Η ΦΙΛΟΔΟΞΙΑ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ Δανιήλ
ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
(Μάρκου 10, 32-45)
«Δὸς ἡμῖν, ἵνα εἷς ἐκ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων σου καθίσωµεν ἐν τῇ δόξῃ σου» (Μάρκου 10, 37)
Ἕνα ἀπό τά πολλαπλᾶ δῶρα, μέ τά ὁποῖα προίκισε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, εἶναι καί ἡ προοδευτικότης. Ἡ εὐγενικιά δηλαδή ἐκείνη τάσις, πού ὠθεῖ πάντα τόν ἄνθρωπο γιά κάτι ὑψηλότερο καί τελειότερο.
Ἡ γύρω µου δηµιουργία μένει στάσιµη. Τὰ ἑρπετά, τὰ φυτά, τὰ ζῶα στερεότυπα ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο, αὐξάνουν, κινοῦνται, πολλαπλασιάζονται. Τὰ µερµήγκια μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τρυποῦν τὴ γῆ, τὰ σπουργίτια μὲ τὸν ἴδιο τρόπο φτιάχνουν τὶς φωλιές των καὶ τὰ τσακάλια μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἀναζητοῦν τὴν τροφή των. Μόνο ὁ ἄνθρωπος, ὁ ἀκούραστος ἀγωνιστὴς ἀδιάκοπα κινεῖται μὲ νέο τρόπο στὸ στάδιο τῆς ζωῆς, ζητώντας τὴν καλλιτέρευσι τῆς τύχης του, τὸν πλουτισμὸ τῶν γνώσεών του, τὴν ἀπόκτησι µεγαλυτέρας δόξης.
Κι ἐφόσον ἡ τάσις αὐτὴ δὲν ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τῆς ἠθικῆς, δὲν ἔχει τίποτα τὸ ἀξιοκατάκριτο, τουναντίον λογαριάζεται ἀρετή, ποὺ βοηθεῖ στὴ συντήρησι καὶ βελτίωσι τοῦ εἴδους. Ὅταν ὅμως προσεταιρίζεται τὸν ἐγωισμὸ καὶ ἐκφυλίζεται, τότε καταντᾶ τὸ καταραµένο πάθος τῆς φιλοδοξίας.
Ἡ φιλοδοξία δὲν ἔχει καμιὰ σχέσι μὲ τὴν ἅμιλλα, ἀλλ’ ἀπέχει ἀπ᾿ αὐτὴ ὅσο ὁ οὐρανὸς ἀπὸ τὴ γῆ.
Ἡ ἅμιλλα εἶναι προσπάθεια γιὰ μιὰ καλλιτέρευσι μὲ βάσι τὴν ἐκπλήρωσι τοῦ καθήκοντος. Ἡ φιλοδοξία εἶναι ἡ ἐπιδίωξις τῆς ἐπιτυχίας ἀδιαφορώντας γιὰ τὸ καθῆκον. Ἡ ἅμιλλα μεταχειρίζεται θεμιτὰ µέσα γιὰ νὰ ἐπιτύχη. Ἡ φιλοδοξία ἀθέμιτα. Ἡ ἅμιλλα ἀποβλέπει στὴν ἐκπλήρωσι τοῦ καθήκοντος. Ἡ φιλοδοξία στὴν ἐπιτυχία καὶ στὴν αὐτοϊκανοποίησι. Ἡ ἅμιλλα ζητεῖ θέσι ἀνάλογη μὲ τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ φιλοδοξία ἀνώτερη τῶν δυνάμεών του. Γι’ αὐτὸ ἐνῶ ἡ ἅμιλλα σφυρηλατεῖ τοὺς εὐγενικοὺς καὶ δυναμικοὺς χαρακτῆρες, ἡ φιλοδοξία παρασκευάζει ἐκείνους, ποὺ γίνονται πληγή γιὰ τὴν κοινωνία.
Γιὰ νὰ μάθω ποιὰ εἶναι τὰ γνωρίσματα τῆς φιλοδοξίας καὶ πῶς μπορῶ νὰ θεραπευθῶ ἀπὸ τὴ φιλοδοξία, θὰ µελετήσω τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σημερινῆς Κυριακῆς.
1ον.
Τά γνωρίσματα τῆς φιλοδοξίας
α) Ἡ ἀ π ο ν ι ά. Περίλυπος ἀνέβαινε ὁ Ἰησοῦς γιὰ τελευταία φορὰ στὴν Ἱερουσαλήμ, γιατὶ προέβλεπε ὅτι σὲ λίγο θ᾽ ἀποχωριζόταν τοὺς ἀγαπημένους του µαθητάς. Ξαφνικὰ σταμάτησε μὲς τὸ δρόµο κι ἄρχισε νὰ τοὺς λέγη μὲ ὅλες τὶς λεπτομέρειες τί τὸν περίµενε στὴν Ἱερουσαλήμ. «Ἰδού, εἶπε, ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλημα καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδοθήσεται τοῖς ᾿Αρχιερεῦσι καὶ Γραμματεῦσι καὶ κατακρινοῦσιν αὐτὸν θανάτῳ καὶ παραδώσουσιν αὐτὸν τοῖς ἔθνεσι καὶ ἐμπαίξουσιν αὐτῷ, καὶ μαστιγοῦσιν αὐτόν, καὶ ἐμπτύσουσιν αὐτῷ καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν». Αὐτὰ λέγει ὁ θεῖος Διδάσκαλος μὲ γλυκιὰ καὶ ἤρεμη φωνή. Καὶ οἱ μαθηταὶ τί κάνουν; Μήπως ἔτρεξαν ὅλοι μαζὶ νὰ τὸν παρακαλέσουν ν᾿ ἀλλάξη δρόµο; Μήπως ὁ θερµόαιµος Πέτρος ἔτρεξε νὰ τοῦ πῆ ὅτι εἶναι πρόθυμος ν΄ ἀγωνισθῆ μαζί του; Μήπως ὁ µαθητὴς τῆς ἀγάπης ᾽Ιωάννης τὸν πλησιάζει γιὰ νὰ τοῦ πῆ παρηγορητικά λόγια; Τίποτα ἀπ᾿ αὐτά. Παρουσιάσθηκαν ὁ ᾽Ιάκωβος καὶ ὁ ᾿Ιωάννης, τὰ παιδιὰ τοῦ Ζεβεδαίου, σὲ μιὰ στιγμή τόσο τραγικὴ νὰ τοῦ μιλήσουν γιὰ πρωτοκαθεδρίες χωρὶς νὰ σκεφθοῦν διόλου νὰ συμπονέσουν τὸν καλό τους Διδάσκαλο.
Ἡ ἀ π ο ν ι ὰ λοιπὸν εἶναι τὸ πρῶτο γνώρισμα τῆς φιλοδοξίας. Ὁ φιλόδοξος γιὰ ἕνα πράγμα µόνο ἐνδιαφέρεται, γιὰ τὴ δική του τὴν ἐξύψωσι καὶ ἐπιτυχία. ᾽Αδιαφορεῖ γιὰ τοὺς ἄλλους. Περνᾶς σὺ τώρα δύσκολες στιγμές, εἶσαι ἄρρωστος, ἐπιστρέφεις ἀπὸ κηδεία, ἔχεις ἄρρωστο σπίτι σου, εἶσαι ἐξαιρετικὰ ἀπησχολημένος. ᾿Αδιάφορο. Ὁ φιλόδοξος σοῦ κτυπᾶ τὴν πόρτα, ἐπιμένει νὰ σὲ δῆ, νὰ σὲ ζαλήση, νὰ πατήση στοὺς ὤμους σου γιὰ ν’ ἀνεβῆ ἐκεῖνος.
