ἔλαβε» τόν Ἀμώς (7/15), μέ τόν σκοπό νά τόν κάνει προφήτη, «στόν λαό μου».
Οἱ δύο ἄλλες Ἑβραϊκές λέξεις μεταφράζονται «βλέπων», πού σημαίνει «ἐκεῖνος πού βλέπει». Οἱ λέξεις αὐτές τονίζουν τό γεγονός ὅτι μέ τήν ἔμπνευση τοῦ Θεοῦ οἱ προφῆτες ἔχουν μία ἐντελῶς ξεχωριστή ἱκανότητα νά «βλέπουν»: Μέσα στίς ὑποθέσεις τῶν ἀνθρώπων, καθώς καί μέσα στά σχέδια τοῦ Θεοῦ.
Οἱ τρεῖς αὐτές λέξεις χρησιμοποιοῦνται μέ τήν ἴδια σημασία μέσα σέ ὁλόκληρη τήν Παλαιά Διαθήκη (μολονότι τό Α΄ Σαμουήλ 9/9 μιλάει γιά μία παλαιότερη ἐποχή πού γινόταν κάποια διάκριση στή χρήση τῆς λέξης). Ὅλες μαζί, δείχνουν τίς δύο πλευρές τῆς προφητικῆς ἐμπειρίας. Ὁ «βλέπων» ἀναφέρεται στή μεταβολή πού ὁ Θεός κάνει στόν ἄνθρωπο πού «παίρνει» γιά τόν σκοπό αὐτό (δές Β’ Πέτρου 1/21). Ὁ «προφήτης» ὑποδεικνύει τήν ἀποκάλυψη τῶν σχεδίων καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ἐπάνω στόν ἄνθρωπο αὐτόν καί μέσω αὐτοῦ (δές Β ’ Τιμόθεον 3/16).
«Τάδε λέγει Κύριος»
Οἱ προφῆτες, ἑπομένως, ἦσαν οὐσιαστικά ἄνθρωποι πού ὁ Θεός διάλεγε γιά νά τούς φέρει κοντά Του. Τό κάλεσμα τοῦ προφήτη δέν ἦταν κληρονομικό. Καί ὁ Θεός διάλεγε τούς ἀνθρώπους Του ἀπό πολλά καί διαφορετικά μονοπάτια τῆς ζωῆς. Μερικοί, ὅπως ὁ Ἱερεμίας καί ὁ Ἰωνᾶς, ἦσαν πολύ ἀπρόθυμοι στό νά στρατολογηθοῦν, τί ἰδιαίτερα ὅταν ἔμαθαν τί ὁ Θεός ζητοῦσε ἀπ’ αὐτούς.
Ὅμως, πέρα ἀπό τήν ἐπικοινωνία τους μέ τόν Θεό (δές Α΄ Βασιλέων 17/1) οἱ προφῆτες ἔρχονταν μέ τό μήνυμά Του γιά τούς συγχρόνους τους, ἀλλά καί γιά μᾶς (Πράξεις 7/38). Μερικές φορές τόνιζαν τό μήνυμά τους μέ δραματικές ἐνέργειες (π.χ. Ἱερεμίας, κεφ. 19, Ἰεζεκιήλ, κεφ. 4. Δές καί Α΄ Βασιλέων 13/14-19). Ἀλλά, τίς περισσότερες φορές, τά μηνύματά τους τά παρουσίαζαν σέ καλοφτιαγμένες ὁμιλίες, πού εἶχαν τά σημάδια καλῆς προεργασίας καί προετοιμασίας.
Οἱ προφῆτες εἶναι πολύ φειδωλοί στό νά μᾶς ἀποκαλύψουν τό πῶς πῆραν τά μηνύματά τους. Συχνά, δέν μᾶς λένε τίποτα περισσότερο ἀπό τό «ἔγινε λόγος Κυρίου» (π.χ. Ἱερεμίας 47/1, Ἰεζε-κιήλ 17/1, Ζαχαρίας 8/1). «Ἔγινε» εἶναι ἡ μετάφραση τοῦ Ἑβραϊκοῦ ρήματος «εἶμαι», πού σημαίνει ὅτι «ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἔγινε μία ζωντανή, σημερινή πραγματικότητα», πρᾶγμα πού μᾶς μιλάει γιά τό περιεχόμενο καί ὄχι γιά τή φύση τῆς ἐμπειρίας.
