«Κηρύξατε τό εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει»
Τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι γνωστό ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη. Ὁ Νῶε εἶναι ὁ πρῶτος πού ἀναφέρεται ἐκεῖ ὅτι περιῆλθε σέ διάφορα μέρη καί κήρυξε τήν ἀνάγκη τῆς μετάνοιας, γιά νά ἀποφευχθεῖ ἡ καταστροφή τοῦ κατακλυσμοῦ (Γενέσεως στ΄). Ἀργότερα ὁ Μωϋσῆς κηρύσσει πρός τούς Ἰσραηλῖτες καθ’ ὅλο τό διάστημα πού βρισκόταν μαζί τους καί τούς καθοδηγεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἰδίως ἀπό τότε πού ἐπάνω στό ὄρος Σινᾶ ἔλαβε ἀπό τόν Θεό τίς πλᾶκες τοῦ Νόμου (Δευτερονομίου ε΄, στ΄, ζ΄). Καί κατόπιν σέ ὅλη τήν ἱστορία τοῦ Ἰσραήλ, τά κηρύγματα τῶν Προφητῶν ἀνταποκρίνονται κάθε φορά στίς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, πού προφυλάσσουν ἀπό τούς πνευματικούς καί ἠθικούς κινδύνους πού τόν περιστοιχίζουν καί τόν ἀπειλοῦν, καθοδηγώντας σέ μετάνοια καί ἐπιστροφή, πού κάθε φορά παρεκτρέπεται, προετοιμάζοντάς τον γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Λυτρωτοῦ Του, πού θά γεννιόνταν μέσα στούς κόλπους του. Τό τελευταῖο δέ προφητικό κήρυγμα, αὐτό τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου ἀπετέλεσε τήν ἀναγκαία εἰσαγωγή στό ἔργο τοῦ Λυτρωτοῦ μας, πρός τόν Ὁποῖον ὁδήγησε ὅλους ἐκείνους πού μέ τήν ἀληθινή ἐπίγνωση τῆς καταστάσεώς τους καί μέ τόν ἄσβεστο πόθο τῆς λυτρώσεώς τους προετοιμάσθηκαν σ’ αὐτή μέ τό βάπτισμα τῆς μετανοίας τους: «’Εγώ σᾶς βαφτίζω μέ νερό, καί τό βάπτισμά μου εἶναι βάπτισμα μετάνοιας. Αὐτός ὅμως πού ἔρχεται ὕστερα ἀπό μένα, εἶναι πιό ἰσχυρός ἀπό μένα, καί δέν εἶμαι ἄξιος οὔτε τά ὑποδήματά του νά κρατήσω. Αὐτός θά σᾶς βαφτίσει μέ Ἅγιο Πνεῦμα καί φωτιά» (Ματθαίου γ΄, 11-13). Καί «τότε ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου» καί ἐμφανίσθηκε πιά στόν κόσμο ὁ Ἴδιος ὁ Λυτρωτής, γιά νά κηρύξει αὐτοπροσώπως ὅτι ἔφθασε πλέον ὁ καιρός τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί νά καλέσει σ’ αὐτήν ὅλους τούς καλοπροαίρετους ἀνθρώπους.
Αὐτά ἔπραξε ὁ Κύριός μας καθ’ ὅλη τήν τριετία τῆς δράσεώς Του μέχρις ὅτου μέ τόν σταυρικό θάνατό Του ἐπισφράγισε τό κήρυγμά Του καί ἔδωσε μέ τήν θυσία Του ὄχι μόνο τό τέλειο ζωντανό ὑπόδειγμα γιά τήν πραγματοποίηση ἐκείνων πού εἶχε διδάξει, ἀλλά καί τήν δύναμη καί τήν ἱκανότητα γι’ αὐτήν τήν πραγματοποίηση. Ὕστερα μέ τήν Ἀνάσταση καί τήν Ἀνάληψή Του μᾶς ἔδωσε τήν θεία ἐγγύηση περί τοῦ μέλλοντος πού περιμένει τούς ἀκροατές καί ἐκτελεστές τοῦ κηρύγματός Του.
Ἀλλά τό ἔργο τοῦ Κυρίου δέν ἦταν δυνατό νά σταματήσει ἕως ἐκεῖ. Φρόντισε γιά τήν ἐξακολούθησή του «μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθαίου κδ΄, 3). Καί γι’ αὐτό πρίν φύγει ἀπό τόν κόσμο αὐτό σωματικά, ἔδωσε στούς Ἀποστόλους, πού εἶχε πρός τοῦτο προετοιμάσει, τήν ἐντολή νά συνεχίσουν τό κήρυγμά Του σέ ὅλο τόν κόσμο: «Κηρύξατε τό εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει» (Μάρκου ιστ΄, 15), εἶπε πρός τούς Ἀποστόλους, ὅταν θριαμβευτής ἐμφανίσθηκε σ’ αὐτούς μετά τήν Ἀνάστασή Του στό ὄρος τῆς Γαλιλαίας. Καί λίγο πρίν ἀναληφθεῖ τούς εἶπε πάλι : «Καί ἔσεσθέ μοι μάρτυρες… ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς» (Πράξεων α΄, 8). Πρός τόν σκοπό δέ αὐτό καί τούς ἐφοδίασε μέ τήν χάρη καί τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού τούς ὁδήγησε «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» (Ἰωάννου ιστ΄, 13).
Οἱ ἀπόστολοι φάνηκαν πιστοί τηρητές τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου καί συνεχιστές συγχρόνως τοῦ διδακτικοῦ Του ἔργου, στό ὁποῖο μαθήτευσαν καί ἄλλους πού κατέστησαν «διδασκάλους» καί «εὐαγγελιστές» καί οἱ ὁποῖοι περιέρχονταν σέ διάφορες πόλεις καί κήρυσσαν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Μετέδωσαν δέ τήν δική τους ἐξουσία καί τίς εὐθύνες τους οἱ Ἀπόστολοι στούς Ἐπισκόπους, πού τούς ἐγκατέστησαν σέ διάφορα μέρη τοῦ Χριστιανικοῦ κόσμου καί ἀπό τούς ὁποίους διαδοχικῶς ἡ ἐξουσία αὐτή καί οἱ εὐθύνες μεταβιβάσθηκαν στούς χειροτονηθέντες ἀπ’ αὐτούς καί μέ τόν τρόπο αὐτό μέχρι τίς ἡμέρες μας. Μέ τόν ἴδιο τρόπο καί σήμερα συνεχίζεται τό κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπό τούς διαδόχους τῶν Ἀποστόλων, τούς Ἐπισκόπους, ἀπό τούς Πρεσβυτέρους καί Διακόνους στούς ὁποίους παρέχεται τό δικαίωμα αὐτό μέ τήν χειροτονία καί ἀπό τούς ἄλλους «διδασκάλους» καί «κήρυκας» τούς ὁποίους σέ κάθε τόπο ὁρίζει ὁ Ἐπίσκοπος, ὡς ἁρμοδίους καί ἱκανούς γιά νά κηρύττουν.
Εἶναι λοιπόν τό θεῖο κήρυγμα τό σημερινό μία συνέχεια τοῦ διδακτικοῦ ἔργου, πού προπαρασκευαστικῶς μέν ἄρχισαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τελειοποίησε ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ἀπ’ Αὐτόν παρέλαβαν καί κατ’ ἐντολή Του ἐξακολούθησαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί οἱ διάδοχοί τους, οἱ Πατέρες μας τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας. Στηρίζεται καί θεμελιώνεται πάνω στά λόγια τῶν Προφητῶν, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων καί στήν γνήσια καί ἀνόθευτη παράδοση τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας.