Τό νόημα τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ
«εἰς τὸ λατρεύειν Θεῷ ζῶντι» (Πρός Ἑβραίους θ΄, 14)
Ἡ λατρεία προσδιορίζει τίς σχέσεις μεταξύ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ Θεοῦ. Σύμφωνα μέ τήν ἁγία Γραφή ἡ πρωτοβουλία τῶν σχέσεων αὐτῶν ἀνήκει στόν ζωντανό Θεό πού ἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο. Δεχόμενος ὁ ἄνθρωπος τήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀνταποκρίνεται λατρεύοντας τόν Θεό. Μέ τή λατρεία ἐκφράζει τίς ἀνάγκες του στόν Δημιουργό του ἀπό τόν Ὁποῖο ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα καί ἐκπληρώνει τό καθῆκον του, τήν ἀποστολή του πού εἶναι νά γίνει μάρτυράς Του. Λατρεύοντας γίνεται μάρτυρας τοῦ Θεοῦ. Μέ τή λατρεία ὑπηρετεῖ τόν Θεό, κηρύττει τήν πίστη του, δοξολογεῖ τήν ἁγιότητά Του, θαυμάζει τά μεγαλεῖα Του, σέβεται καί τιμᾶ τά θαυμαστά Του ἔργα, ἐκφράζει τήν εὐγνωμοσύνη του γιά τίς σωτηριώδεις ἐνέργειές Του.
Ἡ διαμόρφωση καί ἐξέλιξη τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ
α.΄ Πρίν ἀπό τήν ἁμαρτία οἱ σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό ἦταν ἁπλές. Μέ τήν προϋπόθεση ὁ ἄνθρωπος νά σεβασθεῖ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, νά μή φάει δηλαδή ἀπό τό δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ, δείχνοντας ἔτσι τήν ἐξάρτησή του ἀπό τόν Θεό, μποροῦσε νά φάει ἀπό τό δένδρο τῆς ζωῆς ( Γενέσεως β΄, 3 καί γ΄, 22)Ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς Του ἐπέτρεπε στόν ἄνθρωπο νά ἐπικοινωνεῖ μέ τόν Θεό ἄμεσα, μέ συνέπεια νά μπορεῖ νά τραφεῖ ἀπό τό δένδρο τῆς ζωῆς. Αὐτή ἡ ἄμεση
ἐπικοινωνία διακόπηκε, ὅταν ὁ ἄνθρωπος παρέβηκε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἀπορρίπτοντας τήν ἐξάρτησή του ἀπό τόν Πατέρα τῆς ζωῆς.
β΄. Μετά τήν ἁμαρτία ἀναπτύχθηκε ἡ μεσιτεία μεταξύ ἀνθρώπου καί Θεοῦ πού θά διαρκέσει ὥς τό τέλος τῆς ἱστορίας καί τοῦ παρόντος κόσμου. Αὐτή ἐκτείνεται σέ τρεῖς περιόδους. Ἡ πρώτη περίοδος ἐκτείνεται ἀπό τόν Ἄβελ καί Κάϊν μέχρι τήν παράδοση τοῦ Νόμου στούς Ἰσραηλίτες μέ διαμεσολαβητή τόν Μωυσῆ στό Σινᾶ. Ἡ δεύτερη περίοδος ἐκτείνεται ἀπό τήν παράδοση τοῦ Νόμου μέχρι τή Σταύρωση καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ τρίτη περίοδος ἐκτείνεται ἀπό τήν Ἀνάσταση μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία.
Κατά τήν πρώτη καί δεύτερη περίοδο διαπιστώνουμε ὅτι ἐμφανίζονται γιά τή λατρεία τοῦ Θεοῦ τόποι, ἀντικείμενα καί πρόσωπα ἱερά (ἄδυτα, κιβωτός, θυσιαστήρια, ἱερεῖς), ἅγιες ἡμέρες (ἑορτές, Σάββατα), πράξεις λατρευτικές (ἐξαγνισμοί, καθαγιασμοί, περιτομή, προσφορές, θυμιάματα, προσευχή, σ’ ὅλες τίς μορφές της), λατρευτικές διατάξεις (νηστεία, ἀπαγορεύσεις).