Ἐντούτοις, δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι οἱ προφῆτες ἤθελαν νά δώσουν βαρύτητα στίς διακηρύξεις τους. «Τάδε λέγει Κύριος» σήμαινε ἀκριβως αὐτό πού ἔλεγε. Ἔπαιρναν ἀπό τόν Κύριο τούς ἀκριβεῖς «λόγους» (προσέξτε τόν πληθυντικό, Ἱερεμίας 1/9, Ἰεζεκιήλ 2/7, 3/4) πού ἔλεγαν.
Δέν μποροῦμε νά δώσουμε καμιά λογική περιγραφή τῆς ἐμπειρίας τους. Πρέπει ἁπλά νά παρατηρήσουμε τά γεγονότα. Ἀπό τή μία πλευρά, αὐτοί οἱ ἴδιοι διακήρυτταν ὅτι ἔλεγαν λόγια, πού ὁ Θεός τούς εἶχε δώσει ἀπό τήν ἄλλη, σίγουρα, δέν ἦσαν ἀπρόσωπα «μαγνητόφωνα» ἑνός ἐξωτερικοῦ «μηνύματος». Ἀντίθετα, ἦσαν σπουδαῖες καί ἔντονες προσωπικότητες.
Κρίνοντας ἀπό τήν ἄπειρα πιό σημαντική προσωπικότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ -Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου- μποροῦμε μόνο νά συμπεράνουμε ὅτι ὅταν κάποιος εἶναι ἀπόλυτα ἐνωμένος μέ τόν Θεό, τότε τό ἀληθινά ἀνθρώπινο, ἡ πλήρης ἀτομική προσωπικότητα φτάνει στήν τελειότητα. Ἑπομένως, στήν περίπτωση τῶν προφητῶν, ὁ Θεός τούς ἔφερε σέ τέτοια στενότητα ἐπικοινωνίας μέ τόν ἑαυτό Του, τέτοια ἁρμονία σκέψης καί θέλησης, τέτοια ἀφιέρωση ζωῆς (καί ὅλα αὐτά μέσω τῶν χαρακτηριστικῶν ἐμπειριῶν τῆς σωτηρίας), ὥστε αὐξήθηκαν σέ πλήρη ὡριμότητα οἱ ἴδιοι, καί μέ τή μοναδική ἔμπνευσή τοῦ Θεοῦ ἔγιναν ὄργανά Του (δές Ἔξοδος 4/15-16, 6/28-7/1).
Τό Παρόν καί τό μέλλον
Μία ματιά, στό σχεδιάγραμμα πού ἀκολουθεῖ θά μᾶς δείξει ὅτι οἱ ἀξιοσημείωτοι αὐτοί ἄνθρωποι εἶχαν τίς ρίζες τους στήν ἱστορία. Εἶχαν τοποθετηθεῖ ἀπό τόν Θεό στά κρίσιμα σημεῖα.
Ὁ Ἀμώς μίλησε σέ μία ἐποχή, πού, ἡ οἰκονομική ἀφθονία καί ὁ θρησκευτικός τυπικισμός, συνδυάστηκαν γιά νά δημιουργήσουν ἕνα παλιρροϊκό κύμα παρακμῆς καί ἀνεκτικότητας (δές Ἀμώς 3/15-4/1, 4/4-5 , 2/6-8).
Ὁ Ὠσηέ ἀπευθύνθηκε σέ μία ἐποχή, στήν ὁποία τά καθιερωμένα κοινωνικά σχήματα διαλύονταν μπροστά στά μάτια τῶν ἀνθρώπων.