Δὲ σταματᾶ μέχρις ἐδῶ. Ἡ ἀπονιά του φθάνει μέχρι σκληρότητος κι ἄλλοτε µέχρι αὐτοῦ τοῦ ἐγκλήματος. Ἔργο τοῦ φιλοδόξου εἶναι οἱ σφαγὲς καὶ οἱ πόλεμοι, οἱ τραυµατισμοὶ καὶ οἱ φόνοι. ᾿Απὸ φιλοδοξία Εἰρήνη ἡ ᾿Αθηναία παίρνει τὸ παιδί της στὸ δωµάτιο ποὺ τὸ ἐγέννησε καὶ κεῖ τὸ τυφλώνει γιὰ νὰ βασιλεύση αὐτὴ ἀντὶ ἐκείνου.
β) Ἡ χ α μ έ ρ π ε ι α. Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος συμπληρώνοντας τό Μᾶρκο λέγει ὅτι τά φιλόδοξα παιδιά τοῦ Ζεβεδαίου δέν παρουσιάσθηκαν μόνα των στόν Ἰησοῦ, ἀλλὰ προηγουμένως ἀπετάθηκαν στὴ μητέρα των Σαλώμη καὶ μαζί της καὶ πίσω της, σὰ νὰ ἤθελαν νὰ κρυφθοῦν, ἦρθαν καὶ γονάτισαν μπρὸς στὸν Κύριο καὶ τοῦ φίλησαν τὰ κράσπεδα. Ἡ Σαλώμη ἦταν συγγενὴς τῆς Παναγίας, τῆς Μητέρας τοῦ Κυρίου καὶ ἥλπιζαν κάτι νὰ βγῆ ἀπὸ αὐτὴ τὴ συγγένεια. «Προσῆλθον αὐτῷ ἡ µήτηρ τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου μετὰ τῶν υἱῶν αὐτῆς προσκυνοῦσα καὶ αἰτοῦσά τι παρ’ αὐτῷ».
Ἡ χ α µ έ ρ π ε ι α, αὐτὸ εἶναι τὸ δεύτερο χαρακτηριστικὸ τοῦ φιλοδόξου. Τὰ πάντα μηχανεύεται ὁ φιλόδοξος, καὶ τί δὲν εἶναι ἄξιος νὰ κάνη. Προστρέχει σὲ µέσα νόµιµα καὶ παράνομα. Ταπεινώνεται καὶ ὑπερηφανεύεται. Κολακεύει καὶ ἀπειλεῖ, ἀποθαρρύνεται κι ἐλπίζει, ᾿Ανοίγει τὶς πόρτες μὲ τὰ παρακάλια ἢ μὲ τὶς ἀπειλές, Ἐπαινεῖ τοὺς ἴδιους ἀνθρώπους µπροστά τους καὶ κρυφὰ τοὺς κατηγορεῖ. Ἐκλιπαρεῖ μπρὸς στὸ Γραφεῖο τὸν ἰσχυρὸ καὶ ἀποπέμπει μὲ βία τὸν ἀδύνατο. Δοῦλος ἔχει ἕνα κύριο, ὅταν ἐπιτύχη θέλει ὅλους τοὺς ἄλλους δούλους. Ἄν νοµίση ὅτι κάτι θὰ βγῆ καὶ ἀπὸ
τὴν ἐκκλησία, δὲ χάνει καιρό, πηγαίνει καὶ ἐκεῖ νὰ δείξη τὴν εὐσέβειά του. Πόσες φορὲς δὲν ἤκουσα συνοµιλητάς μου νὰ πλάθουν τὶς πιὸ φανταστικὲς κατηγορίες εἰς θάρος ἄλλων γιὰ νὰ ἐξυψωθοῦν οἱ ἴδιοι, Στοὺς ὑψηλοὺς βράχους φθάνουν οἱ ἀετοὶ καὶ οἱ σαυράδες. Ὁ φιλόδοξος δὲν εἶναι ἀετός, γιατὶ δὲν πετάει ὑψηλά, Εἶναι σαυράδα, ποὺ σέρνεται στὴ γῇ.