γ΄. Μετά τήν ἁμαρτία ἐμφανίζεται στή λατρεία τοῦ Θεοῦ ἡ θυσία. Πρῶτοι πρόσφεραν θυσία στόν Θεό ὁ Ἄβελ καί ὁ Κάϊν, οἱ υἱοί τῶν Πρωτοπλάστων ( Γενέσεως δ΄ 3 καί ἑξῆς). Ὁ Θεός ὅμως δέν δέχεται τήν ὁποιαδήποτε θυσία (Λευϊτικοῦ ι΄ 1-2· Μαλαχίου α΄ 8-14, β΄ 1-17· Ἡσαΐου α΄ 10-12, νστ΄ 7.) ἀφοῦ :
Ἐ ρ ε υ ν ᾶ τήν ἐσωτερική διάθεση αὐτοῦ πού προσφέρει τήν θυσία (5. Γενέσεως δ΄ 3 καί ἑξῆς),
Ἀ π ο κ λ ε ί ε ι ὁρισμένους ἐξωτερικούς τύπους, ὅπως τίς ἀνθρωποθυσίες (Γενέσεως κβ΄, Βασιλειῶν Δ΄ ιστ΄ 3, Λευιτικοῦ κ΄ καί ἑξῆς.) ἤ τήν ἱερά πορνεία (Βασιλειῶν Γ΄ κβ΄47, Δευτερονομίου κγ΄ 18.),
Κ α θ ο ρ ί ζ ε ι μία ἀπαιτητική νομοθεσία πού διέπει τά τῆς λατρείας τῶν ἑορτῶν, τῶν θυσιῶν, τῶν προσφορῶν, τῶν Ἱερέων καί λοιπῶν ὑπηρετῶν τῆς λατρείας.
δ΄. Στήν οὐράνια Ἱερουσαλήμ ἡ ἐπικοινωνία εἶναι ἄμεση καί ἡ λατρεία δέν ἔχει μεσάζοντες, μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων πού Τόν λατρεύουν - ὑπηρετοῦν (Ἀποκαλύψεως κβ΄, 2 καί ἑξῆς.).
Στήν πρώτη καί δεύτερη περίοδο κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ ἔχει χαρακτήρα σκιᾶς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν πού πραγματοποιήθηκαν μέ τό μυστήριο τῆς ἐνσάρκου θείας Οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί χαρακτηρίζονται ὡς εἰκόνα τῆς ἀλήθειας τῆς μέλλουσας, πού πρόκειται νά ἀποκαλυφθεῖ μετά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πρός Ἑβραίους ι΄, 1)
Σκοπός τῆς λατρείας τοῦ Θεοῦ
Ἡ λατρεία τοῦ Θεοῦ στήν Παλαιά Διαθήκη εἶχε παιδαγωγικό χαρακτήρα πού προσέδιδε στήν θρησκευτική ζωή τῶν Ἰσραηλιτῶν τρεῖς ἱστορικές διαστάσεις.
α΄. Ἡ λατρεία ὑπενθύμιζε ἀρχικά γεγονότα τοῦ παρελθόντος τῶν ὁποίων ἀνανέωνε τόν ἑορτασμό στό παρόν (Πάσχα, Πεντηκοστή, Σκηνοπηγία).
β΄. Ἡ λατρεία ζωογονοῦσε τήν πίστη τοῦ ἀνθρώπου στόν ζωντανό καί παντοδύναμο Θεό, πού ἀγαπᾶ τόν λαό Του, πού δέν τόν περιφρονεῖ ὅσο κι ἄν φθείρεται ἀπό τήν ἁμαρτία, πού δέν τόν ἐγκαταλείπει ἀλλά τόν φροντίζει γιά νά τόν ἐπαναφέρει στήν ὁδό τῆς ἀλήθειας καί τῆς ζωῆς καί νά τόν ἀποκαταστήσει στήν οὐράνια καί πνευματική βασιλεία Του.
γ΄. Τέλος ἡ λατρεία συντηροῦσε τήν ἐσχατολογική ἐλπίδα καί προσδοκία τοῦ Ἰσραηλίτου στήν Ἡμέρα πού ὁ Θεός θά ἐγκαταστήσει τήν βασιλεία Του μέ σκοπό νά ἑνωθοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι στήν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, πού πραγματοποιήθηκε κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς.