Τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ
Τοῦ Μητροπολίτου Καισαριανῆς, Βύρωνος καί Ὑμηττοῦ
Δ α ν ι ή λ
Τό ὄνομα γιά τούς ἀρχαίους, κάθε ἄλλο παρά συμβατικός προσδιορισμός, ἐκφράζει τό ρόλο μίας ὑπάρξεως μέσα στό σύμπαν. Ὁ Θεός ἀποπερατώνει τή δημιουργία ὀνομάζοντας τά δημιουργήματα, μέρα, νύχτα, οὐρανό, γῆ, θάλασσα[1], καλώντας τό καθένα ἀπό τά ἄστρα μέ τό ὄνομά του[2] ἤ ἐπιφορτίζοντας τόν Ἀδάμ νά ὀνομάσει τό κάθε ζῶο[3]. Μέ τή σειρά τους, οἱ ἀνθρωποι θά δώσουν συχνά ἕνα χαρακτηριστικό ὄνομα στούς τόπους πού συνδέονται μ’ ἕνα σημαντικό γεγονός, ἔστω καί μέ τό τίμημα μίας παράξενης ἐτυμολογίας, ὅπως τό ὄνομα Βαβέλ[4].
- Τά ὀνόματα τῶν ἀνθρώπων. - Τό ὄνομα πού δίνεται τήν ὥρα τῆς γεννήσεως ἐκφράζει συνήθως τή δραστηριότητα ἤ τό πεπρωμένο τοῦ ἀτόμου πού τό φέρει: ὁ Ἰακώβ εἶναι ὁ Ὑποσκελιστής[5], ὁ Ναβάλ σωστά ὀνομάστηκε ἔτσι, γιατί εἶναι Ἄφρων[6]. Τό ὄνομα μπορεῖ ἐπίσης νά ὑπενθυμίζει τίς συνθῆκες τῆς γεννήσεως ἤ τό μέλλον ὅπως τό προβλέπουν οἱ γονεῖς: ἡ Ραχήλ, πεθαίνοντας, δίνει στό παιδί τῆς τό ὄνομα «υἱός ὀδύνης μου», ἀλλά ὁ Ἰακώβ τόν ὀνομάζει Βενιαμίν, «υἱός τῆς δεξιᾶς μου»[7]. Μερικές φορές, τό ὄνομα εἶναι ἕνα εἶδος χρησμοῦ πού εὔχεται γιά τό παιδί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ τοῦ Ἰσραήλ: Ἡσαΐας (Yesa -Yasu), «ὁ Θεός σώζοι!». Τό ὄνομα ἐκφράζει πάντα τήν κοινωνική δυναμικότητα ἑνός ἀνθρώπου ἔτσι ὥστε «ὄνομα» μπορεῖ νά σημαίνει ἐπίσης καί «φήμη»[8], καί νά εἶναι κανείς χωρίς ὄνομα σημαίνει ὅτι εἶναι μηδαμινός[9]. Ἀντίθετα, ἄν ἔχει κανείς πολλά ὀνόματα, αὐτό μπορεῖ νά σημαίνει τή σπουδαιότητα ἑνός ἀνθρώπου πού ἔχει πολλούς ρόλους νά ἐκπληρώσει, ὅπως ὁ Σολομώντας πού ὀνομάστηκε ἐπίσης « Ἠγαπημένος τοῦ Κυρίου»[10].
Ἄν τό ὄνομα εἶναι τό ἴδιο τό πρόσωπο, νά ἐνεργεῖ κανείς πάνω στό ὄνομα σημαίνει ὅτι ἀποκτᾶ ἐπιρροή πάνω στήν ὕπαρξη. Γι’ αὐτό μία ἀπογραφή μπορεῖ νά φαίνεται ὅτι σημαίνει ὑποδούλωση τῶν προσώπων[11]. Ὅταν ἀλλάζει κανείς τό ὄνομα κάποιου, τοῦ ἐπιβάλλει μία νέα προσωπικότητα, σημαίνει ὅτι στό ἑξῆς γίνεται ὑποτελής[12]. Ὁ Θεός, γιά νά δηλώσει ὅτι γίνεται κύριος της ζωῆς τοῦ Ἀβραάμ[13], τῆς Σάρρας[14] ἤ τοῦ Ἰακώβ[15], τούς ἀλλάζει τό ὄνομά τους.
Ἐπίσης, τά καινούρια ὀνόματα πού δίνει ὁ Θεός στή συγχωρημένη Ἱερουσαλήμ, Πόλη δικαιοσύνης, πιστή Μητρόπολη[16], Πόλη Κυρίου[17], ἐπιζητούμενη Πόλη[18], Ἐμόν θέλημα[19], ἐκφράζουν τή νέα ζωή μιᾶς πόλεως, ὅπου οἱ καρδιές ἀναγεννήθηκαν μέ τή Νέα Διαθήκη.
- Τά ὀνόματα τοῦ Θεοῦ. - Σέ ὅλους τούς λαούς, τό ὄνομα τῆς θεότητας εἶχε μεγάλη σημασία. Οἱ Βαβυλώνιοι ἔφθαναν στό σημεῖο νά δώσουν πενήντα ὀνόματα στό Μαρδούκ, τόν ὕψιστο Θεό τους, γιά νά καθιερώσουν τή νίκη του στή διάρκεια τῆς δημιουργίας, ἐνῶ οἱ Χαναναῖοι τηροῦσαν μυστικά τά ὀνόματα τῶν θεῶν τους κάτω ἀπό τή γενική ὀνοµασία τοῦ Βάαλ, «Κύριος» (αὐτοῦ ἤ ἐκείνου τοῦ τόπου).