γ) Τ ό ἀ κ ό ρ ε σ τ ο. Τί ἔλειπε στοὺς δυὸ δοξομανεῖς; Αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀγαπημένους, Τοὺς εἶχε πάρει μαζί του ὁ Κύριος στὸ Θαθὼρ καὶ εἶδαν τὴ δόξα του. Τοὺς εἶχε ὑποσχεθεῖ ὅτι θὰ καθίσουν σὲ δώδεκα θρόνους νὰ κρίνουν τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ, τοὺς εἶχε καλέσει φίλους καὶ δικούς του. Κι ὅμως ὅλη αὐτὴ ἡ εὔνοια καὶ ἡ προτίµησις δὲν τοὺς φθάνει. Ζητοῦν περισσότερα. Ἡ τελευταία φράσις τοῦ Ἰησοῦ «καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται» τοὺς ἠλέκτρισε. Εἶδαν μὲ τὴ φαντασία τους τὸν Κύριο νὰ ἐγκαθιδρύη τὸ βασίλειό του καὶ φοθήθηκαν μή τοὺς πάρουν τὶς δυὸ πρῶτες θέσεις, ποὺ τὶς θέλουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους. «Θέλωμεν, ἵνα ὃ ἐὰν αἰτήσωμεν, ποιήσης ὑμῖν». «Τὰ ραπίσµατα, οἱ µαστιγώσεις, ὁ σταυρός, ὁ θάνατος», ποὺ ἀναγγέλει ὁ Κύριος δὲν τοὺς ἐνδιαφέρουν. Αὐτὰ σκέπτονται ἀφοροῦν τὸν Κύριο. Μεῖς πρέπει νὰ γίνωμε μέτοχοι τῆς δόξης. Ἐκεῖνος μᾶς ὑποσχέθηκε ὅτι «ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ» θὰ καθίσωµε καὶ μεῖς σὲ δώδεκα θρόνους γιὰ νὰ κρίνωµε τὶς δώδεκα φυλὲς τοῦ ᾿Ισραήλ. ᾽Αλλὰ μεῖς θρόνους ἁπλοῦς δὲ δεχόμαστε. Θέμε τοὺς πρώτους θρόνους. Ζητοῦμε νὰ εἴμασθε ἀνώτεροι ὅλων, νὰ ἐρχόμασθε ἔπειτα ἀπὸ Σένα. «Δὸς ἡμῖν ἵνα εἷς ἐξ δεξιῶν σου καὶ εἷς ἐξ εὐωνύµων σου καθίσωµεν ἐν τῇ δόξῃ σου».
᾿Ιδοὺ τὸ τρίτο γνώρισμα τοῦ φιλοδόξου. Τὸ ἀ κ ό ρ ε σ τ ο. Ποτὲ ὁ φιλόδοξος δὲ λέγει φθάνει. Μιὰ ἄσβεστη δίψα τὸν καίει καὶ ποτὲ δὲν ἱκανοποιεῖ. Δὲν παύει ν᾿ ἀγωνίζεται γιὰ τὴν ἀπόκτησι µεγαλυτέρας δόξης. Ἕνας νέος Μακεδών στενοχωρεῖται γιὰ τὶς νίκες τοῦ πατέρα του. Γίνεται βασιλιάς. Κυριεύει τὴν Ἑλλάδα, τὴ Φρυγία, τὴν Κιλικία. Νικᾶ τοὺς Πέρσας, κατακτᾶ τὴ Φοινίκη, τὴν Αἴγυπτο, τὴ Βαβυλῶνα, τὶς Ἰνδίες. Κι ὅταν ὁ Δαρεῖος τὸν παρακαλεῖ νὰ τοῦ ἐπιτρέψη μιὰ σκιὰ τῆς ἐξουσίας τοῦ ἀπαντᾶ˙ ὅπως ἡ γῆ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχη δυὸ ἥλιους, ἔτσι καὶ ἡ ᾿Ασία δὲν μπορεῖ νὰ ἔχη δυὸ βασιλεῖς.
δ) Τ ό π α ν α ν θ ρ ώ π ι ν ο. Τὸ Εὐαγγέλιο παρατηρεῖ ὅτι καὶ οἱ ἄλλοι μαθητὲς δὲν ἦταν ἐντελῶς ἀπηλλαγμένοι ἀπὸ τὴ φιλοδοξία. «Καὶ ἀκούσαντες οἱ δέκα, λέγει, ἤρξαντο ἀγανακτεῖν περὶ ᾿Ιακώβου καὶ ᾿Ιωάννου». ᾽Αγανακτοῦν οἱ µαθηταί. Γιατί; Διότι ἡ φιλοδοξία τοὺς κατέτρωγε, ὅπως κατέτρωγε τοὺς δυὸ µαθητάς. Πόσο λοιπὸν τὸ πάθος τῆς φιλοδοξίας εἶναι κοινὸ σὲ ὅλους, ἀφοῦ ἀπὸ δώδεκα οὔτε ἕνας δὲν ἔμεινε ἀπρόσβλητος.
Πολλοὶ νομίζουν ὅτι φιλόδοξοι εἶναι µόνο οἱ κυβερνῆται καὶ οἱ ἀρχηγοί, ἐνῶ σὲ ὅλα τὰ στρώματα τῆς κοινωνίας, σὲ ὅλες τὶς ἡλικίες ὑπάρχουν φιλόδοξοι. Τὸ μικρὸ παιδὶ ὀνειρεύεται μεγαλεῖα, ὁ γέρος θέλει νὰ διηγῆται τὰ περασµένα κατορθώματά του, ἡ γυναίκα νὰ ἐκθέτη τὰ στολίδια της. Τὴ φιλοδοξία τὴν βλέπω στὶς ὀργανώσεις ὅπου ὅλοι θέλουν νὰ γίνουν πρόεδροι, στὶς οἰκογένειες, ὅπου θέλουν νὰ φαίνωνται περισσότερο εὐκατάστατοι ἀπ᾿ ὅ, τι εἶναι καὶ πνίγονται στὰ περιττὰ ἔξοδα, στὶς νέες, ποὺ ὀνειρεύονται γαμβροὺς μὲ διευθυντὰς καὶ τμηµατάρχας, στοὺς νέους, ποὺ προτιμοῦν νὰ μείνουν χωρὶς ἐργασία, παρὰ ν' ἀσχοληθοῦν μὲ χειρονακτικὲς ἐργασίες, στὰ σχολεῖα μεταξὺ δασκάλων καὶ διευθυντῶν, στὸ στρατὸ μεταξὺ ἑνὸς καὶ δυὸ ἀστεριῶν, στὴν Ἐκκλησία, ὅπου ζητοῦνται οἱ πρωτοκαθεδρίες καὶ οἱ τιµές, στὸν ἄμβωνα, ὅπου ἐπιζητοῦνται οἱ κολακίες καὶ ὄχι οἱ µεταστροφές...
2ον
Τά µέσα θεραπείας τῆς φιλοδοξίας.
α) Ἡ α ὐ τ ο γ ν ω σ ί α. Βαριὰ πληγώθηκε ὁ Κύριος μὲ τὴ διαγωγἠ τῶν δυὸ μαθητῶν. Λυπημένος τοὺς λέγει: «Οὐκ οἴδατε τὶ αἰτεῖσθε». ᾽Απατᾶσθε ἂν νομίζετε ὅτι εἶναι γιὰ τὸ συμφέρον σας καὶ τὴν τιµή σας µία τέτοια θέσις. Ἄν σᾶς ἔκανα ὅ,τι μοῦ ζητᾶτε θὰ εἶσθε πολὺ ζημιωμένοι. Τὴ θέσι, ποὺ μοῦ ζητεῖτε θὰ τὴν πάρουν δυὸ ληστές.