Ὁ Ἠσαΐας, σύμφωνα μέ τήν ἐκτίμηση τῆς κατάστασης ἀπό τόν Θεό, κήρυξε σέ ἕναν λαό πού ἀπορρίπτοντας τό μήνυμά Του εἶχε φτάσει στό σημεῖο πού δέν ὑπῆρχε ἐπιστροφή καί εἶχαν καταδικάσει αὐτοί οἱ ἴδιοι τούς ἑαυτούς τους (Ἠσαΐας 6/9επ).
Ὁ Ἱερεμίας ἀνήκει στίς τελευταῖες ἀγωνιώδεις στιγμές τῆς Ἱερουσαλήμ καί ὁ Ἰεζεκιήλ στίς πρῶτες τραυματικές ἐμπειρίες τῆς ἐξορίας.
Ὅλοι μίλησαν στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ, πού δέν εἶναι οὔτε παρατηρητής οὔτε περιστασιακός ἐπισκέπτης, ἀλλά εἶναι πάντα ὁ δυναμικός Κυβερνήτης τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ἀναπόφευκτα, ἑπομένως, οἱ προφῆτες ὄχι μόνο ἐξηγοῦσαν τό παρελθόν (Ἀµώς 4/6επ) καί ἐξέθεταν τίς τάσεις τοῦ παρόντος (Ἠσαΐας 5/11-13), ἀλλά διακήρυττταν πάνω ἀπ’ ὅλα τί ὁ Θεός ἐπρόκειτο νά κάνει.
Τό νά προλέγουν ὅ,τι ἐπρόκειτο νά συμβεῖ, ἦταν γι’ αὐτούς μία οὐσιαστική συνέπεια τῆς ἐπικοινωνίας τους μέ τόν Κύριο τῆς ἱστορίας (π.χ. Ἀμώς 3/7). Ὅταν ἦσαν στήν παρουσία Του, ἔνιωθαν ὑποχρεωμένοι νά κάνουν τό ζωτικό ἐρώτημα «Ἕως πότε;» (Ἠσαΐας 6/11) καί νά περιμένουν νά ἀκούσουν τήν ἀπάντηση. Ἀλλά, ὅταν ἀπαιτοῦσαν αὐτή τήν ἀπάντηση, δέν ἦταν γιά νά ἱκανοποιήσουν τήν ἀνθρώπινη περιέργεια γιά τό μέλλον ἦταν γιά νά μεταχειριστοῦν τή βεβαιότητα τῶν ὅσων ἐπρόκειτο νά συμβοῦν, σάν ἕναν μοχλό γιά νά φέρουν τόν λαό σέ μετάνοια, ἐδῶ καί τώρα.
Ἡ χαρακτηριστική προφητική χρήση τῆς πρόβλεψης φαίνεται στά λόγια του Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστή, τοῦ τελευταίου καί πιό προνομιούχου ἀπό τούς προφῆτες. Αὐτός δέν εἶπε: «Μετανοεῖτε, ὥστε νά ἔρθει κάποτε ἡ βασιλεία του Θεοῦ» ἀλλά: «Μετανοεῖτε, ἐπειδή πλησίασε ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθαῖος 3/2). Τά μελλοντικά γεγονότα, πού σίγουρα θά συμβοῦν, ἀπαιτοῦν μία ἄμεση ἠθική μεταστροφή, μία τακτοποίηση μέ τόν Θεό (δές Ἠσαΐας 2/5, 10, 22, 3/18π, 31/6-7, κλπ).
Τό μήνυμα τῶν Προφητῶν
Ὁ Θεός ἐξουσίαζε τήν ἱστορία, Ἐκεῖνος καλεῖ ἄνδρες καί γυναῖκες σέ μετάνοια. Αὐτά εἶναι δύο ἀπό τά θέματα τῶν προφητῶν. Μαζί μέ ἄλλα τρία ἀποτελοῦν τόν πυρήνα τῆς διδασκαλίας τους.
Ὁ Κύριος, ὡς Κυβερνήτης ὁλόκληρής της ἱστορίας.