Στούς Ἰσραηλίτες, ὁ ἴδιος ὁ Θεός καταδέχτηκε νά ὀνομαστεῖ. Προηγουμένως, ὁ Θεός τοῦ Μωυσῆ ἦταν γνωστός μόνο ὡς ὁ Θεός τῶν προγόνων, ὁ Θεός τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἰσαάκ καί τοῦ Ἰακώβ. Ὁ Ἄγγελος πού πάλαιψε μέ τόν Ἰακώβ, ὅταν ρωτήθηκε, ἀρνήθηκε νά πεῖ τό ὄνομά του[20]. Στόν πατέρα τοῦ Σαμψών δέν παραχωρήθηκε παρά μόνο ἕνα ἐπίθετο αὐτοῦ του ὀνόματος: «θαυμαστόν»[21]. Στούς πατριαρχικούς χρόνους ἐπίσης, ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ κατονομαζόταν μέ ἐπίθετα ὅπως «Shaddaϊ» (ὁ ὀρεινός) ἤ μέ ἐκφράσεις ὅπως «Τρόμος τοῦ Ἰσαάκ» ἤ «Ἰσχυρός τοῦ Ἰακώβ». Μία μέρα ὅμως, στό ὄρος Χωρήβ, ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἀποκάλυψε τό ὄνομά του στό Μωυσῆ. Ἡ ἔκφραση πού χρησιμοποιήθηκε θεωρήθηκε μερικές φορές σάν μία ἄρνηση, ἀνάλογη μέ τήν ἄρνηση πού πρόβαλε ὁ Ἄγγελος στόν Ἰακώβ γιά νά μήν τοῦ παραδοθεῖ: «ἐγώ εἰμι ὁ ὤν», «ἐγώ Κύριος»[22]. Τό ἱερό κείμενο ὅμως θέλησε νά δώσει σ’ αὐτή τή διατύπωση θετική σημασία. Πράγματι, ἀπό τή συνάφεια τοῦ κειμένου προκύπτει ὅτι τό ὄνομα αὐτό πρέπει νά πιστοποιεῖ στό λαό τήν ἀποστολή τοῦ Μωϋσῆ. Ὁ «ἐγώ εἰμι» μέ ἀποστέλλει «πλησίον ὑμῶν», θά πεῖ ὁ Μωυσῆς, καί ὁ λαός θά ἔρθει νά λατρεύσει τόν «αὐτός ἐστι» ἤ «εἶπε καί ἐγένετο») πάνω στό ἱερό ὄρος. Ὁπωσδήποτε, τό ὄνομα αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι παρών ἀνάμεσα στό λαό του: εἶναι ὁ Γιαχβέ.
- Ἐπίκληση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Θεοῦ. - Ὁ Θεός ἀποκάλυψε τό Ὀνομά Του γιά νά Τόν λατρεύουν μέ τό ἀληθινό του ὄνομα, τό μόνο αὐθεντικό[23]. Θά γίνει λοιπόν τό σύνθημα τῆς συναθροίσεως τῶν φυλῶν, στή διάρκεια τῆς κατακτήσεως καί μετά ἀπ’ αὐτήν[24]. Εἶναι τό ὄνομα τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ, θά ποῦν ἀργότερα οἱ προφῆτες: «ἔμπροσθέν μου οὐκ ἐγένετο ἄλλος Θεός καί μετ’ ἐμέ οὐκ
ἔσται. Ἐγώ ὁ Θεός»[25].
Αὐτό θά εἶναι λοιπόν τό μόνο ἔγκυρο ὄνομα στά χείλη τοῦ Ἰσραήλ[26], τό μόνο πού θά ἐπικαλοῦνται στήν Ἱερουσαλήμ ὅταν ὁ Δαβίδ θά τήν καταστήσει θρησκευτική πρωτεύουσα, γιατί «Κύριος ὁ Θεός ζηλωτόν ὄνομα»[27]. «Ἐπικαλοῦμαι τό ὄνομα τοῦ Γιαχβέ» σημαίνει ἀκριβῶς ἀποδίδω λατρεία στό Θεό, τόν παρακαλῶ: «βοᾶτε τό ὄνομα αὐτοῦ»[28], «πρός σέ Κύριε ἐκέκραξα»[29], «ἐπεκαλοῦντο τόν Κύριον»[30]. Ἄν ὅμως ὁ Θεός ἐμπιστεύτηκε ἔτσι τό ἴδιο Του τό ὄνομα στόν Ἰσραήλ, ἐκεῖνος πρέπει νά τηρεῖ τήν ἐντολή: «οὐ λήψει τό ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπί ματαίῳ»[31]: πράγματι, δέν τό ἔχει στή διάθεσή του, ὥστε νά τό καταχρᾶται καί νά φθάσει στό σημεῖο νά πειράξει τό Θεό: αὐτό δέ θά σήμαινε πιά νά ὑπηρετεῖ ὁ Ἰσραήλ τό Θεό, ἀλλά νά Τόν χρησιμοποιεῖ γιά τούς δικούς του σκοπούς.
- Τό Ὄνομα εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός. - Ὁ Θεός ταυτίζεται τόσο πολύ μέ τό Ὀνομά Του ὥστε, ὅταν μιλάει γι’ αὐτό, δηλώνει τόν Ἴδιο τόν Ἑαυτό Του. Αὐτό ἀκριβῶς τό ὄνομα εἶναι ἀγαπητό[32], αἴνετο[33], ἁγιασµένο[34]. Ὄνομα φοβερό[35], αἰώνιο[36]. Γιά τό «ὄνομα αὐτοῦ τό μέγα»[37], ἐξαιτίας τοῦ ὀνόματός του[38], ἐνεργεῖ εὐνοϊκά γιά τόν Ἰσραήλ. Αὐτό σημαίνει: γιά τή δόξα του, γιά νά ἀναγνωριστεῖ τό μεγαλεῖο καί ἡ ἁγιότητά του.