«Οὐκ οἴδατε τί αἰτεῖσθε». Αὐτὸ εἶναι τὸ πρῶτο ἀντιφάρµακο, ποὺ προσφέρει ὁ Χριστὸς στοὺς φιλοδόξους. Νὰ µάθουν τί ζητοῦν. Εἶμαι ἀδύνατος, Δὲν ξέρω ποιὸ εἶναι τὸ ἀληθινό μου συμφέρον. Ὅ,τι λάμπει τὸ νομίζω χρυσό. Ἁπλώνω τὸ χέρι σὲ ὅ,τι φωσφορίζει. Πόσες φορὲς οἱ ἄνθρωποι δὲν καταράσθηκαν τὰ φιλόδοξα σχέδιά των. Ἕνας μόχθησε νὰ κτίση ἕνα σπιτάκι καὶ νὰ ἔρχεται ὁ θάνατος καὶ καταστρέφει ὅλα τὰ σχέδια του. Ἄλλος ἀγωνίσθηκε γιὰ χρόνια νὰ πάρη ἕνα δίπλωμα καὶ νὰ μιὰ ἀρρώστεια τὸν καρφώνει στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου. Ἄλλος ζητᾶ ἐπίμονα μιὰ καλὴ θέσι καὶ ἐκεῖ βρίσκει τὴν καταστροφή του. Ματαιότης λοιπὸν ὅλα τὰ ἀνθρώπινα, ὅταν δὲ γίνωνται σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὰ σχέδια τῆς Θείας Προνοίας.
β) Ἀ ξ ι ο λ ό γ η σ η κ α ί π ρ ο τ ε ρ α ι ό τ η τ ε ς. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνῶ ὅτι ἡ ζωὴ εἶναι ἕνα στάδιο ἀγώνων, ὄχι θριαμβευτικὴ ἀψίδα, ἀπ᾽ ὅπου θὰ περάσω παρασημοφορημένος. Ἡ ζωὴ εἶναι ἀμφιθέατρο, μαρτύριο, Γολγοθᾶς. Στὸν οὐρανὸ θὰ θριαμβεύσω. Τὸ λέγει ὁ Χριστὸς στοὺς μαθητάς του: «Δύνασθε πιεῖν τὸ ποτήριον, ὃ ἐγὼ πίνω καὶ τὸ βάπτισμα, ὃ ἐγὼ βαπτίζομαι θαπτισθῆναι». Σὰ νὰ ἔλεγε: «Ὦ φιλόδοξοι, μιὰ ἀκατανίκητη δύναμις σᾶς σπρώχνει πρὸς τὰ ἐμπρός. Ζητεῖτε τὰ ὑψηλά. Ποθεῖτε μεγαλεῖα. Πολὺ καλά. Μάθετε ὅμως ὅτι γιὰ νὰ ὑψωθῆ κανεὶς πρέπει πρῶτα νὰ ταπεινωθῆ. Μὴ ξεχνᾶτε ὅτι τὰ ὑψηλότερα κτίρια ἔχουν καὶ τὰ βαθύτερα θεμέλια. Τὰ ὑψηλότερα δέντρα βαθύτερες ρίζες. ᾿Αναμετρήσετε τὶς δυνάμεις σας κι ἂν νομίζετε τὸν ἑαυτό σας ἀρκετὰ ἰσχυρὸ νὰ ὑποφέρετε, νὰ δοκιμασθῆτε, νὰ θυσιασθῆτε, τότε νὰ εἶσθε θέθαιοι ὅτι ὁ οὐρανὸς σᾶς ἀνήκει. Οἱ ἄγγελοι θὰ στρώσουν μὲ δάφνες τήν ἄνοδό σας στὸν οὐρανό».
Κατά τήν ἀσκητική παράδοση καί ἐμπειρία :
Ἡ φιλοδοξία συμπεριλαμβάνεται μεταξύ τῶν ὀκτώ πρώτων καί κυριάρχων παθῶν καί λογισμῶν.
Περί τοῦ πολυμόρφου πάθους αὐτοῦ ἔχουν γραφῆ πολλά καί ὠφέλιμα.
Ὁ εὐσεβής ἀναγνώστης γιά τήν πνευματική κατάρτισή του καί ἐνίσχυση στόν ἀγῶνα του ἄς ἀναγνώσει:
α΄. Τόν εἰκοστό πρῶτο λόγο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, συγγραφέα τῆς Κλίμακος «Περί κενοδοξίας»
β΄. Τόν εἰκοστό δεύτερο λόγο τοῦ ἰδίου πατρός «Περί ὑπερηφανείας»