Οἱ προφῆτες τό θεωροῦσαν αὐτό τόσο σοβαρό, ὥστε ἦσαν προετοιμασμένοι νά τολμοῦν νά παρουσιάζουν τίς πανίσχυρες αὐτοκρατορίες τῶν ἡμερῶν τους ὡς «ἐργαλεῖα» στά χέρια τοῦ Θεοῦ (Ἠσαίας 10/5-15). Αὐτό προκαλεῖ ἕνα πρόβλημα στόν Ἀββακούμ (1/5-11, 12-17): Πῶς μποροῦσε ὁ ἅγιος Θεός νά χρησιμοποιεῖ ἀνόσια, διεφθαρμένα ὄργανα; Ἡ μοναδική ἀπάντηση πού δίνει ἡ Βίβλος εἶναι νά ὑπενθυμίζει τόν κυριαρχικό ἔλεγχο τοῦ Θεοῦ ἐπάνω στόν κόσμο, ἕναν ἔλεγχο πού ἀσκεῖται μέ τόσο περίπλοκο τρόπο, ὥστε οἱ ἁμαρτωλοί νά ἐνεργοῦν ὑπεύθυνα, σύμφωνα μέ τίς ὑποδείξεις καί τίς πιέσεις τῆς ἴδιας τους τῆς φύσης, ἀλλά πάνω ἀπ’ ὅλα ὁ Δίκαιος καί ἅγιος Κυβερνήτης προΐσταται, ἐξουσιάζει καί ὁδηγεῖ (δές Β΄ Βασιλειῶν 19/25, 28, Ἰεζεκιήλ 38/3-4, 10-11, 16, 39/2-3).
Ἡ πρωταρχική ἀνάγκη: Νά εἶναι ἐντάξει μέ τόν Θεό.
Ἐφόσον εἶναι ὁ Θεός πού ἀποφασίζει τήν ἔκβαση κάθε κατάστασης, τό σπουδαῖο τότε εἶναι, ὄχι νά ἔχει κανείς τίς καλύτερες καί ἰσχυρότερες ἀνθρώπινες συμμαχίες (δές Ἠσαΐας 30/1-2, Ὠσηέ 5/13), ἀλλά νά εἶναι μέ τό μέρος τοῦ Θεοῦ, νά τά ἔχει καλά μαζί Του (δές Ἠσαίας 30/15). Ὁ Θεός προσπαθεῖ διαρκῶς νά ξαναφέρει τόν λαό Του στόν Ἑαυτό Του (Ἀμώς 4Χ6-11) καί ὁ προφήτης καλεῖ ἄνδρες καί γυναῖκες σέ ἀτομική προετοιμασία γιά νά συναντήσουν τόν Θεό (Ἀμώς 4/12).
Τό ἠθικό θεμέλιό της θρησκείας καί τῆς κοινωνίας.
Ἔχουμε ἤδη ἀναφέρει τήν ἀπόρριψη ἀπό τόν Ἱερεμία, μίας θρησκείας χωρίς ἠθική (Ἱερεμίας 7/1-15). Οἱ προφῆτες ὡς σύνολο ἐπιμένουν ὅτι, γιά νά εἶναι ἐντάξει μέ τόν Θεό, πρέπει οἱ ἄνδρες καί οἱ γυναῖκες νά ζοῦν μέ ὑπακοή στά πρότυπα καί τίς ἐντολές Του, καί ὅτι αὐτό συνεπάγεται μία ἀσφαλῆ κοινωνία. Ἀπό τή στιγμή πού οἱ ἄνθρωποι ἀποξενώνονται ἀπό τόν Θεό δέν μποροῦν νά διατηρήσουν τίς σωστές σχέσεις μεταξύ τούς (σύγκρινε τό Ἀμώς 2/7-8 μέ τό 9-12).
Ἕνα μίγμα κρίσης καί ἐλπίδας.