Γιά νά τονιστεῖ περισσότερο ἡ ὑπερβατικότητα τοῦ ἀπροσπέλαστου καί ἀνεξιχνίαστου Θεοῦ, τό Ὄνομα εἶναι ἄρκετο νά δηλώσει τό Θεό. Ἔτσι, σάν γιά νά ἀποφευχθεῖ ἡ ἀνάξια γιά τό Θεό ἐντόπισή του, ὁ ναός εἶναι ὁ τόπος ὅπου ὁ Θεός «ἐξέλεξεν ἐπονομᾶσαι τό ὄνομα αὐτοῦ»[39], ἐκεῖ ἔρχεται κανείς «ἐνώπιον Κυρίου»[40], σ’ αὐτό τό ναό «οὐ ἐπικέκληται τό ὄνομά του ἐπ’ αὐτῶ»[41]. Εἶναι τό Ὄνομα πού «ἔρχεται διά χρόνου πολλοῦ,... ταρά-
ξαι ἔθνη»[42]. Τέλος, σ’ ἕνα μεταγενέστερο κείμενο[43], «τό Ὄνομα» σημαίνει τό Γιαχβέ, χωρίς ἄλλο προσδιορισμό, ὅπως συμβαίνει ἀργότερα στή γλώσσα τῶν ραβίνων. Μ’ ἕνα ὅλο καί πιό ἔντονο σεβασμό, ὁ ἰουδαϊσμός θά τείνει πράγματι νά μήν τολμᾶ πιά νά προφέρει τό ὄνομα πού ἀποκαλύφτηκε στό Χωρήβ. Στήν ἀνάγνωση τῶν κειμένων, θά ἀντικατασταθεῖ ἀπό τό Elohim, «Θεός», ἤ πιό συχνά ἀπό τό Adonai, «ὁ Κύριός μου». Ἔτσι, οἱ Ἰουδαῖοι πού θά μεταφράσουν τά ἱερά βιβλία ἀπό τά ἑβραϊκά στά ἑλληνικά, δέ θά μεταγράψουν ποτέ τό ὄνομα τοῦ Γιαχβέ, ἀλλά θά τό ἀποδώσουν μέ τή λέξη Κύριος. Ἐνῶ τό ὄνομα Γιαχβέ, ἐ’ἴτε μέ τή μορφή Yaou εἴτε μέ ἄλλη μορφή, περνᾶ σέ μία μαγική ἤ βέβηλη χρήση, τό ὄνομα «Κύριος» θά καθιεωθεῖ στήν Καινή Διαθήκη.
Κ α ι ν ή Δ ι α θ ή κ η
- Τό ὄνομα τοῦ Πατέρα. - Στήν ἀποκάλυψη ἀπό τό Θεό τοῦ ὀνόματός του στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀντιστοιχεῖ, στήν Καινή Διαθήκη, ἡ ἀποκάλυψη μέ τήν ὁποία ὁ Ἰησοῦς Χριστός γνώρισε στούς μαθητές Του τό ὄνομα τοῦ Πάτερα Του[44]. Φανερώνοντας ὁ Ἴδιος τόν ἑαυτό Του ὡς τόν Ὑἱόν, ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ «Πατέρας» εἶναι τό ὄνομα πού ἐκφράζει μέ τό βαθύτερο τρόπο τήν ὑπόσταση τοῦ Θεοῦ. Αὐτός ὁ Πατέρας, πού Υἱός Του εἶναι ὁ Ἰησοῦς[45], ἁπλώνει τήν πατρότητά του καί σ’ ὅλους ἐκείνους πού πιστεύουν στόν Υἱό Του[46].
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ζητᾶ ἀπό τόν Πατέρα νά δοξάσει τό ὄνομα Του[47] καί καλεῖ τούς μαθητές Του νά τόν παρακαλοῦν: «ἁγιασθήτω τό ὄνομά σου»[48]. Αὐτό θά κάνει καί ὁ Θεός, ἀποκαλύπτοντας τή δόξα καί τή δύναμη Του[49], καί δοξάζοντας τόν Υἱό Του[50]. Οἱ χριστιανοί ἔχουν καθῆκον νά ὑμνοῦν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ[51] καί νά προσέχουν ὥστε ἡ συμπεριφορά τους νά μήν προκαλεῖ τή βλασφημία τοῦ ὀνόματος Του[52].
- Τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. - Μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, οἱ μαθητές θεραπεύουν τούς ἀσθενεῖς[53], διώχνουν τά [54]δαιμόνια, πραγματοποιοῦν κάθε εἴδους θαύματα[55]. ”Ετσι, ὁ Ἰησοῦς ἐμφανίζεται ἀκριβῶς ὅπως τόν δείχνει τό ὄνομά Του: αὐτός πού σώζει[56], δίνοντας τήν ὑγεία στούς ἀναπήρους[57], ἀλλά ἐπίσης καί κυρίως προσφέροντας τήν αἰώνια σωτηρία σ’ ἐκείνους πού πιστεύουν σ’ αὐτόν[58].
- Τό ὄνομα τοῦ Κυρίου. - Ἀνασταίνοντας τόν Ἰησοῦ καί καθίζοντας τόν στά δεξιά του, ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε τό Ὄνοµα «τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα»[59], ἕνα νέο ὄνομα[60] πού δέν ξεχωρίζει ἀπό τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ[61] καί μετέχει στό μυστήριό του[62]. Αὐτό ὅμως τό ἄρρητο Ὄνομα βρίσκει τήν ἔκφρασή του στήν προσφώνηση «Κύριος», πού ταιριάζει στόν ἀναστημένο Ἰησοῦ ὅπως καί στόν Ἴδιο τό Θεό[63], καί στήν ὀνομασία «Υἱός», πού δέν τή μοιράζεται, στή σημασία πού ἔχει γι’ αὐτόν, μέ κανένα δημιούργημα[64]. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί δέ διστάζουν νά δώσουν στόν Ἰησοῦ μία ἀπό τίς πιό χαρακτηριστικές ὀνομασίες τοῦ ἰουδαϊσμοῦ γιά τό Θεό: οἱ Ἀπόστολοι χαρακτηρίζονται «χαίροντες» γιατί «κατηξιώθησαν ὑπέρ τοῦ ὀνόματος ἀτιμασθῆναι»[65]. Ἀναφέρονται ἀπόστολοι πού «ἐξῆλθον ὑπέρ τοῦ ὀνόματος»[66].
α) Ἡ χριστιανική πίστη σημαίνει «πιστεῦσαι ὅτι ὁ Θεός ἤγειρεν Ἰησοῦν ἐκ νεκρῶν», «ὁμολογῆσαι Κύριον Ἰησοῦν», «ἐπικαλέσασθαι τό ὄνομα Κυρίου»: αὐτές οἱ τρεῖς ἐκφράσεις εἶναι οὐσιαστικά ἰσότιμες[67]. Οἱ πρῶτοι χριστιανοί ἀναφέρονται συχνά ὡς «οἱ ἐπικαλούμενοι τό ὄνομα Κυρίου»[68], πράγμα πού σημαίνει ὅτι ἀναγνωρίζουν τόν Ἰησοῦ ὡς Κύριο[69]. Ἡ ὁμολογία πίστεως ἐπιβάλλεται ἰδιαίτερα τή στιγμή τοῦ : βαπτίσματος, πού παρέχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ[70], ἡ ἀκόμα στό ὄνομά τοῦ Χριστοῦ[71], τοῦ Χριστοῦ Ἰησοῦ[72]. 'Ὁ νεοφώτιστος ἐπικαλεῖται τό ὄνομα τοῦ Κυρίου[73], τό ὄνομα τοῦ Κυρίου εἶναι «τό ἐπικληθέν ἐπ’ αὐτόν»[74]. Ἔτσι, βρίσκεται κάτω ἀπό τήν ἐξουσία ἐκείνου τοῦ ὁποίου ἀναγνωρίζει τήν κυριαρχία.
Στόν Ἰωάννη, τό πραγματικό ἀντικείμενο τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι περισσότερο τό ὄνομα τοῦ Υἱοῦ παρά τό ὄνομα τοῦ Κυρίου: γιά νά ἔχει κανείς τή ζωή, πρέπει νά πιστέψει στό ὄνομα τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ του Θεοῦ[75], δηλαδή νά ἀφιερωθεῖ στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ ἀναγνωρίζοντας ὅτι εἶναι ὁ Υἱός του Θεοῦ, ὅτι «Υἱός τοῦ Θεοῦ» εἶναι τό ὄνομα ποῦ ἐκφράζει τήν πραγματική του ὑπόσταση.
β) Τό ἀποστολικό κήρυγμα ἔχει ὡς σκοπό νά κάνει δημόσια γνωστό τό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ[76]. Οἱ κήρυκες θά ὑποφέρουν γιά χάρη τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ[77], καί αὐτό θά πρέπει νά εἶναι γι’ αὐτούς πηγή χαρᾶς[78]. Ἡ Ἀποκάλυψη ἀπευθύνεται σέ χριστιανούς πού ὑποφέρουν γι’ αὐτό τό ὄνομα[79], ἀλλά μένουν σταθερά ἀφοσιωμένοι σ᾿ αὐτό[80] καί δέν τό ἄρνοῦνται[81]. Ἡ διακονία τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ ἀνήκει εἰδικά στόν Παῦλο: τή δέχτηκε ὡς λειτούργημα[82] καί ὡς αἰτία πόνου[83]. Ἐκπληρώνει ὅμως τήν ἀποστολή του μέ θάρρος καί ὑπερηφάνεια[84], γιατί ἀφιέρωσε τή ζωή του στό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ[85] καί εἶναι ἕτοιμος νά πεθάνει γι’ αὐτόν[86].
γ) Ἡ χριστιανική ζωή εἶναι ὁλότελα ἐμποτισμένη ἀπό τήν πίστη: οἱ χριστιανοί συναθροίζονται στό ὄνομά του Ἰησοῦ[87], ὑποδέχονται ὅσους παρουσιάζονται στό ὄνομά του[88], μέ προφυλάξεις πάντως γιά τούς πλάνους[89]. ’Ἀποδίδουν εὐχαριστίες πρός τό Θεό στό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ[90] καί συμπεριφέρονται μέ τέτοιο τρόπο ὥστε νά δοξάζεται τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ[91]. Στήν προσευχή, ἀπευθύνονται στόν Πατέρα στό ὄνομα τοῦ Υἱοῦ του[92].
- Ἀλλά ὀνόματα. - Κάθε πλάσμα ἔχει τό ὄνομα τό ταιριαχτό γιά τό ρόλο πού τοῦ ἔχει ὁριστεῖ. Ὅταν ἡ ἀποστολή του εἶναι θεία, τό ὄνομά του προέρχεται ἀπό τόν οὐρανό, ὅπως του Ἰωάννη[93]. Ἀκόμα κι ἄν ἔχει δοθεῖ ἀπό τούς ἀνθρώπους, τό ὄνομα εἶναι σημεῖο μίας ὁρισμένης στάσεως τοῦ Θεοῦ: Ζαχαρίας : «ὁ Θεός ἐμνήσθη»[94], Ἐλισάβετ «ὅρκον ὅν ὤμοσεν»[95], Μαρία «μεγαλυνθεῖσα, ὑψωθεῖσα»[96]. Δίνοντας στό Σίμωνα τό ὄνομα Πέτρος, ὁ Ἰησοῦς θέλει νά δείξει τό ρόλο πού τοῦ προρίζει καί τή νέα προσωπικότητα πού δημιουργεῖ μέσα του[97].
Ὁ Καλός Ποιµένας γνωρίζει κάθε του πρόβατο μέ τό ὄνομά του[98]. Τά ὀνόματα τῶν ἐκλεκτῶν εἶναι γραμμένα στόν οὐρανό[99], στό βιβλίο τῆς ζωῆς[100]. Ὅταν εἰσέλθουν στή δόξα, θά λάβουν ἕνα νέο καί ἄρρητο ὄνομα[101]. Μετέχοντας στή ζωή τοῦ Θεοῦ, θά φέρουν τό ὄνομα τοῦ Πατέρα καί τό ὄνομα τοῦ Υἱού Του[102]. Ὁ Θεός θά τούς ἀποκαλέσει Υἱούς Του[103], γιατί εἶναι πραγματικά Υἱοί Του[104].
«Καί ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν» (Ματθαίου α΄, 25)
Τό ὄνομα, ποὺ δόθηκε στὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος τέλειος χωρὶς νὰ παύσει νὰ εἶναι καὶ Θεὸς τέλειος, εἶναι ᾿Ι η σ ο ῦ ς.
Τὸ ὄνομα ᾿Ιησοῦς σημαίνει σωτήρας καὶ δόθηκε στὸ θεῖο Βρέφος τῆς Βηθλεέμ, γιατὶ ἐπρόκειτο νὰ γίνει Σωτήρας καὶ Λυτρωτής, ὄχι μόνο τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ, ἀλλὰ καὶ ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπινου γένους.
Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος, ποὺ κάνει τώρα τόσο σεβαστὸ καὶ ἐπαινετὸ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ κάνει τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ νὰ εἶναι πιὸ φωτεινὸ ἀπὸ κάθε φῶς, πιὸ γλυκὸ ἀπὸ κάθε ἔδεσμα, πιὸ ἀγαπητὸ ἀπὸ κάθε ἄλλο πράγμα. Εἶναι πραγματικὰ ὄνομα γλυκό, γεμάτο ἐλπίδα, γεμᾶτο δύναμη ποὺ σκορπίζει χαρὰ στὴν καρδιὰ καὶ ρίχνει θεία ἀχτίδα στὴν ψυχὴ κι ὁλόγλυκη παρηγοριά. Τὸ ὄνομα αὐτὸ τὸ χάρισε ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς στὸ Χριστό. Μπροστὰ σ᾿ αὐτὸ θὰ λυγίζει εὐλαβικὰ κάθε γόνατο ἐπιγείου καὶ ἐπουρανίου δυνάμεως, ὅπως τὸ εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός» (Πρός Φιλιππησίους β΄, 10-11).
Στὸ εὐλογημένο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ κάνουμε τὴ μελέτη µας γιὰ νὰ δοθεῖ πρῶτα τὸ ὑπέροχο μεγαλεῖο Του καὶ ἡ παγκόσµια γοητεία Του καὶ δεύτερο γιὰ νὰ ἐξετάσουμε πῶς μποροῦμε νὰ ἀποδώσουμε τὸν ἀπαιτούμενο σεβασμὸ καὶ τὴν δικαία τιμὴ στὸ λατρευτὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ.
Ἰ η σ ο ῦ ς ! Ὄνομα θεοδίδακτο, γιατὶ γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ τὸ ἔφερε ἀπὸ τὸν Οὐρανὸ καὶ τὸ εἶπε στὴν Παρθένο Μαρία τὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ Της, ὅταν τὴν εἰδοποίησε λέγοντάς της: «Ἰδοὺ συλλήψῃ ἐν γαστρὶ καὶ τέξῃ υἱόν, καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν»! (Λουκᾶ α΄, 31).
Καὶ τὸ ὄνομα αὐτὸ ἔγινε ἱερὸ καὶ ἅγιο. Μὲ αὐτὸ εὐφραίνονται Ἄγγελοι, τρέμουν δαίμονες, σώζονται ἄνθρωποι. Ὄνομα γλυκό, φῶς καρδιᾶς καὶ νοῦ, ἡ μόνη σωτηρία, ἡ δόξα τοῦ πιστοῦ. Ὄνοµα, ποὺ ὅταν τὸ προφέρουν τὰ χείλη, μιὰ φλόγα ἀνάβει στὴν καρδιά. Τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ εἶναι, ὅπως τὸ ὀνομάζει τὸ Ἆσμα Ἀσμάτων στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, μῦρο σκορπισμένο. «Μύρον ἐκκενωθὲν τὸ ὄνομα αὐτοῦ» (Ἆσμα Ἀσμάτων α΄, 2). Ὅπως τὸ μύρο σκορπᾶ παντοῦ τὴν εὐχάριστη εὐωδιά του καὶ ὅλους τοὺς εὐφραίνει καὶ ζωογονεῖ, ἔτσι καὶ τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ τραβᾶ ὅλους καὶ τοὺς φέρνει κοντά Του.
Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ οἱ θύρες τοῦ Παραδείσου ἀνοίγονται πολὺ εὔκολα. Κάθε προσευχή, ποὺ γίνεται στὸ ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ γίνεται εὐπρόσδεκτη καὶ εἰσακουστή: «Ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (᾿Ιωάννου ιδ΄, 14), ὑπόσχεται ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία παρουσιάζει στὸ θρόνο τοῦ Παντοδύναμου τὶς περισσότερες αἰτήσεις της μὲ τὴν ἐπίκληση: «Διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ».
Τὸ ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ εἶναι θεϊκὸς μαγνήτης, ποὺ τραβᾶ κάθε ἄνθρωπο, ποὺ ἔχει καλὴ θέληση. Στὸ ἄκουσμα τοῦ ὀνόματος : ᾿Ιησοῦς, κάθε καρδιά, πού πονεῖ, θεραπεύεται, κάθε νοῦς τρικυμισμένος, γαληνεύει. Μόνο μὲ τὸ ἄκουσμά του ὁ πιστὸς παίρνει νέες δυνάμεις καὶ ἀναζωογονεῖται, ὅπως ἡ Μαρία, ἡ ἀδελφὴ τοῦ Λαζάρου, σηκώνεται ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ κλαίει καὶ τρέχει κοντὰ στὸν Διδάσκαλο, γιατὶ μόνο μαζί Του καὶ κάτω ἀπὸ τὴν ὑψηλὴ προστασία τοῦ ἁγίου Ὀνόματός του μπορεῖ νὰ βρεῖ ἀνακούφιση καὶ ἐνθάρρυνση (Ἰωάννου ια΄ 20).
Οἱ ᾿Απόστολοι μὲ τὸ ὄνομα καὶ στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ ἔκαναν τὰ μεγαλύτερα θαύματα. Ὁ ἅγιος Πέτρος καὶ ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης πήγαιναν κάποτε σκεπτικοὶ καὶ συλλογισμένοι στὸ Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων. Στὴ θύρα τοῦ Ναοῦ συνάντησαν ἕνα γεννημένο χωλό, ποὺ ἐπίμοινα καὶ παρακλητικὰ τοὺς ζήτησε τὸν ὀβολό τους. «᾿Αργύριον καὶ χρυσίον, τοῦ λέγει ὁ ἅγιος Πέτρος, οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι ἐ ν τ ῷ ὀ ν ό μ α τ ι ᾿Ι η σ ο ῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει» (Πράξεων γ΄, 6).
Στὶς ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Παύλου βρίσκουμε διακόσιες φορές τήν λέξη Ἰησοῦς.
Καὶ οἱ μάρτυρες, τόσο τῶν πρώτων αἰώνων, ὅσο καὶ οἱ κατοπινοί, μὲ τὴ λέξη «Ἰησοῦ μου» ἔπαιρναν τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Δόξα λοιπὸν τιμὴ καὶ προσκύνηση στὸ παμπροσκύνητο καὶ σεπτὸ ὄνομα τοῦ Σωτήρα ᾿Ιησοῦ. «Αἰνεσάτωσαν (πάντες) τὸ ὄνομα Κυρίου, ὅτι ὑψώθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ μόνου» (Ψαλµοῦ 148, 13). «Αἰνεσάτωσαν τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐν χορῷ ἐν τυμπάνῳ καὶ ψαλτηρίῳ ψαλάτωσαν αὐτῷ» (Ψαλµοῦ 149, 3). «Ἔσται τὸ ὄνομα αὐτοῦ εὐλογημένον εἰς τοὺς αἰῶνας, πρὸ τοῦ ἡλίου διαμενεῖ τὸ ὄνομα αὐτοῦ» (Ψαλμοῦ 71, 17). Δοξασμένο καὶ τιμημένο νά μείνει πάντα. «Οὐκ ἡμῖν, οὐκ ἡμῖν, Κύριε, ἀλλὰ ἢ τῷ ὀνόματί σου δὸς δόξαν, ἐπὶ τῷ ἐλέει σου καὶ τῇ ἀληθείᾳ σου» (Ψαλμοῦ 113, 9).
Ἡ κτίση ὅλη ἀποδίδει ἀκατάπαυστα αἶνο καὶ δόξα στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, γιατὶ «διὰ τοῦ Υἱοῦ» τὰ πάντα ἔγιναν. Εὐλογοῦν τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ ὁ οὐρανός, ἡ γῆ καὶ τ’ ἄστρα, τὰ δένδρα καὶ τὰ ἄνθη, τὰ ζῶα καὶ τὰ πετεινά.
Ὁ κάθε ἄνθρωπος, ὄν λογικό, κτίσμα τοῦ παντοδύναμου Θεοῦ, πῶς θὰ ἐπαινέσει ἀντάξια τὸ εὐλογημένο ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ;
Θὰ τὸ ἐπαινέσει ἄν κατορθώσει νὰ ἐπιτύχει ὅ,τι ζητεῖ στὴν καθημερινὴ προσευχή του, λέγοντας τὸ «Πάτερ ἡμῶν», μὲ τὴν αἴτηση: «Ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου». Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸ Σωτήρα Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ Πλάστης τοῦ κόσμου καὶ ἕνωσε τὸ ἄπειρο μὲ τὸ ἀτελὲς καὶ συνέδεσε τὴν τάξη τῆς φύσεως μὲ τὴν τάξη τῆς δόξας καὶ ἔγινε ἔτσι ὁ σύνδεσμος τῶν καρδιῶν καὶ ἡ κεφαλὴ τοῦ μυστικοῦ σώματος ποὺ ἐμεῖς ἀποτελοῦμε μέλη, ζητεῖ νὰ δοξασθεῖ τό τρισένδοξο ὄνοµά Του «καὶ ἐπὶ τῆς γῆς», ὅπως ἀκατάπαυστα δοξάζεται ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους στὸν Οὐρανό.
Ὅπως στὴν ἀνάμνηση ἑνὸς ἀγαπημένου προσώπου, ποὺ τὸ ἔχουμε χάσει, ριγοῦμε ἀπὸ συγκίνηση, ἔτσι καὶ στὸ ἄκουσμα τῆς λέξεως «Ἰησοῦς», ἀγάπη, σεβασμὸς καὶ τρυφερὰ αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης πρέπει νά πληµµυρίζουν τὴν καρδιά μας γιὰ τὸν Μεγάλο Εὐεργέτη Χριστό, µὲ τὸν Ὁποῖο ὅλες οἱ ἐπιστῆμες βρίσκουν τὴν ἑνότητά τους, ὅλες οἱ ἀρετὲς τὸ πρότυπό τους, ὅλες οἱ τέχνες τὸ ἀρχέτυπό τους. Οἱ θερμότερες ἐκδηλώσεις μας λατρείας καὶ ἀφοσιώσεως πρέπει νά στρέφονται πρὸς τὸν ᾿Ιησοῦ, ποὺ εἶναι τὸ κέντρο τῶν γεγονότων, ποὺ κυριαρχοῦν στὴν ἱστορία τῶν λαῶν, ποὺ μόνον Αὐτὸς ἐξηγεῖ τὶς ταραχές, τὶς ἐπαναστάσεις καὶ τοὺς πολέμους, ποὺ εἶναι ὁ μόνος ἱκανὸς νά λύσει προβλήματα, ποὺ ταράσσουν τὴν ἀνθρώπινη καρδιὰ καὶ κοινωνία. Μαζί Του ὁ πόνος ἔχει σημασία, ἡ ἐλπίδα θεμέλιο καὶ ἡ τάση πρὸς τὴν εὐτυχία τέρμα.
Ἡ λέξη «Ἰησοῦς» ἂς γίνει τὸ σύνθηµά μας, στὸ ὁποῖο ν᾿ ἀκολουθεῖ τὸ «Σ᾿ ἀγαπῶ». Ἡ λέξη «Ἰησοῦς» ἂς εἶναι ἡ εὐδιάκριτη ἠχώ, στὴν ὁποία ν᾿ ἀπαντᾶ ὁ ἀντίλαλος «Σ᾿ εὐχαριστῶ».
Μὲ σεβασμὸ νά προφέρουμε τὸ εὐλογημένο αὐτὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἄν ἔχουμε νά ἰατρέψουμε πληγὴ ὁ ᾿Ιησοῦς εἶναι ὁ ἰατρός. Ἄν καταπιεζόμαστε κάτω ἀπό τό βάρος τῆς ἀδικίας ὁ Ἰησοῦς, εἶναι ἡ δικαιοσύνη. Ἄν ἔχουμε καὶ νοιώθουμε ὅτι ἀπειλούμαστε ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ δύναμη καὶ ἡ προστασία μας. Ἄν κοιτάξουμε μὲ τρόμο τὸ θάνατο, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀνάσταση. Ἄν ἀτενίσουμε στὸν οὐρανό, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ ὁδός. Ἄν φεύγουμε τὰ σκότη, ὁ Ἰησοῦς εἶναι τό φῶς. Ἄν πεινᾶμε, ὁ Ἰησοῦς εἶναι τὸ μάννα, ποὺ κατέρχεται ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Ποτὲ μὲ ἐπιπολαιότητα, πολύ περισσότερο ποτὲ μὲ ἀσέβεια νὰ μὴ βγαίνει ἀπὸ τὰ χείλη μας τὸ εὐλογημένο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ποτὲ νὰ μὴ ἐπιτρέψουμε τριγύρω μας νὰ Τὸν προσβάλουν. Πρέπει πάντα ὅλη ἡ στάση μας νὰ ἀποδοκιμάζει τὴν ἄπρεπη στάση τοῦ πλησίον καὶ νὰ διακηρύττει ὅτι ἐμεῖς δὲν συμμεριζόμαστε τὶς σκέψεις καὶ τὰ λόγια τοῦ ἀχάριστου καὶ κακοαναθρεμμένου πλησίον μας.
Ὁ καλὸς στρατιώτης δὲν ἀνέχεται ποτὲ νὰ περιφρονοῦν τὸ ὄνομα τοῦ ἀρχηγοῦ του. Τὸ φρόνιμο παιδὶ δὲν ἀφήνει κανένα νὰ προσβάλλει τοὺς γονεῖς του. Ὁ πιστός κληρονόμος δὲν ἐπιτρέπει ποτὲ νὰ ἀμαυρωθεῖ μὲ συκοφαντίες καὶ ψεύδη ἡ μνήμη τῶν εὐεργετῶν του. Κι’ ἐμεῖς ὑπέρμαχοι ὑπερασπιστὲς τοῦ Χριστοῦ παιδιά Του καὶ πιστοὶ κληρονόμοι, δὲν θὰ ἐνδιαφερώμαστε γιὰ νὰ εἶναι παντοῦ καὶ πάντοτε δοξασμένο καὶ τιμημένο τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ;
«Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημένο
ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἕως τοῦ αἰῶνος»
Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ
[1] Γενέσεως α΄, 3-10
[2] Ἡσαΐου μ΄,26
[3] Γενέσεως β΄, 20
[4] Γενέσεως ια΄, 9
[5] Γενέσεως κζ΄, 36
[6] Α΄ Βασιλειῶν κε΄, 25.
[7] Γενέσεως λε΄, 18
[8] Ἀριθμῶν ιστ΄, 2
[9] Ἰώβ λ, 8
[10] Β΄ Βασιλειῶν ια΄, 25
[11] Βλ. Β΄ Βασιλειῶν κδ΄
[12] Δ΄ Βασιλειῶν κγ΄, 34 καί κδ΄, 17
[13] Γενέσεως ιζ΄, 5
[14] Γενέσεως ιζ΄, 15
[15] Γενέσεως λβ΄, 29
[16] Ἡσαΐου α΄, 26
[17] Ἡσαΐου ξ΄, 14
[18] Ἡσαΐου ξβ΄, 12
[19] Ἡσαΐου ξβ΄, 4
[20] Γενέσεως λβ΄, 30
[21] Κριτῶν ιγ΄, 18
[22] Ἐξόδου γ΄, 13-16 καί στ΄, 3
[23] Ἐξόδου γ΄, 15
[24] Κριτῶν ζ΄, 20
[25] Ἡσαΐου μγ΄, 10 κ. ἕξ.