Ξανά καί ξανά, καθώς ἀκοῦμε τούς προφῆτες νά ἀναλύουν τήν κατάσταση μέσα στήν ὁποία ζοῦν, βλέπουμε ὅτι ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀναπόφευκτη. Ὅλο τό τοπίο γεμίζει μέ τά ἀπειλητικά σύννεφα τῆς ἐπερχόμενης ὀργῆς. Ἀλλά τότε, ξαφνικά, ἀνέλπιστα, μία λαμπερή ἀκτίνα ἐλπίδας τά διαπερνάει (Ἠσαΐας 6/13, 28/5, 29/5, 31/5, Ἀμῶς 9/11επ κλπ). Αὐτή ἡ ἀνάμιξη σκοταδιοῦ καί φωτός, κρίσης καί ἐλπίδας εἶναι ἕνα σίγουρο γεγονός τοῦ προφητικοῦ μηνύματος: Εἶναι μία ἀναγκαιότητα, ἐπειδή μιλοῦσαν στό ὄνομα τοῦ Κυρίου, τοῦ Θεοῦ, πού-σώζει-τόν-λαό-Του-καί-κρίνει-τους-ἐχθρούς-Του, τόν Θεό τῆς- ἐξόδου.
Ἡ μεσσιανική βασιλεία.
Χρησιμοποιοῦμε τήν ἐπικεφαλίδα αὐτή σάν μία γενική περιγραφή τῆς λαμπρῆς, μελλοντικῆς κατάστασης, πού ὁ Θεός ἑτοιμάζει γιά τόν Λαό Του. Θεωρεῖται ὡς ἡ τέλεια σχέση διαθήκης (Ἠσαΐας 54/10, Ἱερεμίας ὁ 31/31-34, Ἰεζεκιήλ 37/26-27), καθώς καί πολλῶν ἄλλων ἀγαθῶν. Κυρίως, ὅμως, περιγράφεται μέ κέντρο τόν ἐρχομό κάποιου μεγάλου Προσώπου.
Ἐκεῖνος εἶναι:
Ὁ νέος «Δαβίδ» Ἰεζεκιήλ 37/24
Ὁ «κλάδος» ἀπό τή γενιά τοῦ Δαβίδ
(ἤ γιά νά τονιστεῖ ἡ θεϊκή του προέλευση)
«ὁ κλάδος τοῦ Κυρίου» Ἠσαΐας 11/1
Ἱερεμίας 23/5-6, 33/14-16, Ζαχαρίας 3/8, 6/12 καί Ἠσαΐας 4/2
Ὁ Ἐμμανουήλ, «ὁ Θεός μαζί μας» Ἠσαΐας 7/14
«Ὁ Ἰσχυρός Θεός» ἐπάνω
στόν Θρόνο τοῦ Δαβίδ Ἠσαΐας 9/6-7
Ὁ Δοῦλος, πού πεθαίνει
γιά τίς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ Του Ἠσαΐας, κεφ. 53
Ὁ χρισμένος Νικητής
τῶν ἐχθρῶν του λαοῦ Του Ἠσαΐας 63/ 1-6
Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος, πού
ἔρχεται ἀκολουθώντας
τόν προσδιορισμένο πρόδρομό Του Μαλαχίας 3/1
Γεννημένος στή Βηθλεέμ
ἀπό μία παρθένα Μιχαίας 5/2, Ἠσαΐας 7/ 14
Εἶναι μία καταπληκτική δόξα γιά τούς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τό ὅτι ὁ Θεός τούς ἐπέτρεψε καί τούς ἱκάνωσε νά δοῦν τή μακρυνή αὐτή λάμψη στό μέλλον. Βάζει τή σφραγίδα στίς προφητεῖες τους, ὡς λόγο τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο, πού ἐκπληρώθηκε τέλεια στό πρόσωπο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ. Καί ποιό καλύτερο κίνητρο θά εἴχαμε γιά νά γνωρίσουμε τά γραπτά τῶν ἀνθρώπῶν αὐτῶν, ἀπό τά ἴδια τά λόγια του Ἰησοῦ, ὅτι χωρίς ἐκείνους δέν μποροῦμε νά Τόν κατανοήσουμε, ἀλλά μαζί μ’ αὐτούς μποροῦμε καί Ἐκεῖνον νά γνωρίσουμε (Λουκᾶς 24/27, 32) καί νά Τόν κηρύξουμε στόν κόσμο (Λουκᾶς 24/44-48);