[26] Ἐξόδου κγ΄, 13
[27] Ἐξόδου λδ΄, 14
[28] Ἡσαΐου ιβ΄, 4
[29] Ψαλμοῦ κζ΄, 1 καί Ἡσαΐου να΄, 25
[30] Ψαλμοῦ ϟ8, 6
[31] Ἐξόδου κ΄, 7 καί Δευτερονομίου ε΄, 11
[32] Ψαλμοῦ ε΄, 12
[33] Ψαλμοῦ ζ΄, 18
[34] Ἡσαΐου κθ΄, 23
[35] Δευτερονομίου κη΄, 58
[36] Ψαλμοῦ ργδ΄, 13
[37] Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ ζ΄, 9
[38] Ἰεζεκιήλ κ΄, 9
[39] Δευτερονομίου ιβ΄, 5
[40] Ἐξόδου λδ΄, 23
[41] Ἱερεμίου ζ΄, 10 καί 14
[42] Ἡσαΐου λ΄, 27 κ. ἕξ.
[43] Λευτικό κδ΄, 11-16
[44] Ἰωάννου ιζ΄, 6 καί 26
[45] Ματθαίου ια΄, 25 κ. ἕξ.
[46] Ἰωάννου κ΄, 17
[47] Ἰωάννου ιβ΄, 28
[48] Ματθαίου στ΄, 9 πρλ.
[49] Πρός Ρωμαίους θ΄, 17, βλ. Λουκᾶ α΄, 49
[50] Ἰωάννου ιζ΄, 1, 5, 23 κ. ἕξ.
[51] Πρός Ἑβραίους ιγ΄, 15
[52] Πρός Ρωμαίους β΄, 24 καί Α΄Πρός Τιμόθεον στ΄, 1
[53] Πράξεων γ΄, 6 καί θ΄, 34
[54] Μάρκου θ΄, 38, ιστ΄, 17. Λουκᾶ ι΄, 17. Πράξεων ιστ΄, 18 καί ιθ΄, 13
[55] Ματθαίου ζ΄, 22 καί Πράξεων δ΄, 30
[56] Ματθαίου α΄, 21-25
[57] Πράξεων γ΄, 16
[58] Πράξεων δ΄, 7-12. ε΄, 31, ιβ΄, 23
[59] Πρός Φιλιππησίους β΄, 9. Πρός Ἐφεσίους α΄, 20 καί ἑξῆς.
[60] Ἀποκαλύψεως γ΄, 12
[61] Ἀποκαλύψεως ιδ΄, 1 καί κβ΄, 3 καί ἑξῆς
[62] Ἀποκαλύψεως ιθ΄, 12
[63] Πρός Φιλιππησίους β΄, 10 καί ἑξῆς=Ἡσαΐου με΄, 23. Ἀποκαλύψεως ιθ΄, 13, 16 = Δευτερονομίου ι΄, 17
[64] Πρός Ἑβραίους α΄, 3 καί ἑξῆς, ε΄, 5. Βλ. Πράξεων ιγ΄, 33. Πρός Ρωμαίους α΄, 4. Κατά τό Ψαλμοῦ β΄, 7
[65] Πράξεων ε΄, 41
[66] Γ΄ Ἰωάννου 7
[67] Πρός Ρωμαίους ι΄, 9-13
[68] Πράξεων θ΄, 14, 21. Α΄Πρός Κορινθίους α΄, 2. Β΄ Πρός Τιμόθεον β΄, 22. Βλ. Πράξεων β΄, 21 =Ἰλ. γ΄, 5
[69] Πράξεων β΄, 36
[70] Πράξεων η΄, 16, ιθ΄, 15. Α΄ Πρός Κορινθίους στ΄, 11
[71] Πρός Γαλάτας γ΄, 27
[72] Πρός Ρωμαίους στ΄, 3
[73] Πράξεων κβ΄, 16
[74] Ἰακώβου β΄, 7
[75] Ἰωάννου γ΄, 17 καί ἑξῆς. Βλ. α΄, 12, β΄, 23, κ΄, 30 καί ἑξῆς. Α΄ Ἰωάννου γ΄, 23, ε΄, 5.10.13
[76] Λουκᾶ κδ΄, 46 καί ἑξῆς. Πράξεων δ΄, 17καί ἑξῆς, ε΄, 28 καί 40. ι΄, 43.
[77] Μάρκου ιγ΄, 13 πρλ.
[78] Ματθαίου ε΄, 11 πρλ. Ἰωάννου ιε΄, 21. Α΄ Πέτρου δ΄, 13-16
[79] Ἀποκαλύψεως β΄, 3
[80] Ἀποκαλύψεως β΄, 13
[81] Ἀποκαλύψεως γ΄, 8
[82] Πράξεων θ΄, 15
[83] Πράξεων θ΄, 16
[84] Πράξεων θ΄, 20. 22.27 καί ἑξῆς
[85] Πράξεων ιε΄, 26
[86] Πράξεων κα΄, 13
[87] Ματθαίου ιη΄, 20
[88] Μάρκου θ΄, 37 πρλ
[89] Μάρκου ιγ΄, 5 πρλ
[90] Πρός Ἐφεσίους ε΄, 20 καί Πρός Κολοσσαεῖς γ΄, 17
[91] Β΄ Πρός Θεσσαλονικεῖς α΄, 11 καί ἑξῆς
[92] Ἰωάννου ιδ΄,13-16, ιστ΄, 23 καί ἑξῆς, 26 καί ἐξῆς.
[93] Λουκᾶ α΄, 13. 63
[94] Ζαχαρίου α΄, 5, 72
[95] Λουκᾶ α΄, 5, 73
[96] Λουκᾶ α΄, 27.46.52
[97] Ματθαίου ιστ΄, 18
[98] Ἰωάννου ι΄, 3
[99] Λουκᾶ ι΄,20
[100] Πρός Φιλιππησίους δ, 5. Ἀποκαλύψεως γ΄, 5. ιγ΄, 8. ιζ΄, 8
[101] Ἀποκαλύψεως β΄, 17
[102] Ἀποκαλύψεως γ΄, 14 καί ιδ΄, 1
[103] Ματθαίου ε΄, 9
[104] Α΄ Ἰωάννου γ΄, 1